Μετά την απαγόρευση του χιτζάμπ (μουσουλμανική μαντίλα) στα σχολεία το -μακρινό πλέον- 2004 και την απαγόρευση του νικάμπ (πλήρης κάλυψη του προσώπου) σε όλους τους δημόσιους χώρους το 2010, η γαλλική κυβέρνηση απαγορεύει πλέον και την αμπάγια (η φαρδιά ρόμπα που φορούν οι μουσουλμάνες).
Κάθε φορά που προχωρούν σε τέτοια μέτρα επικαλούνται το διαχωρισμό Εκκλησίας και Παιδείας. Στην πραγματικότητα, προωθούν την ισλαμοφοβία και την ισλαμοϋστερία. Για παράδειγμα, η απαγόρευση του νικάμπ σε όλους τους δημόσιους χώρους δεν έχει καμιά σχέση με την Παιδεία. Επιβλήθηκε ως μέτρο θρησκευτικής καταστολής της μουσουλμανικής κοινότητας, που στη Γαλλία φτάνει τα περίπου 5 εκατομμύρια ανθρώπους.
«Οταν κάποιος μπαίνει σε μια σχολική τάξη δεν θα πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίσει αυτόματα τη θρησκεία των μαθητών απλά και μόνο βλέποντάς τους», δήλωσε ο υπουργός Παιδείας, Γκαμπριέλ Ατάλ, που υπέγραψε τη σχετική απόφαση ενόψει έναρξης της νέας σχολικής χρονιάς. «Τα σχολεία μας δοκιμάζονται διαρκώς και στη διάρκεια των προηγούμενων μηνών οι παραβιάσεις του λαϊκού χαρακτήρα τους πλήθυναν, ειδικά εξαιτίας των φοιτητών με θρησκευτική ένδυση», πρόσθεσε, σ’ ένα κρεσέντο υποκρισίας.
Οταν η αστική επανάσταση στη Γαλλία διαχώριζε την Εκκλησία από την Παιδεία, προσπαθούσε να αντιμετωπίσει την κυριαρχία της Καθολικής Εκκλησίας που ήλεγχε μέχρι τότε το εκπαιδευτικό σύστημα και το διαμόρφωνε με βάση σκληρούς ταξικούς διαχωρισμούς και με στόχο την παραγωγή υπηκόων της μοναρχίας και όχι πολιτών της αστικής δημοκρατίας. Κάθε παραλληλισμός με ορισμένες θρησκευτικές προλήψεις των μουσουλμάνων είναι εντελώς ανιστόρητος και παραπλανητικός. Οι μουσουλμάνοι υποδεικνύονται ως εχθρός της δημοκρατίας. Αυτή είναι η ουσία.
Δεν είναι τυχαίο ότι υπέρ της απαγόρευσης της αμπάγια έσπευσαν να ταχθούν το ακροδεξιό μόρφωμα της Μαρίν Λεπέν και ο πρόεδρος των δεξιών Ρεπουμπλικανών, Ερίκ Σιοτί. Αντίθετα, η εκπρόσωπος της Ανυπότακτης Γαλλίας, βουλευτίνα Κλεμεντίν Οτέν, μίλησε για θέσπιση «αστυνομίας ένδυσης» και για μέτρο που είναι «χαρακτηριστικό της εμμονικής απόρριψης των μουσουλμάνων».
Οι θεσμικοί εκπρόσωποι της μουσουλμανικής κοινότητας προσπαθούν να κατευνάσουν την οργή των μουσουλμάνων με το γνωστό ρεφορμιστικό λόγο που χρόνια τώρα χρησιμοποιούν. Ο Αμπνταλά Ζέκρι, αντιπρόεδρος του Γαλλικού Συμβουλίου Μουσουλμανικής Πίστης (CFCM), δήλωσε ότι η απόφαση της κυβέρνησης οφείλεται σε παραπλάνηση (sic!), γιατί «η αμπάγια δεν αποτελεί θρησκευτικό σύμβολο, αλλά αντιπροσωπεύει περισσότερο μια μόδα». Εχει κι ένα δίκιο, βέβαια. Ουδείς απαγορεύει (και καλά κάνει) το σχεδόν ομοιόμορφο ντύσιμο των νέων ή κάποιες πλευρές του (π.χ. τα τατού που είναι μόδα πλέον), απαγορεύουν όμως στις μουσουλμάνες να φορούν την αμπάγια, έστω και σε διαφορετικά χρώματα και ραψίματα.
To ζήτημα, όμως, είναι πολιτικό. Η προοδευτική Γαλλία, η Γαλλία του Διαφωτισμού, η Γαλλία της Κομμούνας, η Γαλλία του αντιφασιστικού μετώπου, η Γαλλία του Μάη του ‘68, η Γαλλία των αγώνων για ίσα δικαιώματα, οφείλει να αγωνιστεί για να βάλει τέλος στην ισλαμοφοβία και την ισλαμοϋστερία, που υπονομεύουν την ενότητα των εργατών και τον αγώνα για τα εργασιακά και τα πολιτικά δικαιώματα όλων, ανεξαρτήτως χρώματος, εθνικής καταγωγής, θρησκείας, φύλου κτλ.