Μια φράση του Μητσοτάκη, στο κλείσιμο της κοινοβουλευτικής συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος, έβαλε φωτιά στα τόπια της προεδρολογίας. Δεν έχει και άλλα θέματα η επικαιρότητα, οπότε η προεδρολογία (με όλη την ίντριγκα και το σασπένς που τη συνοδεύουν) είναι ό,τι καλύτερο για να βγάζουν το ψωμί τους (ή το παντεσπάνι τους) οι συντάκτες και οι αρθρογράφοι του αστικού Τύπου.
«Πιστεύετε πραγματικά, κύριε Τσίπρα, ότι μπορεί να υπάρξει κυβέρνηση με απόλυτη πλειοψηφία που θα εκλέξει πρόεδρο της Δημοκρατίας με σχετική πλειοψηφία και θα αντέξει εδώ μέσα;», είπε ο Μητσοτάκης. Πονηρούτσικο το ερώτημα, αλλά τα αντανακλαστικά του Τσίπρα αποδείχτηκαν αδύναμα. Η ΝΔ έχει 158 βουλευτές. Για να εκλέξει πρόεδρο με σχετική πλειοψηφία, θα πρέπει να μην τον ψηφίσουν τουλάχιστον οχτώ δικοί της βουλευτές. Πιστεύει κανείς ότι δεν υπάρχει «καθαρόαιμος» Δεξιός που να πάρει μονοκούκι τους 158 βουλευτές της ΝΔ (άντε με μία-δύο απώλειες), ώστε να έχει περάσει τον πήχυ των 151; Δηλαδή, αν ο Μητσοτάκης προτείνει τον Καραμανλή (που είναι μια από τις υποψηφιότητες), δε θα τον εκλέξει με σχεδόν 158 ψήφους;
Είπε, όμως, και κάτι άλλο ο Μητσοτάκης. Οτι η αλλαγή του τρόπου εκλογής ΠτΔ «δεν αναιρεί την πολιτική ευθύνη της εκάστοτε πλειοψηφίας για πρόταση προσώπου με ευρύτερη συναίνεση». Κι αυτή ήταν η αναφορά που τροφοδότησε το νέο κύμα προεδρολογίας. Οι συριζαίοι είχαν εύκολη την απάντηση: θέλετε πρόεδρο ευρύτερης συναίνεσης; Ψηφίστε τον Παυλόπουλο. Ακόμα και κανένας άλλος να μην τον ψηφίσει (μολονότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι δε θα τον ψηφίσουν Μπαρουφάκης, Σακοράφα, που τον είχαν ψηφίσει και το 2015), θα ξεπεράσει τις 200 ψήφους. 233 είχε πάρει το 2015, 242 τουλάχιστον (άθροισμα ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ) μπορεί να πάρει το 2020.
Οι άνθρωποι του Μητσοτάκη έχουν έτοιμη την απάντηση, μολονότι κανένας τους δεν παίρνει την ευθύνη να την πει επώνυμα: Μπορεί ο Παυλόπουλος να είναι δεξιός και πιστός καραμανλικός, όμως ο Μητσοτάκης είναι ο μόνος βουλευτής της ΝΔ που δεν τον ψήφισε το 2015, καταλογίζοντάς του ότι «δεν αντιστάθηκε στις “σειρήνες” του πελατειακού κράτους, χειρίστηκε με ανεπάρκεια μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας μας, το Δεκέμβριο του 2008, και τέλος δεν εκφράζει τη θέση της Ελλάδας στη ενωμένη Ευρώπη με τον τρόπο που εγώ (σ.σ. ο Κούλης) θα επιθυμούσα».
Ελεγε και κάτι άλλο ο Κούλης στη δήλωσή του το 2015: «Πίστευα πάντα ότι στη δεδομένη χρονική συγκυρία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ήταν καλύτερο να μην είναι πολιτικό πρόσωπο. Φοβάμαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να επιλέξει μια σπουδαία Ελληνίδα ή έναν σπουδαίο Ελληνα από την κοινωνία των πολιτών για να σηματοδοτήσει πράγματι την ελπίδα ότι κάτι καινούργιο γεννιέται στην Πατρίδα μας».
Αν τον δεσμεύει η δήλωσή του ενάντια στην υποψηφιότητα Παυλόπουλου, τον δεσμεύει και το δεύτερο σκέλος της, για επιλογή μη πολιτικού προσώπου. Μπορεί, βέβαια, να ισχυριστεί ότι άλλαξε η πολιτική συγκυρία! Τέτοιου είδους κωλοτούμπες είναι πανεύκολες για τους αστούς πολιτικούς. Αν, για παράδειγμα, θέλει να προτείνει τον Καραμανλή, μπορεί να το κάνει. Θα πρέπει, όμως, να εξασφαλίσει τη συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δε νομίζουμε ότι ο δάμαλος θα δεχόταν να εκλεγεί πρόεδρος μόνο με την ισχνή πλειοψηφία της ΝΔ. Κι αυτή η συναίνεση θα πρέπει να εξασφαλιστεί παρασκηνιακά, πριν ανακοινωθεί η πρόταση Κούλη. Θα δεχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ να συμφωνήσει στην εκλογή Καραμανλή, διευκολύνοντας τον Μητσοτάκη; Η λογική λέει όχι, όμως στο παρασκήνιο της αστικής πολιτικής συμφωνούνται πράγματα που μοιάζουν εκτός λογικής, όμως είναι απόλυτα λογικά καθώς αποτελούν προϊόντα ενός ευρύτερου παζαριού, το περιεχόμενο του οποίου δεν κοινολογείται στους «πολίτες».
Ακόμα και τον Παυλόπουλο μπορεί να προτείνει ο Κούλης, αν δεν «περπατάει» άλλη λύση. Στη δήλωσή του το 2015 άφηνε ορθάνοιχτο το παράθυρο: «Είναι δεδομένο ότι ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος θα εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Θα τον συγχαρώ, ελπίζοντας να διαψεύσει τις όποιες αμφιβολίες μου. Εύχομαι πραγματικά να είναι ένας πολύ καλός Πρόεδρος». Μπορεί, λοιπόν, να πει ότι ο Πάκης διέψευσε τις αμφιβολίες του και αποδείχτηκε εξαιρετικός πρόεδρος, ιδιαίτερα με τους σοφούς χειρισμούς του το καλοκαίρι του 2015, λίγο πριν από τη συνομολόγηση του τρίτου Μνημόνιου (θέση την οποία εδώ και καιρό αναπτύσσουν διάφορα δεξιά παπαγαλάκια, υποστηρίζοντας ότι ο Παυλόπουλος όχι μόνο έπιασε τον Τσίπρα από το αυτί, αλλά είχε και απευθείας επικοινωνία με ευρωπαίους ηγέτες, όταν αυτοί αρνούνταν να σηκώσουν το τηλέφωνο στον Τσίπρα!).
Μπορεί ο Κούλης να επιλέξει κάποια «προσωπικότητα» εκτός πολιτικής. Γεμάτος είναι ο τόπος (και το εξωτερικό) από «απόστρατους» και «απόστρατες» που δε θα έλεγαν όχι για το πόστο του μεγάλου παρελασιάρχη του κράτους. Μια τέτοια επιλογή ενέχει το ρίσκο να βρει ο ΣΥΡΙΖΑ έναν ή μία αντίστοιχου μεγέθους «προσωπικότητα» και να τη βάλει απέναντι στην πρόταση της ΝΔ. Να κάνει και το ΚΙΝΑΛ το ίδιο και γενικώς να προκληθεί ένα σύστριγγλο με «καλλιστεία προσωπικοτήτων», από το οποίο χαμένος θα βγει μόνον ο Μητσοτάκης. Γιατί αν εκλέξει πρόεδρο μόνο με τις ψήφους της ΝΔ, θα έχει φανεί ανακόλουθος σε σχέση με τις εξαγγελίες του για ευρύτερη συναίνεση.
Οπως αντιλαμβάνεστε, η υπόθεση γίνεται «σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες», επειδή δεν έχει την παραμικρή πολιτική σημασία. Εχει σημασία μόνο από την άποψη των πολιτικών εντυπώσεων. Αν ήταν ζήτημα πολιτικής ουσίας, τότε η ΝΔ θα εξέλεγε ένα δικό της άνθρωπο με τις 158 βουλευτικές ψήφους που διαθέτει, χωρίς να ενδιαφέρεται για τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης περί έλλειψης συναίνεσης. Το λέει και η μεταπολιτευτική πολιτική Ιστορία αυτό.
Μετά την ψήφιση του Συντάγματος της προεδρευομένης δημοκρατίας, στις 8 Ιούνη του 1975, ο Καραμανλής εξέλεξε πρόεδρο έναν «κηπουρό» του, τον Κ. Τσάτσο, για να έχει το κεφάλι του ήσυχο ότι δεν υπάρχει περίπτωση αυτός να ασκήσει τις προεδρικές υπερεξουσίες με τις οποίες τον εφοδίαζε το καραμανλικό Σύνταγμα. Για την Ιστορία να πούμε ότι αντίπαλος του Τσάτσου, υποδειχθείς από την Ενωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις, κατέβηκε ο Π. Κανελλόπουλος, ο οποίος τότε είχε αποβάλει το προφίλ του σκληρού δεξιού («νέος Παρθενών» η Μακρόνησος κτλ.) και εμφανιζόταν ως ένας υπεράνω κομμάτων σοφός δημοκράτης.
Το 1980, βλέποντας ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσει τις εκλογές τον επόμενο χρόνο, ο Καραμανλής μεταπήδησε στην προεδρία της Δημοκρατίας. Για να εκλεγεί με 183 ψήφους στην τρίτη ψηφοφορία, μάζεψε στη ΝΔ βουλευτές του διαλυμένου Κέντρου. Δε χρειάστηκε να ασκήσει τις υπερεξουσίες του επί της πρώτης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Η περιβόητη «συγκατοίκηση» αποδείχτηκε αρμονικότατη. Ο Α. Παπανδρέου, μάλιστα, χρησιμοποιούσε την παρουσία του Καραμανλή ως άλλοθι για την πολιτική του, ιδιαίτερα στο ζήτημα της ένταξης στην ΕΟΚ, την υποία είχε υποσχεθεί δημοψήφισμα ώστε η ένταξη να μετατραπεί σε ειδική σχέση.
Το 1985, ο Παπανδρέου ήθελε να ξαναπροτείνει τον Καραμανλή, όμως το λεγόμενο αντιδεξιό σύνδρομο ξεσήκωσε τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ. Ο Παπανδρέου, άριστος στον πολιτικό σαλταδορισμό, επεξεργάστηκε ένα τριπλό «χτύπημα»: όχι Καραμανλής για πρόεδρος, αναθεώρηση του Συντάγματος, ώστε το πολίτευμα να γίνει πρωθυπουργοκεντρικό και ο ΠτΔ καθαρά διακοσμητικός, και εκλογές. Εξέλεξε ΠτΔ τον Σαρτζετάκη στην τρίτη ψηφοφορία (με σύμπραξη του Περισσού και στριμώχνοντας τους πασόκους με τα περιβόητα χρωματιστά ψηφοδέλτια), κέρδισε τις εκλογές τον Ιούνη του 1985 και αναθεώρησε το Σύνταγμα, αφαιρώντας τις υπερεξουσίες του ΠτΔ και καθιστώντας τον απλώς μέγα παρελασιάρχη.
Εκτοτε, η εκλογή ΠτΔ ήταν ένα παραπολιτικό ζήτημα, εκτός από τις περιπτώσεις που χρησιμοποιήθηκε ως μοχλός για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Εξαιρώντας τη δεύτερη θητεία του Καραμανλή, που του την εξασφάλισε ο Μητσοτάκης (εκλέχτηκε με 153 ψήφους), αφού προηγουμένως προκάλεσε εκλογές, δημιουργήθηκε μάλιστα και μια παράδοση εναλλαγής δεξιών και πασόκων προέδρων, με «κόντρα» κυβέρνηση: το 1995 και το 2000 το ΠΑΣΟΚ πρότεινε και εξελέγη ο δεξιός Στεφανόπουλος, το 2005 η ΝΔ πρότεινε και εξελέγη ο πασόκος Παπούλιας, ο οποίος επανεξελέγη το 2010 από ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ. Την παράδοση αυτή συνέχισε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος τον Δεκέμβρη του 2014 αρνήθηκε να στηρίξει τον δεξιό Δήμα, για να προκαλέσει εκλογές, και τον Φλεβάρη του 2015, αφού κέρδισε τις εκλογές, πρότεινε και εξελέγη ο δεξιός Παυλόπουλος.
Δε χρειάζεται να χολοσκάμε, λοιπόν, έτσι ή αλλιώς θα τον βρουν και θα τον εκλέξουν τον μέγα παρελασιάρχη του ελληνικού αστικού κράτους. Και δεν έχει καμιά σημασία ποιος ή ποια θα είναι. Αλλα έχουν σημασία και γι' αυτά πρέπει ν' αγωνιστούμε.
Τελευταία Νέα :
- Μια μικρή εκδίκηση της Ιστορίας
- Τι λες για το φούντωμα της ευλογιάς στη Θεσσαλία, περιφερειάρχη Κουρέτα;
- «Λίβε Παλαιστίνα»: Η δεύτερη ζωή ενός τραγουδιού
- Αν δεν γίνουν σκληροί αγώνες, δεν πρόκειται να ανατραπεί η κυβερνητική απόφαση για δύο χρόνια δυνητική αργία στη Χρύσα Χοτζόγλου
- «Αγία Ολγα»: Στάση εργασίας ενάντια στην εξαθλίωση του νοσοκομείου και στην εξάντληση του προσωπικού
- ΑΝΤΙΚΥΝΩΝΙΚΑ