Να λαξεύω τα ξεθαμμένα κόκκαλα και μετά, με τη μύτη τους, να χαράζω το δέρμα του παρόντος: μόνο αυτό ξέρω να κάνω.
Ζοζέφ Αντράς
Αυτό είναι αλήθεια. Στα περισσότερα βιβλία του ο Ζοζέφ Αντράς κάνει ακριβώς αυτό: ανασταίνει αγώνες του παρελθόντος, ζωντανεύει νεκρούς ήρωες και δίνει φωνή σε παραγνωρισμένους, καθημερινούς ανθρώπους που τους στέρησαν το δικαίωμα στη ζωή.
Η Νουντέμ Ντουράκ είναι μια από τους περίπου 60.000 πολιτικούς κρατούμενους που βρίσκονται φυλακισμένοι στις τουρκικές φυλακές. Συνελήφθη στα δεκαεννιά της χρόνια, το 2015, και εκτίει ποινή 19ετούς κάθειρξης μόνο και μόνο γιατί με το τραγούδι της ήθελε να συντηρήσει και να κρατήσει ζωντανές τις πολιτιστικές παραδόσεις του κουρδικού λαού. Στο πλαίσιο μιας διεθνούς καμπάνιας για την απελευθέρωση της Νουντέμ Ντουράκ, ο Αντράς συμβάλλει με αυτό του το βιβλίο, «αναζητώντας στο πρόσωπό της την αρχαία φωτιά που κουβαλούν οι αντιφρονούντες».
Πιστός στην παράδοση της Σιμόν ντε Μποβουάρ, σύμφωνα με την οποία «η προσπάθεια να προσελκυστεί η προσοχή στην περίπτωση μιας ατομικής αδικίας θα έχανε τον στόχο της, αν δεν ήταν κατορθωτό να προκληθεί αποστροφή –με πολιτικούς όρους- για την κατάσταση ενός ολόκληρου πληθυσμού», ο Αντράς ήταν υποχρεωμένος να δώσει ένα περίγραμμα του κουρδικού ζητήματος, όσο το ερεύνησε και όπως το αντιλήφθηκε. Μπορεί το κουρδικό ζήτημα να μην είναι πλέον στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, εξακολουθεί όμως να είναι ζωντανό χάρις στην αντίσταση των Κούρδων απέναντι στην ακούραστη τουρκική επιθετικότητα και καταπίεση.
Ο Ζ. Αντράς με αυτό του το βιβλίο συμβάλλει στη ζωτική ανάγκη να συντηρηθεί αυτή η επικαιρότητα. Αυτό είναι ένα σημαντικό ζήτημα, άσχετα από το γεγονός ότι οι πηγές και οι αναφορές του συγγραφέα περιορίζονται στην ταύτιση του κουρδικού αγώνα με την πορεία του ΡΚΚ και του αδιαφιλονίκητου ηγέτη του Αμπντουλάχ Οτζαλάν.
Δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι ο Αντράς υποστηρίζει ή ταυτίζεται με τις θέσεις του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, ωστόσο μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του αναδύονται οι νεφελώδεις απόψεις του ίδιου σχετικά με σημαντικά οφθαλμοφανή ζητήματα αρχών, στα οποία θα έπρεπε να τηρηθεί σαφής απόσταση από οποιονδήποτε τοποθετεί τον εαυτό του στο αντι-ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο.
Για παράδειγμα, όταν γίνεται λόγος για την μάχη του Κομπάνι, όπου κούρδοι αντάρτες με τη βοήθεια των Αμερικανών απώθησαν τους επιτιθέμενους του ISIS, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα αυτή «η στρατιωτική συμμαχία εξακολουθεί να έχει τη σημασία της» (συνέντευξη της αντιπροέδρου του PYD, βραχίονα του PKK στη Συρία, στην «Καθημερινή» 21.02.2024).
Είναι προφανές ότι η αντίσταση των Κούρδων, που αναπτύσσεται εκτός από την Τουρκία, στο Ιράκ, στο Ιράν και στη Συρία, έχει άγνωστες πλευρές λόγω έλλειψης δεδομένων και επαρκούς πληροφόρησης. Αυτό δεν αλλάζει την αναγκαιότητα σε αυτή την βιβλιοκριτική να δοθεί και από εμάς ένα περίγραμμα του Κουρδικού ζητήματος που στην Ελλάδα τη δεκαετία κυρίως του 1980 εργαλειοποιήθηκε από την εγχώρια αστική τάξη, λόγω του ανταγωνισμού της με την Τουρκία.
Το Κουρδικό ζήτημα αναδύθηκε τη δεκαετία του 1960, όταν η ανάπτυξη της τουρκικής Αριστεράς έθεσε ζήτημα επαναπροσδιορισμού και επανασύνδεσης των Κούρδων με το ιστορικό τους παρελθόν και τα εθνικά τους δικαιώματα. Σφοδροί αγώνες και μεγάλες θυσίες σημάδεψαν εκείνη την περίοδο, κατά την οποία Κούρδοι και Τούρκοι μάχονταν από κοινού την τουρκική αστική τάξη. Σχεδόν μιάμιση δεκαετία μετά, το 1978, με την ίδρυση του PKK, o Οτζαλάν απέσπασε εν πολλοίς το Κουρδικό ζήτημα από την επιρροή της Αριστεράς και καπηλευόμενος τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό αυτού του κινήματος, του προσέδωσε εθνικιστικό χαρακτήρα, αποκτώντας ευρύτερη βάση σε ένα πληθυσμό με μισοφεδουαρχικές επιβιώσεις και χαμηλά κριτήρια.
Πολιτεύτηκε με αστικό πραγματισμό, χωρίς αρχές, χρησιμοποιώντας το παρασκήνιο, την παραδιπλωματία και τις συμμαχίες με μυστικές υπηρεσίες.
Τα πάρε δώσε με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες, τους διάφορους Καλεντερίδηδες και Ναξάκηδες, των οποίων τα αφεντικά ήλπιζαν ότι μέσω των Κούρδων θα καταφέρουν να αποσταθεροποιήσουν το τουρκικό καθεστώς, κράτησε αρκετά χρόνια, ωσότου το 1999 η κυβέρνηση Σημίτη, πρωτοστατούντος του «μεγάλου τραγουδιστή» Θεόδωρου Πάγκαλου και σε συνεργασία με τη CIA, την τουρκική ΜΙΤ, τη Μοσάντ και μερικές άλλες μυστικές υπηρεσίες, παρέδωσε τον επί μήνες περιπλανώμενο Οτζαλάν, στον οποίο καμιά «ευαίσθητη» ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν έδωσε το πολιτικό άσυλο που δικαιούταν, στις τουρκικές αρχές που έκτοτε τον κρατούν σε απομόνωση, εδώ και 24 χρόνια, στις φυλακές του νησιού Ιμραλί.
Η Τουρκία και σε αυτή την περίπτωση απέδειξε την ισχυρή της θέση στο ΝΑΤΟ και την προστασία που απολαμβάνει από τις διεθνείς ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Οσο για την ελληνική αστική τάξη, όταν επιτέλους κατάλαβε ότι δεν μπορεί να παίξει άλλο το κουρδικό χαρτί, ότι δεν φτουράει απέναντι σε μια ισχυρή σταθεροποιημένη Τουρκία, πούλησε τον ταλαίπωρο, φιλόδοξο, εν δυνάμει σύμμαχό της Οτζαλάν στο τουρκικό καθεστώς. Ούτε ο ένθερμος δικηγόρος του Φαήλος Κρανιδιώτης (δεν χρειάζεται πολιτικές συστάσεις) μπόρεσε να σώσει τον φουκαρά Οτζαλάν. Η κυβέρνηση Σημίτη απέλυσε και τρεις υπουργούς κι έκατσε στα αυγά της και όλοι μαζί εκδικούνται από τότε συχνά-πυκνά τους κούρδους και τούρκους πολιτικούς πρόσφυγες στη χώρα μας με στημένες διώξεις και απελάσεις για το χατίρι του Ερντογάν.
Από την άλλη, ο φυλακισμένος… φιλόσοφος Οτζαλάν εντρύφησε σε «νέες» θεωρίες και το 2013 είδε το φως το αληθινό: κάλεσε το PKK σε αφοπλισμό και μονομερή παύση πυρός και διακήρυξε το «ελεύθερο Κουρδιστάν» αντί για το «ελεύθερο και ανεξάρτητο Κουρδιστάν», στο πλαίσιο της ειρηνικής συνύπαρξης με την Τουρκία και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών τους!
Τι είχε αλλάξει; Τι είχε προηγηθεί; Απολύτως τίποτα. Απλώς ο Οτζαλάν μετέτρεψε τη σύλληψη και την προσωπική του ήττα σε ήττα ολόκληρου του κουρδικού λαού.
Τα προηγούμενα χρόνια ο Οτζαλάν υιοθέτησε την «οικολογία της ελευθερίας», σύμφωνα με την οποία πάντα υπάρχει η προοπτική επιστροφής σε παλαιότερες αρμονικές και αλληλέγγυες κοινότητες. Στη θέση του ένοπλου αγώνα τοποθέτησε τον «δημοκρατικό συνομοσπονδισμό και την κοινωνική οικολογία», όπως την ανέπτυξε ο αμερικανός (ριζοσπάστης κατά δήλωση του) Μάρεϊ Μπούκτσιν, με τον οποίο κατάφερε να ανταλλάξει επιστολές, δηλώνοντας καλός μαθητής του. Σύμφωνα με το κακοχωνεμένο μείγμα προυντονισμού και κροποτκινισμού του Μπούκτσιν, η άνοδος των εθνικών κρατών και του καπιταλισμού δεν ήταν αναπόφευκτα φαινόμενα. Επίσης, η εργατική τάξη δεν είναι η κινητήρια δύναμη της Ιστορίας, ούτε χρειάζεται να οργανωθεί, αφού πλέον η αντίθεση δεν είναι ανάμεσα σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, αλλά ανάμεσα στα κράτη και τον εξουσιαζόμενο πολίτη που είναι το νέο επαναστατικό υποκείμενο. Δεν χρειάζεται κολλεκτιβοποίηση της γης ή κοινωνικοποίηση της βιομηχανίας, αλλά ο έλεγχός τους από συνελεύσεις ελεύθερων μικρών κοινοτήτων.
Οταν πέθανε ο Μπούκτσιν το 2006, το PKK υποσχέθηκε ότι θα κάνει πράξη τις θεωρίες του. Και κάπως έτσι έδωσε ώθηση στο πείραμα της Ροζάβα, που έγινε το φωτεινό παράδειγμα του Οτζαλάν αλλά και μιας σειράς αναρχικών ομάδων που πρόσθεσαν τον Οτζαλάν στην χορεία των πρωτοπόρων ηγετών αυτού του κόσμου. Βέβαια, ο γενικός στόχος, που είναι «η δημιουργία στη Μέση Ανατολή μιας πολυπολιτισμικής, οικολογικής συνομοσπονδίας κοινοτήτων», δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα, αλλά και η Ροζάβα καλή είναι. Δεν έχει καμιά σημασία που στη Ροζάβα, μια αγροτική περιοχή στα βόρεια της Συρίας, που κατοικείται κυρίως από Κούρδους, και έγινε γνωστή κατά τον πόλεμο εναντίον του ISIS, το 20% των καλλιεργούμενων εκτάσεων κατέχεται από γαιοκτήμονες και οι κανόνες της ελευθεριακής κοινότητας απαγορεύουν οποιαδήποτε απαλλοτρίωση ή βία. Σημασία έχει ότι η Ροζάβα αποδεικνύει ότι η σύγχρονη επανάσταση θα στηρίζεται πλέον στην οικολογία, τη γυναικεία απελευθέρωση και την άμεση δημοκρατία!
Ο Οτζαλάν προχώρησε ακόμα παραπέρα. Σε κείμενά του από τη φυλακή συμπεραίνει ότι η Ευρώπη ήταν η κοιτίδα της δημοκρατίας και το δημοκρατικό σύστημα της Ευρώπης απέδειξε την υπεροχή του έναντι όλων των άλλων! Σε άλλη δήλωση του, το 2007, είπε: «Για μένα η ελευθερία των γυναικών κατατάσσεται πάνω από την ελευθερία της χώρας»!
Δεν έχει νόημα να σχολιάσουμε καν αυτές τις ανερμάτιστες απόψεις (που κατά τη γνώμη μας είναι «άλλα λόγια ν` αγαπιόμαστε» όσον αφορά τον κουρδικό αγώνα) και δεν γνωρίζουμε τι επιρροή έχουν αυτές οι τετριμμένες, αντιεπιστημονικές θεωρίες στους νεότερους κούρδους αγωνιστές ή πως τις εξέλαβε ο Ζοζέφ Αντράς κατά την έρευνά του για την συγγραφή του βιβλίου του.
Η αλήθεια είναι ότι επικεντρώθηκε περισσότερο στην περιπέτεια της Νουντέμ Ντουράκ, ήρθε σε επαφή με το περιβάλλον της και με όσους την γνώρισαν και είχαν κάτι να πουν γι` αυτήν. Ομως, από την άλλη, το γενικό περίγραμμα δεν χρειάζεται να είναι ούτε θολό ούτε αμφιλεγόμενο. Οχι από ένα συγγραφέα που, αν μη τι άλλο, έχει κατανοήσει το ρόλο της βίας και της ένοπλης αντίστασης στην Ιστορία.
Απόψεις του Οτζαλάν περί π.χ. μη αποδοχής «τυφλών» ενεργειών, όπως αυτές που κάνουν οι Παλαιστίνιοι, ή η εξισωτική αντίληψη για τα θύματα Ισραηλινών και Παλαιστινίων, ή η συμμαχία Κούρδων και Αμερικανών στο Κομπάνι της Συρίας το 2015, αδυνατίζουν την εικόνα του απελευθερωτικού αγώνα των Κούρδων.
Η ουσία αυτής της υπόθεσης είναι ότι για τον κουρδικό λαό τίποτα δεν άλλαξε. Η τουρκική επιθετικότητα και οι κάθε είδους παραβιάσεις εναντίον του κουρδικού λαού συνεχίζονται και μάλιστα και στο έδαφος της Συρίας ή του Ιράκ. Μόλις πριν από τέσσερις μήνες, το υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας ανακοίνωσε 41.884 επιχειρήσεις εναντίον του PKK. Απ` ό,τι φαίνεται, οι προτάσεις του Οτζαλάν για ειρήνευση είναι για τα σκουπίδια και η συνεχιζόμενη αντίσταση των κούρδων μαχητών μοιάζει να είναι ο μόνος δρόμος και η μόνη δικαίωση και για όσους κρατούνται και βασανίζονται στις τουρκικές φυλακές.
ΥΓ. Η Νουντέμ Ντουράκ θα παραμείνει στη φυλακή ως το 2034. Είναι ευτύχημα που η ύπαρξή της και η ιστορία της έγινε γνωστή μέσω μιας διεθνούς καμπάνιας, στην οποία συμμετείχαν o Peter Gabriel, o Ken Loach, o Noam Chomsky, o David Graeber, η Angela Davis, o Roger Waters (που μάλιστα χάρισε στην Νουντέμ μια κιθάρα του με τις υπογραφές των Queen και των Led Zeppelin) και πολλοί άλλοι. Η αλληλεγγύη είναι το μόνο όπλο που σπάει το τείχος της σιωπής.
Ε.Σ.