Ο τριχασμός των βουλευτών των ΑΝΕΛ στην ψηφοφορία για την αναστολή της κρατικής χρηματοδότησης του νεοναζιστικού μορφώματος ήταν αναμενόμενος. Οι περισσότεροι ψήφισαν κατά, μερικοί ψήφισαν «παρών» και μόνο δύο ψήφισαν υπέρ της αναστολής. Οσο για τον βροντώδη πρόεδρο Καμμένο, φρόντισε να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια, για να μην ψηφίσει τίποτα. Να γλείψουν το ακροδεξιό ακροατήριο θέλησαν οι κυρίες και οι κύριοι των «αντιμνημονιακών» ΑΝΕΛ.
Το ίδιο έκαναν και ο Γιακουμάτος με τον Πολύδωρα, παραδοσιακοί εκπρόσωποι της «λαϊκής δεξιάς» στη Β’ Αθήνας, και ο ανεξάρτητος Ν. Νικολόπουλος. Τι να πεις, όμως, για τον Απόστολο Κακλαμάνη του ΠΑΣΟΚ και τους ανεξάρτητους Βουδούρη, Αηδόνη (κόμμα Λοβέρδου) και Κασαπίδη (έτοιμος να επιστρέψει στη ΝΔ); Ηταν στην προηγούμενη ψηφοφορία, φρόντισαν να απουσιάσουν στην ψηφοφορία για τη ΧΑ, άρα η απουσία τους είχε καθαρά πολιτικό χαρακτήρα. Φαίνεται πως το φλερτ με τους ψηφοφόρους του νεοναζιστικού μορφώματος δεν αφορά μόνο τους παραδοσιακούς εκπροσώπους της «λαϊκής δεξιάς», όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται η κοινοβουλευτική ακροδεξιά.
Είναι ευεξήγητη η απουσία της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία είχε δηλώσει «παρών» όταν ψηφιζόταν η σχετική νομοθετική διάταξη και προφανώς δε θέλησε να φέρει σε δύσκολη θέση το κόμμα της. Πώς να ερμηνευτεί, όμως, η στάση του Μ. Γλέζου που ψήφισε «όχι»;
Ο αντιφασισμός του Γλέζου ασφαλώς δεν αμφισβητείται. Επειδή αυτό το ξέρει και ο ίδιος, επέλεξε να κάνει ντόρο γύρω από το όνομά του (καταπώς το συνηθίζει) σε μια ψηφοφορία που έτσι κι αλλιώς ήταν εκ των προτέρων κερδισμένη. Ομως, αυτή του η στάση έδειξε ταυτόχρονα και τα όρια του αστικού αντιφασισμού, εκπρόσωπος του οποίου είναι και ο Γλέζος. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση που έκανε: «Τους σταυρωτήδες των χριστιανικών αρχών, τους διαστρεβλωτές των αρχαίων Ελλήνων και όλους αυτούς που θέλησαν να διαβρώσουν την ελληνική κοινωνία δεν τους πολεμάμε με αποφάσεις, αλλά πολιτικά. Δεν τους πολεμάμε όπως αυτοί επιδιώκουν».
Οι νεοναζί με την εγκληματική δράση υποβιβάζονται από τον Γλέζο σε «αντιχριστιανούς» και «διαστρεβλωτές των αρχαίων Ελλήνων». Η δολοφονική δράση των ταγμάτων εφόδου δεν αναφέρεται καν. Το όλο θέμα περιορίζεται σε μια φιλοσοφικοϊστορική διαμάχη, σε μια μάχη ιδεών. Σε μια τέτοια διαμάχη, λογικό είναι να μη χωρούν διοικητικές αποφάσεις. Και γιατί οι διοικητικές αποφάσεις δεν είναι πολιτική, αλλά πολιτική είναι μόνο η συζήτηση περί χριστιανισμού και παγανισμού και περί της ορθής ερμηνείας της αρχαιοελληνικής ιστορίας;
Ο Γλέζος δεν είναι χτεσινός. Κι επειδή δεν είναι χτεσινός, ξέρει πολύ καλά ότι ο φασισμός αντιμετωπίστηκε από τους κομμουνιστές και αντιφασίστες πρωτίστως στο δρόμο. Οχι μόνο με προπαγάνδα και ζύμωση, αλλά και με επαναστατική δράση, με τη Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα στην Ελλάδα (στα δικά του χρόνια), με το Κόκκινο Μέτωπο στη Γερμανία κτλ. Επειδή ακριβώς δε θέλει να γίνει αυτό, επειδή δε θέλει την ανάπτυξη ενός μαχητικού λαϊκού αντιφασισμού, έφτασε να αρνηθεί ακόμα και μια περιορισμένης σημασίας διοικητική απόφαση του αστικού συστήματος, που ξέρουμε πως αναγκάστηκε να την πάρει.