Το θάνατο μέσα στη δικαστική αίθουσα, ύστερα από έξι χρόνια φυλάκισης, βρήκε ο ανατραπείς από τη στρατιωτική χούντα της Αιγύπτου πρόεδρος Μοχάμεντ Μόρσι, ηγετικό στέλεχος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Οι συγγενείς του δήλωσαν ότι δε γνωρίζουν πού βρίσκεται το σώμα του, ενώ καταγγέλλουν ότι οι Αρχές αρνήθηκαν να τους επιτρέψουν να θάψουν το νεκρό στον οικογενειακό τους τάφο, φοβούμενες ότι θα αποτελέσει τόπο λατρείας για τους οπαδούς της Αδελφότητας.
Ο Μόρσι έπασχε από σοβαρά χρόνια νοσήματα, όπως διαβήτη και ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια, ενώ κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του οι Αρχές της χούντας αρνήθηκαν να του παράσχουν την απαιτούμενη ιατρική περίθαλψη, οδηγώντας τον σε αργό και βέβαιο θάνατο. Δεκάδες είναι οι μαρτυρίες ανθρώπων που είχαν επαφή μαζί του, ότι κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του είχε υποστεί βασανιστήρια και μακροχρόνια απομόνωση, συνθήκες κράτησης που βιώνει εξάλλου το σύνολο των δεκάδων χιλιάδων πολιτικών κρατούμενων της χούντας.
Η συντριπτική πλειοψηφία των αιγυπτιακών ΜΜΕ έθαψε το γεγονός και μόνο η εφημερίδα «Αλ Μάσρι Αλ Γιουμ» το έκανε πρωτοσέλιδο. Η χούντα του Σίσι ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στα ΜΜΕ, ενώ ο στρατός και οι μυστικές υπηρεσίες κατέχουν ένα μεγάλο κομμάτι των τηλεοπτικών καναλιών της χώρας. Στελέχη του Τύπου περνούν εντατικά σεμινάρια εκπαίδευσης από το στρατό, ενώ οι δημοσιογράφοι κινδυνεύουν με φυλάκιση αν δημοσιεύσουν ειδήσεις που αμφισβητούν ή είναι αντίθετες με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, σύμφωνα με την αντιτρομοκρατική νομοθεσία.
Ποια ήταν όμως η κυβέρνηση Μόρσι; Ο Μοχάμεντ Μόρσι εκλέχτηκε πρόεδρος της Αιγύπτου στις εκλογές του Ιούνη του 2012, κερδίζοντας οριακά των Αχμέντ Σαφίκ, τον τελευταίο πρόεδρο του δικτάτορα Μουμπάρακ που γκρέμισε η λαϊκή εξέγερση των αρχών του 2011. Η μεγάλη αποχή από τις εκλογές, που έφτασε το 48%, αποτύπωσε με τον πιο εμφατικό τρόπο την απογοήτευση του λαού από την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί εκείνη την περίοδο στη χώρα και τη διάψευση των προσδοκιών που γέννησε η εξέγερση και η ανατροπή του λαομίσητου Μουμπάρακ. Ο ένας στους δύο ψηφοφόρους αρνήθηκε να επιλέξει μεταξύ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που κράτησε εχθρική στάση απέναντι στην εξέγερση, και τον υποψήφιο του προηγούμενου καθεστώτος, που βρήκε ευκαιρία να διασωθεί μέσα από τις εκλογές. Οπως σχολιάσαμε τότε, ο λαός ξέφυγε από το βάλτο της δικτατορίας για να παγιδευτεί εκ νέου στον βάλτο της «δημοκρατίας».
Η κυβέρνηση Μόρσι δεν άργησε να δείξει το αντιλαϊκό της πρόσωπο. Εξι μήνες μετά από την εκλογή του, ο Μόρσι εξέδωσε διάταγμα που πέρναγε όλες τις βασικές εξουσίες της χώρας, με εξαίρεση το στρατό, υπό τον έλεγχό του. Αυτή η απόφαση ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων μέσα στον αιγυπτιακό λαό, με τις διαδηλώσεις ενάντια στην κυβέρνηση και τις συγκρούσεις των διαδηλωτών με τις δυνάμεις καταστολής και τους οπαδούς της Μουσουλμανικής Αδελφότητας να πυκνώνουν συνεχώς. Λίγο πριν από το στρατιωτικό πραξικόπημα, οι οδομαχίες είχαν φτάσει μέχρι την πυρπόληση γραφείων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ενώ το Δεκέμβρη του 2012 ο λαός πολιόρκησε το Προεδρικό Μέγαρο. Παράλληλα, το ΔΝΤ κλήθηκε και εισέβαλε στην χώρα, συνάπτοντας δανειακή σύμβαση με την κυβέρνηση ύψους 4,8 δισ. δολαρίων.
Ο Μόρσι κατόρθωσε να επικρατήσει, πνίγοντας στο αίμα τις διαδηλώσεις και υποβάλλοντας πολλούς συλληφθέντες σε σκληρά βασανιστήρια που καταγγέλθηκαν από σωρεία μαρτύρων που κατέθεσαν στη Διεθνή Αμνηστία. Αγριοι ξυλοδαρμοί, βιασμοί, ηλεκτροσόκ, κρέμασμα με δεμένα τα χέρια (προσφιλές βασανιστήριο επί Μουμπάρακ), έκθεση επί ώρα κρατούμενων γυμνών στο κρύο και στη βροχή το χειμώνα, εξευτελισμοί κάθε είδους, όπως να δένουν σχοινί στο λαιμό των κρατούμενων και να τους αναγκάζουν να βαδίζουν στα τέσσερα και να γαυγίζουν, ενώ οι βασανιστές τους φωτογράφιζαν καγχάζοντας, ήταν ορισμένα από τα «κατορθώματα» της κυβέρνησης Μόρσι που πήρε τη σκυτάλη από το καθεστώς Μουμπάρακ, συνεχίζοντας την καταπίεση του λαού με δημοκρατικό μανδύα.
Την Παρασκευή 25 Γενάρη του 2013, στη δεύτερη επέτειο της λαϊκής εξέγερσης ενάντια στο καθεστώς Μουμπάρακ, χιλιάδες διαδηλωτές πυρπόλησαν κυβερνητικά κτίρια και γραφεία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, εισέβαλαν σε αστυνομικά τμήματα, απέκλεισαν κεντρικές οδικές και σιδηροδρομικές αρτηρίες και συγκρούστηκαν για ώρες με τις δυνάμεις ασφαλείας του καθεστώτος. Το καθεστώς εφάρμοσε ξανά την προσφιλή του τακτική της άγριας καταστολής, με τους μπάτσους να πυροβολούν τους διαδηλωτές με αληθινά πυρά, με αποτέλεσμα τουλάχιστον 60 νεκρούς και πάνω από δύο χιλιάδες τραυματίες μέσα σε δύο βδομάδες, σύμφωνα με τους αριθμούς που δημοσίευσε το ίδιο το καθεστώς. Προκειμένου να προετοιμαστεί για τα χειρότερα, το υπουργείο Εσωτερικών της Αιγύπτου φρόντισε να παραγγείλει από τις ΗΠΑ 140 χιλιάδες κάνιστρα δακρυγόνων χωρίς σήμανση (για να μη φαίνεται η χώρα προέλευσης), αξίας 2.55 εκατομμυρίων δολαρίων!
Η μαζικότητα της νέας εξέγερσης και ο δυναμικός της χαρακτήρας δεν άφηναν περιθώρια στον Μόρσι, γι’ αυτό και τη λύση ανέλαβε να δώσει σαν «από μηχανής θεός» ο στρατός, ο οποίος κινήθηκε ταχύτατα για να γλιτώσει το σύστημα από μια ακόμα εξέγερση. Υπό την ηγεσία του στρατηγού Σίσι, διορισμένου τυπικά από τον Μόρσι, σάρωσε με ένα φύσημά του τον Ιούλη του 2013 την κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι υπήρξαν παρασκηνιακά παζάρια του Μόρσι με το στρατό (πριν από μια μέρα είχαν γίνει συναντήσεις του Μόρσι με τον Αλ Σίσι), στις οποίες ο Μόρσι παζάρεψε τη ζωή του, για να μην έχει την τύχη του Μουμπάρακ.
Τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Μόρσι αλλά και οι αυταπάτες που έσπειραν στον αιγυπτιακό λαό οι διάφορες αστικές ηγεσίες της λαϊκής εξέγερσης ενάντια στον Μόρσι, έστειλαν το λαό στην αγκαλιά της χούντας, καλλιεργώντας την εικόνα του απελευθερωτή για το στρατό και τον Σίσι.
Ομως, η πραγματικότητα για το λαό ήταν αμείλικτη και διέλυσε γρήγορα και με οδυνηρό τρόπο αυτές τις αυταπάτες. Η είσοδος του ΔΝΤ στη χώρα το 2012, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, η ραγδαία περικοπή των κοινωνικών επιδομάτων και η αύξηση των φόρων, η τερατώδης καταπίεση του λαού, η στρατιωτικοποίηση της δημόσιας ζωής, οι δεκάδες χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι και η αυξανόμενη ένταση της σύγκρουσης μεταξύ του αιγυπτιακού στρατό και των ισλαμιστών ανταρτών στο Σινά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους ντόπιους πληθυσμούς, δημιουργούν τις συνθήκες για μια νέα λαϊκή εξέγερση. Οσο όμως ο λαός δε συγκροτεί μια επαναστατική ηγεσία, αλλά συνεχίζει να ακολουθεί τους ηγέτες των διαφόρων αστικών αντιπολιτευόμενων μπλοκ, παλεύοντας κάτω από ξένες σημαίες, θα είναι καταδικασμένος στο μαρτύριο του Σίσυφου. Να χύνει ποτάμια αίματος γκρεμίζοντας τον ένα δικτάτορα μετά τον άλλον, με την ελπίδα ότι ο επόμενος θα είναι καλύτερος από τον προηγούμενο, ενώ αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι μια δυναστική σκυταλοδρομία.