Αφού έσπασε τα μούτρα του, προσπαθώντας να το παίξει «αντιμνημονιακός», βλέποντας πλέον ότι έχει απέναντί του όχι μόνο τον Βενιζέλο αλλά και τους Παπανδρεϊκούς, ο Α. Λοβέρδος αποφάσισε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Σε συνέντευξή του στο «Βήμα» είπε: «Η παρουσία του ΔΝΤ ήταν επιθυμητή από τους Γερμανούς στο μηχανισμό που συγκροτήθηκε εκείνη την εποχή. Συμμετείχε, λοιπόν, το ΔΝΤ και αυτό αποτέλεσε εργαλείο πολιτικής πειθούς της Μέρκελ προς τους γερμανούς πολίτες για τα μέτρα του Νότου. Στην πορεία αποδείχθηκε ότι το ΔΝΤ δεν είχε συμβολή στην εφαρμογή των προγραμμάτων, καθώς η επίβλεψη των προγραμμάτων γίνεται από την ΕΕ».
Δεν είπε και τίποτα καινούργιο ο Λοβέρδος, το αυτονόητο είπε. Η ΕΕ, με γερμανική καθοδήγηση, έφτιαξε τον περιβόητο «μηχανισμό» στήριξης (EFSF), στον οποίο έμπασε και το ΔΝΤ, επειδή αυτό έχει το know how της εφαρμογής σκληρών προγραμμάτων λιτότητας. Κανένας Παπανδρέου δε θα μπορούσε «να φέρει το ΔΝΤ» κόντρα στη θέληση του ιμπεριαλιστικού διευθυντήριου της Ευρωζώνης. Ο Παπανδρέου ήταν επαίτης στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες και οι αποφάσεις πάρθηκαν ερήμην του. Αυτό δεν τον απαλλάσσει, βέβαια, όμως δεν πρέπει να τρώμε και τα παραμυθάκια ότι «το ΔΝΤ το έφερε ο Παπανδρέου», ενώ οι ευρωενωσίτες ηγέτες ήταν απλώς παρατηρητές.
Αυτή είναι η μία πλευρά. Υπάρχει, όμως, και μια δεύτερη. Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει τον ελληνικό λαό, ότι το ΔΝΤ είναι μεν διάβολος, όμως πρέπει να συμμαχήσουμε μαζί του, γιατί έχει θέσεις που ευνοούν τον ελληνικό λαό. Το είπε ευθέως ο Τσίπρας στη συνέντευξή του στη Στάη, ενώ δυο μέρες πριν η «Αυγή» της Κυριακής δημοσίευε ολόκληρο αφιέρωμα με τον εύγλωττο τίτλο: «Αξιοποίηση του ρήγματος Ουάσιγκτον – Βερολίνου προς όφελος της Ελλάδας», στο οποίο μεταξύ των άλλων διαβάσαμε ότι «ένα στοιχείο σύμπτωσης των δύο πλευρών (σ.σ. ΔΝΤ και ΣΥΡΙΖΑ) είναι η ανάλυση για τον αρνητικό ρόλο της Γερμανίας»! Ο Τσίπρας δεν περιορίστηκε μόνο στη χαρακτηριστική ατάκα ότι θα «συμμαχήσει και με τον διάβολο» για να σώσει τη χώρα. Παρέδωσε και… μαθήματα στο ΔΝΤ, καλώντας το «να συγκρουστεί πιο ανοιχτά με τη Γερμανία και όχι με μισόλογα»!
Πριν δούμε ποιο ακριβώς είναι το περιεχόμενο της διαφωνίας του ΔΝΤ και αν όντως αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί προς όφελος του ελληνικού λαού, κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε απόσπασμα από μερικές ευστοχότατες επισημάνσεις που έκανε η «Καθημερινή» (για τους δικούς της λόγους, φυσικά). Επισημάνσεις που «αδειάζουν» μεγαλοπρεπέστατα την «πραγματιστική» πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και αποδεικνύουν πως δεν πρόκειται παρά για μια παραλλαγή της πολιτικής που ακολουθείται τα τελευταία τρία χρόνια:
«Είναι πολλοί, ανάμεσά τους και ο κ. Τσίπρας, οι οποίοι υποστηρίζουν πως η λύση στην ελληνική κρίση είναι η “αμερικανική συνταγή” (…) Την “αμερικανική συνταγή” δεν μπορείς να την επιλέγεις α λα καρτ, όπως σε βολεύει. Αναπόσπαστο κομμάτι της είναι μια απάνθρωπα απελευθερωμένη αγορά εργασίας, μαγαζιά που ανοίγουν και κλείνουν όποτε θέλουν, πανεπιστήμια που στηρίζονται στη συνέργεια με τον ιδιωτικό τομέα κλπ. κλπ. Οι τράπεζες και οι μεγάλες εταιρίες στις οποίες μπήκε ως ελέγχων βασικός μέτοχος το κράτος συνέχισαν να λειτουργούν ως ιδιωτικές επιχειρήσεις, όχι ως ΔΕΚΟ… (…) Ομπάμα και Μέρκελ δεν διαφωνούν πολύ, ίσως και καθόλου, στο πώς πρέπει να λειτουργεί μια καπιταλιστική οικονομία στις μέρες μας. Η “αμερικανική συνταγή” έχει δύο όψεις που είναι αναπόσπαστες: τη δημοσιονομική, αλλά και αυτή της πλήρως απελευθερωμένης πραγματικής οικονομίας».
Εχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο τι κρύβεται πίσω από τις διαφωνίες ΔΝΤ-Ευρωζώνης. Δεν είναι το καταστατικό του ΔΝΤ, που το υποχρεώνει να μπαίνει σ’ ένα «πρόγραμμα» μόνο όταν το χρέος της χώρας που εφαρμόζει το «πρόγραμμα» είναι βιώσιμο, όπως έλεγε με ύφος χιλίων Μαρξ ο συριζαίος Σταθάκης σε τηλεοπτική εκπομπή της ΝΕΤ, την περασμένη Τρίτη. Τρία χρόνια συμμετέχει το ΔΝΤ στο ελληνικό «πρόγραμμα», με το χρέος να μην είναι βιώσιμο ούτε για μια στιγμή. Γιατί δεν στάθηκε εμπόδιο στη συμμετοχή του το καταστατικό του ΔΝΤ; Οχι μόνο δε στάθηκε εμπόδιο, αλλά ήταν οι υπηρεσίες του ΔΝΤ που κατασκεύαζαν τις «μελέτες βιωσιμότητας» του ελληνικού χρέους σε όλες τις φάσεις. Και το Μάη του 2010, και το Νοέμβρη του 2010, και τον Ιούνη του 2011, και τον Οκτώβρη του 2011, και το Φλεβάρη του 2012, και το Νοέμβρη του 2012. Η Λαγκάρντ έκανε στο Eurogroup το πολιτικό παζάρι με τον Σόιμπλε, τον Γιούνκερ, τον Ρεν και τους άλλους και όταν κατέληγαν σε συμφωνία, οι τεχνοκράτες έπαιρναν εντολή να φτιάξουν μια «έκθεση βιωσιμότητας» που ν’ ανταποκρίνεται στην πολιτική συμφωνία που είχε γίνει. Θυμόσαστε, ασφαλώς, τα διάφορα στάδια που πέρασε αυτή η πολιτική συμφωνία: ελληνικό χρέος βιώσιμο χωρίς κανένα «κούρεμα», βιώσιμο με «κού-ρεμα» 21%, βιώσιμο με «κούρεμα» 50%, βιώσιμο με επαναγορά 30 δισ. ομολόγων. Και βέβαια, καμία φορά το χρέος δεν ήταν βιώσιμο. Ούτε τώρα είναι και όλοι προεξοφλούν πως θα γίνει νέο «κούρεμα», το οποίο προσδιορίζουν μετά τις γερμανικές εκλογές του προσεχούς Σεπτέμβρη.
Η διαφωνία ΔΝΤ-Eurogroup δεν έχει στη βάση της κάποια «οικονομική ορθότητα» ή τη νομιμοφροσύνη των διοικούντων το ΔΝΤ προς το καταστατικό του. Πρόκειται για αντανάκλαση της σύγκρουσης ανάμεσα στο αγγλοσαξονικό και το γερμανικοευρωπαϊκό χρηματιστικό κεφάλαιο, για αντανάκλαση της σύγκρουσης ανάμεσα στο δολάριο και τη στερλίνα από τη μια και το ευρώ από την άλλη. Η Γερμανία και οι σύμμαχοί της στην Ευρωζώνη διαχειρίζεται την κρίση και ιδιαίτερα την υπερχρέωση των χωρών της ευρωπαϊκής «περιφέρειας» σύμφωνα με τα συμφέροντά της και το ΔΝΤ, για λογαριασμό του αγγλοσαξονικού κεφάλαιου προσπαθεί να την πλήξει όπως μπορεί. Αυτή είναι η ουσία.
Μήπως, όμως, αυτός ο ανταγωνισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί προς όφελος του ελληνικού λαού, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ; Πρέπει να σημειωθεί ότι το μοναδικό διακύβευμα αυτού του ανταγωνισμού είναι ένα επιπλέον «κούρεμα«» του ελληνικού χρέους, το οποίο θα επωμιστεί ο λεγόμενος «επίσημος τομέας», δηλαδή τα κράτη της Ευρωζώνης που έχουν δανείσει την Ελλάδα από το Μάη του 2010 και μετά. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυτό θα γίνει. Θα υπάρξει, δηλαδή, μια ακόμη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, ώστε να καταστεί βιώσιμο. Δηλαδή, να μπορούν οι διεθνείς τοκογλύφοι να παίρνουν τις δόσεις τους. Υπάρχει περίπτωση να οδηγήσει αυτή η νέα αναδιάρθρωση του χρέους σε χαλάρωση της άγριας λιτότητας που έχει επιβληθεί στον ελληνικό λαό και της «κινεζοποίησης» του ελλαδικού προλεταριάτου;
Ποιος είναι καταλληλότερος να μιλήσει γι’ αυτό εκτός από τον περιβόητο Πολ Τόμσεν, άτυπο επικεφαλής της τρόικας και συνομιλητή του Τσίπρα στην Ουάσιγκτον; Δήλωσε σε συνέντευξή του στα «Νέα» (26-27.1.13): «Για να αποφευ- χθούν περαιτέρω περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, είναι απαραίτητο να προχωρήσει η κυβέρνηση στην ορθολογική οργάνωση της φορολογικής διοίκησης, καθώς και σε άλλες μεταρρυθμίσεις που είναι ζωτικής σημασίας για να στηριχθεί η επιστροφή στην ανάπτυξη, όπως για παράδειγμα οι ιδιωτικοποιήσεις και ιδιαίτερα η άρση των εκτεταμένων εμποδίων στον ανταγωνισμό που συνεχίζουν να βλάπτουν την οικονομία».
Για τον Τόμσεν (για το ΔΝΤ, δηλαδή), η απαρέγκλιτη εφαρμογή του Μνημόνιου αποτελεί ευαγγέλιο. Δεν το συζητά. Το μόνο που συζητά είναι τα συστατικά μέρη του «προγράμματος». Και με απόλυτο κυνισμό λέει: αν δεν καταφέρετε να εισπράξετε τους φόρους που έχετε δεσμευτεί, θα πρέπει να ξανακόψετε μισθούς και συντάξεις! Τόσο απλά… Αυτός είναι ο «διάβολος» με τον οποίο θα συμμαχήσει ο Τσίπρας. Θα κάνει συμμαχία με το ΔΝΤ για να πετύχει το δεδομένο (μια νέα αναδιάρθρωση του χρέους), ενώ για τα υπόλοιπα, αυτά που αφορούν τον ελληνικό λαό, δεν λέει κουβέντα. Λες και υπάρχει περίπτωση το ΔΝΤ να κλείσει συμμαχίες α λα καρτ! Πόσω μάλλον να δεχτεί τη χαλάρωση του «προγράμματος». Λίγο ακόμα και θα μας παρουσιάσουν το ΔΝΤ σαν ευαγή οίκο που ανακάλυψε τον δρόμο της μετανοίας.
Είναι χαρακτηριστική ακόμη και η «αυτοκριτική» του Τόμσεν για τη διάψευση των «προβλέψεων» του ΔΝΤ. Είπε στην ίδια συνέντευξή του: «Στην περίπτωση της Ελλάδας, εκ των υστέρων διαπιστώνουμε ότι ήμασταν υπερβολικά αισιόδοξοι στην πρόβλεψη της ανάκαμψης της χώρας, αλλά αυτό δεν θα το απέδιδα στο ότι υποτιμήσαμε τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές. Μία σειρά άλλων, άσχετων και απρόσμενων παραγόντων ήλθε στο προσκήνιο, όπως η παρατεταμένη ευρωπαϊκή κρίση και η πολιτική κρίση στην Ελλάδα που κλόνισε σοβαρά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και συνεισέφερε σε μια πιστωτική ασφυξία, η οποία ήταν πολύ βαθύτερη από ό,τι αναμενόταν και ταυτόχρονα έφερε καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονταν επειγόντως». Κατά το ΔΝΤ, λοιπόν, εκείνο που φταίει είναι ότι υπήρξε μια σχετική χαλάρωση στην εφαρμογή των νέων μέτρων του Μνημόνιου, λόγω των δύο απανωτών εκλογικών αναμετρήσεων στην Ελλάδα. Ούτε για μη βιώσιμο χρέος μιλά ούτε συσχετίζει την εφαρμοζόμενη πολιτική μ’ αυτό. Θεωρεί πως η έξοδος από την κρίση (λέμε τώρα) συναρτάται μόνο με την απαρέγκλιτη εφαρμογή του Μνημόνιου και με την επικαιροποίησή του κάθε φορά που πέφτει έξω, πάντα σε βάρος μισθών και συντάξεων.