Το ερώτημα που πρέπει να τεθεί σχετικά με το πόσο «ιστορικές» ήταν οι ισπανικές εκλογές της περασμένης Κυριακής είναι ένα: απειλείται η μνημονιακή πολιτική που εξακολουθεί να εφαρμόζεται στη χώρα, αν και αυτή έχει βγει τυπικά από το Μνημόνιο από το Γενάρη του 2014; Μια πολιτική που οδήγησε σε μειώσεις μισθών, αύξηση ανεργίας, περικοπές κοινωνικών δαπανών και όλα τα «καλά» που γνωρίζουμε και στη χώρα μας, η οποία «πέτυχε» τον στόχο της, σύμφωνα με το ΔΝΤ, παρά τη λαϊκή δυσαρέσκεια που αποτυπώθηκε τόσο στις εκλογές του τοπικού κοινοβουλίου της Ανδαλουσίας τον περασμένο Μάη όσο και στις εκλογές της περασμένης Κυριακής.
Τι κι αν το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα έχασε πάνω από το ένα τρίτο της εκλογικής του δύναμης; Τι κι αν το «αριστερό» Podemos (κάτι σαν… ΣΥΡΙΖΑ Ισπανίας) ήρθε στην τρίτη θέση, αδυνατώντας να κατακτήσει τη δεύτερη, όπως ανησυχούσε ο Ραχόι, μια ανάσα μετά τους σοσιαλιστές που καταποντίστηκαν, σημειώνοντας ένα από τα χειρότερα ποσοστά στην ιστορία τους; Η μνημονιακή πολιτική δεν απειλείται, αφού ακόμα και το «αριστερό» Podemos έχει «γλυκάνει» το πρόγραμμμά του πετώντας έξω «μαξιμαλιστικά» αιτήματα όπως την ιδέα «βασικού εισοδήματος» για κάθε ισπανό πολίτη ή την πρόταση για λογιστικό έλεγχο του χρέους από τους πολίτες, που αντικαταστάθηκε με την πρόταση για «αναδιάρθρωση».
Αν ένα πράγμα έδειξαν αυτές οι εκλογές, είναι ότι οι εκλογικές αυταπάτες κρατούν ακόμα καλά, με τη συμμετοχή να κινείται στα επίπεδα του 2011 (για την ακρίβεια λίγο πιο αυξημένη, στο 58.4%). Η μόνη διαφορά πλέον με το προηγούμενο πολιτικό τοπίο έγκειται στη διεύρυνση της νομής της κοινοβουλευτικής εξουσίας στη νέα -βασικά τετρακομματική- Βουλή. Το κυβερνών κόμμα έχασε την πλειοψηφία, παίρνοντας γύρω στις 121 με 122 από τις συνολικά 350 έδρες και ποσοστό κοντά στο 29% και χάνοντας περίπου 4 εκατομμύρια ψηφοφόρους σε σχέση με το 2001 (από τα 10.8 έπεσε περίπου στα 7.1 εκατομμύρια ψήφους). Η αξιωματική αντιπολίτευση των σοσιαλιστών έχασε κι αυτή 1.5 εκατομμύρια ψήφους σε σχέση με τις εκλογές του 2011 (από τα περίπου 7 έπεσε στα 5.5 εκατομμύρια) παίρνοντας γύρω στο 22% των ψήφων (και περίπου 91 έδρες). Το Podemos έχασε τη δεύτερη θέση για μόλις μιάμιση ποσοστιαία μονάδα από τους σοσιαλιστές (πήρε το 20.5% των ψήφων), κατακτώντας γύρω στις 69 έδρες, ενώ το δεξιό Ciudadanos (Πολίτες) πήρε μόλις το 14% των ψήφων και γύρω στις 40 έδρες στη νέα βουλή. Ο δικομματισμός που κάποτε έπαιρνε ένα 75%-80% των ψήφων κέρδισε λίγο πάνω από το 50%, δίνοντας πλέον τη θέση του στον τετρακομματισμό.
Επόμενο ήταν να γίνει κάτι τέτοιο, αφού η λαϊκή δυσαρέσκεια για την πολιτική Ραχόι (που αν και έβγαλε την Ισπανία από το Μνημόνιο δεν κατόρθωσε να κερδοσκοπήσει πολιτικά με αυτό, αφού η μνημονιακή πολιτική συνεχίστηκε), δεν οδήγησε στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης αλλά στην κοινοβουλευτική προσμονή για ένα καλύτερο μέλλον μέσα από κάποιο άλλο κόμμα. Οπως είχε επισημάνει ο Χόρχε Λάγο, μέλος του συμβουλίου πολιτών του Podemos, που αποτελεί το «διευρυμένο» όργανο του κόμματος, το κίνημα των ισπανών «αγανακτισμένων» (της 15ης Μάη του 2011) «εγκλωβίστηκε σε μια αποκλειστικά κινηματική αντίληψη της πολιτικής, όμως, η άποψη ότι η σταδιακή συσσώρευση πολιτικής ισχύος θα οδηγούσε απαραίτητα σε αποκρυστάλλωση των διαδηλώσεων στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο, αποδείχθηκε λανθασμένη» (βλ. παλαιότερο άρθρο της Monde Diplomatique https://monde-diplomatique.gr/?p=163). Τη θέση των διαδηλώσεων πήραν οι εκλογικές κοκορομαχίες, μετά το ξεφούσκωμα του κινήματος. Αν σας θυμίζει κάτι αυτό δεν κάνετε λάθος. Πρόκειται για διαδικασία ανάλογη με την κατάσταση στη χώρα μας, με τη διαφορά ότι το Podemos δεν έχει ακόμα κατορθώσει να κερδίσει την κυβερνητική εξουσία, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Βάλτος είναι το αποτέλεσμα μέχρι να ξεσπάσει ξανά η λαϊκή οργή, αφού διαψευστούν οι ελπίδες ότι κάτι θα βγει από την εκλογική διαδικασία…