Μια εκκωφαντική εκστρατεία, με όλα τα στοιχεία του γκεμπελισμού, εκτυλίσσεται από το απόγευμα της περασμένης Τετάρτης που ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε την αύξηση του κατώτατου μισθού για το 2022. Κυβερνητικά στελέχη και «πετσωμένα» ΜΜΕ προσπαθούν να πείσουν τους εργάτες και τις εργάτριες ότι έδωσαν μια τόσο γενναία αύξηση στον κατώτατο μισθό που έφτασαν -αν δεν τα ξεπέρασαν- στα απώτατα όρια της οικονομίας.
Ενα πενηντάρικο το μήνα ή 1,6 ευρώ την ημέρα ή αλλιώς κάτι λιγότερο από ένας καφές την ημέρα, παρουσιάστηκε σαν μεγάλη προσφορά του Μητσοτάκη, προσωπικά, προς τους εργάτες και τις εργάτριες που πληρώνονται με τον κατώτατο μισθό. Ποντάροντας σε ένα και μόνο πράγμα: τη λογική της ήττας. Στο ότι πολλοί θα σκεφτούν πως «από το τίποτα καλό είναι και το πενηντάρικο».
Ετσι, η εργατική τάξη συνηθίζει στην ταξική κακομοιριά. Να παίρνει τα ψίχουλα που της πετάνε τ’ αφεντικά και να σκύβει το κεφάλι ευχαριστώντας. Ακόμα και όταν ξέρει πως πρόκειται για ψίχουλα. ‘Η μήπως -τουλάχιστον ένα τμήμα της- δεν το αντιλαμβάνεται ούτε αυτό;
Φτάσαμε στα απώτατα όρια της οικονομίας, είπε ο Μητσοτάκης και επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους οι κυβερνητικοί γκεμπελίσκοι. Δηλαδή; Αν οι εργατικοί μισθοί αυξηθούν παραπάνω -λένε- θα οδηγηθεί σε κατάρρευση η οικονομία! Πέρασαν εκατόν πενήντα χρόνια από τότε που ο Μαρξ απέδειξε, με ατράνταχτα επιστημονικά επιχειρήματα, ότι μια γενική αύξηση των μισθών δεν οδηγεί σε γενική αύξηση των τιμών, αλλά σε μείωση του ποσοστού του κέρδους των καπιταλιστών (διαβάστε το Μισθός, τιμή και κέρδος). Και ποτέ στην ιστορία του καπιταλισμού δεν έχει καταγραφεί οικονομική κατάρρευση εξαιτίας της αύξησης των εργατικών μισθών.
Αντίθετα, έχουμε δει καταστροφικές καπιταλιστικές κρίσεις να ξεσπούν σε συνθήκες πολύ μειωμένων εργατικών μισθών. Η σημερινή κρίση, για παράδειγμα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, ξέσπασε και βαθαίνει συνεχώς σε συνθήκες εξαιρετικά μειωμένων εργατικών μισθών, υψηλότατης ανεργίας και πλήρως αποσαθρωμένων εργασιακών σχέσεων. Σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, όχι μόνο στην Ελλάδα.
Eίναι απαραίτητο, λοιπόν, καταρχάς, να διαλυθεί κάθε σύγχυση από τη συνείδηση των εργατών. Η συνειδητοποίηση ενός δυσμενούς ταξικού συσχετισμού είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα από την ηττοπάθεια και εντελώς διαφορετικό από την κατάποση της αστικής προπαγάνδας, σύμφωνα με την οποία οι εργατικοί μισθοί πρέπει να βρίσκονται σε ένα ορισμένο επίπεδο (πάντα πολύ χαμηλό), γιατί διαφορετικά προκαλούν οικονομική ανισορροπία και κρίση.
Η εργατική τάξη είναι ο παραγωγός όλων των αξιών της καπιταλιστικής οικονομίας. Η εργατική τάξη ουδέποτε πληρώνεται για το σύνολο των αξιών που παράγει. Ο εργατικός μισθός αντιπροσωπεύει μόνο ένα τμήμα αυτών των αξιών, ενώ ένα άλλο τμήμα το αρπάζει ο κεφαλαιοκράτης με τη μορφή της υπεραξίας, η οποία πραγματοποιείται στη συνέχεια ως κέρδος. Επομένως, η αύξηση των εργατικών μισθών μικραίνει την υπεραξία, το κομμάτι που αρπάζουν οι καπιταλιστές. Αν η εργατική τάξη πρέπει να αισθάνεται… ενοχές, αυτές πρέπει να αφορούν την αδυναμία της να πάρει ένα μεγαλύτερο τμήμα των αξιών που παράγει και όχι τα… προβλήματα που θα δημιουργήσει στους… καημένους τους καπιταλιστές.
Με θράσος χιλίων χιμπατζήδων ο Χατζηδάκης έλεγε προχθές ότι προβλήματα δεν έχουν μόνο οι εργαζόμενοι αλλά και οι εργοδότες! Για τους απροκάλυπτους νεοφιλελεύθερους τύπου Χατζηδάκη η καπιταλιστική επιχείρηση έχει μεταφυσικές ιδιότητες. Σαν τις ιερές αγελάδες των ινδουιστών. Απαγορεύεται να θίξεις τα κέρδη της.
Οταν η εργατική τάξη ξεφύγει απ’ αυτή τη λογική και συνηθίσει να σκέφτεται ταξικά, να γνωρίζει δηλαδή τα στοιχειώδη για την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης από το κεφάλαιο, το επόμενο βήμα είναι να αναρωτηθεί από πού πηγάζει η αδυναμία της να πάρει τις αξίες που παράγει, τον κοινωνικό πλούτο που συσσωρεύεται στα χέρια των καπιταλιστών και των πολιτικών τους εκπροσώπων.
Η αδυναμία της εργατικής τάξης να διεκδικήσει αποτελεσματικά έστω και τη σχετική καλυτέρευση της θέσης της μέσα στο καπιταλιστικό κίνημα προκύπτει από την ανοργανωσιά της. Οχι μόνο στο συνδικαλιστικό επίπεδο, αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Ας ξαναθυμηθούμε τον Μαρξ:
«Οι εργατικές ενώσεις προσφέρουν καλή υπηρεσία σαν κέντρα αντίστασης στους σφετερισμούς του κεφαλαίου. Αποτυχαίνουν μερικά στο σκοπό τους, όταν δεν κάνουν σωστή χρήση της δύναμής τους. Αποτυχαίνουν ολοκληρωτικά στο σκοπό τους όταν περιορίζονται σ΄ ένα μικροπόλεμο ενάντια στα αποτελέσματα του σημερινού συστήματος, αντί να προσπαθούν ταυτόχρονα να το αλλάξουν, αντί να χρησιμοποιούν τις οργανωμένες δυνάμεις τους σαν ένα μοχλό για την τελική απελευθέρωση της εργατικής τάξης, δηλαδή για την οριστική κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας».
Διαβάζοντας τα παραπάνω θα συμφωνήσουμε ότι βρισκόμαστε πολύ πίσω. Οχι μόνο δεν θέτουμε -ως τάξη- το αίτημα της κατάργησης του συστήματος της μισθωτής εργασίας, του καπιταλισμού, αλλά δεν μπορούμε να οργανώσουμε και να διεξάγουμε τον αγώνα ενάντια στους σφετερισμούς του κεφαλαίου.
Τα ηχηρά λόγια και οι βερμπαλιστικές εξάρσεις είναι το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου. Το δύσκολο είναι η ολόπλευρη πολιτική και θεωρητική ζύμωση για τη δημιουργία ταξικής συνείδησης, για να μην άγεται και φέρεται η εργατική τάξη από την απατηλή προπαγάνδα των αστικών κομμάτων, και η πολιτική οργάνωση της εργατικής πρωτοπορίας στη βάση ενός προγράμματος επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού και οικοδόμησης του κομμουνισμού.