«Η εν Πάτραις περιφερειακή επιτροπή του κομμουνιστικού κόμματος, εκπροσωπούμενη κατά τας αρχάς του διαρρεύσαντος έτους (1938) υπό του Μπελογιάννη Νικολάου του Γεωργίου, ετών 24, τελειοφοίτου της Νομικής, εξ Αμαλιάδος, όστις ενεφανίζετο και έδρα υπό τα ψευδώνυμα Γιάννης, Κώστας και Ανδρέας, κατέβαλεν ιδιάζουσας προσπαθείας δια τον προσηλυτισμόν εις τας κομμουνιστικάς αρχάς ατόμων ανηκόντων κυρίως εις την εργατικήν τάξιν και δια του σχηματισμού εκ τούτων πυρήνων ικανών να ρίπτουν τα κατάλληλα επαναστατικά συνθήματα εις παρουσιαζομένας περιστάσεις». (Γ. Καραγιάννη: «Από τους μαθητικούς κομμουνιστικούς πυρήνες στην τελευταία αποστολή» – Οι μεγάλες δίκες, «Η δίκη του Μπελογιάννη», Ιστορικά-Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 2011). Στην εργατική τάξη, λοιπόν. Αμεσα. Χωρίς ενδοιασμούς. Δίχως κενές υποδείξεις και αδιέξοδη επαναστατική γυμναστική… (και ο νοών, νοείτω)
Σκατώτατος μισθός
Οταν δεν παίρνεις ούτε τα τρία (ευρώ) σε Κ.Ξ.Γ., πώς σκατά θα ζήσεις; (δεν είναι ρητορικό το ερώτημα)
…και «εξυγίανση του ποδοσφαίρου» (μπαλακίες!)

♦ «Φυλάχτε σαν τα μάτια σας τη Λαϊκή Εξουσία, έτσι θα πιάσει μοναχά ο αγώνας και η θυσία». (Από το ποίημα του Αλέξη Πάρνη «Νίκος Μπελογιάννης) – «Το βράδυ της Κυριακής 30 Μαρτίου έγινε διαδήλωση διαμαρτυρίας έξω από την ελληνική πρεσβεία και το πλήθος έσπασε τα τζάμια του κτηρίου» [Γ. Σκαλιδάκη: «Το παγκόσμιο κίνημα συμπαράστασης» (στο Μπελογιάννη). Το σπάσιμο μετά την εκτέλεση Μπελογιάννη]. Αφιερωμένο και στη «λαϊκή εξουσία» του Κορκονέ και «το τζάμι που δε θα σπάσει κατά τη διάρκειά της»…
♦ «Ολοι, ρεφορμιστές, ψευτοδημοκράτες, αγροτοπατέρες και ψευτοσοσιαλιστές ηγέτες κάθονται στις οργανώσεις διορισμένοι και προσκυνημένοι για να προδίνουν τους λαϊκούς αγώνες. Και επειδή δεν τα καταφέρνουν τώρα πια μόνο μ’ αυτούς κινητοποιούν, για να φτιάσουν καινούριο αντιλαϊκό κυματοθραύστη, και τους Ζάκηδες, τους αποστάτες σαν τον Κύρκο, τον Καραμαούνα και τους παρομοίους τους!» (από το «πρωτοχρονιάτικο μήνυμα της ΚΕ του ΚΚΕ», «Νέος Κόσμος», τ. 1, Γενάρης 1952).
♦ Το παρακάτω απόσπασμα προσφέρεται για συζήτηση, αντίθεση, αντίδραση, πολεμική, εισαγωγή (σε ό,τι δει), υπενθύμιση, προσχώρηση κ.α.τ. «Λόγου χάρη, ο Μίλτων που έγραψε για 5 λίρες στερλίνες τον “Χαμένο Παράδεισο” ήταν ένας μη παραγωγικός εργάτης. Αντίθετα, ο συγγραφέας που προσφέρει εργοστασιακή εργασία για τον βιβλιοπώλη του είναι ένας παραγωγικός εργάτης. Ο Μίλτων έχει παραγάγει τον “Χαμένο Παράδεισο” για τον ίδιο λόγο που παράγει μετάξι ένας μεταξοσκώληκας. Ηταν μια δραστηριότητα της φύσης του. Πούλησε αργότερα το προϊόν του προς 5 λίρες. Ο φιλολογικός όμως προλετάριος της Λειψίας, που παράγει βιβλία κάτω από τη διεύθυνση του βιβλιεμπόρου του (λ.χ. εγχειρίδια Πολιτικής Οικονομίας) είναι ένας παραγωγικός εργάτης, επειδή το προϊόν του είναι εξαρχής υπαγμένο στο κεφάλαιο και γίνεται μόνο για να αξιοποιηθεί. Μία τραγουδίστρια που πουλάει για δικό της λογαριασμό το τραγούδι της είναι ένας μη παραγωγικός εργάτης. Ομως η ίδια τραγουδίστρια που την έχει προσλάβει ένας επιχειρηματίας, ο οποίος τη βάζει και τραγουδάει για να βγάλει λεφτά, είναι ένας παραγωγικός εργάτης, επειδή παράγει κεφάλαιο». (Μαρξ, «Θεωρίες για την υπεραξία», πρώτο μέρος, σ. 449, Σ.Ε., 1984»).
♦ Μάλλον η Ελλάδα δεν είναι καπιταλιστική χώρα (τι ‘ν’ η πατρίδα μας;) κατά τον κ. Κ. Λαπαβίτσα (Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 14-10-12). Μάλιστα «η λεγόμενη σταθεροποίηση μετατρέπει την Ελλάδα από χώρα μεσαίου σε χώρα χαμηλού εισοδήματος». Και, ξέρετε τώρα, πώς βγαίνει αυτό: όλα τα εισοδήματα μαζί διαιρεμένα διά τον πληθυσμό… Γι’ αυτό και μεις, προσωπικά, βγήκαμε με εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ το 2011 (ενώ είμεθα άνεργοι). Οπως θα σκίτσαρε κι ο Γ. Ιωάννου «Θαύμα! Θαύμα!»…
♦ Στη γραμμή Πάγκαλου («μαζί τα φάγαμε») φαίνεται να κινείται το δημοσίευμα της Καθημερινής (14-10-12) «Γράμματα στη βασίλισσα για ρουσφέτι» – Καθόλου τυχαία σε αυτή τη συγκυρία.
♦ Δος μοι πα στω και ταν γαν κινήσω.
♦ Γιατί η οργάνωση της τάξης έχει και τις προϋποθέσεις της.
Βασίλης