Ηταν πολύς ο κόσμος στη διαδήλωση της Αθήνας στις 9 Νοέμβρη. Αντίστοιχα και στις άλλες πόλεις που έγιναν διαδηλώσεις. Δεν έχει νόημα να επιχειρήσουμε καταμέτρηση, καθώς υπήρξαν τρεις συγκεντρώσεις και πορείες (του ΠΑΜΕ, των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού χώρου) και μια αυστηρή καταμέτρηση ήταν δύσκολη, όμως και οι τρεις συγκεντρώσεις είχαν περισσότερο κόσμο από προηγούμενες αντίστοιχες διαδηλώσεις. Στην περίπτωση της συγκέντρωσης των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, μάλιστα, ο κόσμος ήταν πάρα πολύ περισσότερος από άλλες φορές. Και βέβαια, αυτόν τον κόσμο δεν τον κατέβασαν η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι η αύξηση του όγκου των ανθρώπων που διαδήλωσαν εξέφρασε το κλίμα οργής ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Κατά προέκταση, ίδιο είναι το κλίμα σε όλο το λαό. Πάντοτε αυτά πηγαίνουν, κατά κανόνα, μαζί. Οταν αυξάνεται η αγανάκτηση στην εργαζόμενη κοινωνία, αυξάνεται και η μειοψηφία που συμμετέχει στις εκδηλώσεις καταγγελίας.
Οταν οι ταξιτζήδες συγκροτούν ένα μαχητικό μπλοκ 400-500 διαδηλωτών, που πορεύεται από τα γραφεία του ΣΑΤΑ στην πλατεία Βάθη μέχρι τη Βουλή, μέσω της Πανεπιστημίου, κάνοντας αισθητή την παρουσία του με τα κορναρίσματα τριών ταξί που προπορεύονταν και με κεντρικό σύνθημα «καύσιμο φτηνό για μας και το λαό», αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά για τον Μητσοτάκη (να μην ξεχνάμε ότι οι ταξιτζήδες κάνουν προπαγάνδα στην πελατεία τους).
Η αύξηση του αριθμού των διαδηλωτών και διαδηλωτριών, όμως, δεν πρέπει να μας τυφλώσει και να μας κάνει να πλέουμε σε πελάγη επαναστατικής ονειροφαντασίας. Πρέπει να δούμε όλες τις πλευρές. Οπωσδήποτε τις πιο βασικές απ’ αυτές.
- Οσο απομακρυνόσουν από το κέντρο της Αθήνας, που είχε κυρίως διαδηλωτές και δευτερευόντως τουρίστες, καθώς η έλλειψη μέσων μαζικής μεταφοράς αποθάρρυνε πολύ κόσμο να κατέβει, ενώ και οι δημόσιες υπηρεσίες δεν λειτουργούσαν ή υπολειτουργούσαν, έβλεπες μια εικόνα που δεν ταίριαζε με μέρα γενικής απεργίας. Τα μεγάλα μαγαζιά (σούπερ μάρκετ, πολυκαταστήματα κτλ.) δούλευαν κανονικά, ενώ πολύ λίγα από τα μικρά μαγαζιά ήταν κλειστά (μάλλον με απόφαση των ιδιοκτητών τους). Η απεργία στο εμπόριο δεν είχε μεγάλη συμμετοχή.
Τα εργοστάσια, επίσης, μικρά και μεγάλα, δούλευαν κανονικά. Στον ιδιωτικό καπιταλιστικό τομέα λειτούργησε ένας συνδυασμός φόβου (μην μπούμε στη μαύρη λίστα των αφεντικών) και κακομοιριάς (μη χάσουμε το μεροκάματο). Ουδείς ενδιαφέρθηκε να το αλλάξει αυτό, το οποίο δεν είναι τωρινό φαινόμενο αλλά κρατάει χρόνια.
Ποιος θα εμπνεύσει θάρρος, αγωνιστικό πνεύμα, αίσθημα συλλογικότητας, αισιοδοξία στην εργατική τάξη; Η πουλημένη στο κεφάλαιο συνδικαλιστική γραφειοκρατία; Ενα συνδικαλιστικό σύστημα πλήρως γραφειοκρατικοποιημένο; Μια τακτική σκόρπιων και χωρίς καμιά προοπτική 24ωρων απεργιών, που δεν συνιστούν καν μάχη οπισθοφυλακών αλλά έχουν καθαρά εθιμοτυπικό χαρακτήρα;
Είναι εύκολο να κατηγορήσεις τις εργάτριες και τους εργάτες του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα για ηττοπάθεια, «καναπέ» και τα συναφή, όμως πρέπει να βλέπουμε και ποια τακτική συνέτεινε αποφασιστικά για να διαμορφωθεί αυτή η κατάσταση.
2. Παρακολουθώντας τις διαδηλώσεις στην Αθήνα δεν ήταν δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι ήταν διαδηλώσεις πολιτικών σχημάτων και όχι εργατικών συνδικάτων. Τα εργατικά συνδικάτα ήταν απλά το ντεκόρ στα κομματικά μπλοκ. Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι σ’ αυτούς που λένε «έξω τα κόμματα από το συνδικαλισμό» ή «έξω η πολιτική από το συνδικαλισμό», αλλά εδώ δεν πρόκειται γι’ αυτό. Πρόκειται για τη χρησιμοποίηση μιας (υποτίθεται) απεργιακής συγκέντρωσης ως εργαλείο συσπείρωσης κομμάτων και οργανώσεων εν αναμονή των εκλογών.
Το ΚΚΕ μάζεψε τους οπαδούς του υπό την ομπρέλα του ΠΑΜΕ, καταπώς το συνηθίζει. Διένειμε τη νεολαία του στα συνδικαλιστικά πανό, ώστε να φαίνεται ότι έχει κόσμο παντού. Στους «εξωκοινοβουλευτικούς» συνέβη το ίδιο, χωρίς να χρειαστεί να μοιράσουν κόσμο στα πανό ορισμένων σωματείων. Στη δε συγκέντρωση των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ το χάλι έβγαζε μάτια.
Το μεγαλύτερο μπλοκ ήταν αυτό του ΣΥΡΙΖΑ, που κατάφερε να μαζέψει δυο-τρεις χιλιάδες ανθρώπους. Για κόμμα εξουσίας αυτό δεν είναι τίποτα, για τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, που μετά βίας μάζευε 300-400 νοματαίους, είναι αύξηση. Βρισκόμαστε σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, ο μηχανισμός κινητοποιήθηκε, μπήκε στο παιχνίδι ο ίδιος ο Τσίπρας, κατάφεραν να μαζέψουν αυτόν τον κόσμο. Γυμνοί είναι στον όποιο εργατικό συνδικαλισμό, γυμνοί στο φοιτητικό κίνημα, η δε πλειοψηφία των ψηφοφόρων τους είναι απλώς ψηφοφόροι που περιμένουν λύση από την κάλπη και όχι διαδηλωτές.
Το ίδιο ισχύει και για το ΜέΡΑ25. Με το ζόρι καμιά διακοσαριά νοματαίοι κι ο Μπαρουφάκης να μοιράζει χαμόγελα σε όσους στέκονταν στα πεζοδρόμια. Το μόνο βέβαιο είναι πως η εικόνα του ισχνού μπλοκ του ΜέΡΑ25 δεν οδηγεί σε πρόβλεψη για συντριβή του στις εκλογές. Για τους ψηφοφόρους αυτού του πολιτικού σχήματος ισχύει ό,τι και για τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ: είναι ψηφοφόροι και όχι διαδηλωτές.
Κόσμο (μπορεί να έφτανε και τις δύο χιλιάδες) είχε το μπλοκ των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δείγμα του ότι ο κλάδος βρίσκεται σε αναβρασμό, λόγω αξιολόγησης και λοιπών επιθέσεων που δέχεται από την κυβέρνηση. Αν αναλογιστούμε ότι εκπαιδευτικοί μοιράστηκαν και στις υπόλοιπες συγκεντρώσεις, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι μεταξύ των εργαζόμενων στο Δημόσιο οι εκπαιδευτικοί ήταν το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό. Γύρω στα 200-300 άτομα το μπλοκ της ΠΟΕ-ΟΤΑ και μετά… το χάος. Ούτε καν «αραία-αραία να φαινόμαστε καμιά σαρανταρέα». Ενα πανό και μια χούφτα άνθρωποι. Σημάδι της πλήρους διάλυσης της βάσης του αστικοποιημένου γραφειοκρατικού συνδικαλισμού.
Σημειώναμε την προηγούμενη εβδομάδα: Αυτό που συμβαίνει είναι η κοινοβουλευτικοποίηση των συνδικαλιστικών αγώνων. Κάθε φορά που η πουλημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία προκηρύσσει μια 24ωρη, οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως ταξικοί πρέπει να επιδοθούν στην ίδια αγωνιστική φλυαρία, όπως ακριβώς τα αστικά κόμματα επαναλαμβάνουν συνεχώς κάποια σλόγκαν που έχουν επεξεργαστεί τα επιτελεία προπαγάνδας που διαθέτουν.
Αυτή είναι και μια μέθοδος συσπείρωσης και αναπαραγωγής, που δεν έχει να κάνει με το αν η συλλογικότητα είναι μικρή ή μεγάλη. Ετσι έμαθε να λειτουργεί, έτσι συνεχίζει. Αλλωστε, η πολιτική της λειτουργία είναι στηριγμένη στο σχήμα «πομπού – δέκτη». Θεωρεί ότι οι αγωνιστικές εκκλήσεις και ο ταξικός βερμπαλισμός είναι ταξική ζύμωση. Οτι μ’ αυτά θα ξεσηκωθούν οι εργατικές μάζες. Η διαλεκτική σχέση αυθόρμητου-συνειδητού είναι terra incognita γι’ αυτές τις συλλογικότητες. Ουδέποτε μπόρεσαν να αντιληφθούν ότι το αυθόρμητο κίνημα ωριμάζει μέσα από σύνθετες διαδικασίες, που μόνο όταν έχεις πάρα πολλούς ιμάντες σύνδεσης με τους χώρους δουλειάς μπορείς να τις αντιληφθείς. Κι ότι χρέος του συνειδητού στοιχείου του κινήματος, της πολιτικά οργανωμένης πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, δεν είναι να απευθύνει αγωνιστικές εκκλήσεις στη φάση της πτώσης του αυθόρμητου κινήματος και να σέρνεται στην ουρά του αυθόρμητου στη φάση της ανόδου του, αλλά να δημιουργεί εκείνους τους δεσμούς που θα της επιτρέψουν, στη φάση της ανόδου, να βρεθεί στην κεφαλή του κινήματος, να μπορεί να το επηρεάσει, να το «μπολιάσει» με ταξική συνείδηση, να το κατευθύνει σε ταξικές διεκδικήσεις, να το βοηθήσει να βγάλει όλη τη δυναμική του στο στίβο του ταξικού αγώνα.
Περιττεύει να πούμε πως οι ιμάντες σύνδεσης είναι πια πολύ πιο αδύναμοι σε σχέση με το παρελθόν. Από τη μια η πλήρης γραφειοκρατικοποίηση του αστικοποιημένου συνδικαλισμού, από την άλλη η εργοδοτική τρομοκρατία, πλαισιωμένη μ’ ένα δρακόντειο νομοθετικό σύστημα, έχουν σπάσει αυτό που στο παρελθόν ονομαζόταν συνδικαλιστική ζωή και η πραγματικότητα αυτή δυσκολεύει τα πράγματα. (…)
Αυτήν την κοινοβουλευτικοποίηση είδαμε (και) στις απεργιακές συγκεντρώσεις της 9ης του Νοέμβρη. Η αγανάκτηση από την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη κατέβασε περισσότερο από άλλες φορές κόσμο στις διαδηλώσεις, οι οποίες σφραγίστηκαν από την προσδοκία της κυβερνητικής αλλαγής ή, αν θέλετε, της αλλαγής των κοινοβουλευτικών συσχετισμών. Γι’ αυτό περίσσευαν οι διαδηλωτές στα κομματικά μπλοκ και έλειπαν από τα μπλοκ των συνδικάτων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν… ωσεί παρούσα. Ομοσπονδίες που στα χαρτιά έχουν χιλιάδες μέλη, μετά βίας μπορούσαν να κρατήσουν το ένα και μοναδικό πανό τους.
Καλές οι φωτογραφίες με τον πολύ κόσμο, αλλά οφείλουμε να βλέπουμε κάτω από τη φωτογραφία. Με βάση τις επισημάνσεις που εντελώς περιληπτικά έγιναν παραπάνω, αποκτούν πιο έντονο χαρακτήρα αυτά που επισημαίνονται στην προκήρυξη της ΚΟΝΤΡΑΣ, που διανέμεται ήδη σε εργοστάσια και άλλους μεγάλους χώρους εργασίας. Μ’ αυτά θα κλείσουμε:
Η ψήφος δεν έχει καμιά αξία
Για μια ακόμη φορά τρυπούν τ’ αυτιά μας οι αντιπολιτευτικές κορόνες: Ψηφίστε μας για να σας σώσουμε. Ψηφίστε μας γιατί άμα είμαστε δυνατοί στη Βουλή θα υπερασπιστούμε καλύτερα τα δικαιώματά σας.
Ακόμα και τις σκόρπιες, ασυντόνιστες και σε μεγάλο βαθμό «εθιμοτυπικές» 24ωρες απεργίες, που γίνονται μια-δυο φορές το χρόνο, τις εντάσσουν στις προεκλογικές τακτικές, αναζητώντας ψήφους και όχι τη συσπείρωση της εργατικής τάξης και την ταξική-αγωνιστική αφύπνισή της.
Η ίδια η εκλογική τακτική, όποιος κομματικός φορέας κι αν την προωθεί, υπονομεύει την ταξική συσπείρωση και την ταξική ανασυγκρότηση. Η εκλογική τακτική φτιάχνει απελπισμένους ψηφοφόρους και όχι αγωνιστές του ταξικού αγώνα. Γιατί η εκλογική τακτική είναι εξ ορισμού υπονομευτική, ιδιαίτερα στις συνθήκες των τελευταίων χρόνων.
Πόσα «κομμένα χέρια» πρέπει να δούμε για να καταλάβουμε ότι η ψήφος δεν έχει καμιά δύναμη; Αρκεί να πάρουμε τη μνημονιακή περίοδο, από το 2010 και μετά, και να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας; Τι έγιναν τα «Ζάππεια» του Σαμαρά; Υπογραφή του δεύτερου Μνημόνιου! Τι έγινε το «θα καταργήσουμε τα Μνημόνια με ένα νόμο σε ένα άρθρο» του Τσίπρα; Υπογραφή του τρίτου Μνημόνιου! Και αυτοί που δεν μπήκαν στις κυβερνήσεις, ενδιαφέρθηκαν και ενδιαφέρονται μόνο για την αύξηση του μίζερου κοινοβουλευτικού τους ποσοστού και όχι για τη χάραξη μιας γραμμής πλήρους ρήξης με την κεφαλαιοκρατία και τους πολιτικούς της υπηρέτες.
Η καλλιέργεια του κοινοβουλευτικού κρετινισμού και ο προσανατολισμός σε εκδηλώσεις για το φαίνεσθαι, σκόρπισαν περισσότερη σύγχυση, περισσότερη απογοήτευση, έσπειραν την ηττοπάθεια, την παραίτηση, τη διάλυση. Αμα κοιτάξουμε κατάματα την πραγματικότητα, θα τα δούμε αυτά δίπλα μας, στους χώρους δουλειάς, όπου βασιλεύει η τρομοκρατία του αφεντικού και των ρουφιάνων του, το κλείσιμο του κάθε συναδέλφου και της κάθε συναδέλφισσας στο ατομικό καβούκι, το σκύψιμο του κεφαλιού, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον συλλογικό αγώνα.
Οχι πια κάτω από ξένες σημαίες
Καμιά εμπιστοσύνη στα μεγάλα λόγια, στις αγωνιστικές φανφάρες, στις εκκλήσεις χωρίς πρακτικό αντίκρισμα, στο κάθε είδους πολιτικάντικο νταραβέρι.
Χρειαζόμαστε μια γραμμή πλήρους ρήξης με την κεφαλαιοκρατία και το πολιτικό της σύστημα. Εξω και πέρα από τον άγονο κύκλο του κοινοβουλευτισμού και των εκλογών του. Αυτό δεν είναι απολιτική ή μη πολιτική στάση, όπως λένε οι καλοθελητές των κομματικών επιτελείων του αστικού κοινοβουλευτισμού.
Αυτό είναι μια βαθύτατα πολιτική στάση, μια στάση ρήξης και αποδέσμευσης από την εκλογική κοροϊδία και τους αέναους κύκλους της. Είναι η δέσμευση ότι δεν πρόκειται να βαδίσουμε πια κάτω από ξένες σημαίες, αλλά μόνο κάτω από τις δικές μας. Οτι παύουμε να είμαστε ψηφοφόροι που αναθέτουμε τη διαχείριση των υποθέσεών μας σ’ αυτούς που ψηφίσαμε και ότι παίρνουμε τις τύχες μας στα δικά μας χέρια.
Τις δικές μας σημαίες, τις σημαίες της εργατικής τάξης, κανείς δεν μας τις χάρισε ποτέ. Αυτές οι σημαίες φτιάχτηκαν από τα πουκάμισα των προγόνων μας και χρωματίστηκαν από το αίμα τους. Μόνοι μας πρέπει να τις φτιάξουμε και πάλι, για να τις δούμε να κυματίζουν ξανά στους αγώνες για τα δικαιώματά μας μέσα στον καπιταλισμό, στους αγώνες για να εξαφανιστεί από προσώπου Γης η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και ν’ ανατείλει το φως μιας κοινωνίας χωρίς κεφαλαιοκράτες και εργάτες, χωρίς αφέντες και δούλους, με τον πλούτο να αποτελεί συλλογική ιδιοκτησία της κοινωνίας των ανθρώπων της δουλειάς.
Η ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος πρέπει να γίνει μέλημα των πρωτοπόρων εργατών και εργατριών παντού. Μακριά από τα μάτια των ρουφιάνων της καπιταλιστικής εργοδοσίας, με δουλειά μυρμηγκιού ανάμεσα στους συναδέλφους και τις συναδέλφισσες, για να υπάρξει και πάλι ταξική αισιοδοξία, πίστη στις δυνάμεις του συλλογικού αγώνα και κυρίως πίστη στην ίδια την ανάγκη της ταξικής συσπείρωσης, που δεν έχει καμιά σχέση με το σάπιο σύστημα της αστικοποιημένης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ή του ρεφορμισμού των μεγάλων λόγων και της ψηφοθηρίας. Ταξική ανασυγκρότηση δε γίνεται με παχιά λόγια και κούφιο ακτιβισμό, αλλά με ειλικρίνεια, με κατανόηση του φόβου των συναδέλφων, με κατάκτηση της εμπιστοσύνης τους.
Κορωνίδα της ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος δεν μπορεί παρά να είναι η πολιτική συσπείρωση στη βάση ενός προγράμματος επαναστατικής ανατροπής. Ενός προγράμματος που θα διατυπώνει τα ταξικά αιτήματα του σήμερα και θα χαράζει τους άξονες για το φωτεινό μέλλον του αύριο.
Σ’ αυτόν τον αγώνα καλούμε όλες τις εργάτριες και όλους τους εργάτες, όσες και όσους εξασφαλίζουν την επιβίωσή τους με τη μισθωτή εργασία.
ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ Η ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΛΟΥΤΟΚΡΑΤΙΑ