Σε πρόσφατη συνέντευξή της η γαλλίδα υπουργός Οικονομικών αποκάλυψε ότι ο έλληνας ομόλογός της Ι. Παπαθανασίου έχει δεσμευτεί ενώπιον του Ecofin, ότι τον Ιούνιο θα πάρει πρόσθετα μέτρα για να πετύχει το στόχο του φετινού ελλείμματος.
Εμμέσως πλην σαφέστατα, ο Παπαθανασίου επιβεβαίωσε τη γαλλίδα υπουργό, δηλώνοντας αμέσως μετά τη δημοσίευση των τελευταίων στοιχείων της Eurostat, που ανέβασαν το έλλειμμα του 2008 στο 5% του ΑΕΠ: «Είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε τις αναγκαίες προσαρμογές, για να διασφαλίσουμε τη δημοσιονομική εξυγίανση μέσα στα χρονοδιαγράμματα, στα οποία έχουμε δεσμευτεί. Εχουμε καταστήσει σαφές ότι τον Ιούνιο θα έχουμε μια καθαρή εικόνα για την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για το 2009 και τα αποτελέσματα των μέτρων που έχουμε ήδη ανακοινώσει».
Τα πρόσθετα μέτρα που θα παρθούν θα έχουν χαρακτήρα «σοκ». Δεν γίνεται αλλιώς. Το 2008 το έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 5% (χωρίς και αυτό να είναι το τελικό ποσοστό, αφού στηρίζεται σε στοιχεία που χορήγησε η ελληνική κυβέρνηση και όχι σε αυτοτελή έλεγχο των υπηρεσιών της Κομισιόν), με ρυθμό ανάπτυξης 2,9%. Δηλαδή, με οικονομική δραστηριότητα που έδινε έσοδα από ΦΠΑ και φόρο εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων. Πώς μπορεί να μειωθεί το έλλειμμα το 2009, με μηδενική ή και αρνητική ανάπτυξη, δηλαδή με σημαντικότατη μείωση των βασικών πάγιων εσόδων του προϋπολογισμού; Θα είχαμε ήδη και άλλα μέτρα «σοκ» (πέρα από το πάγωμα των αυξήσεων στους μισθούς του δημόσιου και τις συντάξεις), αν δεν μεσολαβούσαν οι ευρωεκλογές και οι συνακόλουθες πολιτικές ανάγκες της κυβέρνησης, που παίζει το τελευταίο της χαρτί.
Παλιά υπήρχε η άποψη πως μια πολιτικά αδύναμη κυβέρνηση δεν μπορεί να πάρει σκληρά αντιλαϊκά μέτρα, επειδή φοβάται το πολιτικό κόστος. Ο μύθος αυτός, που συνόδευε την περίοδο της «μεταπολίτευσης» έχει πλέον διαλυθεί. Μια παραπαίουσα κυβέρνηση παίρνει με ευκολία αντιλαϊκά μέτρα, διότι θεωρεί ότι δεν έχει ελπίδες ανάκαμψης, οπότε το στενό κομματικό συμφέρον υποχωρεί και κυριαρχεί μόνο το συμφέρον του συστήματος. Τα προβλήματα διαχείρισης της κρίσης του καπιταλισμού ενισχύουν την τάση απαγγίστρωσης από το στενό κομματικό συμφέρον και εμμονής στο γενικότερο συμφέρον του συστήματος. Ουσιαστικά, η διακυβέρνηση παίρνει δικτατορικό χαρακτήρα.
Αυτή η πραγματικότητα σε ένα μόνο συμπέρασμα οδηγεί. Οτι οι εργαζόμενοι και οι νέοι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από το κοινοβουλευτικό παιχνίδι. Το πραγματικό παιχνίδι ή θα παιχτεί στους δρόμους ή δεν θα υπάρξει. Ας τελειώνουμε με τις αυταπάτες.