Πριν ακόμη προλάβουν να σβήσουν οι προβολείς της δημοσιότητας από τη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του Συριακού Εθνικού Συνασπισμού της αντιπολίτευσης, που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 18 και 19 Μάρτη, βγήκαν ανοιχτά τα μαχαίρια μεταξύ των αντίπαλων τάσεων και των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων στις γραμμές της.
Μια μέρα μετά την εκλογή του Γασάν Χίτο ως προσωρινού πρωθυπουργού, 12 μέλη της Γενικής Συνέλευσης ανακοίνωσαν ότι αναστέλλουν τη συμμετοχή τους στο όργανο αυτό, διαμαρτυρόμενοι για τις διαδικασίες που επιβλήθηκαν για την εκλογή του Χίτο και εκφράζοντας την αποκαλούμενη φιλελεύθερη μειοψηφία στο Συνασπισμό της αντιπολίτευσης, η οποία κατηγορεί τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τους συμμάχους της ότι έχουν επιβάλει τον έλεγχό τους στο Συνασπισμό.
Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι εξέχοντες αντικαθεστωτικοί παράγοντες, όπως ο πρώην επικεφαλής του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου Μπουρχάν Γκάλιουμ, ο εκπρόσωπος τύπου του Συνασπισμού Ουαλίντ αλ-Μπούνι και ο Καμάλ αλ-Λαμπουάνι, οι οποίοι επίσης είχαν αποχωρήσει από την ψηφοφορία για την εκλογή του προσωρινού πρωθυπουργού. «Η Μουσουλμανική Αδελφότητα με την υποστήριξη του Κατάρ επέβαλαν το δικό τους υποψήφιο πρωθυπουργό. Θα μείνουμε μακριά, αν ο Συνασπισμός δεν αναθεωρήσει την επιλογή του», δήλωσε ο Ουαλίντ αλ – Μπούνι στο Reuteres (20/3/13). Και ο Καμάλ αλ – Λαμπουάνι δήλωσε στον Independent (19/3/13): «Η (σ.σ προσωρινή) κυβέρνηση ελέγχεται από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και το Κατάρ. Εμείς θα είμαστε ενάντια σ’ αυτή την κυβέρνηση και δεν θα τη νομιμοποιήσουμε».
Υπενθυμίζουμε ότι ο Γασάν Χίτο, διευθυντικό στέλεχος στις τηλεπικοινωνίες, που ζούσε από τη δεκαετία του ’80 στο Ντάλας του Τέξας και μετακόμισε πρόσφατα στην Τουρκία, συγκέντρωσε 35 ψήφους από τα 49 ψηφοδέλτια που έπεσαν στην κάλπη, σε σύνολο 63 συμμετεχόντων στη σύνοδο από τους οποίους οι 12 αποχώρησαν κατά την ψηφοφορία.
Ωστόσο, το ισχυρότερο πλήγμα στην εκλογή Χίτο και το εγχείρημα της προσωρινής κυβέρνησης δόθηκε τρεις μέρες αργότερα, όταν ο μετριοπαθής σουνίτης και πρώην ιμάμης Μοάζ αλ-Κατίμπ, που είχε εκλεγεί ομόφωνα ως επικεφαλής του Συριακού Εθνικού Συνασπισμού τον περασμένο Νοέμβρη, υπέβαλε στις 24 Μάρτη την παραίτησή του, προκαλώντας θύελλα στις γραμμές του. Ούτε το προεδρικό γραφείο ούτε η Γενική Συνέλευση του Συνασπισμού αποδέχτηκαν την παραίτησή του, ενώ ο πρωθυπουργός του Κατάρ τον κάλεσε να την ανακαλέσει. Ο ίδιος, παρόλο που συμμετείχε στη σύνοδο του Αραβικού Συνδέσμου στη Ντόχα του Κατάρ στις 26 και 27 Μάρτη, ανακοίνωσε ότι εμμένει στην απόφασή του και ότι θα παραμείνει στη θέση του μέχρι την εκλογή του αντικαταστάτη του.
Ανακοινώνοντας την απόφαση παραίτησής του, ο Μοάζ αλ-Κατίμπ επικαλέστηκε την αδιαφορία και την απροθυμία της «διεθνούς κοινότητας» να βοηθήσει το συριακό λαό και τους αντάρτες καθώς και την επιθυμία του να μπορεί να εργαστεί με ελευθερία, την οποία δεν μπορεί να έχει όντας σε μια επίσημη θέση. Στην πραγματικότητα οι λόγοι της παραίτησής του Κατίμπ είναι περισσότεροι και πιο σύνθετοι. Είναι οι αντιθέσεις στις γραμμές του Συνασπισμού ανάμεσα σε κοσμικούς ή φιλελεύθερους και ισλαμιστές, ανάμεσα σε διάφορα ρεύματα ισλαμιστών, ανάμεσα σε εξόριστους και εντός της Συρίας, ανάμεσα σε διαφορετικές ατζέντες, οι οποίες σχετίζονται με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, την Τουρκία και τις αραβικές χώρες που εμπλέκονται στον πόλεμο και συνδέονται με πολιτικές δυνάμεις εκτός και εντός της Συρίας.
Η στασιμότητα στα πολεμικά μέτωπα και η προφανής αδυναμία και των δύο αντιπάλων να επικρατήσουν στρατιωτικά έχει οδηγήσει ένα τμήμα των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, μειοψηφικό αυτή τη στιγμή στον Εθνικό Συνασπισμό, να τάσσονται υπέρ των διαπραγματεύσεων με το καθεστώς Ασαντ, με στόχο το σχηματισμό μιας μεταβατικής κυβέρνησης με τη συμμετοχή και των δύο πλευρών και τον τερματισμό του πολέμου. Τη θέση αυτή εξέφρασε ο Μοάζ αλ-Κατίμπ στα τέλη Γενάρη, καλώντας σε διαπραγματεύσεις με εκπροσώπους του καθεστώτος που «δεν έχουν βάψει τα χέρια τους με αίμα» και προκαλώντας έντονες αντιδράσεις από τις δυνάμεις του Συνασπισμού, κυρίως τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, που θέτουν ως προϋπόθεση κάθε διαπραγμάτευσης την παραίτηση Ασαντ. Σημειωτέον ότι ο προσωρινός πρωθυπουργός Γασάν Χίτο με δήλωσή του αρνείται κάθε διαπραγμάτευση με το καθεστώς Ασαντ. Επίσης, ο Μοάζ αλ-Κατίμπ έχει ταχθεί ενάντια στο σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης φοβούμενος ότι θα βαθύνει το διχασμό στις γραμμές της αντιπολίτευσης και θα περιορίσει σοβαρά τις δυνατότητες διαπραγμάτευσης με το καθεστώς Ασαντ.
Σοβαρό πλήγμα στην εκλογή Χίτο και τις προοπτικές της προσωρινής κυβέρνησης που αναμένεται να σχηματιστεί είναι επίσης η απόφαση του Ελεύθερου Συριακού Στρατού. «Εμείς στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό δεν αναγνωρίζουμε τον Γασάν Χίτο ως πρωθυπουργό, γιατί ο Εθνικός Συνασπισμός δεν έφτασε σ’ αυτή την απόφαση με κοινή συναίνεση. Μιλώ εκ μέρους των στρατιωτικών συμβουλίων και του αρχηγού τους όταν λέω ότι δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ένα πρωθυπουργό που επιβλήθηκε στον Εθνικό Συνασπισμό και δεν επιλέχτηκε με κοινή συναίνεση», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Ελεύθερου Συριακού Στρατού Louay Muqdad την ίδια μέρα (24 Μάρτη) που ο Μοάζ αλ – Κατίμπ ανακοίνωσε την παραίτησή του.
Σημειωτέον ότι υπάρχουν εκατοντάδες αντάρτικες ομάδες που επιχειρούν αυτόνομα και πολεμούν το καθεστώς Ασαντ καθώς και οι ισχυροί ισλαμικοί αντάρτικοι σχηματισμοί, όπως το Μέτωπο αλ-Νούσρα, που δεν συνεργάζονται με τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό ούτε αναγνωρίζουν το Συριακό Εθνικό Συνασπισμό, γεγονός που κάνει ακόμη πιο αβέβαιο το μέλλον του Χίτο και της προσωρινής κυβέρνησης.
Οι εξελίξεις αυτές συνιστούν ισχυρό πλήγμα στην αξιοπιστία της διαδικασίας εκλογής του προσωρινού πρωθυπουργού και υπονομεύουν σοβαρά τη νομιμοποίηση της προσωρινής κυβέρνησης που αναμένεται να σχηματιστεί. Το γεγονός αυτό δεν αλλάζει ουσιαστικά ούτε με την πρόσκληση του Γασάν Χίτο , που κατέλαβε τη θέση της κυβέρνησης Ασαντ στη σύνοδο του Αραβικού Συνδέσμου στη Ντόχα στις 26 και 27 Μάρτη.
Παράλληλα όμως, το ρήγμα στις γραμμές της αντιπολίτευσης υπονομεύει σοβαρά την όποια αξιοπιστία συνολικά του Εθνικού Συνασπισμού και το ρόλο που του έχουν αναθέσει οι Αμερικάνοι και οι λοιποί σύμμαχοί τους ως συνεκτική εναλλακτική πολιτική λύση στο καθεστώς Ασαντ. Πολύ περισσότερο όταν αποδεικνύεται ότι δεν έχει στοιχειώδη έλεγχο πάνω στον κρισιμότερο παράγοντα, την ένοπλη αντίσταση στο καθεστώς Ασαντ.
Τις ανησυχίες της Δύσης για τις εξελίξεις αυτές εξέφρασε και ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς με δηλώσεις τους στο Γαλλικό Πρακτορείο (25/3/13), επισημαίνοντας ότι «αν θέλουμε να εμποδίσουμε τη Συρία από το να εκραγεί και από το να επικρατήσουν οι εξτρεμιστές, πρέπει να βρούμε μια πολιτική λύση. Γι αυτό πρέπει να βρούμε μια εξισορρόπηση των δυνάμεων στο έδαφος. Η αντιπολίτευση πρέπει να ενωθεί ξανά. Θέλουμε την αντιπολίτευση να εμμείνει στις μεταρρυθμιστικές παραμέτρους, δεν θέλουμε σε καμιά περίπτωση μια τάση προς τον εξτρεμισμό».
Γι αυτό και ο Λευκός Οίκος, διαφοροποιώντας τη στάση του και προσεγγίζοντας τη θέση της Μόσχας, δηλώνει δια στόματος του υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι ότι «θέλει να μπορέσει να δει τον Ασαντ και την αντιπολίτευση να καθίσουν στο τραπέζι για το σχηματισμό μιας μεταβατικής κυβέρνησης σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Γενεύης, το οποίο απαιτεί αμοιβαία συναίνεση και από τις δύο πλευρές για το σχηματισμό αυτής της μεταβατικής κυβέρνησης».
Παράλληλα εμπλέκεται όλο και περισσότερο στρατιωτικά, με στόχο να χτυπήσει και να απομονώσει τους ισλαμιστές αντάρτες και να ενισχύσει τις λεγόμενες μετριοπαθείς δυνάμεις. Οπως αποκάλυψαν οι «Los Angeles Times» (15/3/13), η CIA έχει συγκροτήσει μια ομάδα αξιωματικών, ειδικά για τη Συρία, που χειρίζονται τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη, οι οποίοι συγκεντρώνουν στοιχεία για τους αντάρτες του Μετώπου αλ – Νούσρα, που θεωρείται η ισχυρότερη ισλαμική αντάρτικη δύναμη και έχει χαρακτηριστεί από την Ουάσιγκτον «τρομοκρατική» οργάνωση, και ετοιμάζουν σχέδιο για να δολοφονήσουν με στοχευμένες επιθέσεις όσους χρειαστεί. Επίσης, σε σχετικό άρθρο του το «Associated Press» (25/3/13), επικαλούμενο αμερικάνους και ξένους αξιωματούχους, μεταξύ άλλων, αποκαλύπτει ότι « Εδώ και μήνες, οι ΗΠΑ εκπαιδεύουν κοσμικούς σύριους αντάρτες στην Ιορδανία, με στόχο να ενισχύσουν τις δυνάμεις που πολεμούν το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ Ασαντ, ενώ παράλληλα ενισχύουν την πτέρυγα των μετριοπαθών στις γραμμές της διασπασμένης αντιπολίτευσης της χώρας.
Η εκπαίδευση γίνεται σε απροσδιόριστη τοποθεσία και επικεντρώνεται ως επί το πλείστον σε σουνίτες και Βεδουΐνους που έχουν υπηρετήσει στο συριακό στρατό. Οι δυνάμεις αυτές δεν είναι μέλη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού. Οι ΗΠΑ και άλλοι φοβούνται τον αυξανόμενο ρόλο των εξτρεμιστικών ένοπλων ομάδων στις γραμμές των ανταρτών, συμπεριλαμβανομένων κάποιων που συνδέονται με την Αλ-Κάιντα….
Κάποιοι από τους Σύριους αυτούς εκπαιδεύουν με τη σειρά τους άλλους μέσα στη Συρία..».
Η τακτική αυτή θυμίζει τις σουνιτικές μιλίτσιες που συγκροτήθηκαν στο Ιράκ, χρηματοδοτήθηκαν από το Λευκό Οίκο και χρησιμοποιήθηκαν εναντίον ένοπλων ομάδων του ριζοσπαστικού Ισλάμ και για την κλιμάκωση του εμφύλιου πολέμου.
Το ίδιο άρθρο αναφέρεται επίσης σε δημοσίευμα των «New York Times» (25/3/13), το οποίο αποκαλύπτει ότι με τη βοήθεια της CIA, αραβικές κυβερνήσεις και η Τουρκία έχουν αυξήσει σημαντικά τη στρατιωτική βοήθεια στους μαχητές της αντιπολίτευσης στη Συρία τους τελευταίους μήνες, επεκτείνοντας τις μυστικές αερομεταφορές όπλων και εξοπλισμού και ότι οι αερομεταφορές άρχισαν σε μικρή κλίμακα πριν από ένα χρόνο, αλλά επεκτάθηκαν σταθερά και ξεπέρασαν τις 160 πτήσεις με αεροπλάνα από την Ιορδανία, τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, τα οποία προσγειώνονταν σε τουρκικά και ιορδανικά αεροδρόμια.