Η Σερβία έγινε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που αγόρασε συστοιχίες κινέζικων αντιαεροπορικών πυραύλων εδάφους-αέρος HQ–9. Η μεταφορά, μάλιστα, έγινε με έξι μεγάλα μεταγωγικά αεροσκάφη Y-20, σχετικά πρόσφατο επίτευγμα της κινέζικης αεροναυπηγικής βιομηχανίας. Σύμφωνα με την κινέζικη Global Times, αυτή ήταν «η μεγαλύτερη διεθνής στρατιωτική επιχείρηση αερομεταφοράς της Κίνας» (η μεταφορά έγινε αεροπορικά διότι η Σερβία δε διαθέτει λιμάνι).
Το πυραυλικό σύστημα HQ–9 είναι της ίδιας κατηγορίας με το αμερικάνικο σύστημα Patriot και το ρωσικό S-300. Παρόμοια συστήματα η Κίνα έχει πουλήσει στο Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Πακιστάν, την Αλγερία, το Μαρόκο, την Ταϊλάνδη και την Μιανμάρ. Είναι, όμως, η πρώτη φορά που πουλάει οπλικά συστήματα σε μια ευρωπαϊκή χώρα, η οποία έως τώρα αγόραζε ρωσικά οπλικά συστήματα, ενώ έχει ζητήσει να γίνει μέλος της ΕΕ.
Tην είδηση, που είχαν μεταδώσει την Κυριακή δυτικά πρακτορεία ειδήσεων, επιβεβαίωσε τη Δευτέρα στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, Ζιάο Λιτζιάν. Απαντώντας στο «θόρυβο» των δυτικών Μέσων, ο Ζιάο είπε ότι αυτό το σχέδιο δεν στοχεύει οποιοδήποτε τρίτο μέρος, ούτε σχετίζεται με την τρέχουσα κατάσταση, σημειώνοντας ότι τα Μέσα δεν θα έπρεπε να το σχολιάσουν τόσο πολύ.
Οταν ρωτήθηκε αν η παράδοση των κινεζικών πυραύλων θα μπορούσε να βλάψει την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα, ο Ζιάο απάντησε: «Οταν οι ΗΠΑ πούλησαν όπλα στην Ευρώπη και στο νησί της Ταϊβάν, ενδιαφερθήκατε αν αυτή η κίνηση έβλαψε την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα; Η Κίνα πούλησε κάποια κανονικά στρατιωτικά αγαθά (sic!) στη Σερβία. Πώς θα μπορούσε αυτό να βλάψει την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα;».
Ο Φου Κιανσάο, ειδικός των κινέζικων στρατιωτικών αερομεταφορών, τόνισε πως αν τα στρατιωτικά αγαθά ήταν πράγματι αντιαεροπορικοί πύραυλοι, αυτοί προορίζονται για αμυντικούς σκοπούς και άλλες χώρες δεν έχουν λόγο να κακολογούν την εξέλιξη της κανονικής εθνικής άμυνας της Σερβίας, καθώς η Σερβία υπήρξε θύμα αεροπορικών επιδρομών.
To άρθρο της Global Times καταλήγει με τον εξής χαρακτηριστικό τρόπο: «Στις 24 Μάρτη του 1999, το ΝΑΤΟ άρχισε έναν βομβαρδισμό 78 ημερών της Γιουγκοσλαβίας, προκαλώντας χιλιάδες απώλειες, μεταξύ των οποίων τρεις κινέζοι πολίτες, και οδηγώντας στην προσφυγιά εκατοντάδες χιλιάδες. Μετά από είκοσι τρία χρόνια, το καθοδηγούμενο από τις ΗΠΑ ΝΑΤΟ δεν έχει σταματήσει την επέκτασή του και την επιθετικότητά του, ανάβοντας τις φλόγες της ουκρανικής κρίσης και πιέζοντας την Κίνα με αστήρικτες κατηγορίες».
Η Σερβία έχει βρεθεί μεταξύ σφύρας και άκμονος μετά την έκρηξη του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς δε θέλει να χαλάσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία, αλλά ταυτόχρονα δε θέλει να ανακόψει τις σχέσεις της με την ΕΕ. Πιεζόμενη από τις ιμπεριαλιστικές χώρες της ΕΕ, ψήφισε πρόσφατα υπέρ της αποπομπής της Ρωσίας από το Συμβούλιο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UNHRC). Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντίμιτρι Πεσκόφ επέλεξε να μη ρίξει λάδι στη φωτιά, δηλώνοντας: «Δεν είναι ζήτημα κατανόησης και συγχώρεσης φιλικών χωρών που ψήφισαν “ναι“. Είναι ζήτημα μιας άνευ προηγουμένου πίεσης για πρόκληση ρωσοφοβίας. Τέτοια πίεση υφίστανται όλες οι χώρες που προσπαθούν με κάθε τρόπο να ακολουθήσουν μια ισορροπημένη πολιτική. Το κατανοούμε».
Σ’ αυτό το «κενό» διεισδύει η Κίνα. Η απόφαση για την πώληση των πυραύλων, βέβαια, δεν είναι των τελευταίων ημερών. Εχει παρθεί το 2019-20. Από τότε, όμως, υπάρχει αυτό το «κενό» που αφήνει η προσπάθεια μετεωρισμού της Σερβίας ανάμεσα στην ΕΕ και τη Ρωσία. Το 2020, όταν έγινε η συμφωνία Κίνας-Σερβίας για την πώληση των πυραύλων, η αμερικάνικη πρεσβεία στο Βελιγράδι ανακοίνωσε ότι «η αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού είναι ανεξάρτητη απόφαση κάθε κράτους, αλλά οι κυβερνήσεις οφείλουν να πάρουν υπόψη τους τα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα ρίσκα και κόστη από το να κάνουν μπίζνες με κινέζικες εταιρίες». Είχαν αντιδράσει και οι Γερμανοί, που κατηγόρησαν τη Σερβία ότι, αντί να ευθυγραμμιστεί με την αμυντική πολιτική των Βρυξελλών (της Γερμανίας εννοούσαν), παραγγέλλει αντιαεροπορικό σύστημα στην Κίνα.
Προηγουμένως, όμως, το 2019, η Ουάσινγκτον προειδοποίησε τη Σερβία να μην προχωρήσει σε παραγγελία ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος. «Ελπίζουμε ότι οι σέρβοι εταίροι μας θα είναι προσεκτικοί και επιφυλακτικοί σε κάθε τέτοια συναλλαγή», είχε δηλώσει ο Μάθιου Πάλμερ, ο αμερικανός ειδικός απεσταλμένος για τα Βαλκάνια.
Οι Αμερικανοί θεωρούσαν ότι θα δέσουν την «ουδέτερη» Σερβία στο άρμα του στρατιωτικοβιομηχανικού μονοπωλιακού συμπλέγματός τους. Τον Σεπτέμβρη του 2006, ο τότε σέρβος πρόεδρος Μπόρις Τάντιτς και η τότε αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις υπέγραψαν συμφωνία για συμμετοχή της Σερβίας στο «Πρόγραμμα Συνεργασίας του Οχάιο», ένα πρόγραμμα της αμερικάνικης Εθνοφρουράς (χρονολογείται από το 1993) για την αλλαγή των εξοπλιστικών συστημάτων των χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας με αμερικάνικα συστήματα. Υπάρχουν αναφορές ότι έκτοτε οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος «δωρητής» στρατιωτικού εξοπλισμού στη Σερβία, ενώ είναι βέβαιο πως οι σερβικές ένοπλες δυνάμεις έχουν συμμετάσχει σε πολύ περισσότερες κοινές ασκήσεις με χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ παρά με ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Από την άλλη, η σερβική κυβέρνηση βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τη Γαλλία για την αγορά αεροπλάνων «Ραφάλ», όπως και με την Τουρκία για την αγορά drones. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι τα γιγαντιαία κινέζικα μεταγωγικά αεροπλάνα που μετέφεραν τους πυραύλους στη Σερβία έλαβαν άδεια πτήσης στον εναέριο χώρο τουλάχιστον δύο χωρών-μελών του ΝΑΤΟ (Τουρκία και Βουλγαρία). Αρα, το ΝΑΤΟ δεν προσπάθησε να ματαιώσει τη μεταφορά επιδεινώνοντας τις σχέσεις του με την Κίνα.
Μένουμε προς το παρόν στην παράθεση αυτών των πληροφοριών, για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο διιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός ανάμεσα στα βασικά ιμπεριαλιστικά κέντρα του πλανήτη οξύνεται σε όλα τα επίπεδα. Θα θυμίσουμε τον βασικό οικονομικό νόμο του σύγχρονου καπιταλισμού, όπως τον διατύπωσε ο Στάλιν το 1952, στο τελευταίο έργο του, «Οικονομικά Προβλήματα του Σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ»:
«Τα βασικά χαρακτηριστικά και οι βασικές απαιτήσεις του βασικού οικονομικού νόμου του σύγχρονου καπιταλισμού θα μπορούσαν να διατυπωθούν, π.χ., με τον εξής τρόπο: εξασφάλιση του ανώτατου καπιταλιστικού κέρδους μέσω της εκμετάλλευσης, της καταστροφής και της εξαθλίωσης της πλειοψηφίας του πληθυσμού της δοσμένης χώρας, μέσω της υποδούλωσης και της συστηματικής καταλήστευσης των λαών των άλλων χωρών, ιδιαίτερα των καθυστερημένων χωρών, τέλος, μέσω των πολέμων και της στρατιωτικοποίησης της λαϊκής οικονομίας που χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση των πιο υψηλότερων κερδών».