Δεν πρόλαβαν να δημοσιοποιηθούν οι φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Κομισιόν και στήθηκε πανηγύρι. Ο «σοβαρός» Σταϊκούρας εξέδωσε Δελτίο Τύπου, ενώ ο ανοικονόμητος ακροδεξιός τηλεπλασιέ-τηλεμαϊντανός-υπουργός πήρε σβάρνα τα ραδιοκάναλα και άρχισε να τσιρίζει πόσο ευτυχισμένος είναι, διότι η Ελλάδα είναι μια αναπτυξιακή και επενδυτική όαση σε μια ΕΕ που ασθμαίνει και μπαίνει σε ύφεση. Ο ελληνικός λαός στενάζει, βέβαια, αλλά ποιος θα αντιταχθεί στον τσιρίδα τηλεπλασιέ που πότε κουνάει χαρτιά με νούμερα και πότε τα διαβάζει από το κινητό του;
Κατά το Δελτίο Τύπου του Σταϊκούρα, «οι σημερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πιστοποιούν ότι, στην “καρδιά” της ενεργειακής κρίσης και των εντονότερων πληθωριστικών πιέσεων των τελευταίων δεκαετιών, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται σταθερά και ισχυρά, εμφανίζοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα τα επόμενα έτη. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι, το 2022, η Ελλάδα θα παρουσιάσει ρυθμό ανάπτυξης σημαντικά υψηλότερο των προηγούμενων εκτιμήσεων και διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Ενώ, για το 2023, έτος σημαντικής επιβράδυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, ακόμη και ύφεσης σε κάποιες χώρες, η Ελλάδα προβλέπεται ότι θα παρουσιάσει τον τρίτο υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη και τριπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπρόσθετα, η Ελλάδα εμφανίζεται μακράν πρώτη στην αύξηση των επενδύσεων για την τριετία 2022-2024, με διψήφια, μάλιστα, άνοδο – η μοναδική χώρα – τη φετινή χρονιά».
Ο Σταϊκούρας έχει «εξήγηση» και για την ακρίβεια: «Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, παρουσιάζεται μεν υψηλός το τρέχον έτος και αυξημένος σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις, αλλά είναι χαμηλότερος από αρκετές άλλες χώρες και προβλέπεται να διαμορφωθεί στο επίπεδο του ευρωπαϊκού μέσου όρου τα επόμενα έτη». Ε, αφού υπάρχουν χώρες με υψηλότερο πληθωρισμό, ας μην μιζεριάζουμε. Κι αφού τα επόμενα χρόνια θα είμαστε στο επίπεδο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ας δοξάσουμε τον Κούλη και τους υπουργούς του.
Μέσα στον ενθουσιασμό του ο Σταϊκούρας ξέχασε να αναφέρει τα νούμερα. Ας τα θυμίσουμε εμείς. Για την Ελλάδα η Κομισιόν προβλέπει για το 2022 ανάπτυξη 6%, για το 2023 1% και για το 2024 2%. Πληθωρισμό για το 2022 10%, για το 2023 6% και για το 2024 2,4%. Και να μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για έναν πλαστό πληθωρισμό, φτιαγμένο έτσι που να αντανακλά το καταναλωτικό πρότυπο των πλούσιων στρωμάτων και όχι της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Βλέποντας κανείς τις προβλέψεις για τη λεγόμενη ανάπτυξη, μπορεί να αντιληφθεί ότι το 6% του 2022 (όπως και το 8% του 2021) ήταν καθαρά συγκυριακά επιτεύγματα, που οφείλονταν στη μεγάλη πτώση του ΑΕΠ που είχε υπάρξει κατά τα μνημονιακά χρόνια. Ηδη από το 2019 είχε αρχίσει αυτή η αύξηση, που κορυφώθηκε το 2021. Σε απόλυτα μεγάθη, το ΑΕΠ του ελληνικού καπιταλισμού δεν έχει επανέλθει στο επίπεδο του 2009. Παρά το χαμηλό επίπεδο, όμως, το 2023 αναμένεται απότομη βουτιά από το 6% στο 1%. Τα σημειώνουμε αυτά για να μην νομίζει ο κάθε Σταϊκούρας ότι απευθύνεται σε Χαχόλους. Και για να μην φάει κανείς το παραμύθι ότι ο εξαρτημένος ελληνικός καπιταλισμός αποτελεί αναπτυξιακή όαση έναντι των ισχυρών ιμπεριαλιστικών χωρών της ΕΕ.
Σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους η Κομισιόν κατέβασε πλερέζες, παραδεχόμενη ότι οι φθινοπωρινές εκτιμήσεις της είναι πιο κάτω από τις θερινές: «Η ΕΕ συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον εκτεθειμένων προηγμένων οικονομιών, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητάς της με τον πόλεμο και της μεγάλης εξάρτησής της από τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Η ενεργειακή κρίση διαβρώνει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και επηρεάζει αρνητικά την παραγωγή. Το οικονομικό κλίμα έχει επιδεινωθεί σημαντικά. Ως εκ τούτου, μολονότι το 2022 η ανάπτυξη αναμένεται να είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως, οι προοπτικές για το 2023 είναι σημαντικά ασθενέστερες για την ανάπτυξη και υψηλότερες για τον πληθωρισμό σε σύγκριση με τις θερινές ενδιάμεσες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».
Για την Κομισιόν είναι δεδομένο ότι μια σειρά παράγοντες «αναμένεται να οδηγήσουν την ΕΕ, τη ζώνη του ευρώ και τα περισσότερα κράτη μέλη σε ύφεση το τελευταίο τρίμηνο του έτους», η οποία «αναμένεται να συνεχιστεί κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023». Ομως, παρά την τωρινή πρόβλεψη ότι από την άνοιξη του 2023 θα αρχίσει μια ισχνή ανάκαμψη, η Κομισιόν τονίζει ότι «οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να περιβάλλονται από εξαιρετικά υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και το ενδεχόμενο περαιτέρω οικονομικών διαταραχών εξακολουθεί να είναι έντονο». Τονίζει, επίσης, ότι «ο μεγαλύτερης διάρκειας πληθωρισμός και οι πιθανές μη ομαλές προσαρμογές των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών στο νέο περιβάλλον υψηλών επιτοκίων παραμένουν επίσης σημαντικοί παράγοντες κινδύνου».
Ολα αυτά τα απέκρυψαν από τον ελληνικό λαό οι κυβερνώντες, όμως ακόμη πιο σημαντική από τις απαισιόδοξες φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Κομισιόν είναι η ανακοίνωση που εξέδωσε στις 9 Νοέμβρη «σχετικά με τις κατευθύνσεις για τη μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ». Ανακοίνωση που συνοδεύτηκε από δηλώσεις του αντιπροέδρου Βάλντις Ντομπρόβσκις και του κομισάριου Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι, αλλά για την κυβερνητική προπαγάνδα και τη δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα είναι σαν να μην υπήρξε!
Λογικό, όχι μόνο για την κυβέρνηση αλλά και για την αντιπολίτευση που ετοιμάζεται να τη διαδεχτεί και δεν περνάει φάση «θα τα σκίσω όλα μ’ ένα νόμο σ’ ένα άρθρο». Γιατί το σχέδιο της Κομισιόν περιγράφει ένα μόνιμο μνημονιακό κορσέ, ειδικά για τις χώρες που βρίσκονται σε «μεταπρογραμματική εποπτεία», όπως η Ελλάδα.
Μέλημα της Κομισιόν είναι η «διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους». Οπως αναφέρει η ανακοίνωση, «προτείνεται η μετάβαση σε ένα διαφανές πλαίσιο εποπτείας της ΕΕ βάσει κινδύνου, το οποίο θα διαφοροποιείται μεταξύ των χωρών, λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν όσον αφορά το δημόσιο χρέος». Σ’ αυτό το νέο πλαίσιο «τα κράτη μέλη θα έχουν μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών όσον αφορά τον καθορισμό της πορείας δημοσιονομικής προσαρμογής τους, ενισχύοντας την ανάληψη ευθύνης σε εθνικό επίπεδο για τις δημοσιονομικές τους πορείες».
Ωραία, δε θα ξαναϋπάρξει τρόικα, θα έλεγε ο αισιόδοξος (ή αφελής). Ο υποψιασμένος θα βιαζόταν να δει παρακάτω, γιατί γνωρίζει πως η τρόικα ήταν απλά ένα εργαλείο. Οι στόχοι που έμπαιναν (και μπαίνουν) είναι το βασικό. Από την άλλη, όταν διαβάζουμε σε ευρωπαϊκά κείμενα για «μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών σε εθνικό επίπεδο», ξέρουμε ότι ακολουθεί ο πέλεκυς για κάθε παρέκκλιση από τους στόχους.
Σύμφωνα με το σχέδιο «η Επιτροπή θα παρουσιάσει μια πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής αναφοράς, η οποία θα καλύπτει περίοδο τεσσάρων ετών, με βάση τη μεθοδολογία ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους. Αυτή η πορεία προσαρμογής αναφοράς θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το χρέος των κρατών μελών που αντιμετωπίζουν σημαντικές ή μεσαίες προκλήσεις όσον αφορά το χρέος θα τεθεί σε εύλογη πτωτική πορεία και ότι το έλλειμμα θα παραμείνει με αξιόπιστο τρόπο κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ που ορίζεται στη Συνθήκη».
Επομένως, το πλαίσιο οικονομικής πολιτικής θα το βάζει η Κομισιόν και τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν τα σχέδια υλοποίησης της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Μετά, «ως τρίτο βήμα, η Επιτροπή θα αξιολογεί τα σχέδια, παρέχοντας θετική αξιολόγηση εάν το χρέος τεθεί σε πτωτική πορεία ή εάν παραμείνει σε συνετά επίπεδα, και το δημοσιονομικό έλλειμμα παραμένει με αξιόπιστο τρόπο κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Το Συμβούλιο θα εγκρίνει τα σχέδια κατόπιν θετικής αξιολόγησης από την Επιτροπή».
«Τέλος, η Επιτροπή θα παρακολουθεί συνεχώς την εφαρμογή των σχεδίων. Τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προόδου σχετικά με την εφαρμογή των σχεδίων, ώστε να διευκολύνεται η αποτελεσματική παρακολούθηση και να διασφαλίζεται η διαφάνεια».
Ενόψει αυτής της διαδικασίας, ακούγεται πραγματικά ειρωνικό αυτό που γράφτηκε στην αρχή, περί μεγαλύτερης ευελιξίας στη διαμόρφωση των εθνικών πολιτικών. Ολη η διαδικασία μοιάζει με εκείνη του καταδικασμένου σε θάνατο που του επιτρέπουν να διαλέξει τον τρόπο της εκτέλεσής του.
Οσο προχωρά το κείμενο της Κομισιόν, τα πράγματα λέγονται πιο ωμά: «Θα δοθεί μεγαλύτερο περιθώριο στα κράτη μέλη για τον σχεδιασμό των δημοσιονομικών τους πορειών. Ταυτόχρονα, εφαρμόζουμε επίσης αυστηρότερα εργαλεία επιβολής της ΕΕ για τη διασφάλιση της επίτευξης των στόχων. Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) που βασίζεται στο έλλειμμα θα διατηρηθεί, ενώ θα ενισχυθεί η ΔΥΕ που βασίζεται στο χρέος. Θα ενεργοποιείται όταν ένα κράτος μέλος με χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ παρεκκλίνει από τη συμφωνηθείσα πορεία των δαπανών».
Εχει και συνέχεια, πιο ωμή: «Οι μηχανισμοί επιβολής θα ενισχυθούν: η χρήση οικονομικών κυρώσεων θα καταστεί αποτελεσματικότερη με τη μείωση των ποσών τους. Θα υπάρξουν επίσης αυστηρότερες κυρώσεις όσον αφορά τη φήμη. Οι μακροοικονομικές προϋποθέσεις για τα διαρθρωτικά ταμεία και για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα εφαρμοστούν σε παρόμοιο πνεύμα, δηλαδή η χρηματοδότηση της ΕΕ θα μπορούσε επίσης να ανασταλεί σε περίπτωση που τα κράτη μέλη δεν έχουν λάβει αποτελεσματικά μέτρα για τη διόρθωση του υπερβολικού τους ελλείμματος.
Επιπλέον, ένα νέο εργαλείο θα εξασφαλίσει την εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων που στηρίζουν μια μεγαλύτερη πορεία προσαρμογής. Η μη εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια πιο περιοριστική πορεία προσαρμογής και, για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων».
Αυτά αφορούν γενικά τα κράτη μέλη της ΕΕ και ιδιαίτερα αυτά της ζώνης του ευρώ. Υπάρχουν, όμως, και τα κράτη μέλη που μπήκαν σε «πρόγραμμα» (δηλαδή πήραν δάνεια από τον EFSF/ESM) και αντιμετωπίζονται σαν παρίες της Ευρωλάνδης. Γι’ αυτά τα κράτη, λοιπόν, στα οποία ανήκει και η Ελλάδα, η Κομισιόν προτείνει «ένα πιο εστιασμένο και εξορθολογισμένο πλαίσιο μεταπρογραμματικής εποπτείας», το οποίο περιγράφει ως εξής:
«Η μεταπρογραμματική εποπτεία αξιολογεί την ικανότητα αποπληρωμής των κρατών μελών που έχουν επωφεληθεί από προγράμματα χρηματοδοτικής συνδρομής. Με το νέο πλαίσιο, και χωρίς την τροποποίηση της νομοθεσίας, η Επιτροπή προτείνει διαφορετική εφαρμογή της εποπτείας μέσω του καθορισμού σαφέστερων στόχων, με την ένταση του πλαισίου να συνδέεται με αυτούς τους στόχους. Ειδικότερα, η μεταπρογραμματική εποπτεία θα επικεντρωθεί στην αξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής, στην παρακολούθηση της εφαρμογής των μη ολοκληρωθεισών μεταρρυθμίσεων και στην αξιολόγηση του κατά πόσον απαιτούνται διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση που η ικανότητα αποπληρωμής ή η διατήρηση της πρόσβασης στην αγορά εγείρει ανησυχίες.
Η ένταση της μεταπρογραμματικής εποπτείας θα εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου, παράλληλα με την εξέλιξη της εκτίμησης κινδύνου».
Στις 22 Οκτώβρη, η στήλη σχολίασε, υπό τον τίτλο Στα σκαριά το νέο Μνημόνιο, διαρροή που έγινε στη γερμανική «Handelsblatt», σύμφωνα με την οποία η Κομισιόν θα παρουσίαζε τον Νοέμβρη την πρότασή της για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι βασικοί κανόνες του οποίου έχουν ανασταλεί από το 2020, λόγω πανδημίας. Φυσικά, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που θα τεθεί σε εφαρμογή το αργότερο στις αρχές του 2024, θα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί. Ομως, το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο χρέους θα παραμείνει στο 60%, με επιμέρους αλλαγές. Πλέον δεν έχουμε διαρροή, αλλά το ίδιο το σχέδιο, με επίσημη ανακοίνωση της Κομισιόν, που την παρουσίασαν Ντομπρόβσκις και Τζεντιλόνι.
Αξίζει να παραθέσουμε και πάλι αυτά που επισημάναμε στις 22 Οκτώβρη:
Για να έχουμε μια εικόνα, θυμίζουμε ότι αυτή τη στιγμή το ελληνικό κρατικό χρέος είναι της τάξης του 164%. Λόγω της μεγέθυνσης του ΑΕΠ και της σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη, σε συνδυασμό και με τις αποπληρωμές κάποιων παλαιών δανείων, το πολύ να πέσει στο 150% μετά από μερικούς μήνες.
Για να πέσει στο 90% (το 60% δεν το συζητάμε καν), όμως, δεν αρκεί η σκληρή δημοσιονομική πολιτική. Πρέπει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι το κόστος δανεισμού αυξάνεται πλέον, λόγω του πληθωριστικού κύματος που σαρώνει τον καπιταλιστικό κόσμο και ωθεί τα επιτόκια προς τα πάνω. Θα πρέπει να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους, όπως έγινε το 2012, στο πλαίσιο του δεύτερου Μνημόνιου (το περιβόητο PSI για το οποίο καμαρώνει ο Βενιζέλος).
Τότε, όμως, τα κρατικά ομόλογα βρίσκονταν στα χέρια ιδιωτών σπεκουλαντών, οι οποίοι τα είχαν αγοράσει «μπιρ παρά» και είχαν συμφέρον να τα ξεφορτωθούν εισπράττοντας «ζεστό» χρήμα που θα το τοποθετούσαν σε άλλα «προϊόντα», αντί για τα εντελώς ξεφτιλισμένα ελληνικά κρατικά ομόλογα. Τώρα, το μεγαλύτερο μέρος του χρέους βρίσκεται σε ομόλογα των ευρωπαϊκών οργανισμών EFSF/ESM. Θα συμφωνήσουν οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές σε «κούρεμα» αυτών των ομολόγων;
Αυτό είναι περισσότερο ένα «τεχνικό» ζήτημα. Θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε μια νέα αναδιάρθρωση (κούρεμα) του χρέους, υπό τον όρο ότι θα συνοδευόταν από ένα νέο Μνημόνιο. Για να είμαστε, μάλιστα, ακριβείς στις διατυπώσεις μας, πρέπει να πούμε πως οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές που ελέγχουν το EFSF/ESM, μέσω του Eurogroup, δεν χρειάζεται να συμφωνήσουν αλλά να αποφασίσουν. Γιατί η περιβόητη «μεταπρογραμματική εποπτεία», η οποία εκτείνεται μέχρι το 2060 και είναι αποτυπωμένη στις δανειακές συμβάσεις και των τριών Μνημονίων, τους δίνει αυτό το δικαίωμα.
Αν κάποια θα κληθεί να συμφωνήσει, αυτή θα είναι η ελληνική αστική κυβέρνηση. Υπάρχει κυβέρνηση που θα αρνηθεί; Την τελευταία φορά που ειπώθηκε κάτι σχετικό («θα καταργήσουμε τα Μνημόνια με ένα νόμο σε ένα άρθρο»), κατέληξε στην υπογραφή ενός ακόμη Μνημόνιου, του τρίτου στη σειρά, και μιας ακόμη δανειακής σύμβασης…
Να θυμίσουμε, ακόμη, ότι το περιβόητο Μεταμνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση Τσίπρα το 2018, προέβλεπε «πρωτογενή πλεονάσματα» της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ για μια τετραετία και μετά 2,2% κατά μέσο όρο μέχρι το 2060! Αρκεί και μόνο αυτή η θηλιά για να περιγράψει το μέλλον. Δεν είναι δυνατό να αποτελέσει ο καχεκτικός ελληνικός καπιταλισμός (που αποκαλεί τον τουρισμό… «βαριά βιομηχανία» του) αναπτυξιακή όαση μέσα σ’ έναν καπιταλιστικό κόσμο που οδεύει με γοργά βήματα προς μια νέα φάση ύφεσης (συνοδευόμενη από υψηλό πληθωρισμό). Οσο και να αυξηθεί ο παρονομαστής του κλάσματος «χρέος / ΑΕΠ», το 90% θα παραμείνει όνειρο απατηλό.
Τι μένει; Το 90% ως μη επιτεύξιμος στόχος, που θα χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τη σκλήρυνση της δημοσιονομικής πολιτικής στην ίδια ταξική κατεύθυνση. Δεν είναι τυχαίο ότι το συνταξιοδοτικό κατονομάζεται ως πρωταρχικός τομέας που θέλει… μεταρρύθμιση. Πόση ακόμη… μεταρρύθμιση χρειάζεται η κοινωνική ασφάλιση; Ρητορικό είναι το ερώτημα. Οι κεφαλαιοκράτες και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι θεωρούν πως οι συντάξεις σηκώνουν κι άλλο πετσόκομμα! Και θα το επιχειρήσουν, όπως θα επιχειρήσουν και άλλες αντεργατικές και αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις.
Μπροστά μας είναι αυτά και δεν απέχουν χρονικά πολύ από σήμερα. Αναζητούνται ταξικές απαντήσεις, ικανές να σταματήσουν τη φρενίτιδα της επίθεσης του κεφαλαίου.