Παρότι το βιβλίο αυτό του γνωστού αιγύπτιου συγγραφέα έχει εκδοθεί στην Ελλάδα εδώ και πέντε χρόνια, διατηρεί ακέραια την αξία του για δύο τουλάχιστον λόγους.
Πρώτον, γιατί, αν και μυθιστόρημα, αποτελεί ένα σχεδόν πλήρες χρονικό της εξέγερσης κατά του καθεστώτος Μουμπάρακ και όσων ακολούθησαν αμέσως μετά.
Δεύτερον, γιατί όσα προηγήθηκαν των γεγονότων του 2011, όσα ακολούθησαν και όσα συνταρακτικά συμβαίνουν και θα συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή έχουν άμεση σχέση με την κατάσταση στην πολύπαθη αυτή χώρα που ήταν ανέκαθεν το κλειδί των εξελίξεων στην περιοχή.
Ο Αλ-Ασουάνι, ίσως ο πιο πολυδιαβασμένος και πολυμεταφρασμένος εν ζωή άραβας συγγραφέας, έγινε ευρύτατα γνωστός με το βιβλίο του Μέγαρο Γιακουμπιάν που κέρδισε εκατομμύρια αναγνώστες και αποτέλεσε μια ακριβή τοιχογραφία της σύγχρονης Αιγύπτου. Στην Ανεκπλήρωτη Δημοκρατία (στην οποία παρεμβάλλονται και αυθεντικές μαρτυρίες ανθρώπων που υπέστησαν την δολοφονική καταστολή του στρατού και της αστυνομίας το 2011), μέσα από ένα αγωνιώδες χρονικό αφύπνισης, μεταστροφής και δράσης των χαρακτήρων του, αναδύεται μια παραστατική περιγραφή των κινητήριων δυνάμεων της αιγυπτιακής αραβικής άνοιξης, των κοινωνικών τάξεων, της καταθλιπτικής επιρροής της θρησκείας, ένα κατατοπιστικό πορτρέτο της αιγυπτιακής κοινωνίας. Ο (και χρονικογράφος) Αλ-Ασουάνι παρακολούθησε όλη την εξέλιξη της εξέγερσης στους δρόμους μέρα με την ημέρα και τα γραφόμενά του αποκτούν ιδιαίτερη αξία.
Σε αυτό το βιβλίο εκτίθενται η δραματική κατάσταση των εργατών της τσιμεντοβιομηχανίας, οι κομπίνες των ιταλών ιδιοκτητών της, οι απόψεις των προσκυνημένων πρώην αγωνιστών κατά της δικτατορίας, η αχαλίνωτη διαφθορά και τα προνόμια των στρατιωτικών και της κυρίαρχης ελίτ, η παντοκρατορία του στρατού, της αστυνομίας,της Κρατικής Ασφάλειας, της υπηρεσίας πληροφοριών, των ΜΜΕ και της Δικαιοσύνης, τα απίστευτα βασανιστήρια κατά των αντιφρονούντων, που άλλες στρατιωτικές δικτατορίες δεν έχουν καν διανοηθεί, και τέλος οι συνεννοήσεις των στρατηγών με τους επικεφαλής της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, την οποία προόριζαν ως διάδοχη κατάσταση του καθεστώτος, θεωρώντας την ως το μικρότερο κακό και έχοντας σχεδιάσει από την πρώτη στιγμή το πραξικόπημα εναντίον της.
Η φράση-κλειδί στο βιβλίο του Αλ-Ασουάνι βγαίνει από το στόμα ενός στρατηγού: «η παραίτηση του Μουμπάρακ θα είναι το πρώτο και το τελευταίο πράγμα για το οποίο θα χαρούν οι συνωμότες της πλατείας Ταχρίρ».
Πάνω απ´ όλα, αυτό το βιβλίο είναι σημαντικό γιατί σε αυτό εκτυλίσσεται βήμα-βήμα όλη η τακτική και στρατηγική της αιγυπτιακής αστικής τάξης:
- Ο συντονισμός όλων των μερίδων της, στους εκπροσώπους των οποίων ανατέθηκαν συγκεκριμένα καθήκοντα.
- Ο λεπτομερής σχεδιασμός μιας εξωφρενικής προπαγάνδας,κατά την οποία οι κυβερνώντες αμερικανόδουλοι συνεργάτες του Ισραήλ κατηγορούσαν τους εξεγερμένους σαν πληρωμένους πράκτορες της Αμερικής και των σιωνιστών!
- Η σύσταση νέων τηλεοπτικών μέσων (κάποια με αυστηρό θρησκευτικό μανδύα) με καταιγισμό εντελώς ψευδών πληροφοριών, πλήρη παραποίησητων γεγονότων και δήθεν ομολογίες μετάνοιας υποτιθέμενων πρακτόρων, που στην πραγματικότητα ήταν ηθοποιοί με καλυμμένα πρόσωπα και διατεταγμένους ρόλους. Ταυτόχρονα τα πλήρως ελεγχόμενα από τον Στρατό ΜΜΕ κατηγορούσαν τους νεολαίους της πλατείας Ταχρίρ για σεξουαλική ελευθεριότητα, ξεσηκώνοντας την οργή των μουσουλμάνων.
- Η δήθεν εξέγερση στις φυλακές,κατά την οποία αφέθηκαν ελεύθεροι 35.000 ποινικοί κρατούμενοι, προκειμένου να δημιουργηθεί χάος, φόβος και ανασφάλεια στον πληθυσμό.
- Ο εξοπλισμός παρακρατικών συμμοριών που επιτίθεντοστις περιουσίες ανθρώπων και στους εξεγερμένους για εκφοβισμό.
- Η κλοπή ολόκληρων φορτηγών με εμπορεύματα αυτοδιαχειριζόμενων εργοστασίων που λειτουργούσαν χωρίς αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αλλά με αλλαγή της διεύθυνσής τους.
- Η δολοφονική επίθεση κατά των Κοπτών που συμμετείχαν στην εξέγερση προκειμένου να τρομοκρατηθούν και να εξαφθούν οι θρησκευτικές αντιθέσεις με τους μουσουλμάνους.
- Η ενορχηστρωμένη από το Στρατό και τις παρακρατικές συμμορίες μπελτατζί επίθεση και καταστροφή χριστιανικών εκκλησιων,με τη συνεργασία του περιβόητου Ισλαμικού Κράτους (το οποίο τα επόμενα χρόνια ο δικτάτορας Σίσι υποτίθεται ότι πολεμά στο Σινά όμως καμία πληροφορία που δίνει το καθεστώς δεν έχει επιβεβαιωθεί καθώς υπάρχει πλήρης απαγόρευση στην πρόσβαση των δημοσιογράφων εκεί).
- Το δολοφονικό όργιο του Στρατού στην περιοχή Μασπερό,κατά την οποία τα τανκ κυνηγούσαν με δαιμονιώδη ταχύτητα διαδηλωτές στα πεζοδρόμια και τους πολτοποιούσαν.
- Το κλείσιμο των εργοστασίων των οποίων οι εργάτες εξεγέρθηκαν και η απαγόρευση των απεργιών.
••••••
Ολη αυτή η τακτική είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ευκολότερα απ’ όσο ανέμενε το καθεστώς. Η άγρια κρατική καταστολή άφησε πίσω της περίπου 1.000 νεκρούς, περισσότερους από 4.500 τραυματίες, από τους οποίους το 70% ήταν εργάτες, και ατελείωτες συλλήψεις. Ακόμα σήμερα, υπολογίζονται σε τουλάχιστον 70.000 οι πολιτικοί κρατούμενοι.
Αλλά η μεγαλύτερη νίκη της αντίδρασης υπήρξε στο πολιτικό και ιδεολογικό πεδίο. Μέσω της αχαλίνωτης προπαγάνδας, ο Στρατός προβλήθηκε, επιβλήθηκε και τελικά υποστηρίχτηκε από ευρύτατα λαϊκά στρώματα σαν ο θεματοφύλακας της σταθερότητας και της ασφάλειας των πολιτών, κόντρα στην ακυβερνησία,την αναρχία και τα διογκούμενα οικονομικά προβλήματα ,καθώς οι οικονομικές πιέσεις από το ΔΝΤ αυξήθηκαν μόλις διαφάνηκε η επικράτηση των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Οι τελευταίοι, αφού συναίνεσαν στην καταστολή του κινήματος, το μόνο που απαίτησαν από τους στρατηγούς ήταν η απρόσκοπτη λειτουργία και αύξηση των χώρων λατρείας. Οταν κέρδισαν τις εκλογές, η προσπάθεια μεγαλύτερης επιρροής της ισλαμικής θρησκείας στην κοινωνική ζωή δυσαρέστησε τους κοσμικούς που συνοδοιπόρησαν μαζί τους στην εξέγερση κατά του Μουμπάρακ, ενώ οι ίδιοι παραμέρισαν τις κοινωνικές συμμαχίες πάνω στις οποίες μπορούσαν να στηριχτούν και συμμάχησαν με το στρατό.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος Μόρσι «τόλμησε» να αποστρατεύσει τον στρατάρχη Ταντάουι, επί εικοσαετία αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων του Μουμπάρακ, και έβαλε αμέσως στη θέση του ως υπουργό Αμυνας και επικεφαλής του ανώτατου συμβουλίου των Ενόπλων Δυνάμεων τον αρχιβασανιστή και αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι, έναν άνθρωπο των Αμερικάνων, που έκανε για χρόνια στρατιωτικές σπουδές σε Βρετανία και Αμερική.
Μέσα σε ένα χρόνο, ο Σίσι οργάνωσε τη φθορά, την υπονόμευση και το πραξικόπημα του στρατού εναντίον του Μόρσι και μετά από τρεις θητείες απόλυτης δικτατορικής διακυβέρνησης φιλοδοξεί να γίνει ο ισόβιος δικτάτορας της Αιγύπτου. Επί των ημερών του το χρέος της Αιγύπτου υπερτριπλασιάστηκε, ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 40% , το νόμισμα της χώρας έχει χάσει την τελευταία διετία τα δυο τρίτα της αξίας του έναντι του δολαρίου και η νέα φαραωνική διοικητική πρωτεύουσα της χώρας, που χτίζεται στην έρημο, μακριά από το αγριεμένο πλήθος και τον κίνδυνο μελλοντικών εξεγέρσεων, τροφοδοτεί μια ανεξέλεγκτη κρίση χρέους.
Ομως ακριβώς για τους αντίθετους λόγους που ο στρατός γκρέμισε τον Μοχάμεντ Μόρσι, δηλαδή για την άνοδό του στην εξουσία ως αποτέλεσμα της εξέγερσης το 2011, πράγμα που δεν έπρεπε να θεωρηθεί επουδενί ως λαϊκή επιτυχία, και για τη σχετική υποστήριξη του παλαιστινιακού ζητήματος, ο Σίσι υποστηρίζεται αυτή τη στιγμή από όλα τα παγκόσμια οικονομικά κέντρα. Ειδικά μετά τον Κατακλυσμό του Αλ Άκσα και τον διετή πόλεμο στη Γάζα, έλαβε από το ΔΝΤ 8 δισ. δολάρια, απο την Παγκόσμια Τράπεζα 7 δισ., από την Ευρωπαϊκή Ενωση 7,4 δισ. και από τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα 35 δισ. δάνεια.
Το βιβλίο του Αλ-Ασουάνι δεν αναφέρεται στα όσα ζοφερά ακολούθησαν το πραξικόπημα κατά της πρώτης δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Σταματά στην επικράτηση του Στρατού μετά την πτώση του Μουμπάρακ και τη διάψευση των ελπίδων του αιγυπτιακού λαού για μια αξιοπρεπή πατρίδα και διαβίωση. Καθώς είπαμε, είναι ένα μυθιστόρημα και ταυτόχρονα ένα χρονικό των όσων συνέβησαν το 2011, και πέρα από τη λογοτεχνική του αξία, είναι άκρως διδακτικό. Ο Αλ-Ασουάνι είναι πλέον ένας σημαντικός εκπρόσωπος της κοινωνικοπολιτικής λογοτεχνίας στον αραβικό κόσμο. Τα βιβλία του είναι απαγορευμένα σε όλες τις αραβικές χώρες, πλην του Λιβάνου, του Μαρόκου και της Τυνησίας.
Μια μικρή αναφορά στα όσα προηγήθηκαν της εξέγερσης του 2011 θα βοηθήσει στην κατανόηση των παραγόντων που την προετοίμασαν αλλά και στην περαιτέρω κατανόηση του βιβλίου.
Στην ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος τότε συνέβαλαν κατά κύριο λόγο η Πρώτη Ιντιφάντα στην Παλαιστίνη, το 2000-2003, ο πόλεμος των ΗΠΑ εναντίον του Ιράκ, η κακή κατάσταση της οικονομίας, καθώς και η αυξανόμενη δυσαρέσκεια κατά του καθεστώτος Μουμπάρακ, ιδιαίτερα όταν διαφάνηκε η πρόθεσή του να τον διαδεχτεί ο γιος του.
Το 2004 ιδρύθηκε το Κιφάγια, μια ισχυρή αντιπολιτευόμενη δύναμη, αποτελούμενη από ισλαμιστές και σοσιαλιστές, του οποίου ιδρυτικό μέλος υπήρξε ο Αλάα Αλ-Ασουάνι. Ακολούθησαν το 2006 μεγάλες εργατικές απεργίες στην κλωστοϋφαντουργία, τσιμεντοβιομηχανία, σιδηροδρόμους και στον εκπαιδευτικό κλάδο που απαιτούσε κατάργηση των ιδιωτικών μαθημάτων που γονάτιζαν τις φτωχές οικογένειες. Οι μεγάλες αυτές απεργίες, παρότι οδήγησαν αργότερα στην ίδρυση κάποιων ανεξάρτητων συνδικάτων, είχαν καθαρά οικονομικά αιτήματα και καθόλου πολιτικούς στόχους. Αντικατόπτριζαν τη δυσαρέσκεια για τη μετάβαση από τον νασερικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, στην μετά τον Ανουάρ Σαντάτ σταδιακή ιδιωτικοποίησή της, που επιδείνωσε το βιοτικό επίπεδο και οδήγησε την Αίγυπτο στην αγκαλιά του ΔΝΤ από το 1991 και μετά.
Οι απεργίες αναπτύχθηκαν παράλληλα με τα υπόλοιπα κινήματα κατά του Μουμπάρακ, ωστόσο υπήρξε μια σαφής αλληλεπίδραση με αυτά. Η πολυδιάσπαση των κινημάτων αυτών, οι αυταπάτες για το ρόλο του στρατού και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η έλλειψη ταξικής συνείδησης, χειραφέτησης και πολιτικής αυτοοργάνωσης της εργατικής τάξης, σε συνδυασμό με την τεράστιας έκτασης καταστολή, οδήγησαν στην ήττα της εξέγερσης.
Αυτό είναι το μεγάλο δίδαγμα που επιβεβαιώνεται ξανά και ξανά στην εποχή μας. Οσο η εργατική τάξη δεν παλεύει για να αποκτήσει το κομμουνιστικό επιτελείο της, θα είναι καταδικασμένη όπως ο Σίσυφος να μην βλέπει καμία ευόδωση των προσπαθειών της. Θα στερείται ακόμα και τα στοιχειώδη αστικά δικαιώματα, όπως αυτά της ελευθερίας του Τύπου και της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι.
Στην Αίγυπτο οι απεργοί οδηγούνται στα στρατοδικεία και οι διαδηλωτές φυλακίζονται μέχρι και για δώδεκα χρόνια αν συλληφθούν. Σε αυτή τη χώρα υπάρχει απόλυτη λογοκρισία, ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου διώκεται και ζει εξόριστος στην Αμερική, καθώς δεν του επιτρέπεται η είσοδος στην πατρίδα του.
Η Αίγυπτος είναι η μόνη αραβική χώρα που δεν έγιναν διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης. Οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και η τροπή που έχει λάβει το Παλαιστινιακό δικαιώνουν απόλυτα την επιβολή της αμερικανόπνευστης δικτατορίας στην Αίγυπτο και επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι χωρίς κάποια προοδευτική πολιτική αλλαγή σε αυτή τη χώρα δεν μπορεί να υπάρξει ευνοϊκός συσχετισμός δυνάμεων υπέρ των Παλαιστίνιων και των υπολοίπων λαών στην περιοχή.
Ε.Σ.