Είναι γεγονός ότι ο δικομματισμός γνωρίζει μια πτώση του αθροίσματός του. Από 85,91% το 2004 έπεσε στι 79,94% το 2007 και ακόμη πιο κάτω, στο 77,42% το 2009. Ομως, αυτή η πτώση δεν αποσταθεροποίησε το πολιτικό σύστημα και την ικανότητά του να κυβερνά μέσα από μονοκομματικές κυβερνήσεις.
Το 2004 η ΝΔ εξέλεξε 165 βουλευτές και κυβέρνησε ανενόχλητη. Το 2007 εξέλεξε 152 βουλευτές και η κυβερνητική της πλειοψηφία, αν και οριακή, ουδέποτε κινδύνεψε. Ουδέποτε απειλήθηκε να χάσει την εξουσία λόγω αποσκίρτησης βουλευτών της, όπως την είχε χάσει το 1993 (κυβέρνηση Μητσοτάκη). Το 2009, το ΠΑΣΟΚ εκλέγει επίσης μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία 160 εδρών.
Στο μεταξύ, η επόμενη Βουλή θα εκλεγεί με το νόμο Παυλόπουλου, που δίνει ένα μπόνους 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, αντί για 40 που δίνει ο νόμος που ίσχυσε την περασμένη Κυριακή. Αυτό σημαίνει πως το μαξιλάρι ασφαλείας, που δίνει αυτοδύναμη κυβέρνηση, γίνεται πιο παχύ, ώστε να αντιμετωπίσει τυχόν περαιτέρω συρρίκνωση του δικομματισμού.
Πέραν αυτού, η σχετική αποδυνάμωση του δικομματισμού συνοδεύτηκε από τη δημιουργία κομμάτων που προτίθενται να λειτουργήσουν ως συμπλήρωμα ενός από τα δύο μεγάλα κόμματα. Μπορεί να μη χρειάστηκε, όμως η ιδέα συμμαχικών κυβερνήσεων δουλεύεται σιγά-σιγά και αν χρειαστεί να χρησιμοποιηθεί, θα είναι πιο ώριμη σε σχέση με το 1989, όταν το σύστημα βρέθηκε για λίγες μέρες σε αδιέξοδο και το έλυσε αρχικά με την κυβέρνηση Τζαννετάκη (ΝΔ – ενιαίος Συνασπισμός) και μετά με την κυβέρνηση Ζολώτα (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – Συνασπισμός). Το ΛΑΟΣ προσφέρεται ήδη εδώ και καιρό να λειτουργήσει σαν συμπλήρωμα της ΝΔ, άλλο αν δεν χρειάστηκε, αφού ο Καραμανλής έδωσε τη λύση με εκλογές, προσφέροντας στο ΠΑΣΟΚ μια άνετη αυτοδυναμία και στο σύστημα την υπηρεσία να έχει πάλι μια κυβέρνηση κοινοβουλευτικά σταθερή. Από την άλλη, οι Οικολόγοι ανεβαίνουν σιγά-σιγά και πλησιάζουν το κατώφλι του 3%, δημιουργώντας μια συμπληρωματική δύναμη για το ΠΑΣΟΚ (στην οποία μπορούν να προστεθούν και οι «ανανεωτικοί» του ΣΥΝ, αν απαιτηθεί σε συνθήκες πολιτικής κρίσης).
Πάνω απ’ όλα, όμως, η δύναμη του δικομματισμού αποδείχτηκε πως είναι ο εκβιασμός της «ισχυρής κυβέρνησης». Ακόμα και να έμπαιναν στη Βουλή οι Οικολόγοι, το ΠΑΣΟΚ με σχεδόν 44% θα είχε αυτοδυναμία. Το πολιτικό σύστημα θα μπορούσε να λειτουργήσει και με εξακομματική Βουλή και με το νόμο Παυλόπουλου θα μπορεί να λειτουργήσει πιο άνετα. Ομως, προνοούν ήδη και για το μέλλον. Ο Παπανδρέου έχει πει ότι θ’ αλλάξει άμεσα το εκλογικό σύστημα και θα θεσπίσει ένα ριζικά διαφορετικό σύστημα, πιο κοντά στο γερμανικό. Για να λειτουργήσει αυτό το σύστημα στα ελληνικά δεδομένα, θα πρέπει να υπάρχουν βουλευτές δυο κατηγοριών. Κάποιοι που θα εκλέγονται σε στενή μονοεδρική περιφέρεια (όπου αποκλείεται εξ ορισμού οποιοσδήποτε δεν είναι ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ) και κάποιοι που θα εκλέγονται σε ευρεία περιφέρεια, για να μπορούν να εκλέξουν βουλευτή και όποιοι θα περάσουν το όριο του 3% (στη Γερμανία αυτό το όριο είναι 5%). Πρέπει να θεωρείται σίγουρο ότι θα επιχειρηθεί μια νέου τύπου νόθευση της απλής αναλογικής, ώστε να εξασφαλίζεται αυτοδυναμία, παρά την πτώση των ποσοστών του δικομματισμού.
Το συμπέρασμα είναι πως σε συνθήκες «κοινωνικού κενού» η σταθερότητα του συστήματος δε μπορεί να αμφισβητηθεί. Υπέρ της αυτοδυναμίας λειτουργεί όχι μόνο το εκλογικό σύστημα, αλλά και η κοινοβουλευτική ιδεολογία, που επιτρέπει την άσκηση ποικίλων εκβιασμών, μέσω κυρίως των ΜΜΕ.