Είπαμε κι εμείς. Μίλησε ο Μήκυς, μίλησε η Ζωή, μίλησε ο Λαφαζάνης, μίλησαν όλοι. Πώς είναι δυνατόν να παραμένει σιωπηλός ο Γλέζος; Μίλησε, λοιπόν, κι αυτός και κάλεσε τους γείτονες: «Βγάλτε από τον νου σας τη λέξη Μακεδονία με οποιαδήποτε μορφή και βάλτε αυτό που σας προσδιορίζει η ιστορία σας, η γλώσσα σας, τα ήθη και οι παραδόσεις σας, η θέληση για μια ειρηνική συνύπαρξη με όλους τους γείτονές σας, αυτό που εκφράζει το σύνολο του λαού σας και όχι μέρος αυτού»!
Δεν υπάρχει, φυσικά, καμιά πρωτοτυπία σ' όλα αυτά. Ο ίδιος εθνικιστικός πυρήνας, που αρνείται στους Σλαβομακεδόνες την εθνική τους ταυτότητα και την ονομασία της γλώσσας τους. Από εκεί και πέρα, η ιδεολογική επένδυση ποικίλλει από κόμμα σε κόμμα και από παράγοντα σε παράγοντα. Ο Γλέζος μάζεψε στοιχεία από εδώ κι από εκεί κι έφτιαξε τον δικό του ιδεολογικοπολιτικό αχταρμά, τον οποίο παρουσίασε στην «Καθημερινή».
«Για ακόμη μία φορά, το ελληνικό έθνος, ως κράτος, οδηγείται σε κρίσιμες και ιστορικές αποφάσεις, μέσα σε ένα πλαίσιο εκβιασμών. Εκβιασμό από το ΝΑΤΟ και τις ιδιοκτήτριες αυτού, τις ΗΠΑ. Οδηγείται σε αποφάσεις που έχουν ήδη ληφθεί, αν λάβουμε σοβαρά υπόψη τις δηλώσεις και τη συμπεριφορά του Μάθιου Νίμιτς. Και είναι για αυτούς άλλο ένα τρόπαιο να υποχρεώνουν μια κυβέρνηση, που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερή, να ακολουθήσει, δεχόμενη αυτές τις αποφάσεις για να μπορέσει να γίνει διεύρυνση ενός αμαρτωλού στρατιωτικού συνασπισμού σαν αυτόν του ΝΑΤΟ (σ.σ. εδώ έχουμε άνοιγμα προς τις θέσεις του Περισσού). Ομως, μια χώρα που έχει παραχωρήσει τα πάντα στους δανειστές της, ακόμα και την εθνική της ανεξαρτησία, δεν έχει και πολλά περιθώρια να αντιδράσει» (σ.σ. εδώ διορθώνει τη Ζωή που μιλάει για συνειδητή προδοσία του Τσίπρα).
«Οι χειρισμοί από την αρχή ήσαν ατυχείς. Αντί της άμεσης σύγκλησης ενός, διευρυμένου και από προσωπικότητες, συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, ακολουθήθηκε μια μυστική διπλωματία με διαρροές. Αντί μιας ευρύτερης συναίνεσης, κυβέρνηση και αντιπολίτευση προσπάθησαν να καρπωθούν κομματικά οφέλη, όρισαν το δικό τους συμφέρον πάνω από τη Μακεδονία, πάνω από αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν, και επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία, εθνικό συμφέρον. Αντί για ενότητα, διχασμός, αντί για “παλλαϊκή εθνική έξαρση“, παραληρήματα μίσους» (σ.σ. το καρπούζι της κριτικής μοιράζεται δίκαια σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, γιατί μόνο έτσι μπορεί το «εθνικό κεφάλαιο» Γλέζος να εμφανιστεί ως «υπεράνω»).
«Η συμμετοχή του κόσμου στα δύο συλλαλητήρια ήταν μεγάλη, αλλά δεν αρκεί. Οι δυνάμεις που τον κάλεσαν έκρυψαν τον πραγματικό υπεύθυνο και προσπάθησαν να κατευθύνουν τη δίκαιη οργή του σε κατευθύνσεις που συνέφεραν αυτούς και όχι σε αυτό που θα βοηθήσει σε μια λύση αποδεκτή από τους πολίτες αυτής της χώρας» (σ.σ. η κριτική στα εθνικοφασιστικά συλλαλητήρια και στους διοργανωτές τους απαλή, «όσο πατάει η γάτα», μη τυχόν και στενοχωρήσουμε και τον Μίκη).
Δεν είχαμε, όμως, μόνο την «υπεράνω» εμφάνιση του Γλέζου, που πολύ θα ήθελε να τον επιλέξουν ως κεντρικό ομιλητή σ' ένα συλλαλητήριο που θα οργάνωναν όλα τα αστικά κοινοβουλευτικά κόμματα «εκτός από τους νοσταλγούς του Χίτλερ». Μάλλον θα συμβιβαζόταν και μ' ένα συλλαλητήριο των «κατακερματισμένων αριστερών δυνάμεων» που «αδυνατούν προς το παρόν να παρέμβουν, να δείξουν τον υπεύθυνο αυτής της νέας κρίσης για το όνομα των γειτόνων, αναζητούν να υψώσουν λόγο που να ενώνει τον λαό».
Εκτός από τον Γλέζο, όμως, «ξαναχτύπησε» και ο Μήκυς. Οχι με τηλεοπτική ή ραδιοφωνική συνέντευξη αυτή τη φορά, αλλά με επιστολή στο «Πρώτο Θέμα» (αλήθεια, τυχαία επέλεξε τη συγκεκριμένη φυλλάδα που αποτελεί την επιτομή της εθνικοφασιστικής προπαγάνδας και «σπρώχνει» ανοιχτά τη Χρυσή Αυγή;). Υπερασπίζεται το «Καραμανλής ή τανκς», υπερασπίζεται τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Μητσοτάκη («Αλλωστε συνεργάστηκα μόνο εγώ; Γιατί δεν λένε λέξη για τον Φλωράκη και τον Κύρκο, το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ εκείνης της εποχής;», σημειώνει με νόημα. Και προσπαθεί να αποποιηθεί τα «κολλητιλίκια» με τους χρυσαυγίτες, ισχυριζόμενος ότι η προσφώνησή του περιείχε «ειρωνεία και σαρκασμό».
«Ξέχασε», όμως, να πει κάτι για όσα είπε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη μετά το συλλαλητήριο: «Θα μου πείτε γιατί όχι τη Χρυσή Αυγή που αγαπούν την Πατρίδα; Ναι την αγαπούν, αλλά με ένα τρόπο εριστικό»! Οπως ξέχασε και τη συναυλία στα Σκόπια πριν από χρόνια και τι έλεγε τότε (άμα πληρώνει ο πελάτης…). Του το θύμισε ο Μπουτάρης, που ήταν τότε μαζί του στην πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και που έχει αναλάβει τελευταία να «σπρώχνει» την κυνική κοσμοπολίτικη άποψη («χάσαμε, ας το καταπιούμε»), που φουσκώνει τα πανιά του εθνικισμού. Α, ξέχασε και την πανηγυρική δήλωση του γιου του Σκαλούμπακα: «Ο Μίκης σήμερα μίλησε λες κι άκουγα τον πατέρα μου στην Μακρόνησο να μιλάει για την Μακεδονία! Εντυπωσιακή η στροφή του, τα στερνά τιμούν τα πρώτα! Σίγουρα ο πατέρας μου θα χαμογελάει από τον τάφο του ότι τίποτα δεν έχει χαθεί… ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ!!!».