Οταν ο wannabe πρωθυπουργός και προς το παρόν δήμαρχος Αθήνας, Κ. Μπακογιάννης, διαμαρτυρόταν στον υπουργό Μπάτσων και Καταστολής, Τ. Θεοδωρικάκο, για την ελλιπή αστυνόμευση της Αθήνας, όταν περιόδευε τους ραδιοσταθμούς και έλεγε… πόσο λίγους μπάτσους έχει η Αθήνα, ήξερε τι έλεγε. Δεν μπορεί ο… πάσα ένας να συνεδριάζει σε χώρο της επιλογής του. Αν δεν δώσει άδεια ο φρούραρχος Αθήνας Μπακογιάννης δεν μπορείς να επιλέξεις το χώρο της συνεδρίασής σου, ακόμη και αν είσαι δημοτική παράταξη. Τελεία και παύλα!
Παραθέτουμε ανακοίνωση που λάβαμε από τη δημοτική παράταξη «Αντικαπιταλιστική Ανατροπή στην Αθήνα», χωρίς περαιτέρω σχόλια, πλην ενός: η συγκεκριμένη πολιτική αθλιότητα μυρίζει φασισμό. Δεν πρέπει να παρασυρθούμε από τις γελοίες πλευρές της, αλλά να μπούμε στην ουσία. Οταν συμπεριφέρονται έτσι σε μια δημοτική παράταξη, πώς θα συμπεριφερθούν στον κόσμο που δεν έχει θεσμική ιδιότητα;
O Μπακογιάννης εξελίσσεται σε αρχηγό της πιο παρακρατικής-τρομοκρατικής οργάνωσης στην Αθήνα
Η απόφαση της Αντικαπιταλιστικής Ανατροπής στην Αθήνα να πραγματοποιήσει την ετήσια συνέλευσή της στον λόφο Στέφη ήταν μια συμβολική κίνηση συνεισφοράς στη μάχη ενάντια στη λεηλασία της περιοχής και στην κλιμακούμενη τρομοκράτηση του κόσμου από το κράτος και τη δημοτική αρχή.
Φθάνοντας στον χώρο βρήκαμε μπροστά μας αυτό που βρίσκουν οι κάτοικοι της περιοχής εδώ και δύο μήνες: πάνοπλους αστυνομικούς να μας απαγορεύουν την πρόσβαση στο ανοιχτό θεατράκι του λόφου, επικαλούμενοι την αστεία δικαιολογία ότι ο «χώρος είναι εργοτάξιο» και απαγορεύεται η πρόσβαση σε οποιονδήποτε «για λόγους ασφαλείας». Μια απαγόρευση που υποτίθεται «είχε δοθεί από τον δήμο». Ζητήσαμε να μας παραδοθεί κάποιο επίσημο έγγραφο που να επιβεβαιώνει αυτούς τους ισχυρισμούς των αστυνομικών, αλλά κάτι τέτοιο βέβαια δεν υπήρχε. Είχαν όμως προφορική εντολή από το «κέντρο επιχειρήσεων» να μην αφήσουν κανέναν. Όχι ακριβώς κανέναν, αλλά όσους ήθελαν να προσεγγίσουν το θεατράκι και να συμμετέχουν στη συνέλευση της Αντικαπιταλιστικής Ανατροπής στην Αθήνα.
Ο ισχυρισμός περί εργοταξίου είναι μια αστειότητα, καθότι σήμερα δεν υπήρχε ούτε ένας εργαζόμενος στο εργοτάξιο και έξω από αυτό. Το ίδιο το εργοτάξιο ήταν κλειδωμένο και η πρόσβαση σε αυτό αδύνατη.
Η προσπάθεια του δημοτικού συμβούλου μας Π. Κεφαλληνού, να επικοινωνήσει με τη δημοτική αρχή για να σταματήσει η απαράδεκτη αντισυνταγματική και κατάφορα αντιδημοκρατική αυτή απαγόρευση, έπεσε στο κενό.
Εντέλει συνομιλήσαμε με τον αντιδήμαρχο Β. Κορομάτζο και τον γ. γραμματέα Αλ. Τσιατσιάμη, που ρωτήθηκαν αν υπάρχει απόφαση απαγόρευσης από το δήμο για την πραγματοποίηση της συνέλευσης της δημοτικής μας κίνησης. Η απάντηση και των δύο ήταν ότι τέτοια απαγόρευση δεν υπάρχει. Ο γ. γραμματέας δεσμεύτηκε να συνομιλήσει με τον δήμαρχο και να επικοινωνήσει μαζί μας, πράγμα που δεν έγινε ποτέ.
Είναι εντελώς σαφές ότι έγινε μια υπόγεια συνεννόηση μεταξύ δημάρχου και αστυνομίας, και οι εντολές του «φρούραρχου» Μπακογιάννη σαφής: κάθε προσέγγιση του χώρου απαγορεύεται.
Επρόκειτο προφανώς για μια γελοία απαγόρευση, καθότι αφενός τελικά η συνέλευσή μας πραγματοποιήθηκε λίγα μέτρα μπροστά από το φράγμα που είχαν βάλει οι δυνάμεις καταστολής, αφετέρου ο χώρος ήταν προσβάσιμος από δέκα μεριές και ο/η οποιοσδήποτε/οποιαδήποτε μπορούσε να τον προσεγγίσει. Εκτός αν είχε έρθει για τη συνέλευση της Αντικαπιταλιστικής Ανατροπής στην Αθήνα.
Αυτό που εντέλει συνέβη ήταν απλά μια ακόμα αποκάλυψη της αναβάθμισης της καταστολής, που παίρνει πλέον χαρακτήρα τρομοκράτησης των πολιτών και των αγωνιζόμενων συλλογικοτήτων. Γιατί αν ζητούσε το χώρο ο κ. Ρουβάς, πιθανότατα θα δίνονταν με μεγάλη ικανοποιήση από το δήμο, χωρίς μέτρα και φραγμούς (ενδεχομένως και με αμοιβή αντίστοιχη της εξωφρενικής που είχε πάρει για να συμμετάσχει στην τελευταία πρωτοχρονιάτικη γιορτή του δήμου).
Για μια ακόμα φορά είδαμε να εφαρμόζεται το ειδικό καθεστώς που έχει επιβληθεί στην περιοχή, με την άσκηση τρομοκράτησης σε πολίτες της πόλης. Από τη μια τεμενάδες και σκύψιμο της μέσης στα μεγάλα αφεντικά ιδιωτικών εταιρειών (PRODEA, UNISSON κ.α.) και από την άλλη ξύλο, βία, συλλήψεις και συνεχείς απαγορεύσεις σε όσους/ες αντιστέκονται.
Παράλληλα είναι εντυπωσιακό ότι παρανομούν σε όλα. Επίσημη άδεια για τα έργα δεν φαίνεται να υπάρχει πουθενά και σίγουρα ο αριθμός της δεν αναγράφεται (όπως όφειλε) στις πινακίδες απαγόρευσης που έχουν τοποθετηθεί. Ταυτόχρονα δεν ακολουθούνται οι σαφείς γραπτές οδηγίες του δασαρχείου να υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης των πολιτών και να μην παρεμποδίζεται η διέλευσή τους. Στον λόφο του Στρέφη, η δημαρχία Μπακογιάννη παρανομεί και αυθαιρετεί ασύστολα και έχει βάλει τους πραιτοριανούς της να προστατεύουν αυτές τις παρανομίες.
Ο κ. Μπακογιάννης ως αρχηγός της εκστρατείας τρομοκράτησης και επιβολής του ειδικού καθεστώτος στην περιοχή, θα πρέπει να καταλάβει ότι έχει ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου και ότι ούτε γι΄ αυτόν θα μείνουν ίδια τα πράγματα. Σε όλη την πολιτική ιστορία οι δικτατορίσκοι αργά ή γρήγορα βρέθηκαν στο περιθώριο και ένοιωσαν τη χλεύη του λαού. Αν ο δήμαρχος νομίζει ότι με αυτά τα μέτρα θα καταφέρει να εφαρμόσει ένα από τα πιο αντιδραστικά σχέδια για την Αθήνα, είναι βαθιά νυχτωμένος. Η πόλη δεν είναι τσιφλίκι του, τα πάρκα, οι λόφοι, οι αρχαιολογικοί και δημόσιοι χώροι δεν αποτελούν περιουσιακά του στοιχεία, αλλά είναι περιουσία του αθηναϊκού λαού. Και ο λαός αυτός δεν πρόκειται να τα παραδώσει.
Ως Αντικαπιταλιστική Ανατροπή στην Αθήνα καταγγέλλουμε τον δήμαρχο, που, μέσα από σκοτεινές συνεννοήσεις, αποφάσισε να απαγορεύσει ένα απλό νόμιμο δικαίωμα μας, την πραγματοποίηση της ετήσιας συνέλευσης μας. Τον καταγγέλλουμε ότι κλιμακώνει τις επιθέσεις απέναντι στους/ις κατοίκους των Εξαρχείων και όχι μόνο, και χρησιμοποιεί το σύνολο των κατασταλτικών δυνάμεων για να σπάσει το ηθικό του αγωνιζόμενου κόσμου. Βεβαίως τον καταγγέλλουμε και για τις παράνομες ενέργειες του, ηθικά πολιτικά και κοινωνικά ανάλγητες και επικίνδυνες για τα δικαιώματα των πολιτών.
Η απαγόρευση διεξαγωγής της συνέλευσης της δημοτικής μας κίνησης, αποτελεί σπάσιμο και των ορίων της δικής τους αστικής νομιμότητας και καταλήγει σε μια συνθήκη πλήρους εκτροπής.
Ως Αντικαπιταλιστική Ανατροπή στην Αθήνα δηλώνουμε ότι θα είμαστε δίπλα και μαζί με τους /ις κατοίκους όταν θα ξαναπάρουν πίσω τους χώρους τους. Οι δημόσιοι χώροι θα μείνουν ελεύθεροι για τις ανάγκες του λαού και όχι των επενδυτών.