Σε προηγούμενα φύλλα είχαμε αποκαλύψει ότι το ΕΛΙΝΥΑΕ (Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας), στο οποίο ισότιμος εταίρος είναι και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ, «βάζει πλάτη» στην προετοιμασία για την ανατροπή του θεσμού των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (ΒΑΕ). Αναφερθήκαμε σε άρθρο γιατρού εργασίας, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιανουαρίου-Μαρτίου του περιοδικού που εκδίδει το ΕΛΙΝΥΑΕ, που πρότεινε την κατάργηση του κανονισμού ΒΑΕ, επειδή στην Ελλάδα η εργασία έχει πάψει πλέον να είναι βαριά και ανθυγιεινή (πλην ελάχιστων περιπτώσεων). Αποκαλύψαμε, ακόμη, ότι το ΕΛΙΝΥΑΕ έχει κάνει μια σειρά μελέτες σε παραγωγικούς κλάδους προσφέροντας επιστημονικοφανές υλικό για να χαρακτηριστούν μια σειρά επαγγέλματα ως αβλαβή (παρουσιάσαμε την προκλητική μελέτη τους για την κλωστοϋφαντουργία).
Οι αποκαλύψεις μας θορύβησαν και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και στελέχη του ΕΛΙΝΥΑΕ (στο πλαίσιο του ρεπορτάζ είχαμε επικοινωνήσει με αρκετούς) και έτσι, κυριολεκτικά επί του πιεστηρίου, αποφάσισαν να συμμαζέψουν κάπως τα πράγματα, στο τεύχος Απριλίου-Ιουνίου του περιοδικού του ΕΛΙΝΥΑΕ, δημοσιεύοντας μια συνέντευξη του προέδρου του ΔΣ του ΕΛΙΝΥΑΕ, καθηγητή Β. Μακρόπουλου. Λέμε ότι αυτό έγινε επί του πιεστηρίου, γιατί είχαμε ρωτήσει, μας είχαν πει και το είχαμε γράψει, ότι σ’ αυτό το δεύτερο τεύχος του περιοδικού, που είχε πάρει το δρόμο της εκτύπωσης, δεν θα υπήρχε καμιά απάντηση στο προκλητικό άρθρο που είχε δημοσιευτεί στο προηγούμενο. Αλλωστε, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια μπορεί να καταλάβει κανείς ότι η συνέντευξη Μακρόπουλου μπήκε τσόντα, ως ένθετο. Δεν έχει αρίθμηση (διακόπτει την κανονική αρίθμηση του περιοδικού, που συνεχίζεται παρακάτω) και δεν ανακοινώνεται στα περιεχόμενα. Και κάτι ακόμα. Πρόκειται για την ίδια ακριβώς συνέντευξη που δημοσιεύτηκε στην «Ελευθεροτυπία» την 1η Ιούνη, μετά το έγκλημα της «Τιτάν».
Ας δούμε, όμως, την ουσία των θέσεων που παρουσίασε ο πρόεδρος του ΕΛΙΝΥΑΕ για τα ΒΑΕ.
Καταρχάς, ο Β. Μακρόπουλος δεν αντιμετωπίζει τα ΒΑΕ σαν ασφαλιστικό θεσμό αλλά σαν ένα αναγκαίο κακό του παρελθόντος, αποδεχόμενος ότι πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση του κανονισμού αλλά μόνο για τους νεοπροσλαμβανόμενους: «Η όποια λοιπόν λύση του θέματος θα πρέπει να αφορά τους εργαζόμενους των επόμενων γενεών και όχι αυτούς που ήδη εργάζονται». Κινείται, δηλαδή, στη λογική του νόμου Ρέππα.
Δεύτερο, θεωρεί ότι το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να αλλάξει, αφού προηγηθούν «η βελτίωση των συνθηκών εργασίας και η πρόληψη του επαγγελματικού κινδύνου καθώς και η αύξηση της αποζημίωσης σε περίπτωση ατυχήματος». Ετσι, ο θεσμός των ΒΑΕ τίθεται υπό την αίρεση κάποιων αόριστων βελτιώσεων στις συνθήκες Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΥΑΕ).
Τρίτο, αποσιωπάται εντελώς η βασική αιτιολογική βάση του θεσμού των ΒΑΕ (όπως έχει καθοριστεί με νομικά κείμενα εδώ και δεκαετίες), που είναι η πρόωρη φθορά του εργάτη που τον καθιστά ανίκανο να ανταποκριθεί στη συγκεκριμένη εργασία.
Ουσιαστικά, ο Μακρόπουλος κινείται στη λογική που είχε κινηθεί παλιότερα μια επιτροπή, με τη συμφωνία και της ηγεσίας της ΓΣΕΕ: ότι τα ΒΑΕ είναι ένας αναχρονιστικός θεσμός, μέσω του οποίου επιδοτείται η επιβάρυνση της υγείας των εργατών, γι’ αυτό και πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από ένα νέο κλάδο πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου.
Ο,τι και να προβλέπει αυτός ο νέος κλάδος, ακόμα και αν είναι ο πιο προωθημένος στην Ευρώπη, έτσι και αντικαταστήσει τα ΒΑΕ θα αποτελεί μια τεράστια υποχώρηση. Γιατί τα ΒΑΕ είναι μια άμυνα με τα 5 χρόνια λιγότερα στα όρια ηλικίας. Ενώ ο οποιοσδήποτε κλάδος επαγγελματικού κινδύνου θα είναι για να ρίχνει στάχτη στα μάτια των εργατών. Δείτε πώς περιγράφει ο Β. Μακρόπουλος τη φιλοσοφία αυτού του κλάδου:
«Η πολιτική των ευρωπαϊκών χωρών στο συγκεκριμένο θέμα στηρίζεται στην αρχή ότι οι εισφορές πρέπει να είναι ανάλογες του επαγγελματικού κινδύνου του κλάδου και της πρακτικής της επιχείρησης στον τομέα υγιεινής και ασφάλειας. Επιχειρήσεις που παίρνουν μέτρα για την υγιεινή και την ασφάλεια και τα οποία εκφράζονται με μειωμένο αριθμό ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, έχουν μειωμένες εισφορές ενώ επιχειρήσεις που δεν παίρνουν μέτρα και έχουν περισσότερα ατυχήματα από το μέσο όρο του κλάδου πληρώνουν έτσι αυξημένες εισφορές. Δημιουργούνται, έτσι, κίνητρα επενδύσεων των επιχειρήσεων στον τομέα βελτίωσης των συνθηκών εργασίας».
Προσέξτε: Πρώτο, η έννοια της πρόωρης φθοράς του εργάτη φεύγει τελείως. Τα αντικειμενικά κριτήρια καθορισμού ενός επαγγέλματος ως ΒΑΕ φεύγουν τελείως. Η σύνταξη κατά πέντε χρόνια νωρίτερα φεύγει τελείως. Και τι μένει ως κριτήριο, ως μέτρο σύγκρισης; Ο μέσος όρος εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών στον κλάδο! Δηλαδή, αν ένας ολόκληρος κλάδος ανήκει στα ΒΑΕ, οπότε έχει έναν υψηλό μέσο όρο, μπορεί κάλλιστα να φύγει και να επιβαρύνονται απλά με κάποιο επασφάλιστρο μόνο οι επιχειρήσεις που είναι πάνω από το μέσο όρο. Και όσο θα πέφτει ο μέσος όρος τόσο θα πέφτει και το επασφάλιστρο. Οσο για τη φθορά των εργατών, αυτή σε κανένα μέσο όρο δεν θα υπεισέρχεται.
Το κυριότερο όλων: η προσέγγιση υπονοεί ότι στον καπιταλισμό μπορεί η εργασία να γίνει «φιλική» για την υγεία και την ασφάλεια των εργατών. Η ίδια η πραγματικότητα είναι που κάνει σκόνη αυτό το αντιδραστικό ιδεολόγημα. Δεν αναφερόμαστε μόνο στα συνεχή εργατικά «ατυχήματα» που δολοφονούν και σακατεύουν εργάτες. Ούτε μόνο στις επαγγελματικές ασθένειες, ο κατάλογος των οποίων συνεχώς διευρύνεται. Αναφερόμαστε σε παράγοντες, όπως η εντατικοποίηση της δουλειάς, που εξουθενώνει τον εργαζόμενο σωματικά και πνευματικά και η ανεξέλεγκτη είσοδος τοξικών ουσιών στην παραγωγή, που προκαλούν σωρευτικά μη μετρήσιμες βλάβες στην υγεία των εργατών. Επιστήμονες έχουν υποστηρίξει εδώ και δεκαετίες ότι μια σειρά καρκίνοι οφείλονται σε βλαπτικούς παράγοντες στο εργασιακό περιβάλλον. Κανένα είδος καρκίνου, όμως, δεν χαρακτηρίζεται επαγγελματική ασθένεια. Γι’ αυτό λέμε ότι ο θεσμός των ΒΑΕ είναι ένας θεσμός άμυνας, που δε μπορεί να τον αντικαταστήσει κανένα κάλπικο μέτρο.