Χωρίς να ληφθεί καμιά απόφαση, όπως ήταν αναμενόμενο, έληξε η σύνοδος για το Αφγανιστάν, που πραγματοποιήθηκε στις 31 Μαρτίου στη Χάγη της Ολλανδίας, με αμερικάνικη πρωτοβουλία. Οι εκπρόσωποι των 72 κρατών που συμμετείχαν (όσα συνορεύουν με το Αφγανιστάν κι αυτά που συμμετέχουν με στρατεύματα στον πόλεμο), ελάχιστοι από τους οποίους μπόρεσαν να πάρουν το λόγο στη μόλις 7ωρης διάρκειας, συμπεριλαμβανομένου του γεύματος, σύνοδο (!), περιορίστηκαν να εγκρίνουν τη νέα στρατηγική για το Αφγανιστάν, που παρουσιάστηκε στις 27 Μαρτίου από τον αμερικάνο πρόεδρο. Αυτός ήταν, όπως φαίνεται, και ο στόχος του Λευκού Οίκου. Το επόμενο βήμα, δηλαδή οι απαιτήσεις και οι πιέσεις για την οικονομική και στρατιωτική συνεισφορά για την στήριξη της στρατηγική αυτής, θα γίνει στα πλαίσια του ΝΑΤΟ στο αμέσως επόμενο διάστημα. Η Χίλαρι Κλίντον προσέφερε «κλάδον ελαίας» στους Ταλιμπάν, προτείνοντας μια «έντιμη φόρμουλα συμφιλίωσης» σε όσους αποκηρύξουν τη βία, στην οποία προσέφυγαν όχι από ιδεολογία αλλά από απελπισία, ενώ μεγαλύτερο ενδιαφέρον συγκέντρωσαν οι κινήσεις προσέγγισης ΗΠΑ-Ιράν.
♦ Η νέα στρατηγική Ομπάμα
Ο ίδιος την παρουσίασε ως συνδυασμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων με την οικονομική βοήθεια για την ανάπτυξη του Αφγανιστάν και του Πακιστάν. Ανακοίνωσε την αποστολή 4.000 αμερικάνων στρατιωτών επιπλέον των 17.000 που έχει ήδη ανακοινώσει, που θα αναλάβουν την εκπαίδευση του αφγανικού στρατού, με στόχο μέχρι το 2011 η δύναμη του αφγανικού στρατού να φτάσει τις 134.000 άντρες και της αστυνομίας τις 82.000. Περιγράφοντας τις παραμεθόριες φυλετικές περιοχές του δυτικού Πακιστάν ως «το πιο επικίνδυνο μέρος στον κόσμο» για τους Αμερικάνους, υποσχέθηκε να «διασπάσει, να διαλύσει και να νικήσει την Αλ-Κάιντα». Επίσης, υποσχέθηκε τον τριπλασιασμό της οικονομικής βοήθειας στο Πακιστάν, που θα φτάσει τα 7.5 δισ. (1.5 δισ. κάθε χρόνο για τα επόμενα πέντε χρόνια), με την προϋπόθεση ότι η πακιστανική κυβέρνηση «θα τηρήσει τη δέσμευσή της να εξοντώσει την Αλ-Κάιντα και τους βίαιους εξτρεμιστές εντός του Πακιστάν».
Κλειδί στην υλοποίηση της στρατηγικής Ομπάμα θεωρείται ο ρόλος του πακιστανικού στρατού στην εξόντωση της Αλ Κάιντα και στη διάλυση των δικτύων των πακιστανών Ταλιμπάν. Αυτό σημαίνει κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων από τα στρατεύματα κατοχής κατά μήκος των αφγανοπακιστανικών συνόρων. Περισσότερες επιθέσεις με πυραύλους από τηλεκατευθυνόμενα αμερικάνικα αεροσκάφη, όχι μόνο στις φυλετικές παραμεθόριες περιοχές του βορειοδυτικού Πακιστάν αλλά και στη νοτιοδυτική πακιστανική επαρχία του Μπαλουχιστάν. Ανοιγμα δεύτερου μετώπου στο Πακιστάν από τον πακιστανικό στρατό εναντίον των ισλαμιστών μαχητών. Κι αν ο πακιστανικός στρατός δεν μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του Πενταγώνου, θα αναλάβουν δράση οι Αμερικάνοι. «Ο αμερικάνικος στρατός θα διατηρήσει το “δικαίωμα της έσχατης ανάγκης” για να αντιμετωπίσει τις απειλές μέσα στο έδαφος του Πακιστάν, αλλά θα προτιμούσε να δώσει τη δυνατότητα στον πακιστανικό στρατό να κάνει ο ίδιος τη δουλειά», δήλωσε, μεταξύ άλλων, ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους, διοικητής της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ, σε αποκλειστική συνέντευξή του στο «FOX News» (30/3/09).
♦ Στόχος η εξόντωση της ηγεσίας των Ταλιμπάν
Σε άρθρο με τίτλο «Οι μαχητές κάνουν αιματηρή επίδειξη δύναμης», οι «Asia Times online» (31/3/09), επικαλούμενοι κορυφαίους πακιστανούς αξιωματούχους, αποκαλύπτουν ότι η συμφωνία ανάμεσα στο Λευκό Οίκο και την πακιστανική κυβέρνηση έκλεισε κατά την πρόσφατη επίσκεψη στις ΗΠΑ του αρχηγού του πακιστανικού στρατού, στρατηγού Παρβέζ Κιάνι, και κατά την επίσκεψη του αρχηγού της CIA, Λέον Πανέτα, στην Ισλαμαμπάντ. Στις συναντήσεις αυτές συζητήθηκαν επίσης όλοι οι πιθανοί στόχοι και το επιχειρησιακό σχέδιο. Στο ίδιο άρθρο επισημαίνουν ότι η «πιο σημαντική πλευρά της νέας στρατηγικής είναι η εξόντωση της κεντρικής διοίκησης των Ταλιμπάν, που λειτουργεί και στις δύο πλευρές των συνόρων». Η λογική είναι ότι αν αποδεκατιστεί το ηγετικό επιτελείο των Ταλιμπάν, οι απλοί μαχητές, ακέφαλοι, είτε θα περιοριστούν σε αποσπασματικές και μικρής εμβέλειας επιχειρήσεις είτε θα παροπλιστούν και θα διαλυθούν ανάμεσα στον υπόλοιπο πληθυσμό. Ετσι ελπίζουν οι εμπνευστές του ότι θα βρει μεγαλύτερη ανταπόκριση και το σχέδιο διάσπασης των Ταλιμπάν και αναζήτησης των «μετριοπαθών» στοιχείων που θα δεχτούν να παίξουν το ρόλο που θέλουν να τους αναθέσουν οι Αμερικάνοι.
Εκτός από το Μουλά Ομάρ, που παραμένει το μεγάλο ψάρι, στις πρώτες θέσεις της λίστας του θανάτου, που έχουν καταρτίσει οι Αμερικάνοι, βρίσκονται ο πακιστανός πολέμαρχος Μπαϊτουλάχ Μεχσούντ, ο Σιρατζουντίν Χακανί, γιος του θρυλικού πολέμαρχου Τζαλαλουντίν, και άλλες κορυφαίες ηγετικές προσωπικότητες των Ταλιμπάν, όπως ο Μουλάς Μπραντάρ, ο Μουλάς Αμπντούλ Ραζάκ και ο Μουλάς Χασάν Ραχμανί.
♦ Η επίθεση στη Λαχόρη
Την περασμένη βδομάδα, ένα αμερικάνικο τηλεκατευθυνόμενο αεροσκάφος επιτέθηκε στην πόλη Μakeen, γενέτειρα και στρατηγείο του Μπαϊντουλάχ Μεχσούντ στο βόρειο Βαζιριστάν. Ακολούθως, ο Λευκός Οίκος τον επικήρυξε για 5 εκατομμύρια δολάρια. Είναι η πρώτη φορά που το κάνει για πακιστανό πολίτη, παρόλο που ο Μεχσούντ είχε δεσμευτεί να σταματήσει τις επιθέσεις εναντίον του πακιστανικού στρατού στα πλαίσια της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός με την πακιστανική κυβέρνηση τον περασμένο Φλεβάρη. Η επίθεση στο στρατηγείο του Μεχσούντ θεωρήθηκε παραβίαση της συμφωνίας και η απάντηση από την πλευρά του ήταν η επίθεση στην αστυνομική ακαδημία στα περίχωρα της Λαχόρης, στις 30 Μαρτίου. Μια καλά οργανωμένη και συντονισμένη επιχείρηση, κατά την οποία 20 περίπου νεαροί μαχητές, ντυμένοι με αστυνομικές στολές, εισέβαλαν στην ακαδημία την ώρα που οι εκπαιδευόμενοι αστυνομικοί είχαν συγκεντρωθεί για να αρχίσει η πρωϊνή εκπαίδευση. Στη συνέχεια, αφού συνέλαβαν δεκάδες ομήρους, κατέλαβαν το κεντρικό κτίριο και άρχισαν να ανταλλάσσουν πυρά για 8 ώρες περίπου με αστυνομικές δυνάμεις, μέχρι την έφοδο στο κατειλημμένο κτίριο ισχυρής δύναμης των ειδικών δυνάμεων του στρατού και της αστυνομίας. Ο απολογισμός 18 νεκροί και 95 τραυματίες. Η επίθεση στη Λαχόρη, τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη του Πακιστάν, με 10 εκατομμύρια πληθυσμό, σηματοδοτεί την επέκταση των επιθέσεων των ανταρτών εκτός των παραμεθόριων φυλετικών περιοχών στα μεγάλα αστικά κέντρα, γεγονός που εγκυμονεί τον κίνδυνο να μετατραπεί μεγάλο μέρος της χώρας σε θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων.
Την ευθύνη για την επίθεση ανέλαβε την επόμενη μέρα ο Μεχσούντ, τη χαρακτήρισε ως «αντίποινα για τις συνεχιζόμενες επιθέσεις από τηλεκατευθυνόμενα αμερικάνικα αεροσκάφη, σε συνεργασία με το Πακιστάν, εναντίον του λαού» και προειδοποίησε ότι οι επιθέσεις θα συνεχιστούν «μέχρι να σταματήσει η κυβέρνηση του Πακιστάν να υποστηρίζει τους Αμερικάνους». Ανέλαβε επίσης την ευθύνη για δύο ακόμη επιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες μέρες. Μια επίθεση αυτοκτονίας σε στρατιωτική αυτοκινητοπομπή, στις 30 Μαρτίου, κοντά στην πόλη Μπανού, με αποτέλεσμα το θάνατο 7 στρατιωτών, και μια επίθεση στα γραφεία ενός αστυνομικού σταθμού στην Ισλαμαμπάντ στις 25 Μαρτίου.
♦ Αβέβαιη η τύχη της νέας στρατηγικής
Στις συνθήκες αυτές, είναι εύκολο να ναυαγήσουν τα όποια επιχειρησιακά σχέδια και η νέα στρατηγική του Λευκού Οίκου να αποδειχθεί μια από τα ίδια.
Πρώτο, γιατί είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστούν οι επιθέσεις στο Πακιστάν εναντίον σημαντικών στόχων, όπως στρατιωτικές και αστυνομικές εγκαταστάσεις, φυλακές και κυβερνητικά κτίρια, με απρόβλεπτες επιπτώσεις στις πολιτικές εξελίξεις, αλλά και γιατί αρχίζει η πιο «θερμή» άνοιξη από την αρχή του πολέμου στο Αφγανιστάν.
Δεύτερο, γιατί η αμερικάνικη πολιτική «του ρόπαλου και του καρότου» απέναντι στο Πακιστάν και η πολιτική και οικονομική πίεση που ασκείται πάνω στην κυβέρνηση Ζαρντάρι δεν είναι βέβαιο ότι θα αποφέρουν τα αναμενόμενα από το Λευκό Οίκο, όχι μόνο γιατί είναι μια αδύνατη πολιτικά κυβέρνηση, αντιμέτωπη με ένα έντονο λαϊκό αντιαμερικανισμό, αλλά και για λόγους εξωτερικής πολιτικής. Γιατί οι πακιστανικές κυβερνήσεις εξαρχής στήριξαν και χρησιμοποίησαν τους Ταλιμπάν για να ενισχύσουν τη θέση τους στο συσχετισμό δυνάμεων στην περιοχή και κυρίως απέναντι στο μεγάλο αντίπαλό τους, την Ινδία.
Τρίτο, γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο να εξοντώσουν την ηγεσία των Ταλιμπάν, όσο κι αν αναπτυχθεί η μεταξύ τους συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών, και να διαλύσουν το κίνημά τους. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, υπάρχει ένα νέο φαινόμενο, που δε φαίνεται να παίρνουν σοβαρά υπόψη τους οι Αμερικάνοι. Το κίνημα των νεο-Ταλιμπάν. Πρόκειται, σύμφωνα με τους «Asia Times on line», για μια νέα γενιά Αφγανών, Πακιστανών, Παστούν και μη Παστούν, Αράβων και μαχητών από το Κασμίρ, που ιδεολογικά βρίσκονται κοντά στην Αλ-Κάιντα. Η δύναμή τους αυξάνεται συνεχώς και σήμερα υπολογίζεται σε δεκάδες χιλιάδες. Συνεργάζονται στον κλασικό ανταρτοπόλεμο με τους Ταλιμπάν, πραγματοποιούν επιθέσεις αυτοκτονίας μέσα και γύρω από την Καμπούλ και το νοτιοανατολικό Αφγανιστάν, αλλά αποτελούν χωριστή οντότητα.