Ελάχιστοι δημοσιολόγοι στην Ελλάδα, πολλοί περισσότεροι στο εξωτερικό σημειώνουν το αυτονόητο για τη νεολαιίστικη εξέγερση των ημερών: ότι πρόκειται για την εξέγερση μιας νεολαίας η οποία συνειδητοποιεί ότι δεν έχει μέλλον, για την εξέγερση της γενιάς της καπιταλιστικής κρίσης. Αυτός ο σωστός πυρήνας περιβάλλεται από ένα περίβλημα με φτηνές κοινωνιολογικές θεωρίες που όλες στηρίζονται στα ιδεολογήματα του «χάσματος των γενεών» και της «σύγκρουσης των γενεών», που παραπέμπει στην κονστρουκτιβιστική σχολή με την αταξική θεώρηση της κοινωνίας.
Ολη αυτή η φιλολογία, όμως, μοιάζει αληθινή, γιατί στηρίζεται από μια πραγματικότητα: την ουσιαστική απουσία της εργατικής τάξης από το κοινωνικοπολιτικό προσκήνιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα μέρος της εργατικής τάξης είναι παρόν στην εξέγερση. Πρόκειται για εργαζόμενα και άνεργα στρώματα της νεολαίας, τα οποία μάλιστα, στο βαθμό που συμμετέχουν, χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερη βιαιότητα στην πράξη. Κι ένα άλλο κομμάτι της εργατικής τάξης, σαφώς μειοψηφικό, έχει συμμετάσχει σε κάποιες από τις μεγάλες διαδηλώσεις, στηρίζοντας με την παρουσία του και τη συμπεριφορά του τη νεολαιίστικη εξέγερση. Ομως, η εργατική τάξη ως τέτοια είναι απούσα κι αυτό δεν χρειαζόμαστε να μας το πει κανένα γκάλοπ, το βλέπουμε με γυμνό μάτι.
Ποιες είναι οι σκέψεις των ανθρώπων της δουλειάς που παρακολουθούν από τις τηλεοράσεις τους τα τεκταινόμενα; Σίγουρα δεν είναι εχθρικές, αφού τα δικά τους παιδιά είναι στο δρόμο. Αν συνέβαινε διαφορετικά, τότε οι δυνάμεις του συστήματος θα δοκίμαζαν να δημιουργήσουν αντικίνημα, όπως έκανε το 1968 ο Ντε Γκολ στο (μη προλεταριακό) Παρίσι. Αντίθετα, εδώ είδαμε τον Καραμανλή να απευθύνεται εγγράφως στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ καλώντας τες να ακυρώσουν τις απεργιακές τους συγκεντρώσεις. Είδαμε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία να ακυρώνει την απεργιακή πορεία, να μαζεύεται στο Σύνταγμα στην πιο σύντομη εκδήλωση-φιέστα όλων των εποχών και μετά να το βάζει στα πόδια, αφήνοντας το χώρο στους πραγματικούς διαδηλωτές.
Η ουδετερότητα ή η ευμενής διάθεση των εργαζόμενων έναντι της νεολαιίστικης εξέγερσης υπάρχουν, όμως δεν είναι αυτό το ζητούμενο από το επαναστατικό υποκείμενο της Ιστορίας, που εξακολουθεί να είναι η εργατική τάξη. Οταν οι εργαζόμενοι παραμένουν καθηλωμένοι στον καναπέ, δεν επιτελούν τον ιστορικό τους ρόλο. Αυτό είναι αναμφισβήτητο, όμως η απλή διαπίστωση δεν αρκεί, δεν οδηγεί πουθενά. Το ζήτημα είναι να διερευνήσουμε τα αίτια και να παρέμβουμε στο κοινωνικοταξικό γίγνεσθαι.
Δεν είναι ίδιοι οι όροι κινητοποίησης της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Η τρομοκρατία στα εργοστάσια και τους τόπους δουλειάς, η απειλή της ανεργίας, η υπερχρέωση των νοικοκυριών που εξαναγκάζει σε δεύτερη και τρίτη δουλειά, όλοι αυτοί είναι παράγοντες που δρουν ανασταλτικά στους εργαζόμενους, ενώ δεν υπάρχουν στους νέους, που επιπλέον διακρίνονται και από την ορμή της νεότητας. Από την άλλη, η πλήρης αστικοποίηση του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού, η μετατροπή του σε εργαλείο της κεφαλαιοκρατίας, έχει αφήσει ένα τεράστιο κενό, που δεν είναι καθόλου εύκολο να καλυφθεί, ούτε μπορεί να καλυφθεί με αυτόματες διαδικασίες. Αντί, λοιπόν, να καταφεύγουμε σε ηθικολογίες (όσο κι αν είναι κατανοητή η στενοχώρια για την απουσία της εργατικής τάξης από το προσκήνιο των ημερών) ή –ακόμη χειρότερα– σε αβανγκαρντίστικες θεωρίες για κάποιο νέο επαναστατικό υποκείμενο με πυρήνα του τη νεολαία (δηλαδή, ένα στρώμα με διαταξικά χαρακτηριστικά), θα πρέπει να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους υστερεί το εργατικό κίνημα και δε μπορεί ακόμη να βγει στο προσκήνιο. Εύκολο είναι να μοιράζει κανείς κατηγορίες δεξιά κι αριστερά, εύκολα να εκφωνεί συνθήματα ονειδιστικά και απαξιωτικά για τους εργαζόμενους, δύσκολο είναι να δουλέψει για ν’ αλλάξει την κατάσταση.
Η τωρινή εξέγερση της νεολαίας έχει ήδη προσφέρει μια σημαντική πείρα. Εχει αποκαλύψει μια πραγματικότητα. Την πραγματικότητα της συσσωρευμένης οργής που μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποδεσμευτεί εκρηκτικά και να δημιουργήσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Μας έχει αποκαλύψει, ακόμη, τις αδυναμίες ενός κινήματος που διαθέτει εκρηκτικότητα και δυναμισμό, όχι όμως και επαρκές προγραμματικό βάθος ούτε συγκροτημένες μορφές οργάνωσης που μπορούν να κάνουν πιο αποτελεσματικό το δυναμισμό του και να του δώσουν διάρκεια και στόχους. Αδυναμίες που δε μπορούν, βέβαια, να εξαφανιστούν ως διά μαγείας, ούτε επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως επιχείρημα για ανασταλτική ή και κατασταλτική δράση μέσα στο κίνημα, στο όνομα της «καθαρότητας», της «πολιτικοποίησης», των «στόχων» και όποιου άλλου ψευδοεπιχειρήματος έχει ακουστεί αυτές τις μέρες.
Εχουμε μπει σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης που θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της. Η νεανική εξέγερση των ημερών είναι ένα ενθαρρυντικό σημάδι. Ενα σημάδι για τις δυνάμεις αντίστασης που υπάρχουν εν υπνώσει. Είναι ένα παράδειγμα που πρέπει να αξιολογηθεί θετικά από τους εργαζόμενους, γιατί αυτοί θα είναι τα θύματα της κρίσης. Να σπάσουν τα όποια δεσμά της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, να αμφισβητήσουν και να ξεπεράσουν την αστική νομιμότητα, να βγουν στο προσκήνιο μαχητικά και όχι απλώς διαμαρτυρόμενοι. Ιδού το πεδίο στο οποίο πρέπει να αναπτυχθεί η ζύμωση και η εν γένει παρέμβαση των ταξικών και επαναστατικών δυνάμεων από δω και πέρα.