Ως «Μέρα Αξιοπρέπειας και Ελευθερίας» και επίσημη αργία ανακηρύχτηκε από την κυβέρνηση του Κιέβου η 21η Νοέμβρη, κατά την οποία ξεκίνησαν πριν από ένα χρόνο οι διαδηλώσεις στην πλατεία της Ανεξαρτησίας του Κιέβου, που άνοιξαν το δρόμο για την ανατροπή του Γιανουκόβιτς και έφεραν στο πολιτικό προσκήνιο σε κρίσιμο ρόλο τους πιο ακραίους εθνικιστές και νεοναζί και στην εξουσία μια δράκα νεοφιλελεύθερους εθνικιστές, εντολοδόχους κυρίως του Λευκού Οίκου αλλά και των ισχυρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που συνεργάζονται ανοιχτά ή καλυμμένα με το φασιστικό σκυλολόι.
Ενα μήνα μετά τις βουλευτικές εκλογές της 26ης Οκτώβρη, που υποτίθεται ότι σηματοδότησαν την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ουκρανία, οι κυρίαρχες κλίκες, τα κόμματα του πρωθυπουργού Γιάτσενιουκ και του προέδρου Ποροσένκο, που κέρδισαν με ελάχιστη διαφορά την πρώτη και τη δεύτερη θέση στις εκλογές, δεν έχουν καταφέρει ακόμη να σχηματίσουν κυβέρνηση, γιατί φαγώνονται για τα κρίσιμα κυβερνητικά πόστα, αναγκάζοντας τους αμερικάνους και τους ευρωπαίους πάτρωνές τους να τους τραβήξουν δημόσια το αυτί στις 25 Νοέμβρη, απαιτώντας την άμεση συγκρότηση κυβέρνησης.
Το γεγονός ότι το μεγαλύτερο ακροδεξιό νεοναζιστικό κόμμα, το Σβόμποντα (με 4,7%) , και οι φασίστες του Δεξιού Τομέα (1,8%) δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν το όριο του 5% και αποκλείστηκαν από τη βουλή, αξιοποιήθηκε προπαγανδιστικά ως επιβεβαίωση της «δημοκρατικής» και «ευρωπαϊκής» στροφής της χώρας και ως απάντηση στη ρώσικη προπαγάνδα περί ανόδου του φασισμού. Αλλά και για να υποτιμηθεί η απειλή του φασισμού και να συγκαλυφθεί η πολιτική και εκλογική συνεργασία των κυβερνητικών και των λοιπών δυτικόφιλων πολιτικών κομμάτων με ανοιχτά νεοναζιστικές δυνάμεις, που επιτρέπει στις τελευταίες να καταλαμβάνουν κρίσιμα κυβερνητικά πόστα.
Σύμφωνα με πρόσφατο σχετικό δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» (13/11/14), παρά την εκλογική αποτυχία των ακροδεξιών κομμάτων, εκλέχτηκαν στη βουλή 13 ακροδεξιοί και νεοναζί είτε σε μονοεδρικές περιοχές είτε συμμετέχοντας σε λίστες «μη ακροδεξιών» κομμάτων, συμπεριλαμβανομένων του Ριζοσπαστικού Κόμματος του εθνικιστή πολιτικού κλόουν Oleg Lyashko και των κομμάτων του προέδρου Πέτρο Ποροσένκο και του πρωθυπουργού Αρσένι Γιάτσενιουκ.
Ενας από τους νέους νεοναζί βουλευτές είναι ο Andriy Biletsky, o oποίος εκλέχτηκε σε μια μονοεδρική περιοχή του Κιέβου με την υποστήριξη του κόμματος του Λαϊκού Μετώπου του πρωθυπουργού Γιάτσενιουκ. Ο Biletsky ήταν αρχηγός της ανοιχτά φασιστικής οργάνωσης «Πατριώτες της Ουκρανίας», η οποία εμπλέκεται σε ρατσιστικά εγκλήματα εναντίον μειονοτήτων, ξένων φοιτητών, μεταναστών και ομοφυλόφιλων, και ιδρυτής του διαβόητου «Τάγματος Αζόφ» από ανοιχτά νεοναζιστικές ομάδες, το οποίο συνεργάζεται με τον ουκρανικό στρατό στον πόλεμο εναντίον των αυτονομιστών ανταρτών στην Ανατολική Ουκρανία. Για τις υπηρεσίες του τιμήθηκε με το βαθμό του αντισυνταγματάρχη στην ουκρανική αστυνομία και εκλέχτηκε βουλευτής.
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα της «Guardian», ένας άλλος νεοναζί, ο Vadym Troyan, επίσης μέλος των «Πατριωτών της Ουκρανίας» και υποδιοικητής του «Τάγματος Αζόφ», διορίστηκε πρόσφατα αρχηγός της Αστυνομίας του Κιέβου. Οι δύο προαναφερόμενοι νεοναζί δεν είναι οι μόνοι που τιμήθηκαν πρόσφατα με υψηλά αξιώματα από την κυβέρνηση του Κιέβου. Ακόμη πιο προκλητικός είναι ο διορισμός ενός διαβόητου φασίστα, του Yuri Mykhalchyshyn, υπεύθυνου προπαγάνδας του Σβόμποντα και πρώην επικεφαλής του «Κέντρου Πολιτικής Ερευνας Τζόσεφ Γκαίμπελς», ως διευθυντή του τμήματος Προπαγάνδας και Αναλύσεων της Κρατικής Υπηρεσίας Ασφάλειας της Ουκρανίας.
Τέλος, το δημοσίευμα της «Guardian» επικρίνει την «απαράδεκτη άγνοια του κινδύνου από τις ακροδεξιές και νεοναζιστικές πολιτικές δυνάμεις, που συνεχίζουν να δείχνουν οι ουκρανικές αρχές και η κοινή γνώμη» και επισημαίνει ότι ακόμη κι αυτοί που συμφωνούν ότι το Σβόμποντα και ο Δεξιός Τομέας αποτελούν κίνδυνο, περιορίζουν την κριτική τους στο ότι οι προκλητικές ενέργειες και δηλώσεις τους δίνουν υλικό στα ρωσικά μίντια να δυσφημούν την Ουκρανία.
Φυσικά, δεν περιμένει κανείς από τη «Guardian» να πει τα πράγματα με το όνομά τους, ότι δηλαδή η φασίζουσα εθνικιστική κλίκα που κυβερνά σήμερα την Ουκρανία θεωρεί εταίρους και συνεργάτες της τους ανοιχτούς φασίστες και τους νεοναζί για να επιβάλλει την πολιτική της και να κατεδαφίσει ό,τι συνδέει τη χώρα με το σοβιετικό παρελθόν της. Το στόχο αυτό, εκτός όλων των άλλων, υπηρετεί και το σχέδιο να αφαιρεθούν όλες οι αναφορές στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο από τα σχολικά βιβλία. Το σχέδιο αυτό ανακοινώθηκε στις 25 Νοέμβρη από το διευθυντή του «Ουκρανικού Ινστιτούτου Εθνικής Μνήμης», ο οποίος, μεταξύ άλλων, δήλωσε ότι «όλα τα επακόλουθα της προπαγάνδας της σοβιετικής εποχής και πρωταρχικά ο μύθος για το Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο πρέπει να αφαιρεθούν από τα εκπαιδευτικά υλικά και τα σχολικά βιβλία. Για μας ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος άρχισε την 1η Σεπτέμβρη του 1939 και δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να τον στενεύουμε στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο», καθώς αυτός ήταν πολύ πιο φρικτός και τραγικός». Σημειωτέον ότι περισσότεροι από δέκα εκατομμύρια Ουκρανοί έχασαν τη ζωή τους υπερασπίζοντας τις οικογένειες και τη χώρα τους από τις ναζιστικές ορδές στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου.
Η πανούκλα του εθνικισμού που απλώνεται σε δυτική και ανατολική Ουκρανία είναι το ιδεολογικό όπλο που χρησιμοποιούν οι διάφορες κλίκες της αστικής τάξης, οι πολιτικοί εκφραστές τους και οι ιμπεριαλιστές πάτρωνές τους (από τις ΗΠΑ, τους ισχυρούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης μέχρι τη Ρωσία) για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους προσδένοντας τη χώρα στο άρμα είτε της Δύσης είτε της Ρωσίας. Στις συνθήκες αυτές, ο άνεμος αναπόφευκτα φουσκώνει τα πανιά του φασισμού, καλυμμένου και ανοιχτού. Οι εκλογικές απώλειες των ανοιχτά φασιστικών και νεοναζί δυνάμεων προς όφελος των «μη ακροδεξιών» πολιτικών δυνάμεων, που τους ανταγωνίζονται επάξια σε εθνικιστικό παραλήρημα, δε σημαίνει και μείωση της πολιτικής τους επιρροής. Αλλωστε, οι εξελίξεις στα πολεμικά μέτωπα, οι χιλιάδες νεκροί, η ντε φάκτο απόσχιση των Ντόνετσκ και Λουχάνκ, τα αντιλαϊκά μέτρα, η φτώχεια και η απογοήτευση του λαού, το τεράστιο οικονομικό κόστος του πολέμου και η οικονομική χρεωκοπία της χώρας τούς προσφέρουν άφθονο υλικό για αντιπολίτευση. Ο χρόνος δουλεύει γι αυτούς, ενώ ο λαός πληρώνει το βαρύ τίμημα.