Στο έδαφος ενός ισχυρού, μαζικού και διεκδικητικού κινήματος στα πανεπιστήμια και τους χώρους εργασίας, που έβγαινε απειλητικό μετά το τέλος της δικτατορίας και στον απόηχο της ηρωικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973, το ΠΑΣΟΚ το 1982 εξαναγκάστηκε να θεσπίσει το πανεπιστημιακό άσυλο (Ν. 1268/1982, άρθρο 2), προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε αυτό το κίνημα και την ανάγκη του αστικού συστήματος να υπάρξει έλεγχος των πρακτικών διεκδικητικής τακτικής του κινήματος που πραγματοποιούνταν στο έδαφος των πανεπιστημιακών χώρων (καταλήψεις από φοιτητές, εργαζόμενους στο πανεπιστήμιο, αλλά και από τάσεις του κινήματος εκτός των τειχών της πανεπιστημιακής κοινότητας).
Το πανεπιστημιακό άσυλο είχε καταγραφεί στη μνήμη του ελληνικού λαού (ιδίως με την κατάληψη της Νομικής και την εξέγερση του Πολυτεχνείου το ’73, στην οποία πήραν μέρος όχι μόνο φοιτητές, αλλά και μαθητές και εργαζόμενοι) ως μια ιερή έννοια και συνθήκη, την οποία δε μπορούσαν να παραβιάσουν οι δυνάμεις καταστολής του κράτους. Γι’ αυτό και ο νόμος 1268/1982 είναι πολύ προσεκτικός στις διατυπώσεις, αν και αφήνει σαφώς περιθώρια για την επέμβαση των κατασταλτικών δυνάμεων.
Ο νόμος αυτός προβλέπει:
♦ Η ακαδημαϊκή ελευθερία στη διδασκαλία και την έρευνα, καθώς και η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών κατοχυρώνεται στα ΑΕΙ.
♦ Δεν επιτρέπεται η επιβολή ορισμένων μόνον μερικών επιστημονικών απόψεων και ιδεών και η διεξαγωγή απόρρητης έρευνας
♦ Ολοι οι εργαζόμενοι στα ΑΕΙ, όπως και οι φοιτητές είναι ελεύθεροι να εκφράζονται συλλογικά μέσα από τα συνδικαλιστικά τους όργανα, που διευκολύνονται στη λειτουργία τους από τις πανεπιστημιακές αρχές.
♦ Για την κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών αναγνωρίζεται το Πανεπιστημιακό Ασυλο.
♦ Το Πανεπιστημιακό Ασυλο καλύπτει όλους τους χώρους των ΑΕΙ και συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς χωρίς την πρόσκληση ή άδεια του αρμόδιου οργάνου του ΑΕΙ, όπως αναφέρεται στη συνέχεια.
♦ Το όργανο αυτό είναι τριμελές και αποτελείται από τον Πρύτανη ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και ανά ένα εκπρόσωπο του Διδακτικού-Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) και των φοιτητών.
♦ Το όργανο αυτό αποφασίζει μόνο με ομοφωνία όλων των μελών του. Σε περίπτωση διαφωνίας συγκαλείται έκτακτα η Σύγκλητος του ΑΕΙ την ίδια μέρα προκειμένου να αποφασίσει σχετικά. Η τελική απόφαση παίρνεται με πλειοψηφία των 2/3 του συνόλου των παρόντων.
♦ Επέμβαση δημόσιας δύναμης χωρίς την άδεια του αρμόδιου οργάνου του ΑΕΙ επιτρέπεται μόνον εφόσον διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα ή αυτόφωρα εγκλήματα κατά της ζωής.
Η ρύθμιση αυτή για το πανεπιστημιακό άσυλο διατηρήθηκε για πολλά χρόνια, στη διάρκεια των οποίων υπήρξαν μεγάλοι αγώνες και μακράς διάρκειας φοιτητικές καταλήψεις, τις οποίες το αστικό κράτος δεν τόλμησε να διαλύσει με την επέμβαση των δυνάμεων καταστολής μέσα στα πανεπιστήμια, με εξαιρέσεις: Το Νοέμβρη του 1985 στο Χημείο Αθηνών στο οποίο έγινε κατάληψη μετά τη δολοφονία του μαθητή Μιχάλη Καλτεζά από τον αστυνομικό Μελίστα. Η Επιτροπή Ασύλου, επί πρυτανείας Σταθόπουλου, αποφάσισε την άρση του και την εκκένωση του κτιρίου. Το 1991 επί πρυτανείας Μαρκάτου, μετά το κάψιμο του κτιρίου της πρυτανείας του ΕΜΠ (από δακρυγόνα που έριξαν τα ΜΑΤ). Το 1995, πάλι επί πρυτανείας Μαρκάτου, του γνωστού πλέον και ως πρύτανη των ΜΑΤ, όταν ήρθη το πανεπιστημιακό άσυλο στο χώρο εντός του ΕΜΠ και στους γύρω δρόμους, με αποτέλεσμα να γίνουν μαζικές συλλήψεις και να φακελωθούν (και επομένως να κρατηθούν σε ομηρία) χιλιάδες νέοι.
Στη συνέχεια, επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, η τότε υπουργός Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου επιχειρεί να περιορίσει ασφυκτικά την έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου και στην ουσία να αφήσει ελεύθερο το πεδίο στις δυνάμεις καταστολής να επεμβαίνουν. Τον Μάρτιο του 2007 ψηφίζεται ο νόμος 3549/2007, με τη φωτιά και το σίδερο ενάντια στις φοιτητικές διαμαρτυρίες και στον απόηχο του μεγάλου φοιτητικού κινήματος για την αποτροπή της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, που περιέχει και τις ρυθμίσεις αυτές για το άσυλο. Ολα τούτα γίνονται γιατί τη δεκαετία αυτή το ελληνικό αστικό σύστημα προσπαθεί να προσαρμοστεί στις κατευθύνσεις που επικρατούν στον ευρωπαϊκό χώρο ανώτατης εκπαίδευσης και στα αγγλοσαξωνικά πανεπιστήμια, με την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού και στην Παιδεία. Το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο απαιτεί ταυτόχρονα την επιβολή της σιωπής των αμνών. Εξ ου και η προώθηση και με αυτό το νομοθέτημα των διακηρύξεων της κακόφημης Μπολόνια.
Ο νόμος αυτός (άρθρο 3) προβλέπει τα εξής:
♦ Η έννοια του ακαδημαϊκού ασύλου στενεύει με την προσθήκη εκτός της αναγνώρισής του για την κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει και της αναγνώρισής του για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των ΑΕΙ και των εργαζόμενων σε αυτά.
Κοντολογίς, η κατάληψη π.χ. ενός πανεπιστήμιου ακόμη και από τους φοιτητές μπορεί να θεωρηθεί πράξη κατάλυσης από τη μεριά τους του πανεπιστημιακού ασύλου, εφόσον παρεμποδίζεται η διδασκαλία και η έρευνα ή η εργασία των υπόλοιπων μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας (καθηγητών, εργαζόμενων στο πανεπιστήμιο).
♦ Το άσυλο καλύπτει μόνον τους χώρους των ΑΕΙ στους οποίους γίνεται διδασκαλία και έρευνα. Οι χώροι αυτοί καθορίζονται με απόφαση και ευθύνη της Συγκλήτου.
Δεν επιτρέπεται η επέμβαση δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς, παρά μόνο κατόπιν πρόσκλησης ή άδειας του αρμόδιου οργάνου και με την παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.
Δηλαδή οι δυνάμεις καταστολής μπορούν ανενόχλητα να χτυπούν και να διαλύουν διαδηλώσεις ή συγκεντρώσεις που πραγματοποιούνται στους ελεύθερους πανεπιστημιακούς χώρους που δεν καλύπτονται από κτίρια (π.χ. Προπύλαια του Πανεπιστήμιου Αθηνών, πεζοδρόμιο και αύλειος χώρος του Οικονομικού Πανεπιστήμιου, κ.λπ.).
♦ Αρμόδιο όργανο για την πρόσκληση ή άδεια των δυνάμεων καταστολής είναι το Πρυτανικό Συμβούλιο (αποτελείται από τον Πρύτανη και τους Αντιπρυτάνεις). Το Πρυτανικό Συμβούλιο αποφασίζει κατά πλειοψηφία.
Εχει φύγει δηλαδή από τη μέση η συγκρότηση του οργάνου με την παρουσία ενός μέλους ΔΕΠ και ενός φοιτητή και η απαίτηση της ομοφωνίας, ώστε να λυθούν τα χέρια της αντιδραστικής πανεπιστημιακής κάστας, που συμπλέει με τους κυβερνώντες και το αστικό σύστημα.
♦ Επέμβαση δημόσιας δύναμης χωρίς την άδεια του αρμόδιου οργάνου επιτρέπεται μόνον εφόσον διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα ή αυτόφωρα εγκλήματα κατά της ζωής.
Αυτά ισχύουν ώσπου ήρθε η Διαμαντοπούλου, στο ζενίθ της νεοφιλελεύθερης επίθεσης ενάντια σε δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών, να βάλει οριστικά την ταφόπλακα στο δημόσιο πανεπιστήμιο και το πανεπιστημιακό άσυλο, με τον νόμο 4009/2011. Το σύστημα θωρακίζεται έναντι πιθανών μελλοντικών αντιδράσεων στην άλωση των πάντων και όλων των κοινωνικών αγαθών.
Ο νόμος αυτός (στο άρθρο 3) δεν περιέχει καν την έννοια του ακαδημαϊκού ασύλου. Ο τίτλος του είναι χαρακτηριστικός: «Ακαδημαϊκή ελευθερία». Καταργούνται οριστικά το άρθρο 2 του Ν. 1268/1982 (ΠΑΣΟΚ) και οι σχετικές παράγραφοι 1 έως και 7 και 9 του άρθρου 3 του Ν. 3549/2007 (Γιαννάκου).
Για τα μάτια αναγνωρίζεται στην εισαγωγή η ακαδημαϊκή ελευθερία «στην έρευνα και τη διδασκαλία και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών», για να αρθεί αμέσως μετά με την παράγραφο 2 η έννοια της ελευθερίας με τη διατύπωση: «Σε αξιόποινες πράξεις που τελούνται εντός των χώρων των ΑΕΙ εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία».
Δεν προσδιορίζεται δηλαδή η έννοια του ασύλου (της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών) ούτε όσον αφορά κινητοποιήσεις των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας γενικά (φοιτητές, καθηγητές εργαζόμενοι στα πανεπιστήμια), ούτε πολύ περισσότερο για κινητοποιήσεις εργαζόμενων ή τάσεων του κινήματος εκτός των τειχών. Απαλείφονται ακόμη και αυτές οι διατάξεις που περιορίζουν το άσυλο στα πανεπιστημιακά κτίρια (χώροι διδασκαλίας και έρευνας), καθώς και αυτή που προβλέπει τη συγκρότηση και σύγκληση συγκεκριμένου οργάνου, που θα αποφασίζει για την άρση του ασύλου. Οι δυνάμεις καταστολής μπορούν ανά πάσα στιγμή, εφόσον κρίνουν ότι «τελούνται αξιόποινες πράξεις», να μπουκάρουν στους πανεπιστημιακούς χώρους, ενώ για τις πράξεις αυτές «εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία».
Ερχόμαστε τώρα στους δημαγωγούς της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Το υπουργείο Παιδείας, κατά την παρουσίαση των αξόνων του πολυνομοσχέδιου-κουρελού έκανε μπόλικη δημαγωγία για την επαναφορά δήθεν της έννοιας του πανεπιστημιακού ασύλου. Την ψεύτικη αυτή προπαγάνδα αναπαρήγαγαν πρόθυμα τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ.
Η αλήθεια, όμως, είναι πολύ μακριά και βεβαίως είναι πολύ πικρή. Το δίδυμο της συριζαίικης πολιτικής ηγεσίας όχι μόνο δεν επανέφερε το πανεπιστημιακό άσυλο, αλλά ουσιαστικά διατήρησε ανέπαφο το άρθρο 3 του νόμου Διαμαντοπούλου.
Με στόχο να ρίξει στάχτη στα μάτια «πείραξε» το άρθρο 3 του νόμου Διαμαντοπούλου ως εξής: Επαναδιατύπωσε τον τίτλο σε «Ακαδημαϊκές ελευθερίες και ακαδημαϊκό άσυλο» (τώρα άρθρο 12 του πολυνομοσχέδιου των συριζαίων). Και στη συνέχεια εισήγαγε την εξής παράγραφο: «Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει».
Αμέσως, όμως, μετά διευκρινίζει ότι παραμένει σε ισχύ η παράγραφος 2 του άρθρου 3 του νόμου Διαμαντοπούλου (Ν. 4009/2011), αυτή δηλαδή που αναφέρει ότι «σε αξιόποινες πράξεις που τελούνται εντός των χώρων των ΑΕΙ εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία», η οποία και αναριθμείται τώρα σε παράγραφο 3 του πολυνομοσχέδιου.
Το τι σημαίνει αυτό το αναλύσαμε ακριβώς παραπάνω.
Τη δημαγωγική προπαγάνδα ήρθε να διαλύσει ο υπουργός Μπάτσων και Καταστολής Πανούσης στα τηλεπαράθυρα, υπερασπιζόμενος την επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων στην πρόσφατη κατάληψη της Πρυτανείας, όταν ισχυρίστηκε ότι έδρασε σύμφωνα με το άρθρο του πολυνομοσχέδιου Μπαλτά-Κουράκη.
Ενώ και ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας Μπαλτάς, συμπεριφερόμενος κυρίως ως τεχνοκράτης πανεπιστημιακός (συνταξιούχος) και όχι ως πολιτικάντης συριζαίος, δήλωσε συνεντευξιαζόμενος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Εγώ δήλωσα από την αρχή, κατηγορηματικά, ότι συνιστά κατάλυση του ασύλου αυτή η κατάληψη. Δεύτερον, αυτό που κάνουμε είναι απλώς να επαναφέρουμε τον ορισμό του ασύλου, τον οποίο θεωρούμε ‘’ζήτημα Αρχής’’. Από την άλλη μεριά, διατηρούμε -σε ό,τι αφορά την επέμβαση της δημόσιας δύναμης- στο πανεπιστήμιο ακριβώς τις διατυπώσεις του ‘’νόμου Διαμαντοπούλου’’ αλλά πάλι και εδώ πολύς θόρυβος για το τίποτα. Είναι απλή επαναφορά ενός ορισμού, που επαναλαμβάνω, είναι συνηρτημένος με την ίδια την ουσία του πανεπιστημιακού θεσμού».
Νομίζουμε ότι τα σχόλια περιττεύουν.