Η κυβέρνηση βάλθηκε να προωθήσει όλες τις «διαρθρωτικές αλλαγές», δηλαδή το ξεπάτωμα των εργασιακών δικαιωμάτων, την απόλυτη υποταγή στην καπιταλιστική αγορά σε όλους τους τομείς, για να δώσει εξετάσεις λακεδισμού στα αφεντικά του ντόπιου και ξένου κεφάλαιου, οι οποίες, βεβαίως, κατά τον Γιώργο Παπανδρέου θα πραγματοποιούνταν έτσι κι αλλιώς, ανεξάρτητα από την οικονομική κρίση. Η «μπάλα» των εδώ και τώρα αντιλαϊκών ανατροπών πήρε και την Παιδεία. Ετσι, η Διαμαντοπούλου παρουσίασε την περασμένη Τρίτη στο υπουργικό συμβούλιο ένα κείμενο, που αποτελεί στην ουσία εισηγητική έκθεση του σχεδίου νόμου που προτίθεται να φέρει προς ψήφιση. Το πολυνομοσχέδιο-σκούπα σαρώνει τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών, σπρώχνει το σχολείο στις δαγκάνες της αγοράς, επιβάλλει καθεστώς τρόμου στην εκπαίδευση και πυροδοτεί την επανεκκίνηση των διαδικασιών-φιάσκο για τη νομιμοποίηση των κολεγίων, με την κατάργηση ή τροποποίηση του νόμου Στυλιανίδη.
Οι ενότητες του πολυνομοσχέδιου αφορούν: α) στην «αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού» β) στις «επείγουσες βελτιωτικές παρεμβάσεις στη λειτουργία των ΑΕΙ» γ) στη «δευτεροβάθμια εκκλησιαστική εκπαίδευση» και δ) στα «Κέντρα Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης – Συμμόρφωση προς της ευρωπαϊκή νομιμότητα – Ενίσχυση του ελέγχου ποιότητας».
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην πρώτη ενότητα, καθόσον το ξεπάτωμα των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, η εμπέδωση κλίματος γενικευμένης ανασφάλειας και αυταρχισμού μέσω της αξιολόγησης, αποτελούν προεόρτια για δραστικότατη μείωση των μόνιμων διορισμών, συρρίκνωση του δημόσιου σχολείου και εξώθησή του σε μορφές ιδιωτικοποιημένης λειτουργίας. Ειδικότερα:
– Ο «επαναπροσδιορισμός της σχέσης του εκπαιδευτικού με την εκπαίδευση», που αφορά στην πρώτη ενότητα περιλαμβάνει:
1. Την καθιέρωση Πιστοποιητικού Παιδαγωγικής Κατάρτισης ως αναγκαία προϋπόθεση για την είσοδο στην εκπαίδευση. Το μέτρο δεν αφορά στην αναμόρφωση του βασικού προγράμματος σπουδών των λεγόμενων καθηγητικών σχολών, με τον εμπλουτισμό τους με παιδαγωγικά μαθήματα και μαθήματα διδακτικής, όπως ίσως φαντάζεται κανείς, αλλά «ειδικά προγράμματα σπουδών», ή μεταπτυχιακά προγράμματα που θα καταρτίζουν οι λεγόμενες καθηγητικές σχολές (με πιθανή την καθιέρωση διδάκτρων, αν κρίνουμε από την πρακτική των πανεπιστημίων). Πρόκειται για ένα ακόμη τείχος που θεσπίζεται για την απόκτηση του σχετικού πτυχίου, που προφανώς θα υπερπηδούν λιγότεροι από αυτούς που εισάγονται καταρχήν στις καθηγητικές σχολές.
2. Την πρόσληψη στην εκπαίδευση αποκλειστικά μέσω του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ, ο οποίος γίνεται ανά διετία και είναι ανοικτός, δηλαδή δεν θα προκηρύσσεται συγκεκριμένος αριθμός θέσεων. Οι προσλήψεις θα γίνονται σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Οι δυο αυτές παράμετροι σηματοδοτούν αποφασιστική μείωση των διορισμών, ενώ απαλλάσσουν το υπουργείο Παιδείας από δεσμεύσεις ως προς τον χρόνο διορισμού των επιτυχόντων στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και καλλιέργεια προσδοκιών. Οι πίνακες προϋπηρεσίας κλείνουν οριστικά στις 30.6.10 και ορίζεται μεταβατική περίοδος δυο ετών γι’ αυτούς που περιμένουν στους πίνακες προϋπηρεσίας. Είναι σαφές ότι χιλιάδες εκπαιδευτικοί (ο συνολικός αριθμός είναι πάνω από 45.000) θα μείνουν εκτός νυμφώνος και θα αναγκαστούν να ξανα-υποστούν τη σκληρή, εξευτελιστική δοκιμασία του ΑΣΕΠ, που έχει πυροδοτήσει και την παραπαιδεία των φροντιστηρίων, αφού ο ανταγωνισμός είναι άγριος (ο διαγωνισμός του ΑΣΕΠ αντικατέστησε την επετηρίδα, το μόνο σύστημα διορισμού που εξασφάλιζε μια στοιχειώδη αξιοπρέπεια στον εκπαιδευτικό, και επιβλήθηκε με τη φωτιά και το σίδερο).
3. Την αναγκαστική παραμονή του εκπαιδευτικού τουλάχιστον για 3 χρόνια στον τόπο πρώτου διορισμού. Τα λαμόγια, βέβαια, και οι γλείφτες της εξουσίας, κάθε φορά, θα βρίσκουν τρόπο να παίρνουν αποσπάσεις, εκείνοι που θα υποφέρουν είναι οι εκπαιδευτικοί που δεν έχουν «μπάρμπα στην Κορώνη», αφού με πενιχρούς μισθούς θα εξαναγκάζονται σε πολυετή απομάκρυνση από τον τόπο κατοικίας τους και την οικογένειά τους. Η ρύθμιση στοχεύει και πάλι στη μείωση των μόνιμων διορισμών.
4. Την εισαγωγή του θεσμού του «δόκιμου εκπαιδευτικού». Ο νεοδιόριστος εκπαιδευτικός παραμένει επί δυο έτη ως «δόκιμος», πριν μονιμοποιηθεί στο σχολείο ή «μεταταγεί» σε άλλη υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας. Η διάταξη αυτή ισχύει και σήμερα, όμως έχει καθαρά τυπικό χαρακτήρα και δεν έχει ενεργοποιηθεί. Τώρα, όμως, συνδέεται ρητά με την αξιολόγηση και υποκρύπτει σαφώς άρση της μονιμότητας (η «μετάταξη» είναι απλώς το πρώτο βήμα και για μια μελλοντική απόλυση). Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού γίνεται από τον Διευθυντή του σχολείου, τον Μέντορα του νεοδιόριστου και τον Σχολικό Σύμβουλο.
5. Την καθιέρωση του Μέντορα του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού. Η επιλογή του τίτλου του «Μέντορα» είναι για γέλια και για κλάματα μαζί, αφού είναι ολοφάνερο τι ρόλο θα παίζει. Δεν αρκεί ο Σχολικός Σύμβουλος, που είναι συνδεδεμένος με την παιδαγωγική εποπτεία του εκπαιδευτικού, απαιτείται και γκαουλάιτερ με πειθαρχικές αρμοδιότητες.
6. Την εισαγωγή του θεσμού του «αναπληρωτή με μειωμένο ωράριο» στις περιπτώσεις των σχολείων που οι απαιτούμενες ώρες διδασκαλίας είναι λιγότερες από 16. Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας παίζει το κρυφτούλι. Προσπαθεί τάχαμου να φανεί πιστή στην προεκλογική δέσμευση για «κατάργηση της ωρομισθίας» και εισάγει έναν παραπλήσιο θεσμό. Προφανώς, η μισή δουλειά θα σημαίνει και μισή ζωή. Αλλιώς, θα οδηγηθούμε σε τρελές σκέψεις για γαλαντόμο υπουργείο.
7. Τη θέσπιση της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και μέσω αυτής του εκπαιδευτικού, που βεβαίως θα έχει άμεση επίπτωση και στους μαθητές. Σημειώνουμε ότι το υπουργείο Παιδείας έχει αποστείλει ήδη σχετική εγκύκλιο στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, όπου σημειώνει ότι επιλέγεται (προφανώς ως πρώτο βήμα) η αυτοαξιολόγηση, γιατί, όπως λέγεται χαρακτηριστικά «η Εξωτερική Αξιολόγηση εκτιμούμε ότι σήμερα αντί να κινητοποιήσει το ανθρώπινο δυναμικό του σχολείου, μπορεί να προκαλέσει άγχος στους εκπαιδευτικούς». Κοντολογίς, το υπουργείο ομολογεί το φόβο του μπροστά στις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών, στους οποίους υπάρχουν ακόμη οι μνήμες του επιθεωρητισμού, οι οποίες αντιδράσεις μπορεί να ακυρώσουν την όλη προσπάθεια για την επιβολή του μέτρου. Γι’ αυτό επιλέγεται παραπλανητικά η μοντέρνα μέθοδος της «αυτοαξιολόγησης», που μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους αφελείς ή απολιτίκ εκπαιδευτικούς ως μια προσπάθεια απλής καταγραφής ή ακόμη και ως μια ευκαιρία ανάδειξης του καθημερινού μόχθου και έργου τους, μέσα στο κλίμα γενικευμένης απαξίας που βιώνουν. Ομως, οι εκπαιδευτικοί πρέπει να διαβάσουν πίσω απ’ τις ωραίες εκφράσεις και να δουν τις πραγματικές προθέσεις του υπουργείου Παιδείας υπό το μεγεθυντικό φακό των σκληρών περικοπών στην Παιδεία (το 1 δισ. ευρώ ήταν λογιστικό τρικ, άσε που κόπηκε στη συνέχεια και τυπικά), των περικοπών στους πενιχρούς μισθούς τους και τα δώρα, τη μείωση των μόνιμων διορισμών (κατά 50% στους μόνιμους για φέτος και πάνω από 70% στους αναπληρωτές), την οσονού-πω κατεδάφιση του ασφαλιστικού τους, την επαναφορά στα τμήματα των 30 μαθητών, τα αναλυτικά προγράμματα που βγάζουν αμόρφωτα παιδιά κ.λπ. Μια προσεκτική ματιά στους σχετικούς τομείς διερεύνησης και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας, σύμφωνα με τους δείκτες και τα σχέδια δράσης του πολυνομοσχέδιου και της παραπάνω εγκυκλίου, μπορεί να οδηγήσει στα σωστά συμπεράσματα. Οι σχετικές δράσεις αφορούν:
– Τους πόρους της σχολικής μονάδας (και τους οικονομικούς). Η εγκύκλιος διευ-κρινίζει ότι πρόκειται και για «κατανομή εσόδων ανά κατηγορία πηγών», ενώ πιο κάτω αναφέρει ως παράδειγμα εκτός από τον Δήμο και το Σύλλογο Γονέων που μπορεί να ενισχύει οικονομικά το σχολείο. Το βάρος, λοιπόν, της λειτουργίας του σχολείου μετατοπίζεται σιγά-σιγά και στους γονείς και βεβαίως όλα είναι ανοιχτά για το κυνήγι «χορηγών» και την αναζήτηση «δραστηριοτήτων» που αποφέρουν κέρδη.
– Τη διοίκηση της σχολικής μονάδας (συντονισμός σχολικής ζωής, διαμόρφωση-εφαρμογή σχολικού προγράμματος, αξιοποίηση μέσων και πόρων). Αναζητούνται διευθυντές-μάνατζερ, στα πρότυπα των επιχειρήσεων.
– Την εφαρμογή του προγράμματος χωρίς απώλεια διδακτικών ωρών. Φωτογραφίζονται οι απεργίες του εκπαιδευτικού προσωπικού και οι μαθητικές κινητοποιήσεις-καταλήψεις, που θα μετρούν αρνητικά στην αξιολόγηση της σχολικής μονάδας.
– Το κλίμα και τις σχέσεις μεταξύ των παραγόντων της εκπαιδευτικής κοινότητας. Κάτι που αποτελεί την πεμπτουσία της εκπαιδευτικής διαδικασίας και που διατηρείται –στο βαθμό που διατηρείται– χάρις στο μόχθο των εκπαιδευτικών με συνείδηση, έρχεται να το βαθμολογήσει αυτός που με τη συνολική του πολιτική το τορπιλίζει.
– Τις πολιτιστικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές δράσεις του σχολείου και τη συμμετοχή στα «καινοτόμα προγράμματα». Το πάθος, η όρεξη για προσφορά αχτίδων φωτός στη μίζερη καθημερινότητα του σχολείου μπαίνουν στη ζυγαριά και μάλιστα με προεπιλεγμένα και κατευθυνόμενα κριτήρια ανάλογα με τους προσανατολισμούς κάθε φορά της ντόπιας αστικής τάξης και του ευρωπαϊκού κεφάλαιου.
– Τα αποτελέσματα στη φοίτηση, επίδοση, των μαθητών, τη μαθητική διαρροή, κ.λπ. Η κατεύθυνση αυτή θα γιγαντώσει τους εξεταστικούς φραγμούς και θα στραγγαλίσει στην κυριολεξία την εκπαιδευτική διαδικασία.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας, η αυτοαξιολόγηση θα αρχίσει άμεσα με τον ορισμό μέσα στον Απρίλιο-Μάιο του 2010 των 100 σχολείων που θα επιλεγούν πιλοτικά για να εφαρμόσουν την αξιολόγηση από την επόμενη σχολική χρονιά, ενώ θα πραγματοποιηθούν και ενημερώσεις των σχολικών συμβούλων και στη συνέχεια και των εκπαιδευτικών.
8. Την αναστολή των μεταθέσεων-αποσπάσεων εάν δεν βρεθεί πρώτα ο αντικαταστάτης του εκπαιδευτικού. Το μέτρο κινείται στη φιλοσοφία της μείωσης των διορισμών.
– Η «βελτίωση της λειτουργίας των ΑΕΙ» αναφέρεται στην ανάπτυξη ηλεκτρονικού συστήματος διανομής συγγραμμάτων (περιορίζει παραπέρα τη διανομή συγγραμμάτων), στη μείωση των μελών των εκλεκτορικών σωμάτων για την εκλογή των μελών ΔΕΠ και στην κατάργηση από φέτος της βάσης του 10. Το τελευταίο είναι το μόνο δημαγωγικό μέτρο, με το οποίο προσπαθεί να παίξει η κυβέρνηση. Που μπορεί να ανακουφίσει προσωρινά τους μαθητές των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, είναι σίγουρο όμως ότι στο άμεσο μέλλον οι ταξικοί φραγμοί θα ενταθούν, αφού, όπως άλλωστε προαναγγέλλεται και στο πολυνομοσχέδιο θα θεσπιστεί «νέο σύστημα πρόσβασης που θα συνδέει την απόδοση στο νέο Λύκειο με τις προδιαγραφές που θα θέτουν τα ίδια τα Πανεπιστήμια και που θα συνδέονται με τις αλλαγές στα προγράμματα σπουδών τόσο στη Δευτεροβάθμια όσο στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση».
– Η δημιουργία «νέου θεσμικού πλαισίου, στο πλαίσιο της Κοινοτικής νομοθεσίας» για τα κολέγια, προεξοφλεί διατάξεις που θα συμβαδίζουν απόλυτα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2005/36 για τα επαγγελματικά προσόντα και το αντίστοιχο ΠΔ που την ενσωματώνει στο ελληνικό δίκαιο. Οι αναφορές στην «ενίσχυση του εθνικού ελέγχου είναι απλώς παπάρες (βλέπε σχετικό άρθρο). Το πολυνομοσχέδιο αναβαθμίζει το ΕΚΕΠΙΣ που θα αντικαταστήσει την Επιτροπή Αξιολόγησης και Ελέγχου των Κολεγίων του νόμου Στυλιανίδη για να δώσει την αίσθηση των «αυστηρών ελέγχων» και θα γίνει επανεκκίνηση της διαδικασίας των ελέγχων των κολεγίων για την απόδοση των σχετικών αδειών λειτουργίας. Πλην, όμως, η υπογράμμιση της «ανάγκης για σύννομη χορήγηση νέων αδειών με έρεισμα ένα νέο θεσμικό πλαίσιο, στο πλαίσιο της κοινοτικής νομιμότητας» και η «αποκατάσταση των αρχών της ελεύ-θερης παροχής υπηρεσιών και ελεύθερης εγκατάστασης» τα λένε όλα!
Γιούλα Γκεσούλη