Με το αίμα ενός εικοσάχρονου διαδηλωτή βάφτηκε για μια ακόμη φορά η πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου, σύμβολο της λαϊκής εξέγερσης του Γενάρη του 2011, στις διαδηλώσεις για τη δεύτερη επέτειο της μαζικής σφαγής διαδηλωτών στην οδό Μοχάμεντ Μαχμούντ. Οι διαδηλώσεις οργανώθηκαν από ομάδες και πολιτικές συλλογικότητες που τάσσονται ενάντια τόσο στη στρατιωτική χούντα του στρατηγού Σίσι και τους ανθρώπους του καθεστώτος Μουμπάρακ όσο και στη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Και ήταν η πρώτη φορά εδώ και τέσσερις μήνες που αντικαθεστωτικοί διαδηλωτές κατάφεραν να σπάσουν το άβατο που είχε επιβάλει ο στρατός στην Ταχρίρ και να τιμήσουν τους νεκρούς της εξέγερσης, καταγγέλλοντας δημόσια αυτούς που θεωρούν ότι πρόδωσαν την εξέγερση και απαιτώντας δικαίωση των «μαρτύρων».
Η Ταχρίρ καταλήφθηκε από τις δυνάμεις καταστολής μετά την ανατροπή του Μόρσι στις 3 Ιούλη και απαγορεύτηκαν οι διαδηλώσεις σ’ αυτή, με δύο εξαιρέσεις. Μια φορά για διαδήλωση υποστήριξης του αρχηγού του στρατού Σίσι, στις 29 Ιούλη, και μια δεύτερη στις 6 Οκτώβρη, για τον εορτασμό των 40 χρόνων από τον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ το 1973, σε μια προφανή προσπάθεια να ενσωματωθεί το πνεύμα και το σύμβολο της εξέγερσης στο κλίμα του εθνικισμού που καλλιεργείται στη χώρα.
Το απόγευμα της Δευτέρας 18 Νοέμβρη, περίπου 3.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στην κοντινή πλατεία Αμπντίν για να τιμήσουν τη μνήμη των 47 νεκρών και των τουλάχιστον 3.000 τραυματισμένων διαδηλωτών στις συγκρούσεις με το στρατό στην οδό Μοχάμεντ Μαχμούντ, στις 19 Νοέμβρη του 2011. Τα συνθήματα που κυριάρχησαν ήταν: «Δικαίωση για όλους τους μάρτυρες», «Κάτω το στρατιωτικό καθεστώς», «Κάτω όλοι όσοι πρόδωσαν την επανάσταση: ο στρατός, οι άνθρωποι του Μουμπάρακ και η Αδελφότητα», «Καμιά εντολή στο στρατηγό Σίσι» και «Οχι στον Σίσι για πρόεδρο», ενώ κάποιοι διαδηλωτές κρέμασαν στη διασταύρωση της Ταχρίρ με τη Μοχάμεντ Μαχμούντ πανό με το σύνθημα: «Απαγορεύεται η είσοδος στο στρατό, στους ανθρώπους του Μουμπάρακ και στην Αδελφότητα».
Το ίδιο απόγευμα, μερικές εκατοντάδες αντικαθεστωτικοί διαδηλωτές μπήκαν για πρώτη φορά από τις 3 Ιούλη στην Ταχρίρ, εξοργισμένοι με την κίνηση της στρατιωτικής χούντας να στήσει στην πλατεία μνημείο προς τιμή των νεκρών της εξέγερσης, θεωρώντας μέγιστη προσβολή στη μνήμη τους να στήνουν μνημείο οι δολοφόνοι για τα θύματά τους, σε μια προφανή προσπάθεια παραποίησης της ιστορίας. Οι διαδηλωτές ξήλωσαν τις πλάκες του βάθρου του υπό κατασκευή μνημείου, το οποίο είχε θεμελιώσει πριν από λίγες ώρες ο πρωθυπουργός, έριξαν κόκκινο χρώμα, έφτιαξαν γκραφίτι, έγραψαν συνθήματα ενάντια στο στρατηγό Σίσι, τους ανθρώπους του Μουμπάρακ και την Αδελφότητα και τοποθέτησαν στην κορυφή ένα συμβολικό φέρετρο.
Στις 19 Νοέμβρη, απόγευμα Τρίτης, πραγματοποιήθηκε νέα συγκέντρωση με τα ίδια συνθήματα και με τη συμμετοχή αρκετών χιλιάδων διαδηλωτών. Και στις δύο διαδηλώσεις δεν επιτράπηκε η συμμετοχή διαδηλωτών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, γιατί στα επεισόδια της Μοχάμεντ Μαχμούντ η Αδελφότητα είχε ταχθεί με την πλευρά του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου που κυβερνούσε τη χώρα και εναντίον των διαδηλωτών, κατηγορώντας τους ότι προσπαθούν να διαταράξουν τις κοινοβουλευτικές εκλογές που είχαν προγραμματιστεί να γίνουν μια βδομάδα αργότερα. Επίσης, απαγορεύτηκε η συμμετοχή οπαδών του στρατηγού Σίσι, με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν συμπλοκές με τους τελευταίους, όταν επιχείρησαν να μπουν στην πλατεία. Αργά το βράδυ, ξέσπασαν νέες συγκρούσεις, όταν οι δυνάμεις καταστολής επιχείρησαν να διαλύσουν με δακρυγόνα και πυροβολισμούς μερικές εκατοντάδες διαδηλωτών που είχαν παραμείνει στην Ταχρίρ μετά την ολοκλήρωση της διαδήλωσης, προκαλώντας το θάνατο εικοσάχρονου με σφαίρα στο κεφάλι και τον τραυματισμό 16 ακόμη διαδηλωτών.
Μπορεί οι διαδηλώσεις αυτές να μην έχουν σχέση ως προς τη μαζικότητα με τις τεράστιες διαδηλώσεις που γνωρίσαμε τα δύο τελευταία χρόνια, έχουν όμως ιδιαίτερη σημασία, γιατί είναι η πρώτη μαζική μορφή αντίστασης στη σιωπή του τρόμου που έχει επιβάλει η στρατιωτική χού-ντα. Αλλά και γιατί κατάφεραν το πρώτο σοβαρό πλήγμα στην ξέφρενη κυβερνητική προπαγάνδα, που προβάλλει το στρατό και τον Σίσι ως «σωτήρες» και «υπερασπιστές» της λαϊκής εξέγερσης και κατηγορεί ως «τρομοκράτες» και «υπονομευτές του κράτους» τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και όσους άλλους αμφισβητούν τη νομιμότητα του στρατιωτικού πραξικοπήματος και το «ελέω θεού» δικαίωμα της στρατιωτικής κλίκας να κυβερνά τη χώρα και να θησαυρίζει.
Στο μεταξύ, η προσπάθεια της χούντας να προβάλλεται και ως εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας και ασφάλειας δυναμιτίζεται από τις συνεχιζόμενες επιθέσεις στη Χερσόνησο του Σινά και άλλα σημεία της χώρας, με πιο πρόσφατες την εκτέλεση του αντισυνταγματάρχη της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας του υπουργείου Εσωτερικών Μοχάμεντ Μαμπρούκ από μασκοφόρους ένοπλους έξω από το σπίτι του, στις 17 Νοέμβρη. Ο Μαμπρούκ ήταν υπεύθυνος για την παρακολούθηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και για τη σύλληψη πολλών ηγετικών στελεχών της. Και την επίθεση με αυτοκίνητο-βόμβα στις 20 Νοέμβρη σε λεωφορείο που μετέφερε στρατιώτες εκτός υπηρεσίας στον αυτοκινητόδρομο που συνδέει τη Ράφα με το Ελ Αρίς, με αποτέλεσμα το θάνατο 10 και τον τραυματισμό 35 στρατιωτών. Οι στρατιώτες αυτοί ανήκουν στο 2ο Σώμα Στρατού που διεξάγει το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον των ανταρτών και του πληθυσμού στο Σινά.