Eχει καμιά σημασία πότε ακριβώς θα γίνουν οι εκλογές; Η προεκλογική περίοδος έχει ήδη αρχίσει και είναι αυτή που καπελώνει τα πάντα. Κάθε πραγματική κοινωνική διαδικασία. Τα κοινωνικά προβλήματα, που δεν είναι και λίγα, υποτάσσονται στην προεκλογική τακτική κάθε κόμματος.
Αν δεν υπήρχε και η συμμετοχή ελληνικού σωστικού συνεργείου στην Τουρκία, τους άνδρες του οποίου περιφέρουν από φιέστα σε φιέστα, ώστε να υπάρχει καθημερινά ένα καινούργιο επεισόδιο του αηδιαστικού εθνικιστικού σίριαλ, δε θα είχαμε τίποτ’ άλλο από τις καθημερινές τηλεοπτικές εμφανίσεις του Μητσοτάκη και του Τσίπρα, με ολίγη από Κουτσούμπα και Ανδρουλάκη και ακόμη πιο ολίγη από Βαρουφάκη και Βελόπουλο.
Με την ευκαιρία, να μην αφήσουμε ασχολίαστο το γεγονός ότι χθες ο Μητσοτάκης συγκάλεσε «σύσκεψη εργασίας» στο Μαξίμου «με αντικείμενο τον άμεσο προσεισμικό έλεγχο για ζητήματα αντισεισμικής προστασίας και ανθεκτικότητας δημόσιων κτιρίων (σε πρώτη φάση σχολείων και νοσοκομείων)».
Αυτή η δουλειά είναι… πιο δύσκολη και από την κατασκευή του γεφυριού της Αρτας. Διότι οι κατασκευαστές του γεφυριού κάποια στιγμή ξεπέρασαν τις δυσκολίες του «θυμωμένου» Αράχθου (ο θρύλος μιλάει και για μια ανθρωποθυσία, αλλά σίγουρα αυτή -αν υπήρξε- δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην υπερνίκηση των δυσκολιών), ενώ ο προσεισμικός έλεγχος των δημόσιων κτιρίων αποφασίζεται κάθε φορά μετά από ένα μεγάλο σεισμό και δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Η τελευταία φορά που αποφασίστηκε ήταν μετά το σεισμό της Πάρνηθας το 1999.
Από τότε πέρασαν 23,5 χρόνια και έρχεται τώρα ο Μητσοτάκης, με το γνωστό θράσος των αστών πολιτικών, και ανακοινώνει πως… θα ξαναρχίσει. Δεν μας είπε, όμως, γιατί δεν ολοκληρώθηκε από το 1999 μέχρι τώρα; Στο διάστημα των 23,5 χρόνων το κόμμα του κυβέρνησε, μόνο του ή με συμμάχους, τα 12,5, πάνω από τα μισά, γιατί δεν τελείωσε τη δουλειά;
Αν δεν υπήρχε ο φονικότατος και καταστροφικότατος σεισμός στην Τουρκία και τη Συρία, καθώς και η φιλολογία (με τη συμμετοχή και σεισμολόγων) ότι μπορεί να ενεργοποιηθούν και σεισμικά ρήγματα στον ελλαδικό χώρο, σιγά που θα συγκαλούσε ο Μητσοτάκης τη «σύσκεψη εργασίας» για τον προσεισμικό έλεγχο που χρόνια τώρα ξεκινά και ποτέ δεν ολοκληρώνεται, μολονότι η χώρα μας διαθέτει «βαρβάτους» μηχανικούς, γιατί τα Πολυτεχνεία μας είναι από τα καλύτερα του κόσμου. Ακόμη και σ’ αυτό το τεράστιο ζήτημα, ο Μητσοτάκης σκέφτεται και ενεργεί ως αστός τυχοδιώκτης. Εμεινε τριάμισι χρόνια στην εξουσία και λίγο προτού λήξει η περίοδος, απ’ αφορμή ένα συγκυριακό γεγονός (σεισμός σε Τουρκία και Συρία) προσπαθεί να δείξει… επιμέλεια και να φορτώσει την ευθύνη στους προκατόχους του.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στην προεκλογική επικαιρότητα. Δεν θα αναλύσουμε την κεντρική ιδέα της τακτικής κάθε κόμματος, γιατί ούτε καινούργια ούτε πρωτότυπη είναι.
Ο Μητσοτάκης εμφανίζεται σαν ο σπουδαίος αρχιμάνατζερ που μάζεψε γύρω του τους αρίστους και πραγματοποίησε ένα οικονομικό θαύμα. Ο Τσίπρας φόρεσε το παντελόνι του 2014-15 σε μορφή… βερμούδας. Δεν χρειάζεται τώρα να υποσχεθεί κατάργηση Μνημονίων και εφαρμοστικών νόμων «με ένα νόμο σε ένα άρθρο», επιλέγει όμως τα ζητήματα άμεσου κοινωνικού ενδιαφέροντος, στα οποία «πονάει» ο Μητσοτάκης, καθώς είναι στην κυβέρνηση, και χτίζει υποσχεσιολογία. Ακρίβεια; Είναι «ακρίβεια Μητσοτάκη», εμείς θα ρίξουμε τις τιμές. Θα αυξήσουμε τους μισθούς και τις συντάξεις, θα μειώσουμε τη φορολογία, θα πατάξουμε τα «αρπακτικά» (όχι τους… καλούς και έντιμους καπιταλιστές, που είναι η πλειοψηφία), θα… θα… θα… Ο Μητσοτάκης κατηγορεί τον Τσίπρα ότι τάζει λεφτά από «λεφτόδεντρο», ο Τσίπρας απαντά ότι ο Μητσοτάκης ενδιαφέρεται μόνο για λίγους ομίλους με τους οποίους διαπλέκεται και πάει λέγοντας.
Εδώ και σχεδόν δυο μήνες αναπτύσσεται στη χώρα ένα κοινωνικό γεγονός που περνάει εντελώς ξώφαλτσα από αυτό που ονομάζεται πολιτική ζωή και ουδόλως επηρεάζει τις προεκλογικές τακτικές. Αναφερόμαστε στο κίνημα των εργαζόμενων και σπουδαστών του καλλιτεχνικού χώρου. Ο Μητσοτάκης έχει κάθε λόγο να προσπαθεί να καταστείλει (προς το παρόν χωρίς βία) αυτό το κίνημα. Μέχρι στιγμής αποτυγχάνει. Η αντιπολίτευση, όμως, που παριστάνει την προοδευτική και την αριστερή, τι κάνει;
Η αντιπολίτευση αγκαλιάζει υποκριτικά αυτό το κίνημα, αλλά ουδέποτε το «έβγαλε μπροστά». Πλέον, προσπαθεί να του βάλει τρικλοποδιές, όπως μπορείτε να διαβάσετε στην πλούσια αρθρογραφία της εφημερίδας μας (στη στήλη ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ).
Για ποιο λόγο τέτοια στάση; Η αντιπολίτευση θέλει τις ψήφους του καλλιτεχνικού κόσμου αλλά όχι την όξυνση της ταξικής πάλης. Η όξυνση της ταξικής πάλης πάντοτε τρόμαζε τα οπορτουνιστικά ρεύματα. Πρώτο, γιατί δημιουργεί προβλήματα στο σύστημα και, δεύτερο, γιατί ξεφεύγει από τον έλεγχό της. Αυτό το θέμα είναι τόσο παλιό όσο και ο οπορτουνισμός. Και χαρακτηρίζει όλες τις οπορτουνιστικές δυνάμεις, από τη σοσιαλδημοκρατία μέχρι το ρεβιζιονισμό, ανεξάρτητα από το βαθμό αστικοποίησής τους.
Οι εργατικοί και ευρύτερα οι κοινωνικοί αγώνες είναι ευπρόσδεκτοι για τα κόμματα της κοινωνικής δημαγωγίας (όταν δεν βρίσκονται στην κυβέρνηση), μόνο στο βαθμό που δεν αποκτούν χαρακτήρα σύγκρουσης με την αστική νομιμότητα και μόνο όταν μπορούν να τους μετατρέψουν σε εξάρτημα της εκλογικής τους τακτικής.
Η Κουμουνδούρου έτσι κι αλλιώς δεν είχε ποτέ επιρροή στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Μπορεί να αντικατέστησε το ΠΑΣΟΚ στο κοινοβουλευτικό επίπεδο, όμως δεν πήρε την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που παρέμεινε μέσα ή δίπλα στο ΠΑΣΟΚ. Στον καλλιτεχνικό χώρο, όμως, είχε καλύτερη επιρροή και την αύξησε τα τελευταία χρόνια. Ο Περισσός είχε πάντοτε δεσμούς με τον καλλιτεχνικό χώρο και εξακολουθεί να έχει, όσο κι αν μειώθηκε σχετικά η επιρροή του.
Είναι τυχαίο ότι δεν βλέπουμε πολιτική αντιπαράθεση Περισσού-Κουμουνδούρου ως προς την εξέλιξη αυτού του αγώνα, που έχει μπει στην κρίσιμη φάση του; Κάθε κόμμα θέλει να αυξήσει την επιρροή του στο χώρο, όμως βασικό μέλημα και των δύο είναι να μη χάσει τον έλεγχο η συνδικαλιστική γραφειοκρατία του χώρου, να μην την υπερκεράσει η αγωνιστική διάθεση των νεότερων γενεών των καλλιτεχνών και των σπουδαστών του καλλιτεχνικού χώρου.
Και βέβαια, δε θα ήθελαν να πάνε σε μια προεκλογική περίοδο με κυρίαρχο τον αγώνα ενός χώρου που εξελίσσεται με καταλήψεις δημόσιων κτιρίων, πανεπιστημιακών τμημάτων, απεργίες και διαδηλώσεις. Οι «φίρμες» του χώρου αποσύρονται σιγά-σιγά από το προσκήνιο (υπάρχουν και εταιρίες παραγωγής που τους/τις τραβούν από το μανίκι), κάποιοι μεγαλόσχημοι (π.χ. το ΔΣ του Εθνικού Θεάτρου) προσπαθούν να λειτουργήσουν ως Δούρειος Ιππος, άλλοι λειτουργούν ως κήρυκες της «λογικής», του «διαλόγου» και της «μετριοπάθειας» και τα κόμματα της κοινωνικής δημαγωγίας, μαζί με τη συνδικαλιστική τους γραφειοκρατία, καλλιεργούν την «αισιόδοξη αναμονή».
Στόχος; Να φύγει από τη μέση αυτό το κίνημα και να μείνει μόνο ο απόηχός του ως καύσιμο που θα ενισχύσει το εκλογικό αποτέλεσμα των κομμάτων της κοινωνικής δημαγωγίας.
Αυτό είναι που πρέπει να αποφύγει ο μαχόμενος καλλιτεχνικός κόσμος. Να συνειδητοποιήσει τη δύναμη του αγώνα του. Ο αγώνας έφτασε εδώ που έφτασε, όχι επειδή τον στήριξαν τα κόμματα της κοινωνικής δημαγωγίας, αλλά επειδή στηρίχτηκε από τον ίδιο τον καλλιτεχνικό κόσμο που συσπειρώθηκε γύρω από ένα δίκαιο αίτημα.
Αυτός ο αγώνας έχει περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης και δυνατότητες νίκης. Μιας νίκης που δε θα είναι μόνο για τον καλλιτεχνικό κόσμο, αλλά για όλη την εργαζόμενη κοινωνία, για την οποία θα λειτουργήσει παραδειγματικά.