Δεν είμαστε καθόλου σίγουροι ότι δε θα γινόταν το ίδιο νταβαντούρι για τις προεδρικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ και χωρίς τον Κασσελάκη. Οτι δε θα είχαμε Αχτσιόγλου και Τσακαλώτο να κονταροχτυπιούνται στα μαρμαρένια αλώνια της «καθαρής πολιτικής», τους υποστηριχτές τους (που τώρα είναι ενωμένοι κατά του Κασσελάκη) να μαλλιοτραβιούνται και τα αστικά ΜΜΕ να κάνουν την τρίχα τριχιά. Ακόμα κι αν η Αχτσιόγλου κέρδιζε από τον πρώτο γύρο, πάλι θα είχαμε μιντιακό νταβαντούρι, πριν και μετά τις συριζοεκλογές.
Γιατί αυτό το νταβαντούρι χρησιμοποιείται (και) σαν κοινωνικό ηρεμιστικό και σαν καπνός παραλλαγής για να κρύβονται πίσω του τα πραγματικά προβλήματα που ταλανίζουν τον ελληνικό λαό. Από τις συνέπειες των φονικών και καταστροφικών πυρκαγιών και πλημμυρών, μέχρι την ακρίβεια, αποτέλεσμα κυρίως της νόμιμης κερδοσκοπίας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, που προκαλεί απελπισία στα εργατικά και λαϊκά νοικοκυριά.
Ο Κασσελάκης ήταν, βέβαια, κελεπούρι. Για το σύστημα πρωτίστως. Με φωτογένεια χολιγουντιανού σταρ και με ένα πανάκριβο επιτελείο προπαγάνδας (μην μας πείτε πως ο σκηνοθέτης των πιο διάσημων βιντεοκλίπ, Σούλης, που φτιάχνει τα βιντεάκια του Κασσελάκη, δουλεύει τζάμπα – και δεν είναι φυσικά μόνος), προσωποποίησε μια διπλή ευκαιρία για το σύστημα.
Καταρχάς, απογείωσε την αμερικανιά, η οποία μέχρι τώρα προχωρούσε με αργά βήματα στην ελληνική αστική πολιτική σκηνή. Δεύτερο, τους βοήθησε να αλλάξουν την ατζέντα της δημοσιότητας. Οι πυροπαθείς είχαν ξεχαστεί όταν προέκυψαν οι πλημμυροπαθείς και οι τελευταίοι εξαφανίστηκαν και τους είδαμε μόνο σαν ντεκόρ στην επίσκεψη του Κασσελάκη «στις λάσπες» (όπως είπε).
Είναι άλλο πράγμα να στήνουν μια γυναίκα για να πει στον Μητσοτάκη «τι γκόμενος είσαι συ» ή τον… καουμπόι αγελαδοτρόφο του θεσσαλικού κάμπου να συναντά στη μέση του πουθενά τον Κούλη για να του εκφράσει –πάντα καβάλα στ’ άλογο- το θαυμασμό του, άλλο το φωτογενές χαμόγελο και το ύφος του «παιδιού που θα ήθελα να κάνω γαμπρό μου» του Τσίπρα, πινελιές αμερικανιάς που λειτουργούσαν συμπληρωματικά σε πολιτικές τοποθετήσεις, και άλλο αμερικανιά από την αρχή μέχρι το τέλος, με πλήρη απουσία πολιτικού λόγου.
Τη θέλει αυτή την αποπολιτικοποίηση το σύστημα; Αν τη θέλει λέει…
Αρκεί να αναλογιστούμε πως όλο το αστικό πολιτικό σύστημα ταυτίζεται στον πυρήνα της ασκούμενης εδώ και χρόνια πολιτικής. Παλαιότερα αυτό γινόταν κάπως… ντροπαλά, αλλά η δεκαετία των μνημονίων παραμέρισε τις ντροπές. Το ένα μετά το άλλο τα αστικά κόμματα και οι ηγέτες τους έμπαιναν στο χορό αυτής της βάρβαρης αντιλαϊκής πολιτικής, της πολιτικής της κινεζοποίησης της ελληνικής εργατικής τάξης, ολοκληρώνοντας μέσα σε λίγα χρόνια τη συντηρητική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού, που είχε ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από τον πατέρα Μητσοτάκη και εξελισσόταν βήμα-βήμα από όλες τις επόμενες κυβερνήσεις.
Η κρίση «έσκασε» στα χέρια του Γιώργου Παπανδρέου και οδήγησε στο πρώτο Μνημόνιο το 2010, με όλη την αντιπολίτευση (υποτίθεται) «απέναντι». Μετά από ενάμιση χρόνο, στα τέλη του 2011, οι καπιταλιστές έπιασαν τον Σαμαρά από το αυτί, του είπαν να παρατήσει τις μπούρδες των «Ζαππείων» και τον έβαλαν στην κυβέρνηση του υποδιοικητή της ΕΚΤ Λουκά Παπαδήμου, παρέα με το ΠΑΣΟΚ και το ακροδεξιό ΛΑΟΣ, για να υπογράψουν παρέα το δεύτερο Μνημόνιο. Τον Ιούνη του 2012 αναγκάστηκε να προσχωρήσει και η πρώτη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, η ΔΗΜΑΡ του Κουβέλη. Τον Γενάρη του 2015 είχαμε κυβέρνηση του «αριστερού» ΣΥΡΙΖΑ με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ του Καμμένου, σε… αντιμνημονιακή υποτίθεται βάση. Εξι μήνες αργότερα, είχαν υπογράψει το τρίτο Μνημόνιο, παρέα με τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το βραχύβιο Ποτάμι. Ο κύκλος είχε κλείσει.
Η ταύτιση όλων των αστικών πολιτικών δυνάμεων στη μνημονιακή πολιτική αντικαθρεφτίστηκε με τον καλύτερο τρόπο στο φαινομενικά παράδοξο αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μάη και της 25ης Ιούνη του 2023. Ο Μητσοτάκης έχασε ψήφους, αλλά πήρε μια εύκολη εκλογική νίκη, γιατί η πλειοψηφία δεν πίστευε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρεσβεύει διαφορετική πολιτική, ενώ παράλληλα λειτουργούσε ένας φόβος ότι μπορεί να τα κάνει χειρότερα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Αυτοί που είχαν την έμπνευση να ρίξουν στην πολιτική πιάτσα τον πολιτικά άσχετο (μα παντελώς άσχετο!) Κασσελάκη, αποδείχτηκαν σωστοί (καταρχάς ασφαλώς) στην πρόβλεψή τους. Ποια πολιτική τώρα; Ο άνθρωπος συστήθηκε στους συριζαίους («γεια σας, με λένε Στέφανο κι έχω κάτι να σας πω») και πέρασε αμέσως στο παρασύνθημα: «Μόνο εγώ μπορώ να νικήσω τον Μητσοτάκη».
Η πλειοψηφία των συριζαίων τον πίστεψε. Εκεί που περίμεναν καμιά τριανταριά χιλιάδες ψηφοφόρους (ούτε καν το σύνολο των εγγεγραμμένων μελών του κόμματος), έφτασαν σχεδόν τις 150.000. Γιατί; Γιατί το μόνο που ψάχνουν οι συριζαίοι είναι πώς θα ξαναπιάσουν την κουτάλα της εξουσίας στα χέρια τους. Κάτι Φίληδες, Βούτσηδες, Τσακαλώτοι και λοιποί «δεινόσαυροι» του ευρω-αναθεωρητισμού, παλιού και νέου, θέλουν να ξαναπιάσουν την κουτάλα, αλλά να φαίνονται ατσαλάκωτοι και αλέρωτοι, σαν τους τηλεοπτικούς σεφ. Η πλειοψηφία των συριζαίων, όμως, είναι στη γραμμή… Ντεγκ Σιαοπίνγκ: «Ασπρη γάτα, μαύρη γάτα, αρκεί να πιάνει ποντίκια».
Σ’ αυτούς έκανε «γκελ» ο Κασσελάκης. Και η σκέψη τους ήταν απλή σαν το αυγό του Κολόμβου: «Αφού έκανε “γκελ“ σ’ εμάς, γιατί να μην κάνει και στους ψηφοφόρους; Με την Εφη, τον Ευκλείδη και τ’ άλλα παιδιά, δε θα δούμε χαΐρι. Εδώ χάσαμε με τον Τσίπρα επικεφαλής κι αυτούς/ές γύρω του, υπάρχει περίπτωση να νικήσουμε μόνο μ’ αυτούς και χωρίς τον Τσίπρα; Ας πάρουμε την κυβέρνηση και τα υπόλοιπα θα βρεθούν. Κι ο Κασσελάκης θα μάθει στο μεταξύ τα βασικά, όπως τα έμαθαν και οι προηγούμενοι».
Τσακαλώτος και σία χρησιμοποιούν αβέρτα-κουβέρτα τον όρο «μεταπολιτική» για να περιγράψουν τη θυελλώδη είσοδο του Κασσελάκη στην κεντρική αστική πολιτική σκηνή και στην κορυφή του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια ακαδημαϊκή μπουρδολογία που εισήγαγε ο Βενιζέλος (πάντα οι προφεσόροι αρέσκονται να δημιουργούν όρους). Ας μην ξεχνάμε ότι ο Βενιζέλος εισήγαγε και τον όρο «εκτσογλανισμός της πολιτικής», τότε που τον «γλεντούσαν» ο Τσίπρας και οι άλλοι συριζαίοι και τον σιχτίριζε όλη η Ελλάδα.
Επειδή βάζουν την πρόθεση «μετά» πριν από έναν όρο, δε σημαίνει ότι δημιουργούν και έναν καινούργιο όρο που περιγράφει κάποιο ξεχωριστό φαινόμενο. Δεν είναι κβαντική φυσική η αστική πολιτική. Τη Μελόνι και το κόμμα της τους αποκαλούσαν νεοφασίστες, μέχρι που η Μελόνι κέρδισε τις ιταλικές εκλογές, σχημάτισε κυβέρνηση με Ακροδεξιά και Δεξιά, τα πάει μια χαρά με το ιερατείο των Βρυξελλών, το Βερολίνο και το Παρίσι, οπότε πλέον αποκαλούν το κόμμα της μετα-φασιστικό. Το ίδιο κόμμα και η ίδια Μελόνι είναι, δεν άλλαξαν όταν μπήκαν στην κυβέρνηση, όμως οι «ντροπαλοί» αστοδημοκράτες της Ευρωλάνδης δε θέλουν να παραδεχτούν ότι μία απ’ αυτούς είναι φασίστω του κερατά.
Για να είμαστε σοβαροί: Μεταπολιτική κάνουν στις ΗΠΑ; Εχουν περάσει διάφοροι γραφικοί από το Λευκό Οίκο (από τον Ρέιγκαν μέχρι τον Μπους το νεότερο, με κορυφαίο τον Τραμπ), όμως ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός ουδέποτε έμεινε χωρίς πρόεδρο, χωρίς διακυβέρνηση, χωρίς πολιτική. Το φαινόμενο των Σαμαροβενιζελοκουβέληδων το 2012, ένα πολιτικό εξάμβλωμα, ήταν πολιτική και όχι μεταπολιτική; Κι αυτό των Τσιπροκαμμένων τι ήταν, πολιτική ή μεταπολιτική;
Σε τελευταία ανάλυση, τι ορίζουν ως πολιτική και τι ορίζουν ως μεταπολιτική; Το φαινόμενο των μαζικών κομμάτων, που είναι ο -κατ’ αυτούς- πυρήνας της πολιτικής, έχει εκλείψει προ πολλού. Υπάρχουν κόμματα-μηχανισμοί, πελατειακού τύπου, που αναπαράγονται με δημόσιο χρήμα και ποθούν την κουτάλα της εξουσίας και όχι την εφαρμογή κάποιου οικονομικού και κοινωνικού προγράμματος που υποτίθεται ότι τα διαχωρίζει από τα άλλα κόμματα εξουσίας. Οπως είπαμε παραπάνω, η μνημονιακή δεκαετία έσκισε τους ιδεολογικοπολιτικούς φερετζέδες και αποκάλυψε την πλήρη ταύτιση όλου του αστικού πολιτικού φάσματος στην εφαρμοζόμενη πολιτική.
Ακόμα και στον αυτοπρισδιορισμό τους έχουν πάψει προ πολλού να έχουν ταξικές αναφορές (έστω στο επίπεδο της θολής σούπας των «μη προνομιούχων» του πρώιμου ΠΑΣΟΚ) και προσδιορίζονται με αόριστους όρους πολιτικής γεωγραφίας: δεξιά – κεντροδεξιά – κέντρο – κεντροαριστερά – αριστερά. Ακόμη και η αυτοπροσδιοριζόμενη ως αριστερά, που άλλοτε είχε κάποιες υποκριτικές ταξικές αναφορές, κάνει σπονδές στην «υγιή επιχειρηματικότητα». Σε τι διαφέρει από τον Κασσελάκη;
Το μόνο βέβαιο είναι πως αν ο Κασσελάκης «κερδίσει» την Κυριακή τον ΣΥΡΙΖΑ και αν κάποια στιγμή γίνει πρωθυπουργός (δε θα κυβερνάει εσαεί ο Μητσοτάκης), θα έχει και ο ίδιος εκπαιδευτεί στα βασικά και δε θα κυβερνήσει μόνος του. Θα έχει υπουργούς και συμβούλους, θα έχει τα επιτροπάτα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, θα έχει τους ανθρώπους της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας δίπλα του.
Αν έλεγαν πως ο Κασσελάκης φέρνει τον πλήρη εξαμερικανισμό της αστικής πολιτικής ζωής θα είχαν δίκιο ως προς την περιγραφή του φαινόμενου. Μεταπολιτική, όμως, όχι. Αστική πολιτική του κερατά κάνουν και ο Κασσελάκης με τους υποστηριχτές του (ξεσκολισμένους συριζαίους), αλλά με όρους αμερικανιάς (ρίχνοντας το βάρος στην εικόνα με τον τρόπο της διαφήμισης).
Απλώς, οι χαμένοι της υπόθεσης, που βλέπουν ότι χάνεται η γη κάτω από τα πόδια τους, γιατί πλέον θα έχουν ρόλους κομπάρσων, λυσσάνε από το κακό τους που ήρθε το αμερικανάκι με τους συμβούλους επικοινωνίας και με τον παρά αυτών που το στηρίζουν και τους παίρνει τη μπουκιά από το στόμα. Ο Φίλης, που την περίοδο του τρίτου Μνημόνιου απέδειξε πόσο στυγνός εξουσιολάγνος είναι, έφτασε στο σημείο να δηλώσει ότι δεν είναι υποχρεωτικό η Αριστερά να είναι πάντα στην κυβέρνηση (πάλι καλά που δε θυμήθηκε τη μνημειώδη φράση της Ρόζα Λούξεμπουργκ, ότι η Αριστερά πρέπει να είναι πάντα αντιπολίτευση στον καπιταλισμό)! Για να του απαντήσει ο Πολάκης μ’ αυτό που θέλει κάθε… κανονικός συριζαίος: «Εγώ ΘΕΛΩ κυβερνώσα Αριστερά Νίκο Φιλη!!!».
Και για να τελειώνουμε: για τα αστικά κόμματα πολιτική είναι να μπορείς να εξαπατάς το λαό και να κερδίζεις την ψήφο του, που τη μετατρέπεις σε λευκή επιταγή για μια πολιτική υπηρέτησης των συμφερόντων της κεφαλαιοκρατίας. Το ζήτημα δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο επιδιώκουν να εξαπατήσουν το λαό (σαν Κασσελάκηδες ή σαν Αχτσιόγλου εν προκειμένω), αλλά η εξαπάτηση.
Ασφαλώς και είναι κατάντια όλο αυτό που γίνεται με τον Κασσελάκη, με το απόλυτο τίποτα σε συσκευασία κουτιού οδοντόκρεμας. Μπορούμε να το λέμε στους συριζαίους συνοδεύοντάς το από το ανάλογο πολιτικό σιχτίρισμα (και με τη βεβαιότητα πως αν ο Κασσελάκης γίνει αύριο πρωθυπουργός, θα δούμε όλη τη μοχθηρία τους να ξεσπά ενάντια σε εμάς τους «περιθωριακούς», που «περιμένουμε την επανάσταση» κτλ. κτλ.). Ως εκεί, όμως.
Οφείλουμε πρωτίστως να δείξουμε με πειστικό τρόπο πως εκείνο που αλλάζει είναι η μορφή, το περιτύλιγμα, ενώ το περιεχόμενο, η ασκούμενη σκληρή ταξική (αστική) πολιτική παραμένει το ίδιο.
Κυρίως οφείλουμε να καταδείξουμε με ακόμα πιο πειστικό τρόπο, ότι στο πολιτικό επίπεδο εκείνο στο οποίο πρέπει να ρίξουμε όλες μας τις δυνάμεις είναι η πολιτική ανασυγκρότηση της εργατικής τάξης, η συσπείρωση της πλειοψηφίας των πρωτοπόρων εργατών και εργατριών στη βάση ενός προγράμματος επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού, σ’ ένα πολιτικό κόμμα που θ’ αποτελεί την πραγματική αντιπολίτευση στον ποικιλόχρωμο αστισμό. Αντιπολίτευση στο δρόμο και στους χώρους δουλειάς και όχι στους βρόμικους μαιάνδρους των αστικών Μέσων Μαζικής Εξαπάτησης, του αστικού Κοινοβούλιου και της αποπροσανατολιστικής προπαγάνδας.