Δύο χιλιάδες είκοσι τέσσερα
παραδομένοι, πεσμένοι στα τέσσερα
Την Κυριακή (28 του Γενάρη) κλείνει τα 69 χρόνια του ο άλλοτε πρόεδρος της Γαλλίας, ο Νικολάκης ο Σαρκοζί που σαρκοζεί.
Τα ‘μαθες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα;
Ο Μητσοτάκης τριγυρνάει με μια καυτή πατάτα.
Τον είδαν και βαράνε τα σήμαντρα οι παπάδες.
Ποίμνιο: Σοκ! Ανάμεσα σε δύο αφεντάδες.
«Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά». Και περιμένω να δω λεπτομερέστερα τι λένε για τον… αφανισμό οι Αμβρώσιμος, Θεόκλειστος, Ανθυμος, Ιερόφαιος, Θεόφυλλος, Σουφρώνιος, Δαντελεήμων, Γερώνυμος, Δαμασκυνός, Ευτοίχιος και λοιποί και λυπεί.
Πολύ μας άρεσε αυτή η ευγενής και έμπλεη χριστιανικής αγάπης επανάληψη της νότας «ρε»: «Ναι ρε. Είμαστε συντηρητικοί ρε. Τι πρόβλημα έχετε ρε;». Δεν μας άρεσε καθόλου η απουσία των «μι, λα, σι» (μίλα συ), νότες είναι κι αυτές, καλές ως απάντηση.
Η Εκκλησία τελικά γνωμάτευσε ημιεπίσημα ότι η ομοφυλοφιλία είναι ψυχική διαταραχή. Η Εκκλησία!
Γνωμάτευσαν κι άλλοι όμως. Τι «σπρώχνεις» ρε μεγάλε;
Τσεκούρια και αποδοχή της διαφορετικότητας ποτέ δεν συνέπλεαν ιστορικά και φυσικά δεν πρόκειται να γίνει τώρα.
Κάθε κρίση είναι και μια ευκαιρία. Μια ευκαιρία να διαπιστώσουμε σε τι βαθιά σκοτάδια οδηγούν την ανθρωπότητα, μέσα από μια παιδεία υποταγής στο παίδεμα, μέσα από μια βαριά άρρωστη υγεία, μέσα από την αποστέρηση της νοητικής λειτουργίας και τη σταδιακή αντικατάστασή της από την τεχνητή νοημοσύνη, την τεχνητή άγνοια και τον φόβο.
Μ’ αυτό το νομοσχέδιο έχει χαθεί η μπάλα:
Καινούργιο υπουργείο και μένει χωρίς Κεφάλα!
Τα τελευταία χρόνια, ο αρχηγός του ΣυΡιζΑ ή θα μιλάει καλά ελληνικά ή καλά αγγλικά. Ποτέ και τα δύο.
«Μπόρα χιονιού», «χειμωνιάτικη φωτοβολίδα», έχουν αναβαθμίσει θεαματικά το τρομοκρατικό λεξιλόγιο οι προς τούτο μίσθαρνοι showmen. Αυτοί που με πρωτοφανή έπαρση μιλάνε για «πρόγνωση» και όχι για «πρόβλεψη» (σκεφτείτε τους όρους, είναι άλλο να γνωρίζεις και άλλο να προβλέπεις, μικροί θεούληδές μου). Τεχνηέντως και με πολλά οφέλη πέρα από τη διασπορά φόβου. Για παράδειγμα, αν μια κακοκαιρία βαφτιστεί «σφοδρή» ή «ιδιαίτερη», μειώνονται κάπως οι κρατικές ευθύνες απέναντί της…
Κάθε χρόνο η ίδια μονότονη «είδηση»: «Ρεκόρ κερδοφορίας για τον Μυτιληναίο».
«Εμπορε κατάπλευσον, εξελού, πάντα πέπραται».
Οι μέρες που η εργατική τάξη είναι απούσα από την ιστορική σκηνή, μακριά από κάθε αυτοοργάνωση και κάθε σημαία, κάνουν πολλούς να νοσταλγούν ακόμα και τις μέρες που έτρεχε κάτω από ξένες σημαίες! O tempora o mores.
“Σύντροφοι πάψτε να οχυρώνεστε πίσω απ’ τις μάζες, σταματήστε να μεταθέτετε στις μάζες το ζήτημα της αντίστασης! Σταματήστε να εκλογικεύετε τον φόβο σας μπροστά στην άκρατη βία του συστήματος ως δήθεν πρόβλημα σύνδεσης και επικοινωνίας με την κοινωνία! Σταματήστε να επιδεικνύετε την αμηχανία σας ως πολυπραγμοσύνη, την ανημποριά σας ως διεισδυτική διορατικότητα” (RAF).
Ο διάλογος των ημερών στις λαϊκές αγορές, που έγιναν ελαφρολαϊκές και πάνε για ρεμπέτικες: – Εχετε POS; – Πώς; – Λέω, έχετε POS; – Πώς να έχουμε POS; – Πώς έχουν οι άλλοι; – Ελα μου ντε. Πώς;
Ο Χατζηδάκης θέλει να πληρώνουμε με «IRIS». Με τι λεφτά ρε μεγάλε;
Και πιο εκεί, η Νίκη να «βαθαίνει τη δημοκρατία μας» με τη σεμνότητα που τη διακρίνει, όπως και τον προϊστάμενό της βεβαίως. Αλλωστε το έχουν υπογραμμίσει αμφότεροι και δεν έχουμε λόγο να μην τους πιστεύουμε, «τοις κείνων (χ)ρήμασι πειθόμενοι».
Αυτό που μετά τον «εθνάρχη» (ποιον Βενιζέλο ρε;) κάθε πρωθυπουργός πρέπει να μιλάει και για τα γλυπτά του Παρθενώνα, έτσι για να μιλάει, κατάντησε γραφικό.
Από δημοσκουπίσεις συνάγεται ότι ένας στους τέσσερις έλληνες εμπιστεύεται την κυβέρνηση. «Μόνο!» σημειώνουν οι μουμουέδες. «Είναι τόσο πολλοί ακόμα;» αναρωτιόμαστε εμείς.
“Ποιος θα πληρώσει την πίκρα των κομμουνιστών, που μπροστά στον τάφο δεν έχουν ένα τοπίο να ακουμπήσουν την τρυφερότητά τους;” (Χρόνης Μίσσιος).
Κοκκινοσκουφίτσα