«Να το πω πιο λαϊκά γιατί μας ακούει και κόσμος που θέλει να καταλαβαίνει πέρα από νούμερα. Αν εγώ είχα να μοιράσω 50 δισ. στα τέσσερα χρόνια που είχα την ευθύνη της διακυβέρνησης και όχι να μαζέψω 37 όπως έκανα, θα έβγαινα πρωθυπουργός μέχρι να βαρεθώ να βγαίνω πρωθυπουργός. Ο Μητσοτάκης μοίρασε 50 δισ. και τα μοίρασε άδικα, χωρίς κριτήρια». Αλέξης Τσίπρας, στο πρωινάδικο του Παπαδάκη (ΑΝΤ1), 30.9.22.
Η χυδαιότητα βαφτίζεται λαϊκότητα, αποκαλύπτοντας την ίδια την αντίληψη που έχει για το λαό ένας «λυσσασμένος» εξουσιαστής. Ο λαός δεν καταλαβαίνει και πρέπει να του τα κάνεις… φραγκοδίφραγκα για να καταλάβει.
Τι είναι ο λαός; Ενα κοπάδι που το διαχειρίζεται ο τσοπάνης. Βρίσκει ο τσιπάνης εύφορα βοσκοτόπια, βελάζει χαρούμενα το κοπάδι αποθεώνοντάς τον. Ζορίζεται ο τσοπάνης να βρει εύφορα βοσκοτόπια; Το κοπάδι τον εγκαταλείπει θυμωμένο και πάει στον διπλανό τσοπάνη. Αυτή είναι η αντίληψη του Τσίπρα για την άσκηση της πολιτικής.
Προσέξτε τη σχέση που περιγράφει: επιδοματική πολιτική μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και τίποτα πέραν αυτής. Ο Τσίπρας έπεσε πάνω στα Μνημόνια (που είχε υποσχεθεί ότι θα τα καταργήσει μ’ ένα νόμο σε ένα άρθρο) και δεν μπορούσε να ασκήσει επιδοματική πολιτική. Ο Μητσοτάκης είχε δημοσιονομική άνεση αλλά δεν άσκησε επιδοματική πολιτική με φιλολαϊκό πρόσημο, παρά μοίρασε τα λεφτά με άδικο τρόπο. Αν ξαναβγει ο ΣΥΡΙΖΑ, θα κάνει επιδοματική πολιτική με τρόπο που ο λαός θα τον λατρέψει και θα τον κρατήσει στην εξουσία και τον Τσίπρα στην πρωθυπουργία μέχρι τα βαθιά γεράματά του!
Τι λείπει από την… εξίσωση της κατά Τσίπρα πολιτικής; Οι πραγματικές σχέσεις εξουσίας, αυτές που είναι θεμελιωμένες στον τρόπο παραγωγής, οι ταξικές σχέσεις. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο δεν είναι μια αφηρημένη ηθική κατηγορία, αλλά το θεμέλιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Οι σχέσεις παραγωγής είναι το πραγματικό οικοδόμημα της κοινωνίας, που καθορίζει την ταξική της διάρθρωση και τις πραγματικές ταξικές σχέσεις. Οι σχέσεις ιδιοκτησίας είναι η νομική έκφραση των σχέσεων παραγωγής. Αυτό μας έχει διδάξει ο Μαρξ.
Το εθνικό εισόδημα παράγεται στο πλαίσιο των συγκεκριμένων σχέσεων παραγωγής και όχι στο επίπεδο του κράτους. Το κράτος ασχολείται μόνο με την αναδιανομή μέρους του εθνικού εισοδήματος που έχει παραχθεί, το οποίο συγκεντρώνει μέσω των φόρων και δαπανά με συγκεκριμένη διάρθρωση των δαπανών.
Η θεμελιώδης αδικία συμβαίνει στη σφαίρα του τρόπου παραγωγής. Εκεί αποσπάται η υπεραξία (η οποία προέρχεται από απλήρωτη εργασία των εργατών), που στη συνέχεια διανέμεται μεταξύ των διάφορων καπιταλιστικών κλάδων ως κέρδος (βιομηχανικό κέρδος, εμπορικό κέρδος, τόκος, γεωπρόσοδος). Η εργατική δύναμη είναι το μόνο εμπόρευμα που έχει την ιδιότητα να δημιουργεί αξία. Ομως ο εργάτης δεν εισπράττει την αξία που παράγει, εκτός από ένα μέρος της που ισούται με το μισθό του. Το υπόλοιπο μέρος της αξίας το παίρνει ο κεφαλαιοκράτης. Εξ ου και ο όρος υπεραξία.
Δεν θέλουμε να κάνουμε εδώ μια εκτενή ανάλυση της λειτουργίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που την αποκάλυψε σε όλη της την έκταση ο Μαρξ στο μνημειώδες έργο του «Το Κεφάλαιο». Μένουμε σε μια επιγραμματική αναφορά στην πιο αφηρημένη παρουσίαση των οικονομικών σχέσεων (που είναι πιο σύνθετες), για να αποκαλυφθεί αυτό που παραλείπει να πει ο Τσίπρας. Τίποτα για την μεγάλη κοινωνική αδικία που αναπτύσσεται στη βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Ακόμα και όταν οι Τσιπραίοι αναφέρονται στους μισθούς, αναφέρονται μόνο στον κατώτατο μισθό, ο οποίος από το 2012 καθορίζεται από το κράτος (και όχι μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων). Ο Τσίπρας φτάνει μόνο μέχρι την υπόσχεση για κατώτατο μισθό 800 ευρώ! Οταν ο ίδιος ξεκινούσε την πολιτική καριέρα του, πριν από δύο δεκαετίες, μιλούσαν (μιλούσε και ο ίδιος) με αποτροπιασμό για τη «γενιά των 800 ευρώ». Τώρα, τα 800 ευρώ θεωρούνται… αποκατάσταση της κοινωνικής αδικίας!
Για τι πράγμα μιλάει ο Τσίπρας; Μόνο για τη δυνατότητα του αστικού κράτους να ασκεί επιδοματική-προνοιακή πολιτική μέσω του κρατικού προϋπολογισμού, από τον οποίο –το ξαναθυμίζουμε- περνάει μέρος (και όχι το σύνολο) του εθνικού εισοδήματος. Ο Τσίπρας αφήνει εκτός της σφαίρας της κυβερνητικής πολιτικής τη διανομή του εθνικού εισοδήματος (που γίνεται άνισα, άδικα, ληστρικά στη σφαίρα των σχέσεων καπιταλιστών-εργατών) και αναφέρεται στην αναδιανομή του τμήματος του εθνικού εισοδήματος που περνά στα χέρια του κράτους.
Δεν μας λέει, όμως, πόσο άδικη είναι καταρχάς η απόσπαση ενός τμήματος του εθνικού εισοδήματος για να αναδιανεμηθεί από το κράτος. Τα φορολογικά έσοδα συγκεντρώνονται σε ποσοστό που ξεπερνά το 70% από την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους μικροαστούς. Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις (νομικά πρόσωπα) και οι καπιταλιστές ως εισοδηματίες (φυσικά πρόσωπα), που αποσπούν το μεγαλύτερο μέρος του εθνικού εισοδήματος, εισφέρουν το συντριπτικά μικρότερο μέρος στα φορολογικά έσοδα.
Και την ίδια στιγμή εισπράττουν (μέσω των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού) ζεστό χρήμα ως «αναπτυξιακές» επιδοτήσεις, φουσκωμένες τιμές για κρατικά έργα (εργολαβίες και προμήθειες), δωρεάν κατασκευή από το κράτος έργων υποδομής αποκλειστικά δικού τους ενδιαφέροντος κτλ. κτλ.
Τι μένει για την εργατική τάξη και τις άλλες εργαζόμενες τάξεις; Αθλιες υπηρεσίες (Υγεία, Παιδεία κτλ.) με άθλια αμειβόμενους εργάτες και εργαζόμενους) και κάποια προνοιακού τύπου επιδόματα που πλέον έχουν αποκτήσει καθαρά φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Οι κουτοπόνηροι τύπου Τσίπρα προσθέτουν και την κοινωνική ασφάλιση, η οποία όμως χρηματοδοτείται από τις εισφορές των ασφαλισμένων (εργατικές και «εργοδοτικές»), ενώ ιστορικά έχει καταληστευθεί προς όφελος των καπιταλιστών και του κράτους τους.
Τα 50 δισ. που θα ήθελε να έχει ο Τσίπρας για να τα μοιράσει και να εξασφαλίσει… ισόβια πρωθυπουργία αφορούν συνολικά τις δαπάνες. Αυτό που υπόσχεται (στα λόγια πάντοτε) είναι πως θα έκοβε κάτι απ’ αυτά που παίρνουν οι καπιταλιστές και θα έδινε κάτι παραπάνω σε μισθούς δημοσίου, συντάξεις, φιλανθρωπικά επιδόματα.
Ακόμη και αν υπήρχε δόση αλήθειας σ’ αυτές τις προεκλογικές υποσχέσεις, δεν θα είχαμε παρά ένα ψηφοθηρικό αποσμητικό πάνω στο βόθρο ενός συστήματος που έχει στη βάση του έναν κοινωνικά άδικο, ληστρικό τρόπο παραγωγής και καταλήγει σε μια εξίσου άδικη αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος μέσω του κρατικού προϋπολογισμού.
Τα έκανε αυτά η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία για πολλές δεκαετίες μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Με βασικό σκοπό την εξασφάλιση της συναίνεσης από τις πλατιές εργατικές και εργαζόμενες μάζες. Πλέον, αυτή η τακτική έχει εγκαταληφθεί και εφαρμόζεται εντελώς οριακά και για μικρά χρονικά διαστήματα. Δείγμα γραφής σαφέστατο έδωσε και ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015-19, όταν διαχειρίστηκε με απόλυτη συνέπεια τη μνημονιακή πολιτική, την πολιτική συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού.
Πέρα από την προσβλητικότητα με την οποία μιλάει ο Τσίπρας για τον εργαζόμενο λαό (αν είχα 50 δισ. να τους μοιράσω, θα με έβγαζαν μόνιμα πρωθυπουργό), πρέπει να εστιάσουμε στην ουσία: ανεξάρτητη ταξική οργάνωση της εργατικής τάξης. Και στο πολιτικό επίπεδο. Επί τη βάσει ενός προγράμματος που δεν θα εκλιπαρεί για κρατική φιλανθρωπία, αλλά θα διεκδικεί ταξικά αιτήματα για βελτίωση των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης και εξασφάλισή της στα γηρατειά και γενικά στην ανημπόρια, και κυρίως θα προτάσσει το επαναστατικό αίτημα της κατάργησης του συστήματος της μισθωτής σκλαβιάς. Ποτέ πια κάτω από ξένες σημαίες, αλλά κάτω από τις σημαίες της εργατικής επανάστασης με στόχο τον κομμουνισμό.
ΥΓ. Το πρώτο πρόσωπο, αυτό το κραυγαλέο «εγώ», δε χρειάζεται να το σχολιάσουμε καν. Στην αστική θεώρηση της πολιτικής δεν υπάρχει συλλογικότητα, υπάρχει μόνο ο «ηγέτης» με το τεράστιο «εγώ» του.
Πέτρος Γιώτης