Ο ακροδεξιός υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Θάνος Πλεύρης, αυτός που στο ξεκίνημα της πολιτικής του καριέρες ζητούσε «νεκρούς στα σύνορα», ως την καλύτερη μέθοδο αποτροπής, συνεχίζει ακάθεκτος τη ρητορική αποτροπής, μετατρέποντας την κρατική καταστολή σε «εθνική ευθύνη». Με δηλώσεις του σε διεθνή φόρα, όπως στην Κοπεγχάγη, και σε εγχώρια τηλεοπτικά πάνελ, προβάλλει το αφήγημα ενός «μεταναστευτικού πολέμου», στον οποίο ο μετανάστης, ο αιτών άσυλο και ο άνθρωπος χωρίς χαρτιά παρουσιάζονται ως «εσωτερικός εχθρός».
Μέσα από τα Δελτία Τύπου του υπουργείου διαβάζουμε ότι ο πρόσφυγας «δεν γίνεται να κάθεται, να τρώει, να πίνει και να μην μπορούμε ούτε να τον κρατήσουμε ούτε να τον επιστρέψουμε». Ο Πλεύρης, ενθυμούμενος τις ένδοξες εποχές του επι Καρατζαφύρερ, θίγει την αξιοπρέπεια μας και μας παραπληροφορεί συνειδητά.
Η παροχή οικονομικού βοηθήματος στους αιτούντες άσυλο προβλέπεται αυστηρά από την ευρωπαϊκή Οδηγία 2024/1346, ενώ στην πράξη έχει παγώσει λόγω διοικητικών προβλημάτων και συμβάσεων. Οι περισσότεροι πρόσφυγες στην Ελλάδα δεν λαμβάνουν επιδόματα, είτε ενοικίου είτε άλλης μορφής, εκτός αν πληρούν συγκεκριμένες και αυστηρές προϋποθέσεις, όπως είναι η ανεργία και η συμμετοχή σε προγράμματα όπως το HELIOS+.
Η κυβέρνηση διατυπώνει την πρόθεση να επανεξετάσει και να μειώσει δραστικά τα επιδόματα, υποστηρίζοντας ότι δεν μπορεί κάποιος να λαμβάνει πολλαπλές ενισχύσεις ταυτόχρονα. Παράλληλα, η πολιτική αυτή αγνοεί τις ιδιαίτερες συνθήκες των προσφύγων, οι οποίοι υπόκεινται σε διακρίσεις σε σχέση με τους ντόπιους πολίτες και αποκλείονται από τη συντριπτική πλειονότητα των κοινωνικών παροχών.
Η ποιότητα της σίτισης στις δομές υποδοχής —Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ), Κέντρα Εγκατάστασης Διεθνούς Προστασίας (ΚΕΔ)— έχει καταγγελθεί συχνά, ενώ τα γεύματα προσφέρονται μόνο σε όσους βρίσκονται στη διαδικασία ασύλου. Αυτή η εικόνα ενισχύει την αποστροφή και την περιθωριοποίηση.
Σύμφωνα με μαρτυρίες διαμενόντων στις δομές, τα προσφερόμενα γεύματα συχνά πετιούνται στα σκουπίδια:
«Αυτό το ψάρι δεν τρώγεται. Δεν έχει καλή γεύση. Τα παιδιά δεν μπορούν να το φάνε» αναφέρουν χαρακτηριστικά. «Σήμερα για παράδειγμα δόθηκαν τα εξής. Το πρωί, δυο πορτοκάλια, ένα μικρό κρουασάν, 2 μπουκάλια νερού και φυστίκια. Το μεσημέρι, ψάρι με πουρέ και λάχανο και το βράδυ ρύζι με σάλτσα ντομάτας και πίτες» (Χίος). Το ημερήσιο κόστος για το συγκεκριμένο μενού ανέρχεται στα 6,88€ ανά άτομο .
Πολλοί πρόσφυγες δηλώνουν πως δεν καταναλώνουν καθόλου αυτά τα γεύματα, χαρακτηρίζοντάς τα άγευστα και ακατάλληλα προς κατανάλωση. «Καταναλώνουμε μόνο νερό και πίτες. Μαγειρεύουμε μόνοι μας. Αγοράζουμε ρύζι, πατάτες, κρεμμύδια, λάδι, κοτόπουλο, φρούτα ή λαχανικά από τα μαγαζιά. Αλλά δεν έχουμε αρκετά χρήματα. Κάνουμε υπομονή. Υπάρχουν πολλά προβλήματα».
Η αντίθεση ανάμεσα στην επίσημη ρητορική και την καθημερινή εμπειρία των προσφύγων είναι εμφανής. Οι εικόνες από τα γεύματα και οι καταγγελίες εγείρουν ερωτήματα για την ποιότητα της σίτισης και τη διαχείριση των κονδυλίων για τα κέντρα φιλοξενίας.