Η Χαμάς θα ξαναχτιστεί με πρόσωπο όχι λιγότερο ικανό από τον Σινουάρ.
Γκάι Αβιάντ, σιωνιστής ερευνητής, ειδικός σε θέματα Χαμάς
Υπάρχουν τώρα ενάμισι εκατομμύριο Σινουάρ στη Γάζα. Η στρατηγική πρέπει τώρα να αλλάξει από τις επιδρομές στον έλεγχο. Οτιδήποτε λιγότερο απ’ αυτό εξαπατά τον λαό.
Αμίτ Λεβί, ακραίος σιωνιστής βουλευτής
Νυν και πρώην [αμερικανοί] αξιωματικοί πληροφοριών λένε ότι η Χαμάς έχει ακόμα χιλιάδες μαχητές στο έδαφος και θα επικεντρωθεί στην ενίσχυση των δυνατοτήτων της.
NBC News, ΗΠΑ
Οι σκηνές που είδαμε δεν είναι αυτές που βλέπουν η Χαμάς, η Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ ή η Χεζμπολά. Αυτοί βλέπουν έναν άνδρα που πολέμησε μέχρι την τελευταία στιγμή, μέχρι την τελευταία σταγόνα του αίματός του, ακόμα και όταν είχε τραυματιστεί. Ο Σινουάρ έχει ήδη γίνει θρύλος, μια μορφή μεγαλύτερη από το ίδιο το πρόσωπο, και η δολοφονία του δε θα το αλλάξει αυτό για τις γενιές που έρχονται.
Ισραηλινό Κρατικό Ραδιόφωνο
«Πέθανε φορώντας ένα στρατιωτικό γιλέκο, πολεμώντας με ένα τoουφέκι και χειροβομβίδες. Και όταν τραυματίστηκε και αιμορραγούσε, πολέμησε με ένα ξύλο. Ετσι πεθαίνει ένας ήρωας», δήλωσε στη Γάζα ο Αμπελ Ρατζάμπ, ηλικίας 60 ετών, που έχει δύο παιδιά.
«Είδα το βίντεο 30 φορές από χθες το βράδυ, δεν υπάρχει κανένας καλύτερος τρόπος να πεθάνει κανείς», είπε από την πλευρά του ο Αλί, ένας 30χρονος οδηγός ταξί στη Γάζα. «Το βίντεο αυτό θα αποτελέσει μια καθημερινή υποχρέωση για τους γιους μου να το βλέπουν και για τους εγγονούς μου στο μέλλον», πρόσθεσε αναφερόμενος στα δύο παιδιά του.
«Είπαν ότι κρυβόταν μέσα στα τούνελ. Λένε πως κρατούσε Ισραηλινούς κρατουμένους δίπλα του για να σώσει τη ζωή του. Χθες είδαμε ότι κυνήγαγε Ισραηλινούς στρατιώτες στη Ράφα, όπου οι κατοχικές δυνάμεις επιχειρούν από τον Μάιο», δήλωσε η Ράσα, μια εκτοπισμένη 42χρονη μητέρα τεσσάρων παιδιών. «Με αυτόν τον τρόπο πεθαίνουν οι ηγέτες, με ένα τουφέκι στο χέρι. Στηρίζω τον Σινουάρ ως ηγέτη και σήμερα είμαι περήφανη για εκείνον ως μάρτυρα», συμπλήρωσε.
Σημερινό δελτίο του ΑΠΕ-ΜΠΕ
Σε μια παλαιότερη συνέντευξή του στο Αλ-Τζαζίρα, ο Γιάχια Αλ-Σινουάρ είχε δηλώσει:
Σχετικά με το θέμα της απειλής δολοφονίας εναντίον μου και εναντίον του αδελφού μου, διοικητή Αμπού Χάλεντ Αλ-Ντέιφ, εγώ λέω ότι είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να μου δώσει ο εχθρός και η Κατοχή. Να με δολοφονήσουν και να γίνω μάρτυρας. Θα προτιμούσα να πέθαινα από ένα αεροπλάνο F-16 ή από μια επίθεση με πύραυλο, παρά από εγκεφαλικό επεισόδιο, έμφραγμα, τροχαίο ατύχημα ή οποιαδήποτε άλλη από τις φυσιολογικές αιτίες από τις οποίες πεθαίνουν οι άνθρωποι. Ξέρετε ότι μετά τα 60 ή λίγο μετά τα 60, ένα άτομο πλησιάζει στο φυσικό θάνατο και στο τέλος της ζωής του. Καλύτερα να σκοτωθείς ως μάρτυρας παρά να πεθάνεις στο κρεβάτι σου.
Στο θέμα αυτό ο Σινουάρ επανερχόταν συχνά. Σε μια άλλη συνέντευξή του στο Αλ-Τζαζίρα έλεγε:
Οταν τα παιδιά μας δεν φοβούνται τις απειλές του εχθρού, πώς να φοβηθούν οι ηγέτες μας; Φοβόμαστε να πεθάνουμε στο κρεβάτι μας, αλλά δεν φοβόμαστε να σκοτωθούμε για την πατρίδα, την πίστη και τα ιερά μας.
Είναι γνωστό και το περιστατικό με τη συνέντευξη Τύπου που έδινε στο γραφείο του στη Γάζα, στην οποία κατέληξε λέγοντας:
Μετά το τέλος αυτής της συνέντευξης, θα διανύσω μεγάλο μέρος της επιστροφής μου με τα πόδια και ο εχθρός έχει όλο τον χρόνο για να ολοκληρώσει την αποστολή. Η συνάντησή μας μπορεί να τελειώσει σε δέκα λεπτά και θα χρειαστώ άλλα δέκα λεπτά για να φύγω από την αίθουσα. Ο εχθρός με βλέπει, καθώς μιλάω απευθείας και η Ταξιαρχία ακούει τώρα. Θα χρειαστώ επίσης άλλα δέκα λεπτά για να ετοιμαστώ πριν φύγω από εδώ. Θα μου πάρει περίπου είκοσι λεπτά ή μισή ώρα περπατώντας, μιλάμε δηλαδή για πενήντα ή εξήντα λεπτά, τρεις χιλιάδες εξακόσια δευτερόλεπτα. Εχουν την δυνατότητα να πάρουν την απόφαση, να ετοιμάσουν το αεροπλάνο με τα πυρομαχικά και να το βγάλουν. Δε θα κουνήσω ούτε βλέφαρο.
Βγήκε και περπάτησε στους δρόμους της Πόλης της Γάζας. Θέλησε μ’ αυτόν τον τρόπο να στείλει ένα μήνυμα θάρρους στον παλαιστινιακό λαό. Περπατούσε εύχαρις και χαιρετούσε τον κόσμο που τον έβλεπε με έκπληξη να περπατά στη μέση του δρόμου. Ηθελε να δείξει και πως η Χαμάς έχει άρρηκτους δεσμούς με τον παλαιστινιακό λαό.
Οι σιωναζιστές έκαναν το μοιραίο λάθος. Πρώτα οι στρατιωτικοί που πήραν μέρος στη σύγκρουση με τον Σινουάρ και αμέσως έβγαλαν φωτογραφίες και τις διένειμαν στα σιωνιστικά Μέσα και μετά ο στρατός που μέσα στην αλαζονεία του διένειμε το βίντεο από το drone που έστειλαν μέσα στο σπίτι, χωρίς να ξέρουν πως εκεί βρισκόταν βαριά τραυματισμένος ο Σινουάρ.
Τι έδειξε το βίντεο; Εναν άντρα βαριά τραυματισμένο, καθισμένο σε μια πολυθρόνα, που όταν βλέπει το drone σηκώνει με τη λίγη δύναμη που του απομένει ένα ξύλο και του το πετάει. Αυτή την εικόνα είδαν στις κάμερες και επειδή φοβήθηκαν ότι αυτός ο τραυματισμένος μαχητής ενδεχομένως να κρατάει στα χέρια του ένα κουμπί ενεργοποίησης εκρηκτικών, πρώτα το drone τον πυροβόλησε στο κεφάλι και μετά διέλυσαν το σπίτι βομβαρδίζοντάς το με το τηλεβόλο ενός τανκ.
Raw footage of Yahya Sinwar’s last moments: pic.twitter.com/GJGDlu7bie
— LTC Nadav Shoshani (@LTC_Shoshani) October 17, 2024
Τι είδαν οι Παλαιστίνιοι και όλη η ανθρωπότητα; Εναν αποσκελετεμένο άνδρα (δείγμα του ότι τόσο καιρό τώρα μοιραζόταν την ίδια πείνα με τον παλαιστινιακό λαό), με στρατιωτική στολή και πλήρη εξάρτυση, να πολεμά «ως τον ύστατο χτύπο της καρδιάς του», όπως έχει γράψει ο ποιητής. Ο Σινουάρ δεν ήταν «ποζεράς». Δεν ήταν δημαγωγός και λαοπλάνος. Είχε το θάνατο που ευχόταν, τον πιο τιμημένο θάνατο για έναν Παλαιστίνιο. Απέδειξε έτσι πως όσα έλεγε τα εννοούσε και τα τήρησε μέχρι κεραίας. Λίγο προτού κλείσει τα 62 του χρόνια, έπεσε ηρωικά με το ντουφέκι στο χέρι. Δεν παρακάλεσε, δεν παζάρεψε, δεν γονάτισε. Εφυγε με το κεφάλι ψηλά, όπως πορεύτηκε σε όλη του τη ζωή.
Ο Γιάχια Σινουάρ, παιδί προσφυγικής οικογένειας που εκδιώχτηκε κατά τη Νάκμπα του 1948 από το Αλ-Μαζντάλ Ασκαλάν (σημερινό σιωνιστικό Ασκελόν), γεννήθηκε στις 29 Οκτώβρη του 1962 στον Προσφυγικό Καταυλισμό της Χαν Γιούνις. Τελείωσε δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο στη Χαν Γιούνις και στη συνέχεια σπούδασε Αραβική Φιλολογία στο Ισλαμικό Πανεπιστήμιο της Γάζας, προλαβαίνοντας να πάρει το πτυχίο του.
Λέμε προλαβαίνοντας, γιατί από φοιτητής ακόμα άρχισε να συμμετέχει σε αντιστασιακούς κύκλους και να αναπτύσσει αγωνιστική δράση, που του στοίχισε μια πρώτη φυλάκιση το 1982. Οταν το 1987 ιδρύθηκε η Χαμάς, ήταν ένα από τα νεαρότερα μέλη της. Το 1989, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε τετράκις ισόβια, κατηγορούμενος για το θάνατο δύο σιωνιστών στρατιωτών και δύο παλαιστίνιων δωσίλογων.
Εμεινε στη φυλακή 23 χρόνια. Εκεί αναδείχτηκε σε ηγετική φυσιογνωμία του κινήματος των παλαιστίνιων κρατούμενων, χάρη στη μόρφωση, την ενωτική διάθεση, αλλά και την απλότητά του. Λένε πως συχνά μαγείρευε και έφτιαχνε κουνάφα (παραδοσιακό παλαιστινιακό γλυκό με καταΐφι, τυρί και σιρόπι) για τους συγκρατούμενούς του, ενώ ήταν αυτός που επέμεινε και αποφασίστηκε τελικά να υπάρχει κοινή διαχείριση των τροφίμων που έστελναν οι συγγενείς στους κρατούμενους.
Στη διάρκεια της κράτησής του σπούδασε εβραϊκή φιλολογία, μέσω μαθημάτων online. Επίσης, έγραψε ένα μυθιστόρημα στα αραβικά. Στη φυλακή έλαμψαν οι οργανωτικές του ικανότητες και η εφευρετικότητά του, καθώς κατάφερε να μπάσει κινητά τηλέφωνα και όταν αυτά πιάνονταν, να έχει επικοινωνία με τους «έξω» μέσω σημειωμάτων που μετέφεραν γυναίκες κρατούμενων.
Απελευθερώθηκε το 2011, μαζί με άλλους 1.026 παλαιστίνιους κρατούμενους (ανάμεσά τους και καταδικασμένοι σε ισόβια, όπως αυτός), σε ανταλλαγή με τον σιωνιστή στρατιώτη Σαλίτ που είχε πιάσει αιχμάλωτο η Παλαιστινιακή Αντίσταση.
Επιστρέφοντας στη Γάζα, ο Σινουάρ έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά, παίρνοντας στον τομέα ευθύνης του την υπηρεσία πληροφοριών που κυνηγούσε τους δωσίλογους κρυφούς συνεργάτες των σιωνιστών. Κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να καθαρίσει τη Λωρίδα απ’ αυτή τη βρομιά, όπως αποδείχτηκε και από τον πλήρη αιφνιδιασμό των σιωνιστών στις 7 Οκτώβρη του 2023, όταν εξαπολύθηκε η επιχείρηση Κατακλυσμός του Αλ-Ακσα.
Το 2017, όταν ο Ισμαΐλ Χανίγια εκλέχτηκε επικεφαλής του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς και βγήκε κρυφά από τη Γάζα, ο Σινουάρ εκλέχτηκε επικεφαλής του Γραφείου Γάζας της Χαμάς, θέση στην οποία επανεκλέχτηκε το 2021. Ως πολιτικό στέλεχος επέδειξε ιδιαίτερη ικανότητα στην αποκατάσταση σχέσεων με τις πολιτικές οργανώσεις που παραμένουν πιστές στην Αντίσταση. Πριν από μερικούς μήνες, μετά τη δόλια δολοφονία του Ισμαΐλ Χανίγια στην Τεχεράνη, εκλέχτηκε επικεφαλής του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς.
Ηταν παντρεμένος με την Σαμάρ Μουχάμαντ Αμπού Ζαμάρ και είχε τρία παιδιά. Από το όνομα του μεγαλύτερου παιδιού του, Ιμπραχίμ, πήρε το τιμητικό για τους Παλαιστίνιους προσωνύμιο Αμπού Ιμπραχίμ και έτσι τον προσφωνούσαν τα πολιτικά στελέχη όλων των οργανώσεων και οι μαχητές της Αντίστασης.