Επιλέγουμε μια είδηση από το πρόσφατο παρελθόν, η οποία πέρασε σχεδόν ασχολίαστη στην Ελλάδα. Ο κοινοβουλευτικός ηγέτης των γερμανών σοσιαλδημοκρατών Χανς-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, όταν κλήθηκε να σχολιάσει τις δηλώσεις Μπαρόζο για τη λιτότητα που έχει φτάσει στα όριά της, απάντησε ότι η μείωση του χρέους, οι διαρθρωτικές αλλαγές και η ανάπτυξη αποτελούν μέρη της ίδιας λύσης. Οσο για τον Μπαρόζο, τον άδειασε με τευτονική περιφρόνηση: «Δεν πιστεύω ότι ο Μπαρόζο πιστεύει πραγματικά πως πρέπει να δώσουμε λιγότερη έμφαση στις περικοπές, αλλά γνωρίζει, λόγω της έκρηξης της ανεργίας των νέων στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Ιταλία, ότι δεν πρέπει να αγνοούμε την ανάπτυξη».
Ο ηγέτης των γερμανών Σοσιαλδημοκρατών απάντησε όπως ακριβώς θα απαντούσαν η Μέρκελ, ο Σόιμπλε και τα υπόλοιπα στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών και των Φιλελεύθερων. Το Reuters, που πήρε τη συγκεκριμένη συνέντευξη του Σταϊνμάιερ, σχολίασε πως οι γερμανοί ψηφοφόροι φαίνεται ότι στηρίζουν τη σκληρή γραμμή της Μέρκελ απέναντι στις υπερχρεωμένες χώρες, γι’ αυτό και οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες αναγκάζονται να γίνουν πιο προσεκτικοί στο θέμα «ανάπτυξη εναντίον λιτότητας». Αλλωστε, συνέχισε το πρακτορείο, αν οι Σοσιαλδημοκράτες χάσουν τις εκλογές, ο Σταϊνμάιερ ελπίζει πως θα επαναληφθεί η λύση του «μεγάλου συνασπισμού», όπως το 2005-2009, όταν ο ίδιος διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών σε κυβέρνηση της Μέρκελ.
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι το θέμα είναι πρωτίστως οικονομικό και δευτερευόντως πολιτικό. ‘Η, για να ακριβολογήσουμε, το θέμα είναι η κρατική πολιτική που πρέπει ν’ ακολουθήσει κάθε ιμπεριαλιστική χώρα, την οποία είναι υποχρεωμένα να ενστερνιστούν τα κόμματα εξουσίας αυτής της χώρας. Είναι η κρατική πολιτική την οποία επιβάλλει το γερμανικό μονοπωλιακό κεφάλαιο που υιοθετούν Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες στη συγκεκριμένη χώρα. Η κρίση δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις απ’ αυτή την πολιτική, γι’ αυτό και τα δύο κόμματα εμφανίζονται ενωμένα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, άλλωστε, ότι όλες οι αποφάσεις για τα «προγράμματα» των διάφορων χωρών ψηφίστηκαν από τη γερμανική Βουλή με την ψήφο και των Σοσιαλδημοκρατών.
Τα τονίζουμε όλ’ αυτά, γιατί στη χώρα μας κυριαρχεί ακόμα η αντίληψη που θέλει την αστική πολιτική αυτοτελή, προϊόν έμπνευσης των ηγετών της. Μια καθαρά ιδεαλιστική αντίληψη, η οποία εγκλωβίζει την εργατική και λαϊκή συνείδηση στη λογική της εκλογικής στήριξης των «καλύτερων», οι οποίοι με τις εμπνεύσεις τους θα ικανοποιήσουν τα λαϊκά αιτήματα. Μια αντίληψη η οποία έχει αναβιώσει στην πιο χυδαία μορφή της, χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγετική του ομάδα, οι οποίοι αντί να μιλούν για τις επιλογές που επιβάλλουν τα συμφέροντα του κεφάλαιου, μιλούν για «νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες» και «τευτονικές εμμονές» της Μέρκελ και του Σόιμπλε. Αντιπροτείνοντας ένα καθαρά μεταφυσικό «μέτωπο του Νότου», στο οποίο θα συνασπιστούν οι «μη ιδεοληπτικοί» και «μη αγγυλωμένοι».
Μ’ αυτόν τον τρόπο, η εργατική και λαϊκή συνείδηση εγκλωβίζεται στην επιφάνεια των πραγμάτων, μαθαίνει να βλέπει πρόσωπα και όχι πολιτικές, αδυνατεί να κάνει συνθέσεις διαλεκτικές με βάση τα πραγματικά δεδομένα και καταντά άθυρμα στα χέρια κάθε απατεώνα της αστικής δημοσιολογίας, ο οποίος κάνει τις συνθέσεις αντί γι’ αυτή και τις σερβίρει από τα δελτία των 8 ή από τις στήλες των αστικών φυλλάδων.
Π.Γ.