Με στρογγυλέματα, μεσοβέζικες λύσεις, απαλοιφή κάποιων ακραίων πλευρών των προηγούμενων αντιδραστικών νομοθετημάτων (κυρίως του νόμου Διαμαντοπούλου 4009/2011), αλλά και εμμονή στον αυταρχισμό, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας παρουσίασε το πολυνομοσχέδιο-κουρελού, που κατά δήλωσή της θα αποτελέσει προπομπό για το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την εκπαίδευση που θα έλθει στο μέλλον.
Για την ακρίβεια το υπουργείο Παιδείας έδωσε στη δημοσιότητα κάποιους άξονες του πολυνομοσχέδιου, το οποίο στη συνέχεια κατά το γνωστό τρόπο «διέρρευσε» σε μερίδα του Τύπου.
Οι ρυθμίσεις του πολυνομοσχέδιου είναι ενδεικτικές των προθέσεων του υπουργείου Παιδείας να κοιτά ταυτόχρονα με ένα πρόσωπο στο παρελθόν της κατασταλτικής λογικής και των κατευθύνσεων που χαράζει ο Κοινός Ευρωπαϊκός Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης και ο ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση και το άλλο στο μέλλον με κάποιες δημοκρατικές ή ψευδοδημοκρατικές αλλαγές.
Στο άρθρο αυτό παρουσιάζουμε τις σημαντικότερες ρυθμίσεις του πολυνομοσχέδιου:
♦ Καταργούνται τα κακόφημα Συμβούλια Ιδρυμάτων στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ. Οι αρμοδιότητές τους ασκούνται από τη Σύγκλητο, το Πρυτανικό Συμβούλιο, τον Πρύτανη και τους Αντιπρυτάνεις. Καταργείται η εκλογή των Πρυτανικών Αρχών με τη διαδικασία προεπιλογής από το Συμβούλιο Ιδρύματος, καθώς και η ηλεκτρονική ψήφος.
Τα μονοπρόσωπα όργανα (Πρύτανης, Αντιπρυτάνεις, Κοσμήτορες, Πρόεδροι, Διευθυντές Τομέων) εκλέγονται από το σύνολο των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, δηλαδή, τα μέλη ΔΕΠ, τους φοιτητές και όλες τις κατηγορίες του ειδικού εκπαιδευτικού τεχνικού και διοικητικού προσωπικού, με καθολική μυστική ψηφοφορία με κάλπη και αυτοπρόσωπη παρουσία του σώματος των εκλεκτόρων.
Τα 7μελή εκλεκτορικά σώματα των νόμων 4009/2011 και 4076/2012 διευρύνονται στη σύνθεσή τους σε 11μελή ή 15μελή ανάλογα με το μέγεθος του Τμήματος και συγκροτούνται στη βάση της συγγένειας του γνωστικού αντικειμένου των υπό κρίση μελών ΔΕΠ με εκλέκτορες από Τμήματα της ημεδαπής ή ομοταγή της αλλοδαπής.
Η κατάργηση αυτών των προκλητικών διατάξεων του νόμου Διαμαντοπούλου, δηλαδή η κατάργηση των Συμβουλίων διοίκησης, που αποτελούσαν τους τοποτηρητές της εφαρμογής των κατευθύνσεων του επιχειρηματικού πανεπιστήμιου, της προεπιλογής από αυτά των υποψηφιοτήτων για την εκλογή των πρυτάνεων και της ηλεκτρονικής ψήφου, που καταστρατηγούσαν το περίφημο «αυτοδιοίκητο» των ΑΕΙ, ικανοποιεί τη συνταγματική επιταγή και το αίσθημα της πλειοψηφίας των πρυτάνεων και της πανεπιστημιακής κάστας (που για τους δικούς της λόγους δεν επιθυμεί δερβέναγα στο κεφάλι της που υπονομεύει τη θέση της και το δικό της ρόλο), με την οποία οι συριζαίοι διατηρούν παραδοσιακά δεσμούς ιδεολογικούς, κομματικούς, συνδικαλιστικούς.
♦ Η λειτουργία των συλλογικών οργάνων (Σύγκλητος, Κοσμητεία, Γενική Συνέλευση Τμήματος, Γενική Συνέλευση Τομέα) ενισχύεται με τη συμμετοχή φοιτητών και εργαζομένων.
Πρόκειται για τη γνωστή συνδιοίκηση, με καθορισμένο το ρόλο και τη φύση του πανεπιστήμιου στον καπιταλισμό, που προώθησαν και στο παρελθόν όλα τα σοσιαλδημοκρατικά και ρεφορμιστικά κόμματα, με σκοπό να απορροφούν τους κραδασμούς από τις τυχόν αντιδράσεις και να ενσωματώνουν στο σύστημα φοιτητές και εργαζόμενους.
♦ Αναγνωρίζεται «για τα μάτια» το ακαδημαϊκό άσυλο. Πρόκειται για μια ψευδεπίγραφη αναγνώριση, αφού διατηρούνται ανέπαφες όλες οι σχετικές ρυθμίσεις του νόμου Διαμαντοπούλου. Στην πραγματικότητα δεν υφίσταται καν το πανεπιστημιακό άσυλο, τόσο για τους εντός της πανεπιστημιακής κοινότητας (φοιτητές, πανεπιστημιακούς καθηγητές, εργαζόμενους στα πανεπιστήμια), όσο και για τους εκτός, αφού, σύμφωνα με το πολυνομοσχέδιο και το νόμο Διαμαντοπούλου, οι δυνάμεις καταστολής μπορούν ανά πάσα στιγμή να μπουκάρουν στους πανεπιστημιακούς χώρους, χωρίς καμιά άδεια από κανένα όργανο, εάν κρίνουν ότι τελούνται «αξιόποινες πράξεις», για τις οποίες εφαρμόζεται «η κοινή νομοθεσία» (αναλυτικά γράφουμε σε άλλο άρθρο).
♦ Το πολυνομοσχέδιο διατηρεί τη φιλοσοφία της αντιστοιχίας των πανεπιστημιακών σπουδών με διδακτικές μονάδες (ΔΜ). Η πρακτική αυτή γίνεται δήθεν για να μπορεί να διαπιστώνεται αντιστοιχία πανεπιστημιακών σπουδών και πτυχίων μεταξύ των διάφορων ιδρυμάτων, σύμφωνα με τα ισχύοντα στον Κοινό Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης. Ομως, η ρύθμιση αυτή αφήνει διάπλατα ανοιχτές τις πόρτες για την αναγνώριση ΔΜ και από μη τυπικά συστήματα εκπαίδευσης, όπως ανοιχτά αποδέχεται η Διακήρυξη της Μπολόνια.
Στο πολυνομοσχέδιο δεν αναφέρεται ακριβώς ο αριθμός των ΔΜ που αντιστοιχεί σε ένα ακαδημαϊκό εξάμηνο. Αναφέρεται όμως ότι «ο αριθμός των ΔΜ, ο οποίος αντιστοιχεί σε ένα ακαδημαϊκό εξάμηνο ισοδυναμεί με τις πιστωτικές μονάδες του Ευρωπαϊκού Συστήματος μονάδων Κατοχύρωσης μαθημάτων (ECTS) για το εξάμηνο αυτό» και όλοι βεβαίως γνωρίζουμε τι ισχύει διεθνώς, όπου στο πνεύμα της Μπολόνια, οι σπουδές έχουν διαχωριστεί σε κύκλους, με τον πρώτο εξ αυτών (τον βασικό) να διαρκεί τρία χρόνια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο νόμος Διαμαντοπούλου προβλέπει ότι ο πρώτος κύκλος σπουδών αντιστοιχεί σε 180 πιστωτικές μονάδες, ενώ κάθε ακαδημαϊκό έτος αντιστοιχεί σε 60 πιστωτικές μονάδες. Δηλαδή, ορίζει τον πρώτο βασικό κύκλο σπουδών να είναι τριετής.
♦ «Αιώνιοι φοιτητές»: η παράγραφος 2 του άρθρου 33 του ν.4009/2011 (Α’ 195) τροποποιείται ως εξής:
«Ο φοιτητής εγγράφεται στο Τμήμα στην αρχή κάθε εξαμήνου σε ημερομηνίες που ορίζονται από τη Γ.Σ. του Τμήματος και δηλώνει τα μαθήματα που επιλέγει. Η ιδιότητα του φοιτητή αποκτάται με την παραπάνω διαδικασία και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 33 που αφορά διακοπή φοίτησης, διατηρείται μέχρι την απονομή του τίτλου σπουδών σύμφωνα με το ενδεικτικό πρόγραμμα σπουδών. Φοιτητές που έχουν υπερβεί το διπλάσιο χρόνο της διάρκειας φοίτησης σύμφωνα με το ενδεικτικό πρόγραμμα σπουδών του οικείου Τμήματος δεν δικαιούνται παροχές σίτισης, στέγασης και διευκολύνσεων για τις μετακινήσεις τους, εκτός και εάν ορίζεται διαφορετικά στον Εσωτερικό Κανονισμό Οργάνωσης και Λειτουργίας του οικείου ΑΕΙ».
Η κατάργηση της απροκάλυπτα ταξικής και φασιστικής διάταξης του νόμου Διαμαντοπούλου για τους λεγόμενους «αιώνιους φοιτητές», που έπληττε ιδιαίτερα τους φοιτητές τους προερχόμενους από αδύναμα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα που για βιοποριστικούς λόγους εξαναγκάζονται να διακόψουν τη συνέχεια των σπουδών τους και η οποία επέβαλε γενικώς την τρομοκρατία και την πειθάρχηση στα πανεπιστήμια, εξαναγκάζοντας ουσιαστικά τους φοιτητές να αφοσιώνονται αποκλειστικά στις σπουδές και να απαρνούνται κάθε πολιτική και συνδικαλιστική δραστηριότητα (προϋποθέσεις απαραίτητες για τη λειτουργία του πανεπιστήμιου με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια) ήταν απαραίτητη γιατί και μόνο η ύπαρξή της «έβγαζε μάτι» και έβαζε απέναντι το φοιτητικό κίνημα. Το οποίο, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι στις μέρες μας είναι πολύ μειοψηφικό και ελάχιστα διεκδικητικό και συνεπώς οι τωρινοί διαχειριστές του συστήματος πολύ λίγο κινδυνεύουν να στριμωχτούν από αυτό. Αλλωστε, το πρόβλημα των «αιώνιων φοιτητών» είναι ουσιαστικά ψευδοπρόβλημα, όπως δήλωσε και ο υπουργός Παιδείας Μπαλτάς, καθώς αυτοί δεν επιβαρύνουν σε τίποτε το δημόσιο πανεπιστήμιο.
♦ Απαγορεύεται ρητά η μη αμειβόμενη εργασία προπτυχιακών, μεταπτυχιακών φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων.
Η Σύγκλητος είναι το αποφασιστικό όργανο για τη συγκρότηση και λειτουργία των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Ερευνας, των Εταιριών Διαχείρισης Περιουσίας και κάθε άλλης δραστηριότητας που αναπτύσσεται από τα Τμήματα των ΑΕΙ.
♦ Το υπουργείο Παιδείας ισχυρίζεται ότι «τίθεται ως πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας η χάραξη εθνικής πολιτικής έρευνας: «Υπογραμμίζεται η υποχρέωση της Πολιτείας, όχι απλώς να συντηρήσει το ήδη υπάρχον ερευνητικό status quo, αλλά και να αναπτύξει θετικά μέτρα προστασίας του δημόσιου ερευνητικού πλούτου».
Ο ισχυρισμός αυτός, βεβαίως, είναι για γέλια. Οχι μόνο γιατί τα κονδύλια που διατίθενται για την έρευνα είναι ελάχιστα -εξ ου και οι συριζαίοι διατηρούν στο πολυνομοσχέδιο τα κονδύλια ΕΣΠΑ-, αλλά και γιατί η Ελλάδα είναι μια χώρα μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης, βαθιά εξαρτημένη, που συμμετέχει σε ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς (π.χ. ΕΕ) και έχει καθορισμένη θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας, παράγοντες που καθορίζουν αυστηρά την οικονομία της και την ασκούμενη πολιτική της. Συνεπώς η ποσότητα και ποιότητα της έρευνας είναι καθορισμένες άνωθεν, κυρίως από αυτούς τους παράγοντες και ο προσανατολισμός είναι η πραγματοποίηση έρευνας (στο βαθμό που αυτή γίνεται) για το συμφέρον των επιχειρήσεων και της μεγιστοποίησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου και όχι για το καλό του Ανθρώπου.
♦ Αφαιρείται η λειτουργία της Τράπεζας Θεμάτων από τον Εθνικό Οργανισμό Εξετάσεων (Ε.Ο.Ε) και παραμένει η αρμοδιότητα αυτή εξ’ ολοκλήρου στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.), ως προαιρετικό, συμβουλευτικό εργαλείο για εκπαιδευτικούς και μαθητές.
Η ρύθμιση αυτή του πολυνομοσχέδιου συμπληρώνεται με την τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο Κοντονή για τον αθλητισμό και συμπεριλαμβάνεται σε αυτό ως άρθρο 13. Το υπουργείο Παιδείας στους άξονες που έδωσε ισχυρίζεται ότι σύμφωνα με την τροπολογία αυτή «Καταργείται η επιλογή θεμάτων των προαγωγικών και απολυτηρίων εξετάσεων των μαθητών των Γενικών Λυκείων και ΕΠΑΛ καθώς και των εξετάσεων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά 50% από την Τράπεζα Θεμάτων».
Εμείς, όμως, σημειώνουμε (και αυτό το είχαμε επισημάνει και σε σχετικό άρθρο στην Κόντρα αρ. φύλ. 818) ότι η τροπολογία στο νομοσχέδιο Κοντονή αναφέρεται μόνο στον τρόπο προαγωγής των μαθητών στην Α΄ και Β΄ Λυκείου και δεν αναφέρεται καθόλου στον τρόπο απόλυσης των μαθητών από το Λύκειο, ούτε στον τρόπο εισαγωγής στα ΑΕΙ-ΤΕΙ (σύμφωνα με το Ν. 4186/2013 τα θέματα των εισαγωγικών εξετάσεων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση μπαίνουν σε ποσοστό 50% από την τράπεζα θεμάτων και σε ποσοστό 50% από την κεντρική επιτροπή εξετάσεων). Δε γνωρίζουμε τι σκέφτεται να πράξει το υπουργείο Παιδείας, αν δηλαδή θα κάνει κάποιες νομοτεχνικές βελτιώσεις ώστε στο νομοσχέδιο Κοντονή να υπάρξει διάταξη που να πληροί όλες τις παραμέτρους που θέτει η αναφορά του υπουργείου στους σχετικούς άξονες του πολυνομοσχέδιου (απόλυση από το Λύκειο και τρόπος εισαγωγής στα ΑΕΙ-ΤΕΙ).
Ανεξάρτητα πάντως από αυτό, υπογραμμίζουμε το γεγονός, ότι η διατήρηση της τράπεζας θεμάτων ως «προαιρετικό συμβουλευτικό εργαλείο» για εκπαιδευτικούς και μαθητές έγινε για να διατηρήσουν οι συριζαίοι ισορροπίες με κάποιους μηχανισμούς, ενώ δημιουργούνται ερωτηματικά για το πώς θα λειτουργήσει η «συμβουλευτική» παρουσία της στη συμπεριφορά κάποιων καθηγητών ή και μαθητών, τους οποίους σπρώχνει εμμέσως στα φροντιστήρια.
Σε δηλώσεις του, ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας Κουράκης ανέφερε ότι το νέο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι μεταβατικό και θα ισχύσει για τους μαθητές που φοιτούν τώρα στην Α΄ και Β΄ Λυκείου «τουλάχιστον για δυο χρόνια». Οπως καταλαβαίνετε οι προεκλογικές αναφορές των συριζαίων για τη δήθεν «ελεύθερη πρόσβαση» στα πανεπιστήμια παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες.
♦ Το πολυνομοσχέδιο διατηρεί την ΑΔΙΠΠΔΕ (Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση) και αυτό έχει σημαντική σημασία για τις προθέσεις του υπουργείου Παιδείας. Καταργεί μόνο τις αρμοδιότητες που είχε αυτή η δήθεν ανεξάρτητη Αρχή (Ν. 4142/2013) σε σχέση με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, όπως είναι «η εποπτεία των διαδικασιών αξιολόγησης των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και η κρίση επί των ενστάσεων των περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης, των σχολικών συμβούλων και των διευθυντών εκπαίδευσης κατά των εκθέσεων αξιολόγησής τους», καθώς και η συγκρότηση πενταμελών επιτροπών από εμπειρογνώμονες (ράμπο) για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου.
Θυμίζουμε ότι η προώθηση με τη βία της αυτοαξιολόγησης και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών από τις προηγούμενες κυβερνήσεις έφεραν τα πάνω-κάτω στο σχολείο και δημιούργησαν πρωτοφανείς καταστάσεις τρομοκρατίας, αντιπαλότητας και διαχωρισμού των εκπαιδευτικών. Η κατάργηση αυτών των πλευρών ήταν το ελάχιστο που μπορούσαν να κάνουν οι συριζαίοι, που είχαν δώσει προεκλογικά τόνους υποσχέσεων, γιατί αλλιώς δε θα μπορούσαν να σταθούν στα σχολεία. Ομως δηλώνεται ξεκάθαρα ότι θα διατηρηθεί η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου (και συνεπώς εμμέσως και η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού), η οποία τάχα δεν θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα και θα είναι απλώς ανατροφοδοτική και βελτιωτική. Τους ισχυρισμούς αυτούς οι εκπαιδευτικοί τους ακούνε βερεσέ, αφού τα ίδια έλεγαν και οι προκάτοχοι της σημερινής συγκυβέρνησης.
Εχει σημασία να αναφέρουμε και το τι ακριβώς διατηρεί το πολυνομοσχέδιο σε σχέση με τις αρμοδιότητες της ΑΔΙΠΠΔΕ: Η ΑΔΙΠΠΔΕ «διαμορφώνει, οργανώνει, εξειδικεύει, τυποποιεί και δημοσιοποιεί εκ των προτέρων τις διαδικασίες αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και τα σχετικά κριτήρια και δείκτες στο πλαίσιο, ιδίως, αντίστοιχων διεθνών προτύπων».
Κοντολογίς, ισχύουν για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου τα κριτήρια και οι δείκτες που εισηγούνται ο ΟΟΣΑ και οι κατευθύνσεις που ισχύουν για τη λειτουργία του «ανταποδοτικού», «ανταγωνιστικού» και «αποτελεσματικού» εκπαιδευτικού συστήματος στο πλαίσιο των αγγλοσαξωνικών και ευρωπαϊκών συστημάτων εκπαίδευσης τις τελευταίες δεκαετίες της επέλασης του νεοφιλελευθερισμού και στην Παιδεία.
♦ Επιχειρείται ένας κάποιος έλεγχος στη λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων (απαγορεύεται η λειτουργία σε αυτά εσωτερικών φροντιστηρίων και κέντρων ξένων γλωσσών) και φροντιστηρίων.
Οι παρατυπίες από τα ιδιωτικά σχολεία και τα φροντιστήρια αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου, γιατί και μόνο η ύπαρξή τους αποτελεί εξ ορισμού σκάνδαλο, που υπονομεύει το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Αλλωστε, οι σχολάρχες μηχανεύονται άπειρους τρόπους να αλλοιώνουν τα ωρολόγια αναλυτικά προγράμματα στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς και να διαφεύγουν τον έλεγχο των διευθύνσεων εκπαίδευσης, μετατρέποντας τα σχολεία τους σε φροντιστήρια για την εισαγωγή στα ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Οσο δε, για την προστασία των εργαζόμενων καθηγητών στα φροντιστήρια καλύτερα ας μη μιλήσουμε. Η τεράστια ανεργία των πτυχιούχων, η τρομοκρατία, η απουσία κάθε συλλογικότητας και διεκδικητικού κινήματος κάνουν μια χαρά τη δουλειά τους και δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για συμφωνίες «κάτω απ’ το τραπέζι» στις εργασιακές σχέσεις και τους μισθούς των εκπαιδευτικών.