Η καταλήστευση των φτωχών χωρών από τις πλούσιες και ο εξαναγκασμός των κατοίκων τους σε μετανάστευση προς ανεύρεση εργασίας έχει δώσει τέτοια έκταση στο θέμα της υπερεκμετάλλευσης των λαθρομεταναστών εργατών, ώστε δεν είναι περίεργο που όλο και περισσότεροι σκηνοθέτες επιλέγουν να καταπιαστούν με αυτό το θέμα. Για τον Κεν Λόουτς αυτό ήταν σχεδόν επιβεβλημένο. Οχι μόνο γιατί είναι ένας αδιαμφισβήτητος εκπρόσωπος του ρεαλιστικού κινηματογράφου, αλλά και γιατί τα εργατικά δικαιώματα ήταν πάντα μέσα στα άμεσα ενδιαφέροντά του.
Ειδικά η Μεγάλη Βρετανία είναι προσφιλής τόπος προορισμού των μεταναστών και είναι γνωστό ότι όσοι από αυτούς έχουν κάποια ειδικότητα, συνήθως «ευημερούν». Αντίθετα, οι ανειδίκευτοι πέφτουν θύματα άγριας εκμετάλλευσης, αφού οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, τα χαμηλά μεροκάματα και οι κακές συνθήκες δουλειάς βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Τα ιδιωτικά γραφεία εύρεσης εργασίας, που φυτρώνουν παντού σαν μανιτάρια, είναι οι διαμεσολαβητές αυτής της άθλιας κατάστασης. Ο Κεν Λόουτς διηγείται εδώ μια τέτοια ιστορία: Μια νεαρή φιλόδοξη γυναίκα, όταν χάνει τη δουλειά της, αποφασίζει με τη συγκάτοικό της να ανοίξει ένα γραφείο εύρεσης εργασίας για μετανάστες. Παλεύοντας να σταθεί μέσα σ` ένα άγριο ανταγωνιστικό περιβάλλον, θα πληρώσει βαρύ τίμημα και θα απωλέσει κάθε ανθρώπινη ιδιότητα.
Ο Κεν Λόουτς κάνει ένα συγκεκριμένο είδος κινηματογράφου, που χαρακτηρίζεται από πολιτικό-κοινωνικό προβληματισμό και κυρίως από ρεαλισμό. Τίποτα το πρωτότυπο και μεγαλειώδες, αλλά και καθόλου ασήμαντο. Οσο υπάρχουν τέτοια ακανθώδη προβλήματα, αυτό το σινεμά είναι επιβεβλημένο και πάντα επίκαιρο.
Ελένη Σταματίου