Μπορεί να μας το παρουσιάζουν σαν πρωτοφανές και ακραίο, μπορεί να επιστρατεύουν εξωνημένους επιστήμονες για να θολώσουν το νου και την κρίση μας, όμως όσοι δεν έχουμε κοντή μνήμη ξέρουμε πολύ καλά πως δεν είναι η πρώτη φορά που έχουμε καταστροφικές πλημμύρες με νεκρούς (στην ίδια περιοχή, μάλιστα).
Kαι κάθε φορά λένε τα ίδια. Από το μακρινό 1955 που πλημμύρισε ο χτυπημένος από σεισμό Βόλος και πνίγηκαν 27 άνθρωποι, μέχρι σήμερα που ξαναπλημμύρισε.
Μόνο που το 1955 ο Βόλος είχε 12.000 σπίτια (από το σεισμό είχαν σωθεί μόνο τα 1.200) και μόλις 18 δρόμους (που μετατράπηκαν σε χειμάρρους). Δεν είχε το σημερινό του μέγεθος. Ο χείμαρρος Κραυσίδωνας, που διασχίζει την πόλη, είχε 240 μέτρα πλάτος και όχι 40 που έχει σήμερα. Και το αποχετευτικό σύστημα ομβρίων φτιάχτηκε τότε και παρέμεινε το ίδιο μέχρι σήμερα!
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές ο πραγματικός απολογισμός από τις πλημμύρες δεν έχει γίνει (επισήμως έχουμε δέκα νεκρούς και τέσσερις αγνοούμενους). Μόνο όταν αποτραβηχτούν τα νερά και αποκαλυφθούν τα σπίτια θα μάθουμε τον πραγματικό αριθμό των νεκρών και την έκταση της καταστροφής. Αν σκεφτούμε ότι υπάρχουν ακόμα αγνοούμενοι στο Βόλο, μετά από τόσες μέρες, μπορούμε να υποψιαστούμε τι μπορεί να έχει συμβεί στον κάμπο της Καρδίτσας (ίσως και των Τρικάλων).
Με την ευκαιρία, ας σκεφτούμε και λίγο πάνω στην έννοια της ασφάλειας, που αποτελεί ψωμοτύρι για τον αστικό συντηρητισμό. Αλήθεια, τι σημαίνει ασφάλεια; Το δόγμα «νόμος και τάξη»; Από ποιους κινδυνεύει η ασφάλεια των πολιτών; Από τους αναρχικούς φοιτητές που λειτουργούν ένα στέκι σε ένα πανεπιστήμιο ως χώρο κοινωνικής συναναστροφής, πολιτικών ζυμώσεων, πολιτιστικής δημιουργίας; Από τους διαδηλωτές που δεν υπάκουσαν στην αστυνομική διαταγή να πορευτούν στο πεζοδρόμιο; Από τους απεργούς που περιφρουρούν την απεργία τους;
Τι είδους ασφάλεια είναι να μπαίνουν τα παιδιά σου στο τρένο και να θυσιάζονται στο βωμό του πλιάτσικου μιας ιδιωτικοποίησης; Τι είδους ασφάλεια είναι να καίγεται ο δασικός πλούτος της χώρας και να στερούνται οι κάτοικοί της το οξυγόνο ζωής; Τι είδους ασφάλεια είναι να σε στέλνουν στα αδιέξοδα στενά στο Μάτι και να γίνεσαι παρανάλωμα του πυρός; Τι είδους ασφάλεια είναι να κοιμάσαι και να εισβάλει στο σπίτι σου ορμητικός χείμαρρος; Τι είδους ασφάλεια είναι εσύ να υποφέρεις κι αυτοί να σε αντιμετωπίζουν σαν ζώο και μετά να υποτιμούν βάναυσα τη νοημοσύνη σου ρίχνοντας ο ένας την ευθύνη στον άλλο;
Οσο για τις καταστροφές στη Θεσσαλία (και όχι μόνο), μιλάμε για καλλιέργειες (από βαμβάκι μέχρι κηπευτικά και δέντρα), μιλάμε για παραγωγικά ζώα, μιλάμε για γεωργικά μηχανήματα και κάθε είδους αυτοκίνητα, μιλάμε για μικροεπιχειρήσεις, μιλάμε για σπίτια και νοικοκυριά, πέρα από τις κάθε είδους δημόσιες και ιδιωτικές υποδομές. Και ξέρουμε πολύ καλά πόση αξία έχουν οι υποσχέσεις των εκάστοτε κυβερνώντων για «άμεση αποκατάσταση των πληγέντων». Οι άνθρωποι μπλέκουν σ’ ένα κυκεώνα γραφειοκρατίας και «ελέγχων», οι αποζημιώσεις είναι πάντοτε πολύ κάτω από την αξία της ζημιάς που υπέστησαν, οι καθυστερήσεις τεράστιες, οι άνθρωποι αναγκάζονται να χρεωθούν κτλ. κτλ.
Γράψαμε αναλυτικά για τα αίτια των καταστροφικών πλημμυρών, καθώς και για την πλήρη κατάρρευση του «επιτελικού κράτους», που πνίγηκε στα λασπόνερα, όπως προηγουμένως είχε καεί μαζί με τα δάση. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε το ρόλο που παίζουν –για μια ακόμη φορά- τα συστημικά ραδιοτηλεοπτικά Μέσα. Στην πραγματικότητα υποκαθιστούν τις υπηρεσίες του αστικού κράτους. Εχουν καλύτερη ενημέρωση από τις κυβερνητικές κορυφές (υπουργούς και κάθε είδους επιτελάρχες). Δίνουν οδηγίες για το πού χρειάζεται βοήθεια. Βγάζουν στον «αέρα» εγκλωβισμένους που διεκτραγωδούν την κατάσταση που βιώνουν.
Αυτό εκθέτει την κυβέρνηση. Αναμφισβήτητα. Διασώζει, όμως, το σύστημα. Η κυβέρνηση ας φροντίσει να γυρίσει τούμπα τις δυσμενείς εντυπώσεις, αλλιώς θα έρθει η ώρα να αντικατασταθεί. Ετσι παίζεται το παιχνίδι.
Δεν είναι τυχαίο ότι μετά τις πρώτες εικόνες και τις απευθείες συνδέσεις με εγκλωβισμένους σε ταράτσες και στέγες, που έκαναν δραματικές εκκλήσεις για βοήθεια, ζητώντας έστω νερό και τροφή, άρχισαν να προστίθενται οι εικόνες με τις «ηρωικές προσπάθειες των διασωστών». Οι οποίες κάθε άλλο παρά ηρωικές είναι (μεταγωγές ρουτίνας με ελικόπτερα και κάπου-κάπου με καμιά βάρκα), αλλά χαρακτηρίζονται έτσι με φωνή που ραγίζει από θαυμασμό και συγκίνηση. Οι νέοι των χωριών, που έδρασαν πραγματικά ηρωικά σε αντίξοες συνθήκες για να σώσουν τους γέρους και τους ανήμπορους, χαρακτηρίζονται «εθελοντές», εντασσόμενοι κι αυτοί σ’ ένα ενιαίο κρατικό σύστημα πολιτικής προστασίας, με το οποίο δεν έχουν καμιά σχέση.
Ετσι, πέρα από την εντυπωσιοθηρία και το κυνήγι της τηλεθέασης, έχουμε μια διαδικασία εκτόνωσης της λαϊκής οργής, με την τηλεοπτική εικόνα και το ραδιοφωνικό μικρόφωνο ως διαμεσολαβητές, και παράλληλα την καλλιέργεια σύγχυσης, μέσω αποσπασματικών αναφορών, μισών αληθειών και ψεμάτων.
Εκείνο που είναι «πέρα από κάθε συζήτηση» είναι το «πρωτοφανές» του φαινόμενου. Βγάζουν έναν δυστυχή κάτοικο πληγείσας περιοχής που λέει ότι «εγώ δεν θυμάμαι να έχει ξαναγίνει τέτοια νεροποντή» κι εκεί, χρατς, πέφτει το ψαλίδι. Μετά βγάζουν τον μετεωρολόγο που αρχίζει το παιχνίδι με τα χιλιοστά βροχής. Ούτε αυτός έχει διάθεση να πει αν θα μπορούσε να υπάρξει αποτελεσματική άμυνα και με τόσα χιλιοστά βροχής, ούτε αυτοί τον ρωτάνε.
Η όποια κριτική τους εξαντλείται στην καθυστέρηση επέμβασης της Πολιτικής Προστασίας (κι αν «καρατομηθεί» ο Κικίλιας δεν πειράζει, εδώ «καρατομήθηκε» ο Στυλιανίδης που ο Μητσοτάκης τον κουβάλησε σαν «μεταγραφή αεροδρομίου» και τα Μέσα που σήμερα τον έχουν ξεχάσει τον παρουσίαζαν σαν… κορυφαίο ειδικό στην Ευρώπη στα θέματα της πολιτικής προστασίας).
Δηλαδή, θεωρούν δεδομένο ότι τέτοιες νεροποντές δεν αντιμετωπίζονται και γι’ αυτό το μόνο που θα πρέπει να περιμένουμε από το κράτος είναι να επέμβει αμέσως σε επίπεδο διάσωσης ανθρώπων (μόνο ανθρώπων) και περίθαλψης των πληγέντων. Δεν πρόκειται ποτέ να βγάλουν έναν επιστήμονα που θα πει ότι και αυτό το φυσικό φαινόμενο είναι αντιμετωπίσιμο, φτάνει να γίνουν σωστά αντιπλημμυρικά έργα στο βουνό (φράγματα βάρους) και στη συνέχεια αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις σε όλη τη διαδρομή χειμάρρων και ποταμών μέχρι τη θάλασσα, αλλά και στα δίκτυα αποχέτευσης ομβρίων των πόλεων, που είναι πεπαλαιωμένα, ασυντήρητα και κυρίως εξαιρετικά χαμηλής χωρητικότητας για να ανταποκριθούν στις ανάγκες πόλεων που έχουν μεγαλώσει και εξακολουθούν να μεγαλώνουν.
Υπάρχουν και τέτοιοι επιστήμονες, αλλά… δεν συμφέρουν. Προτιμούν να βγάζουν κάτι καραγκιόζηδες, όπως εκείνος που υποστήριζε με ύφος «ακούτε τι σας λέω εγώ;», ότι ο κάμπος της Καρδίτσας δημιουργήθηκε από τις πλημμύρες των ποταμών και έγινε εύφορος από τη λάσπη που εναποτέθηκε απ’ αυτές τις πλημμύρες, γι’ αυτό… θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις πλημμύρες! Πόσες χιλιάδες (ή μήπως εκατομμύρια;) χρόνια πίσω πρέπει να γυρίσουμε; Σε ποια γεωλογική εποχή του πλανήτη. Σε ποια ιστορική ή προϊστορική εποχή των ανθρώπων που κατοίκησαν τούτο τον τόπο; Μήπως να κάνουμε και ανθρωποθυσίες, όπως έκαναν οι Μυκηναίοι και οι Μινωίτες, για να εξευμενίσουμε τα θεϊκά πνεύματα;
Ο πιο χυδαίος επιστημονικός πριμιτιβισμός επιστρατεύεται για να υπηρετήσει τον πολιτικό αμοραλισμό της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων.
Το πρώτο συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι χρειαζόμαστε αντιπληροφόρηση. Αντιπληροφόρηση στηριγμένη στα συμπεράσματα της πιο σύγχρονης επιστήμης και τεχνικής, ώστε να κάνει σκόνη τα επιστημονικοφανή και ψευδοεπιστημονικά ιδεολογήματα που τα αστικά Μέσα προσπαθούν να εγχύσουν σαν ενέσιμο διάλυμα στους εγκεφάλους των ανθρώπων του λαού.
Μόνο με ένα διαρκές κύμα επιστημονικής αντιπληροφόρησης μπορούμε να αποσπάσουμε την εργατική τάξη, τα φτωχολαϊκά και τα εργαζόμενα μικροαστικά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου από τη δηλητηριώδη επιρροή των αστικών ιδεολογημάτων. Αν δεν φωτιστεί η αλήθεια, δεν κερδίζεται η ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία. ‘Η, για να το πούμε όπως το έλεγε ο Λένιν, χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα.
Δεύτερο, χρειαζόμαστε κίνημα με διεκδικήσεις και όχι με γενικόλογα και αόριστα συνθήματα. Κίνημα απεγκλωβισμένο από το θανάσιμο εναγκαλισμό των αστικών αντιπολιτεύσεων που απλώς ψηφοθηρούν έναντι μιας πολλαπλά εκτεθειμένης κυβέρνησης. Και απεγκλωβισμένο, επίσης, από κάθε πολιτική λαϊκισμού και κιτρινισμού.
Ξέρουμε πολύ καλά ότι σε περιπτώσεις καταστροφών από φυσικά φαινόμενα, σύντομα παραμερίζεται η συζήτηση για τα αίτια και τα πάντα επικεντρώνονται στη διεκδίκηση των αποζημιώσεων για τους πληγέντες. Και καλά οι πληγέντες, έχουν τον πόνο τους καθώς αντιμετωπίζουν το φάσμα της οικονομικής καταστροφής, οι μη αστικές πολιτικές συλλογικότητες, όμως, γιατί σέρνονται στην ουρά των πληγέντων, αντί να μπολιάσουν τα αιτήματά τους για αποζημιώσεις με τα αιτήματα για έργα προστασίας από τα φυσικά φαινόμενα;
Μ’ αυτόν τον τρόπο, οι πληγέντες μετατρέπονται σε σύγχρονους Σίσυφους, αφού αργά ή γρήγορα ξαναπλήττονται και πρέπει να ξαναρχίσουν από την αρχή. Και ο μεγάλος κερδισμένος είναι το καπιταλιστικό σύστημα, που έχει πάντοτε εναλλακτικές λύσεις για ν’ αντικαταστήσει μια φθαρμένη κυβέρνηση.
Δεν έχουμε αυταπάτες ότι μέσα στον καπιταλισμό μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική κρατική άμυνα απέναντι στην καταστροφικότητα των φυσικών φαινομένων. Αν όμως υπάρξει διεκδικητικό κίνημα για όλα τα περιβαλλοντικά ζητήματα, που σχετίζονται με την ασφάλεια και τη ζωή μας, θα υπάρξουν και επιμέρους κατακτήσεις.
Ενα τέτοιο κίνημα, πέρα από τις άμεσες διεκδικήσεις και τις επιμέρους κατακτήσεις, θα τροφοδοτήσει με τα αιτήματά του το πρόγραμμα της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού και της οικοδόμησης του κομμουνισμού. Γιατί δε θα ποδηγετείται από γραφικούς, ρεφορμιστές και οικολογικά λαμόγια, αλλά θα αποτελεί τμήμα του κινήματος της κοινωνικής απελευθέρωσης.