«Πρωτόγνωρο γεγονός» χαρακτήρισε ο Ιερώνυμος τη βίζιτα που του έκανε ο Δ. Κουτσούμπας στην έδρα της αρχιεπισκοπής. Γιατί, πράγματι, στις τέσσερις δεκαετίες της μεταπολίτευσης δεν συνέβη ηγέτης του Περισσού να ζητά συνάντηση με τον αρχιεπίσκοπο. Μια φορά συναντήθηκαν ο Χριστόδουλος με την Παπαρήγα, αλλά τη συνάντηση ζήτησε ο πρώτος, ο οποίος και επισκέφτηκε τα γραφεία του Περισσού.
«Ηταν μια πρώτη συνάντηση γνωριμίας. Με τον Αρχιεπίσκοπο ανταλλάξαμε σκέψεις για τις εξελίξεις, για την κατάσταση στη χώρας μας, την κρίση που βιώνει ο λαός μας, τη φτώχεια, την ανεργία, τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός, οι εργαζόμενοι και η νεολαία της πατρίδας μας. Ταυτόχρονα είδαμε την κατάσταση στην περιοχή, ενημερώσαμε τον Αρχιεπίσκοπο για την ανησυχία του ΚΚΕ σχετικά με τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, στη Συρία», δήλωσε ο Κουτσούμπας μετά τη συνάντηση. Από το περιεχόμενο της δήλωσης φαίνεται καθαρά ότι αναγνωρίζει πολιτικό ρόλο στην Εκκλησία. Ποιος ακριβώς είναι αυτός ο ρόλος δεν διευκρινίστηκε, μολονότι ο Κουτσούμπας είπε πως «είναι διακριτοί οι ρόλοι, ο ρόλος της Εκκλησίας, ο ρόλος των πολιτικών κομμάτων, ο ρόλος του Κομουνιστικού Κόμματος».
Ο Ιερώνυμος, φυσικά, που ακολουθεί εντελώς διαφορετική πολιτική απ’ αυτή του προκατόχου του, που ήθελε να μετατραπεί σε «εθνάρχη», δεν έχασε την ευκαιρία να εξάρει το ρόλο και το έργο της Εκκλησίας, διευκρινίζοντας μάλιστα ότι «το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι ένα κόμμα με τη δική του ιδεολογία, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει με την Εκκλησία. Η Εκκλησία δεν είναι ιδεολογία, είναι πράξη, είναι βίωμα, που σημαίνει ότι κάθε μέρα, κάθε στιγμή είμαστε υποχρεωμένοι να ανοιγόμαστε προς τον άλλο άνθρωπο που έχει ανάγκη, βρίσκεται σε δυσκολία»! Αν δεν είναι ιδεολογία ο θρησκευτικός ανορθολογισμός (για να μην πούμε σκοταδισμός), τότε η λέξη ιδεολογία έχει χάσει κάθε έννοια. Η επίσκεψη Κουτσούμπα ήταν η καλύτερη ευκαιρία για τον Ιερώνυμο, για να νομιμοποιήσει πολιτικά σ’ ένα ευρύτατο φάσμα του ελληνικού λαού το «κοινωνικό έργο της Εκκλησίας». Κι αυτό το αναπάντεχο δώρο δεν το άφησε να πάει χαμένο.
Περιττεύει να σημειώσουμε ότι η υποκρισία ξεχειλίζει και από τις δύο πλευρές. Κι αν από την πλευρά της Εκκλησίας οι λόγοι είναι προφανείς, ποιοι είναι οι λόγοι που οδήγησαν την ηγεσία του Περισσού στο «πρωτόγνωρο γεγονός»; Η απάντηση ότι είναι ένα κοινοβουλευτικό κόμμα και αναπτύσσει επαφή με όλα τα θεσμικά επίπεδα δεν είναι επαρκής, γιατί αυτό ίσχυε και μέχρι τώρα, αλλά ο Περισσός φρόντιζε να κρατιέται μακριά. Υπάρχουν ειδικοί λόγοι κι εκείνοι που μπορούμε να σκεφτούμε είναι δύο.
Πρώτο, ο Περισσός κάνει ψηφοθηρικό άνοιγμα προς τους δυσαρεστημένους «νοικοκυραίους», οι οποίοι θα κινηθούν εκτός ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στις επόμενες εκλογές, ενώ είναι γνωστή η θρησκοληψία τους. Θεωρεί πως μπορεί να δημιουργήσει μια γέφυρα προς αυτούς τους ψηφοφόρους, καθώς η μεν ΔΗΜΑΡ «εκτίθεται» με τις δηλώσεις Ρεπούση, ο δε ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κάνει ακόμη τη δική του κίνηση (τουλάχιστον επίσημα) προς την πλευρά της Αρχιεπισκοπής. Δεύτερο, ο Περισσός προσπαθεί να φιλοτεχνήσει με πιο ζωηρά χρώματα την εικόνα μιας πολιτικής δύναμης που σέβεται τα αστικά θέσμια, προσβλέποντας ότι μια μερίδα των «μνημονιακών» ΜΜΕ θα τον πριμοδοτήσει για να κόψει ψήφους από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο τρόπος με τον οποίο κάλυψαν τη συνάντηση τα «Νέα», μπορεί να ήταν άκρως ενοχλητικός για τα μέλη του Περισσού, αλλά ήταν και άκρως αβανταδόρικος για την εικόνα του κόμματος προς τους «νοικοκυραίους». Λόγους ιδεολογικής και πολιτικής συνέπειας, πάντως, όσο και να ψάξει κανείς δε θα βρει στο «πρωτόγνωρο γεγονός».








