Δύο χιλιάδες είκοσι τέσσερα
παραδομένοι, πεσμένοι στα τέσσερα
Oπως θα δείτε και στο επετειολόγιο, ήταν 6 Γενάρη του 1907 όταν η Maria Montessori ίδρυε το πρώτο σχολείο – παιδικό σταθμό για τα παιδιά της εργατικής τάξης (Ρώμη). Και έλεγε: «Οι ρίζες της βίας και του πολέμου δεν βρίσκονται μόνο σε οικονομικούς λόγους. Βρίσκονται πρώτα απ’ όλα σ’ ένα σύστημα εκπαίδευσης που διδάσκει τον ανταγωνισμό, που αγνοεί την αγάπη και παράγει τελικά αδύναμα και υπανάπτυκτα άτομα, χωρίς ηθική αντίσταση, έτοιμα για την αγορά του πολέμου ή για οποιαδήποτε άλλη ανταγωνιστική αρένα. Ενάντια σ’ αυτή την αναχρονιστική εκπαίδευση πρέπει τώρα να αγωνιστούμε όλοι. Πριν μας σαρώσουν οριστικά η βία και ο πόλεμος».
Τέλος τα ευχολόγια και μέσα τα κεφάλια
τέλος οι ψεύτικες χαρές, επιστροφή στα χάλια.
“Στην αργατιά, στη χωριατιά, το χιόνι, η γρίπη, η πείνα, οι λύκοι, ποτάμια, πέλαγα, στεριές, ξολοθρεμός και φρίκη. Χειμώνας άγριος κι η φωτιά καλοκαιριά στην κάμαρά μου. Ντρέπομαι για τη ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου” (Κωστής Παλαμάς – “Ο δωδεκάλογος του γύφτου“).
Στο πόνημά του «Αντί αποχαιρετισμού» που μας συγκίνησε βαθύτατα, ο Κώστας Μπακογιάννης –μεταξύ πολλών άλλων και με ταξί πολλών άλλων- ενημέρωσε ότι «η Αθήνα του 2023 απέχει παρασάγγας από αυτή που παραλάβαμε το 2019». Καλά έκανε και μας το είπε, γιατί εμείς όπως και πολλοί άλλοι βραδύνοες, ούτε που το καταλάβαμε.
Λίγο πιο εκεί, ο θείος Κούλης δήλωνε ότι «είμαστε η θετική ιστορία στην ευρωζώνη». Και αυτός για τους βραδύνοες, ακούγοντάς τους να μιλάνε για ακρίβεια, ανεργία και άλλες αηδίες.
Α, ναι: Ο ασυναγωνιστικότερος προανήγγειλε «ορμητικό κύμα αλλαγών». Τα ορμητικά κύματα και τα τσουνάμι πάντως, δεν τα λες και καλά. Πολλώ δε στην πολιτική και ιδιαίτερα αν χτυπάνε την κοινωνία εκ δεξιών.
Τη στήλη πάντως απασχολεί η αντίδραση της Εκκλησίας στην κυβερνητική αποφασιστικότητα για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Και περιμένει τα νέα επεισόδια της σειράς.
Θα σου ‘λεγα τα κάλαντα καταξεφτιλισμένε
μα η Γκόλφω μου εφώναξε “παράτα τον καημένε“.
Στο «Golden hall» για «Hugo boss» η Εφη. Εσείς οι αναχρονιστικοί που δεν θέλετε νέα αριστερά, σύγχρονη και στιλάτη, πού πάτε;
Ας μην ξεχνάμε και τις περί τη γλώσσα ευαισθησίες της στήλης. Κι ας σημειώσουμε ότι υπάρχουν ρήματα που δείχνουν ομαλά, μα είναι τελείως ανώμαλα. Oπως -για παράδειγμα- τα “θεοχάρω, θεοχάρηκα“, «μενδώνω, έχω μενδώσει», «κεραμέω, κεραμιόμαστε», «πιερρακακίζω, πιερρακακίζεις», «βρουτσίζω, θα βρουτσιστώ», «αγαπηδάω, αγαπηδώ, αγαπηδήχτηκα», «θεμιστοκλαίω, θεμιστοκλαίς, θα θεμιστοκλάψεις», «ταχιάω, τάχιασα, έχω ταχιάσει», «βουλτεύω, θα βουλτέψει», «ράπτω, ράπτομαι», «κικιλιάζω, κικιλιάζομαι», «τουρνώ, τουρνάς, τούρνεψα», «μαρινακίζω, μαρινακίζομαι» και άλλα.
“Ο εργάτης είναι πτωχός και ουδένα λόγον έχει να είναι ευχαριστημένος εκ της καταστάσεώς του. Συναισθάνεται ότι είναι αδικημένος από την κοινωνίαν και αν δεν το συναισθάνεται, η αναισθησία αύτη είναι κακόν έτι χειρότερον από την πτωχείαν. Ο εργάτης οφείλει να γνωρίζει ότι μόνη η εργασία του είναι οπού παράγει όλα τα αγαθά του βίου και οφείλει προσέτι να γνωρίζει ότι άλλος χαίρεται και απολαμβάνει τα αγαθά ταύτα. Ας το είπωμεν καθαρά: Η τάξις των κεφαλαιούχων εξουσιάζει τα μέσα της παραγωγής του πλούτου της χώρας -δηλαδή τα εργοστάσια, τα ατμόπλοια, τους σιδηροδρόμους, τας τραπέζας και το έδαφος. Δια να προμηθευθείς ενδύματα, τροφάς και στέγην πρέπει να γίνει χρήσις και του εδάφους και των μηχανών. Εάν λοιπόν μία τάξις εξουσιάζει αυτά τα απαραίτητα μέσα της παραγωγής, είναι προφανές ότι η τάξις αύτη ημπορεί ν’ απαιτήση παρά σού του εργάτου (παρά της τάξεως δηλαδή η οποία δεν τα εξουσιάζει) οσονδήποτε ενοίκιον ευαρεστείται δια την χρήσιν αυτών. Και τι ευαρεστείται να απαιτεί; Παν ό,τι παράγεις, εκτός μόνον του ολίγου εκείνου το οποίον καλείται «μισθός» και το οποίον σου επιτρέπει να κρατείς, τόσον μόνον όσον αρκεί να συντηρείς την απλήν ύπαρξίν σου” (Πλάτων Δρακούλης).
Πάει, χάλασε ο κόσμος! Απίστευτο, πρωτοφανές! Συνελήφθη ο διοικητής του τμήματος δίωξης ναρκωτικών του λιμεναρχείου Πειραιά για διακίνηση κοκαΐνης.
Κοκκινοσκουφίτσα