Ούτε το ρόλο του υπό προθεσμίαν προέδρου του ΠΑΣΟΚ δεν παίζει πια ο Παπανδρέου. Ούτε όταν έχει την ευκαιρία να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Ούτε όταν ο Σαμαράς του προσφέρει στο πιάτο τη δυνατότητα δημαγωγικής αυτοδικαίωσης. Γι’ αυτό και ο Βενιζέλος δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Πήρε το λόγο αμέσως μετά τον Σαμαρά, στη συνεδρίαση της Βουλής την περασμένη Τρίτη, στην οποία συζητιόταν με κατεπείγουσα διαδικασία ο πρώτος εφαρμοστικός νόμος του Μνημόνιου-2, και με μια αρχηγικού τύπου ομιλία απάντησε στον Σαμαρά. Υπερασπίστηκε την πολιτική του ΠΑΣΟΚ, ενώ δεν ανέφερε ούτε μια φορά το όνομα του Παπανδρέου. Ακόμα και για την απόφαση της 26ης Ο-κτώβρη, η διατύπωση που χρησιμοποίησε έβαζε στην πρώτη θέση του βάθρου τον εαυτό του και δίπλα του, σε βοηθητικό, κατά κάποιο τρόπο, ρόλο, τον Παπανδρέου (χωρίς και πάλι ν’ αναφέρει το όνομά του).
Ποιο ήταν το περιεχόμενο της αρχηγικής ομιλίας του Βενιζέλου; Αυτό που θα είχε η ομιλία κάθε αρχηγού αστικού κόμματος, που ήταν στριμωγμένος στα σκοινιά και ο αντίπαλός του του προσφέρει την ευκαιρία να ξεφύγει και να μείνει στο παιχνίδι. Ευχαρίστησε θερμά τον Σαμαρά «για την τόσο σθεναρή και ενθουσιώδη υποστήριξη του βασικού έργου της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, η οποία στη συνέχεια παρέδωσε τη σκυτάλη στη σημερινή Κυβέρνηση του κ. Λουκά Παπαδήμου, στην οποία μετέχει και το κόμμα του, η Νέα Δημοκρατία», συμπληρώνοντας με ειρωνία, την οποία κατέβαλε προσπάθεια να κρύψει: «Με εξέπληξε, οφείλω να πω, η τόσο θερμή και σθεναρή αποδοχή και υπεράσπιση του έργου μας, γιατί όλα αυτά στα οποία αναφέρθηκε ο κ. Σαμαράς δεν είναι τίποτα άλλο από το περιεχόμενο της απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου του 2011». Υπενθύμισε ότι τα θετικά στοιχεία που βρήκε ο Σαμαράς στο Μνημόνιο-2 «είναι το κεκτημένο του Οκτωβρίου του 2011 και του Φεβρουαρίου του 2012 δεν προέκυψαν από τη Θεία έμπνευση, από την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, δεν προέκυψαν αυτόματα, δεν ήταν κάτι το δεδομένο, το απλό ή το ανώδυνο, ήταν αποτέλεσμα αποφάσεων, πρωτοβουλιών, συγκρούσεων, κάποιοι ανέλαβαν την ευθύνη και κάποιοι αναγκάστηκαν να συμπράξουν εν μέσω μιας αμφιθυμίας η οποία τους ακολουθεί μέχρι σήμερα. Και βασικός εκπρόσωπος αυτής της αμφιθυμίας είναι ο ίδιος ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Σαμαράς».
Ο Βενιζέλος επεσήμανε, ακόμη, ότι ο Σαμαράς «έκανε σήμερα τις εξής δύο διαρθρωτικές αλλαγές στην στρατηγική του: Πρώτον, υιοθέτησε, άρα επικροτεί και αποδέχεται την πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Και δεύτερον, με βάση την πολιτική του ΠΑΣΟΚ στρέφεται επιτέλους προς την παραδοσιακή Αριστερά με την οποία συνέπλεε στη μυωπική κριτική του κατά του μνημονίου και κατά του προγράμματος διάσωσης της χώρας, προκειμένου τώρα να εμφανιστεί ως ο εκπρόσωπος μιας φιλοευρωπαϊκής Στρατηγικής, μιας στρατηγικής προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».
Τέλος, αφού είπε τα γνωστά για τη διακυβέρνηση της περιόδου 2004-2009, που η ΝΔ συσσώρευε ελλείμματα, και έκανε την επίσης γνωστή «αυτοκριτική» για τη διετία του ΠΑΣΟΚ («είμαι ο πρώτος, κυρίες και κύριοι βουλευτές, που έχει μιλήσει για αδυναμίες μας, για υστερήσεις μας, για αντιφάσεις μας. Ναι, βεβαίως, το ΠΑΣΟΚ μετέχει στη διαχρονική ιστορική ευθύνη του πολιτικού συστήματος για το κατάντημα της χώρας. Ναι, τα δυόμισι τελευταία χρόνια δεν ήταν ανώδυνα, ή ανέφελα, υπήρξαν λάθη»), ο Βενιζέλος επανήλθε στη… μεγαλοψυχία: «Κρατώ λοιπόν απ’ αυτά που είπε ο κ. Σαμαράς σήμερα την ουσία. Και η ουσία είναι πως δεν μπορεί πλέον να πει τίποτα άλλο, από αυτά που έχει πει το ΠΑΣΟΚ από αυτά που έχουμε κάνει ως κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και ως κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου, από αυτά που συνιστούν την πλατφόρμα πάνω στην οποία κινείται η χώρα, από την εθνική στρατηγική που έχει διαμορφωθεί».
Και βέβαια, ο Βενιζέλος δεν παρέλειψε να μπολιάσει με μια γερή δόση κομματικής αισιοδοξίας τους Πασόκους, χαρακτηρίζοντας «το όραμα της αυτοδυναμίας της Νέας Δημοκρατίας» ως «μια παραδοσιακή, παλαιοκομματική και αδιέξοδη κατά την γνώμη μου ματαιοδοξία, η οποία δεν εναρμονίζεται με τις συνθήκες στις οποίες βρίσκεται η χώρα», αναρωτώμενος ρητορικά αν «η δημοκρατία μας είναι δημοκρατία των δημοσκοπήσεων και μάλιστα το χειρότερο momentum, τη χειρότερη στιγμή» και αν «ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι στιγμιαίος, φωτογραφικός» για ν’ απαντήσει αρνητικά, συμπληρώνοντας ότι «ο συσχετισμός των δυνάμεων εξελίσσεται, αναρριπίζεται, μεταβάλλεται ανά πάσα στιγμή. Φιλοδοξία έχουν όλα τα κόμματα και πρωτίστως το μεγαλύτερο κόμμα, το πρώτο κόμμα της Βουλής αυτής που είναι το ΠΑΣΟΚ να διεκδικήσει και ξανά να φτιάξει τη σχέση του με τους πολίτες, να αποκαταστήσει αυτές τις σχέσεις που έχουν τρωθεί με το λαό προς το συμφέρον του έθνους».
Δεν παρέλειψε, φυσικά, να θυμίσει στον Σαμαρά (και στον ελληνικό λαό), ότι και μετά τις εκλογές η ίδια πολιτική θ’ ακολουθηθεί, την οποία ονόμασε πολιτική ΠΑΣΟΚ. Πατώντας, δε, εκεί που πονάει ο Σαμαράς, τον προκάλεσε να πάει να πείσει τους ομογάλακτούς του του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, οι οποίοι κυβερνούν στις 16 από τις 17 κυβερνήσεις της Ευρωζώνης.
Φρονίμως ποιών ο Σαμαράς δεν ανταπάντησε στον Βενιζέλο, γιατί καταλαβαίνει ότι αυτό το πεδίο δεν τον βολεύει. Είναι αυτός που αναγκάστηκε να πετάξει την αντιμνημονιακή μάσκα που φορούσε, αντιμετωπίζοντας πλέον και εσωκομματικό πρόβλημα, ενώ ο Βενιζέλος αισθάνεται δικαιωμένος, αφού το ΠΑΣΟΚ άλλαξε μόνο τον Γιωργάκη και κανένα στοιχείο της πολιτικής που ακολουθούσε.
Το γεγονός ότι ο Σαμαράς δεν απάντησε στις προκλήσεις Βενιζέλου προσέφερε σίγουρα πόντους στον τελευταίο. Οι Πασόκοι βουλευτές συνειδητοποίησαν ότι βρήκαν επιτέλους αρχηγό που να μπορεί να σταθεί σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και ο οποίος, μετά την αρχικά αμυντική στάση, τώρα δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω και βρήκε το ευαίσθητο σημείο του Σαμαρά, φέρνοντάς τον σε θέση άμυνας, από την οποία μόνο να κερδίσει έχει το ΠΑΣΟΚ. Γιατί μπορεί ο Σαμαράς να λέει «αφήστε το ΠΑΣΟΚ, είναι τελειωμένο», ξέρει όμως πολύ καλά ότι συγκυβερνά και ο ίδιος και μάλιστα δεν μπορεί πια να κρυφτεί, όπως αδέξια προσπάθησε να κάνει τον πρώτο καιρό. Το κακό για τον Βενιζέλο είναι πως για νέο αρχηγό δεν θα ψηφίσουν οι βουλευτές και τα μεγαλοστελέχη, όπου θα έπαιρνε την εκλογή «αέρα πατέρα», αλλά τα μέλη. Λίγοι θα ψηφίσουν μεν, άβυσσος όμως η ψυχή του Πασόκου.