Οπως το τραγικό περιστατικό στη σχολή ΟΑΕΔ του Ρέντη μοιάζει να επαναλαμβάνει σχεδόν ως καρμπόν τα ανάλογα περιστατικά που έχουν λάβει χώρα σε ΗΠΑ και Ευρώπη, έτσι και ο δημοσιογραφικός σχολιασμός του από τους εγχώριους «ειδικούς» (και μη) μοιάζει να αντιγράφει εκείνους που κυριάρχησαν στις άλλες χώρες. Διαβάζοντας την αρθρογραφία και τις δηλώσεις γύρω από το περιστατικό, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την πλήρη αμηχανία και αδυναμία κριτικής και με την αναπαραγωγή επικίνδυνων στερεότυπων που τελικά δεν εξυπηρετούν παρά έναν και μόνο στόχο: την ενίσχυση της συντηρητικοποίησης και της πολιτικής ανοχής στην καταστολή κοινωνιών που άγονται και φέρονται από το φόβο τον οποίο έντεχνα τους εμφυσούν τα μαζικά μέσα.
Μετά από τόσα ανάλογα περιστατικά στις ευημερούσες δυτικές κοινωνίες, αλλά και μετά από τρεις αιώνες που ο εγκλεισμός σε όλες τις μορφές του (οικογενειακός, σχολικός, ψυχιατρικός, ποινικός) έχει αποδείξει περίτρανα τα όρια και τους στόχους των λειτουργιών του, οι ψευτοεπιστήμονες τολμούν μέσα από τα τηλεοπτικά παράθυρα της μη-συμμετοχής να σκιαγραφούν με όλη την απαραίτητη διπλωματικότητα τον νέο αυτό στο Ρέντη ως έναν επικίνδυνο τρελό, έναν αντικοινωνικό εγκληματία, και να διαμαρτύρονται που οι μηχανισμοί κοινωνικού ελέγχου δεν μπόρεσαν να τον εντοπίσουν και να τον αφοπλίσουν (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πριν συμβεί το κακό. Κανένας τους δεν είχε την εντιμότητα να ομολογήσει πως η πράξη αυτού του νέου θα πρέπει επιτέλους να γίνει αντιληπτή ως φυσιολογική συνέπεια της ζωής του, της ζωής των περισσότερων ανθρώπων σήμερα, σε μια εποχή όπου ο ασφυκτικός έλεγχος και η πανοπτική επιτήρηση δε θα μπορέσουν ποτέ να εξαλείψουν τα συμπτώματα μιας συστημικής βίας ολοένα πιο ακραίας και ολοκληρωτικής.
Ακόμα πιο εξοργιστικό είναι το γεγονός ότι ο συρφετός των δήθεν ειδικών και δήθεν αναλυτών εστιάζει στο Ιντερνετ και στη μουσική ως τα προβλήματα που πρέπει να ασχοληθούμε ώστε να αποφευχθούν αντίστοιχες τραγωδίες στο μέλλον. Χωρίς να λένε ευθέως ότι αυτά προκάλεσαν το συμβάν, τα αντιμετωπίζουν ως μέσα τα οποία το επέτρεψαν: φταίει το MySpace που ο 19χρονος νεκρός έφτασε στα όρια της απελπισίας και του μίσους για την ανθρωπότητα; Οχι, αλλά φταίει που δεν επιτηρούμε αρκετά το κάθε MySpace, ώστε οι αστυνομικοστρατιωτικές υπηρεσίες της έννομης ειρήνης να έχουν ανά πάσα στιγμή πρόσβαση στις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις προθέσεις και τις αφηγήσεις του καθένα μας. Φταίει το αγαπημένο μουσικό συγκρότημα του νεκρού που τον ενθάρρυνε με τους στίχους του να περάσει στην πράξη; Οχι, αλλά φταίει που δεν λογοκρίθηκαν οι στίχοι του συγκεκριμένου συγκροτήματος, ώστε να μην ενθαρρύνεται το μίσος προς την ανθρωπότητα και η επιθυμία του θανάτου που διακατείχαν αυτό το άτομο. Με άλλα λόγια το πρόβλημά μας είναι για μια φορά ακόμη ότι δεν έχουμε αρκετή λογοκρισία, αρκετή επιτήρηση, αρκετή καταστολή (αστυνομικού ή ψυχιατρικού τύπου), ότι δεν έχουμε ολοκληρωτικό έλεγχο πάνω στον κάθε πολίτη και στο σύνολο.
Το γεγονός πως ο νέος αυτός άνθρωπος ποθούσε να σκοτώσει και να πεθάνει (και πως πιθανότατα θα το έκανε ακόμη κι αν δεν έβρισκε όπλο), το γεγονός πως αντιλαμβανόταν την πραγματικότητα που τον περιέβαλλε ως ένα εχθρικό και απεχθές σώμα που τον κακοποιούσε ασταμάτητα, το γεγονός πως η κοινωνία στο σύνολό της υποφέρει από μια συστημική βία που οδηγεί τον καθένα σχεδόν να φαντασιώνεται αυτό που ο συγκεκριμένος νέος έκανε πράξη, είναι ζητήματα τα οποία δεν τολμούμε να αγγίξουμε. Γιατί αν τα αγγίξουμε, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως το βάθος της απελπισίας που διαποτίζει τις ευημερούσες κοινωνίες μας είναι τέτοιο ώστε πλέον το παράξενο θα είναι να μη φτάνει κανείς στο σημείο που έφτασε ο 19χρονος στο Ρέντη. Είναι λοιπόν προτιμότερο να περιγράφουμε το θύμα ως θύτη, να τυλιγόμαστε στη σκοτεινή θαλπωρή της εγκληματολογίας, να δαιμονοποιούμε τέχνες και τεχνολογίες, και να προσευχόμαστε να μη μας τύχει. Το βέβαιο είναι πως όσοι έντεχνα εθελοτυφλούν μπροστά σε αυτή την απελπισία, συνεργάζονται άριστα με το σύστημα που τη γεννά και τη γιγαντώνει. Ενα σύστημα που όσο κι αν τελειοποιήσει τους μηχανισμούς ελέγχου του ποτέ δε θα μπορέσει να τη διαχειριστεί ολοκληρωτικά.
Ε.Γ.