Το εθνικοφασιστικό δηλητήριο δεν προέρχεται μόνο από τη ναζιστική προπαγάνδα των κάθε λογής συμμοριών (είτε εκτός, είτε εντός κοινοβουλίου). Προέρχεται και από τις παραχαράξεις που γίνονται στα σχολικά βιβλία, ξεπερνώντας πολλές φορές κάθε όριο γελοιότητας! Για να το διαπιστώσετε αρκεί να ξεφυλλίσετε τα σχολικά βιβλία της Ιστορίας του Γυμνασίου και του Λυκείου. Στο παρόν σχόλιο, θα δώσουμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Στο βιβλίο της Ιστορίας της Γ’ Γυμνασίου (το οποίο μπορείτε να κατεβάσετε από το https://ebooks.edu.gr/modules/document/file.php/DSGYM-C105/Διδακτικό Πακέτο/Βιβλίο Μαθητή/21-0151-02_Neoteri-k-Sygchroni-Istoria_G-Gym_BM.pdf), στην Ενότητα 5 που αναφέρεται στον ελληνισμό από τα μέσα του 18ου έως τις αρχές του 19ου αιώνα, υπάρχει μόνο μία παράγραφος που αναφέρεται στον Ρήγα Βελεστινλή, την οποία παραθέτουμε αυτούσια:
«Ο Ρήγας Βελεστινλής (1757-1798) πρότεινε, στη Νέα Πολιτική Διοίκηση, ένα έργο έντονα επηρεασμένο από τις ριζοσπαστικές ιδέες των Γάλλων Ιακωβίνων, τη δημιουργία μιας “Ελληνικής Δημοκρατίας“ που θα απλωνόταν σε όλη τη Βαλκανική αντικαθιστώντας την Οθωμανική αυτοκρατορία και εξασφαλίζοντας ισονομία και ισοπολιτεία στους κατοίκους της. Ο Ρήγας δοκίμασε να εφαρμόσει τα σχέδιά του, αλλά προδόθηκε και πλήρωσε με τη ζωή του, αυτός και οι σύντροφοί του, το όραμά του. Λίγο αργότερα το 1806, ο Ανώνυμος συγγραφέας του έργου Ελληνική Νομαρχία εμπνεόμενος από το όραμα του Ρήγα υποστήριξε με πάθος ότι οι Ελληνες πρέπει να αγωνιστούν μόνοι τους για την ελευθερία τους» (σελ. 25, η υπογράμμιση δική μας).
Ελληνική δημοκρατία οραματιζόταν ο Ρήγας, λοιπόν, και όχι βαλκανική ομοσπονδία! Οι παραχαράκτες «ιστορικοί» που συνέταξαν το σχολικό βιβλίο ήταν όμως προσεκτικοί. Για να μην τους κατηγορήσει κανείς για ανοιχτή παραχάραξη, έβαλαν τις λέξεις μέσα σε εισαγωγικά! Φυσικά, στα παιδιά της Γ’ Γυμνασίου, τα εισαγωγικά –ειδικά στη συγκεκριμένη φράση- δε λένε τίποτα. Το «Ελληνική Δημοκρατία» θα μείνει στο μυαλό τους (που είναι και ο επίσημος τίτλος του σημερινού ελληνικού κράτους). Με αυτό τον τρόπο, οι «ιστορικοί» μας εμφανίζουν σαν «ελληναρά» έναν επαναστάτη που βρισκόταν πολύ πιο μπροστά από την εποχή του, οραματιζόμενος τη συνένωση όλων των Βαλκανίων σε ένα κράτος. Επειδή όμως τον Ρήγα (όσο κι αν τους ενοχλεί η θέση του) δεν μπορούσαν να μην τον αναφέρουν στο σχολικό βιβλίο, προτίμησαν να γράψουν πέντε αράδες και να τον διαστρεβλώσουν, αποσιωπώντας κάθε λέξη που θα έβαζε τον μαθητή να σκεφτεί πέρα από την ελληνοκεντρική αντίληψη της Ιστορίας! Ούτε λόγος να γίνεται για τα γραπτά του Ρήγα, όπως ο Θούριος, ο οποίος δεν αναφέρεται καν στο βιβλίο των 192 σελίδων, παρά τις τόσες λεπτομέρειες που –κατά τα άλλα- το έχουν φορτώσει. Μα είναι δυνατόν οι μαθητές να διαβάσουν πράγματα όπως: «Να σφάξουμε τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν και Χριστια-νούς και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν»; Τότε θα αρχίσουν να ρωτάνε ποιοι είναι αυτοί οι «λύκοι» που τυραννούσαν και τους Τούρκους πέρα από τους Ελληνες; Θα αρχίσουν να ξεχωρίζουν στο μυαλό τους, τους καταπιεστές Τούρκους από τους φτωχούς Τούρκους και οι σκέψεις τους θα πήγαιναν σε επικίνδυνα μονοπάτια…
Θα έβλεπαν για παράδειγμα με κακό μάτι τη «Μεγάλη Ιδέα», με την οποία γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές Ελλήνων τον προηγούμενο αιώνα, η οποία αποτελούσε απαραίτητο συμπλήρωμα της θεωρίας της ψωροκώσταινας, που αποτέλεσε την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος: της υποταγής στους «μεγάλους» ιμπεριαλιστές και του μίσους για τους γειτονικούς λαούς. Ομως το σχολικό βιβλίο, σα γνήσια «εθνικό», δεν μπορεί να δεχτεί αυτά τα πράγματα! Ιδού λοιπόν πως την παρουσιάζει στη σελ. 59:
«Μεγάλη Ιδέα και αλυτρωτισμός. Αυτή την εποχή, στη βάση του ότι η Ελλάδα ήταν φτωχή και οι περισσότεροι Ελληνες ζούσαν έξω από τα σύνορα του ελληνικού κράτους, διατυπώθηκε η θέση ότι, για να αναπτυχθεί η χώρα, θα έπρεπε πρώτα να διευρυνθούν τα ελληνικά σύνορα ώστε να περιλάβουν περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς που βρίσκονταν υπό ξένη -κυρίως οθωμανική- κυριαρχία. Αν και η ιδέα κυκλοφορούσε σχεδόν από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, ο Κωλέττης ήταν εκείνος που αναφερόμενος σε αυτή χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο Μεγάλη Ιδέα (ιδέα για την οποία αξίζει να αγωνιστεί όλο το έθνος) σε ομιλία του στην Εθνοσυνέλευση το 1844. Γρήγορα, η Μεγάλη Ιδέα έγινε αποδεκτή από την ελληνική κοινωνία, υιοθετήθηκε ως επίσημη κρατική πολιτική και σφράγισε τη ζωή και την ιδεολογία του ελληνισμού μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Οι Ελληνες που ζούσαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία ονομάστηκαν αλύτρωτοι (επειδή δεν είχαν, ακόμη, λυτρωθεί, δηλαδή απελευθερωθεί) και η πολιτική που στόχευε στην ένταξη, τη δική τους και των εδαφών στα οποία κατοικούσαν, στο ελληνικό κράτος ονομάστηκε αλυτρωτισμός. Παράλληλα, μια άλλη αντίληψη, που εκφραζόταν, κυρίως, από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και το αγγλικό κόμμα και υποστήριζε ότι μόνο αν προηγούνταν η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα ήταν εφικτή και η εδαφική επέκτασή της, έβρισκε λιγότερους υποστηρικτές» (η υπογράμμιση του βιβλίου).
Η Μεγάλη Ιδέα, που αποτέλεσε το ιδεολογικό οπλοστάσιο της αστοτσιφλικάδικης αντίδρασης για να μετατρέψει την εργατική τάξη και το λαό της Ελλάδας σε κρέας για τα κανόνια κατακτητικών πολέμων για την αναβίωση της «Μεγάλης Ελλάδας» πάνω στο αίμα των «βαρβάρων», την ίδια στιγμή που η ίδια η αστοτσιφλικάδικη αντίδραση είχε ξεπουλήσει την Ελλάδα στο διεθνές κεφάλαιο, αποτελεί -σύμφωνα με το σχολικό βιβλίο- μία «άποψη» που γεννήθηκε από το γεγονός ότι οι Ελληνες «μεγαλουργούσαν» στο εξωτερικό, σε αντίθεση με το εσωτερικό όπου κυριαρχούσε η φτώχεια και η δυστυχία! Αυτό αναλύεται στο βιβλίο της Ιστορίας θεωρητικής κατεύθυνσης της Γ’ Λυκείου, στην παράγραφο με τίτλο «Οι παραγωγικές δυνάμεις μέσα και έξω από την Ελλάδα και η “Μεγάλη Ιδέα”» (σελ. 15):
«Στο μεταξύ η πρόοδος του εκτός των εθνικών συνόρων ελληνισμού ταλάνιζε το μικρό βασίλειο (σ.σ. της Ελλάδας). Ενίσχυε την ιδέα ότι το υπάρχον κράτος δεν ήταν παρά μία ημιτελής κατασκευή, τα θεμέλια απλώς για κάτι μεγαλύτερο. Η “Μεγάλη Ιδέα“ που εκπορεύθηκε απ’ αυτήν την αντίληψη, δημιουργούσε προσδοκίες για ολοκλήρωση του εθνικού οράματος, που προϋπέθετε σημαντική διεύρυνση των συνόρων».
Το μόνο πρόβλημα που υπαινίσσεται το βιβλίο είναι ότι «οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν στραμμένο το ενδιαφέρον τους αποκλειστικά στα εσωτερικά ζητήματα, στην οικο-νομική ανόρθωση και τη γεφύρωση του χάσματος με τη Δύση. Ολα αυτά συνυφαίνονταν με το εθνικό όραμα, μεγαλώνοντας το κόστος των προσπαθειών και καθιστώντας συχνά τις οικονομικές πρωτοβουλίες έρμαια των εθνικών κρίσεων». Λανθασμένος υπολογισμός λοιπόν από τις ελληνικές κυβερνήσεις ήταν το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με τη «Μεγάλη Ιδέα». Ενώ θα έπρεπε να ασχοληθούν με τα εσωτερικά ζητήματα, δεν το έκαναν στο βαθμό που έπρεπε και οι όποιες «οικονομικές πρωτοβουλίες» (από ποιον και γιατί, δεν αναφέρει το βιβλίο) υπονομεύτηκαν από τις «εθνικές κρίσεις»! Δεν είναι μόνο η απουσία κάθε ταξικής αναφοράς για το ποιόν των ελληνικών κυβερνήσεων σαν κυβερνήσεων του κεφαλαίου, που μας εκπλήσσει, αν και είναι αναμενόμενη σε ένα βιβλίο που εκδίδεται στο πλαίσιο της αστικής εκπαίδευσης, αλλά ο γελοίος τρόπος που παρουσιάζεται η πιο αντιδραστική θεωρία που υπήρξε στην ελληνική ιστορία κι εκπορεύτηκε από τις ανάγκες της ξενόδουλης ελληνικής αστικής τάξης να παίξει έναν χαρακτήρα τοποτηρητή των ιμπεριαλιστών στην περιοχή! Θα μπορούσαν να αναφέρουν ότι η Μεγάλη Ιδέα ήταν μία θεωρία που γεννήθηκε από κάποια εθνικιστικά κέντρα σε αντίθεση με την σημερινή «δημοκρατία» που είναι αντίθετη σε τέτοια ιδεολογήματα. Κι αυτό μέσα στο πλαίσιο της αστικής προπαγάνδας θα ήταν. Ομως προτίμησαν (στο βιβλίο της Ιστορίας τόσο της Γ’ Γυμνασίου όσο και της Γ’ Λυκείου) να παρουσιάσουν έτσι το θέμα, ώστε ο μαθητής να μη θεωρεί κάτι κακό τη Μεγάλη Ιδέα, αλλά ακόμα και να τη συμπαθήσει.
Εκεί όμως που η παραχάραξη χτυπάει «κόκκινο» είναι στο πώς παρουσιάζουν την οικονομική υποδούλωση της Ελλάδας στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Μια υποδούλωση που εντάθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με την επιβολή του Διεθνούς Οκονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ). Ηταν άμεση συνέπεια της πτώχευσης του 1893 και της ήττας της Ελλάδας στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Κάτι σαν το σημερινό Μνημόνιο δηλαδή, που κράτησε οκτώ ολόκληρες δεκαετίες (μέχρι το 1978), αλυσοδένοντας τη χώρα στο άρμα των διεθνών πιστωτών που κερδοσκοπούσαν πάνω στο αίμα και τον ιδρώτα του ελληνικού λαού.
Το σχολικό βιβλίο όμως (της θεωρητικής κατεύθυνσης της Γ’ Λυκείου, το οποίο υποτίθεται ότι εμβαθύνει ακόμα περισσότερο στην Ιστορία από όλα τα άλλα συγγράμματα του σχολείου) δεν έχει την ίδια άποψη. Ιδού πως παρουσιάζει τον ΔΟΕ:
«Τα οικονομικά του ελληνικού κράτους οδηγήθηκαν σε καθεστώς Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ). Εκπρόσωποι έξι δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Αυστρία, Γερμανία, Ρωσία, Ιταλία) ανέλαβαν τη διαχείριση βασικών κρατικών εσόδων. Επρόκειτο για τα έσοδα των μονοπωλίων αλατιού, φωτιστικού πετρελαίου, σπίρτων, παιγνιόχαρτων, χαρτιού σιγαρέτων, τα έσοδα από την εξόρυξη της σμύριδας της Νάξου, το φόρο καπνού, τα λιμενικά δικαιώματα του Πειραιά, το φόρο χαρτοσήμου κ.λπ.» («Η πτώχευση του 1893 και ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος» σελ.38-39).
Μέχρι εδώ καλά. Αφού παραθέσει όμως ορισμένες ακόμα πληροφορίες για το τι έκανε ο ΔΟΕ, έρχεται η κατακλείδα, για να… κόψουμε όλοι τις φλέβες μας από οργή και απόγνωση:
«Τα αποτελέσματα ήταν θετικά και έγιναν ορατά λίγα χρόνια αργότερα. Η εγγύηση των Δυνάμεων αύξησε την πιστοληπτική ικανότητα του κράτους, ενώ ο έλεγχος απάλλαξε τους δημοσιονομικούς μηχανισμούς από δυσλειτουργίες του παρελθόντος. Το 1910, παρά τα προβλήματα στο εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών εξαιτίας της σταφιδικής κρίσης και παρά το γεγονός ότι η αποπληρωμή των δανείων εξακολουθούσε να απορροφά το 1/3 των εθνικών εσόδων, τα δημόσια οικονομικά μπορούσαν να χαρακτηριστούν υγιή, οι προϋπολογισμοί ήταν ελαφρώς πλεονασματικοί και οι οικονομικές δυνατότητες του κράτους σαφώς αυξημένες. Αυτή η θετική εξέλιξη επέτρεψε τις μεταρρυθμίσεις των πρώτων κυβερνήσεων του Ελευθερίου Βενιζέλου, την πολεμική προετοιμασία και τη συμμετοχή στους Βαλκανικούς πολέμους, χωρίς τις δραματικές επιπτώσεις που είχαν στο οικονομικό πεδίο οι πολεμικές κινητοποιήσεις του παρελθόντος» (σελ. 39, οι υπογραμμίσεις δικές μας).
Ισως μετά από κάποιες δεκαετίες, αν κατορθώσει να επιβιώσει ο ελληνικός καπιταλισμός και δεν έχει ανατραπεί από μια κομμουνιστική επανάσταση, κάποιοι άλλοι «ιστορικοί» να αναφέρουν ότι το Μνημόνιο ήταν «ευεργετικό», γιατί το κράτος κατόρθωσε επιτέλους να έχει «πρωτογενή πλεονάσματα» και η ελληνική οικονομία να μπει στην τροχιά της «ανάπτυξης»! Θα είναι άξιοι συνεχιστές των «ιστορικών» που συνέγραψαν το σχολικό βιβλίο της Ιστορίας κατεύθυνσης Γ’ Λυκείου, στους οποίους θα συνιστούσαμε να ρίξουν μία ματιά στο καταπληκτικό βιβλίο του Νίκου Μπελογιάννη «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», στο οποίο περιέγραψε αναλυτικά τη «θετική εξέλιξη» που είχε η επιβολή του ΔΟΕ στη χώρα.
Ξενοδουλεία και εθνικισμός με επιστημονικοφανές προσωπείο είναι αυτά που διδάσκουν στον ελληνικό λαό από τα παιδικά του χρόνια τα βιβλία της Ιστορίας. Είναι αυτά που βοηθούν στην καλλιέργεια του εθνικισμού, παράλληλα με την ιδεολογία της υποτέλειας στο όνομα του ρεαλισμού. Επειτα, δεν είναι ν’ απορείς γιατί ο ελληνικός λαός εξακολουθεί να γίνεται άθυρμα των πιο σκοταδιστικών εθνικιστικών κύκλων που έδωσαν τον τόνο στα εθνικοφασιστικά συλλαλητήρια των τελευταίων ημερών.
Κ.Β.