Πέταξε τη μάσκα ο Μουζάλας, άφησε το ύφος του γλυκού και ευαίσθητου «ακτιβιστή» που πασχίζει να βοηθήσει τους πρόσφυγες σ' ένα αντίξοο περιβάλλον, και έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο. Αυτό του στυγνού εξουσιαστή, που διαχειρίζεται με δικτατορικό τρόπο ανθρώπους και με αδιαφανή τρόπο κονδύλια και δε θέλει κανένας να του χαλάει τη «δουλειά».
Ο Μουζάλας πήγε στο Ελληνικό, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης προσφύγων που αποτελεί πραγματική ντροπή, αποφασισμένος να πατάξει κάθε διαμαρτυρία, είτε αυτή προέρχεται από τους ίδιους τους πρόσφυγες είτε από έλληνες αλληλέγγυους. Και όπως κάνει κάθε εξουσιαστής που βρίσκεται αντιμέτωπος με μια κινητοποίηση, μίλησε για «υποκίνηση» και «παραπληροφόρηση».
«Οχι μόνο δεν υπάρχει απεργία πείνας αλλά υπάρχει μια παραβίαση των νόμων του ελληνικού κράτους. Οι λεγόμενοι απεργοί πείνας απαγόρευσαν χθες την είσοδο των φορτηγών που φέρνουν το φαγητό και αναγκαστήκαμε και πήγαμε από την πίσω πόρτα», δήλωσε ο Μουζάλας και πρόσθεσε: «Κατανοώ τον πόνο αυτών των ανθρώπων αλλά δεν πρόκειται να επιτρέψουμε παραβίαση των νόμων του ελληνικού κράτους για να στηθούν χειραγωγημένα σκηνικά». Και κατέληξε με ύφος ακροδεξιού μπάτσου: «Οποιος αισθάνεται καταπιεσμένος σε αυτή τη δομή ας φύγει και ας υποστεί τις συνέπειες του νόμου»!
Προηγουμένως είχε πει ότι οι πρόσφυγες «έχουν εδώ πράγματα που δεν είχαν στα σπίτια τους»! Το μόνο που δε ζήτησε είναι να μαζεύονται οι πρόσφυγες τρεις φορές την ημέρα, πριν το φαγητό, και να κάνουν προσευχή για να ευχαριστήσουν τον σωτήρα τους υπουργό Μουζάλα και τον πατέρα τους πρωθυπουργό Τσίπρα.
Και βέβαια, φώναξε τους μπάτσους να «καθαρίσουν» με τη διαμαρτυρία των προσφύγων. Ενας απ' αυτούς δε δίστασε (τι μπάτσος θα ήταν, άλλωστε) να γρονθοκοπήσει ένα δωδεκάχρονο προσφυγόπουλο.
Τι ζητούσαν οι πρόσφυγες; Καλύτερο φαγητό, πλυντήρια, γάλα για τα παιδιά. Γι' αυτό προχώρησαν σε αποχή από το φαγητό επί διήμερο. Τι απάντησε ο Μουζάλας; Οτι δεν υπάρχει απεργία πείνας, αλλά ένα «χειραγωγημένο σκηνικό» από «δύο ελληνικές πολιτικές οργανώσεις». «Δεν υπάρχει καμία απεργία πείνας στο Ελληνικό. Δύο μέρες τώρα η Ελλάδα ζει μια ψευδή είδηση» έλεγε ένας εκτός εαυτού Μουζάλας, που είχε χάσει την παροιμιώδη ψυχραιμία του. Τα ίδια επανέλαβε αργότερα στη Βουλή, όπου είχε όλη την άνεση να στήσει το σόου του, καθώς ο ερωτών βουλευτής Ν. Κακλαμάνης του έκανε πλάτες: «Για το Ελληνικό εγώ δήλωσα σήμερα με σαφήνεια ότι υποκινούνται καταστάσεις. Και όποτε γίνεται, το δηλώνω αυτό το πράγμα. Δεν είμαι εισαγγελέας, όπως είπατε. Θα πρέπει κανείς αυτό να το δει. Θεώρησα, όμως, καθήκον μου να πω ότι είναι η τρίτη φορά που ψευδώς λέγεται ότι γίνεται καθολική απεργία πείνας στο Ελληνικό. Αυτό το οποίο έγινε είναι ότι τριάντα Ελληνες και τριάντα, σαράντα ξένοι -δέκα πάνω, δέκα κάτω- απαγόρευσαν να μπει μέσα στη δομή το φαγητό. Τώρα στη δομή τρώνε, τώρα είναι εκεί οι δημοσιογράφοι. Αυτό το οποίο είπα -και το επαναλαμβάνω στη Βουλή, όχι σε εσάς, αλλά μέσα από εσάς για να ακουστεί στον ελληνικό λαό- είναι ότι η ελληνική πολιτεία έχει νόμους. Οι νόμοι θα εφαρμόζονται». Κι έκλεισε με την κορόνα: «Δεν θέλουμε βία. Δεν θα υποστούμε, όμως, και βία»!
Με τη βοήθεια και της δεξιάς αντιπολίτευσης, που ενδιαφέρεται μόνο για τη διαχείριση των κονδυλίων, ο Μουζάλας προσπαθεί σκόπιμα να ανακατέψει τις ΜΚΟ, που πλιατσικολογούν ελεύθερα χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν (αυτό το παραδέχεται και ο Μουζάλας), με αλληλέγγυους που προσπαθούν να βοηθήσουν τους πρόσφυγες, κάνοντας αυτό που κάνουν εδώ και χρόνια. Κάνουν μια πολιτική δουλειά (όπως την αντιλαμβάνεται η κάθε οργάνωση ή πολιτική ομάδα) και όχι μπίζνα, όπως κάνουν οι ΜΚΟ, για τις οποίες ο ίδιος ο Μουζάλας έλεγε, πάλι στη Βουλή: «Στις ΜΚΟ εμείς δεν δίνουμε ούτε μία δραχμή. Οι ΜΚΟ παίρνουν χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι οκτώ μεγάλες ΜΚΟ, οι οποίες παίρνουν σαν υπεργολάβους εδώ μικρότερες ΜΚΟ ελληνικές»!
Η κατάσταση μεταξύ των προσφύγων και μεταναστών είναι εκρηκτική, ανεξάρτητα από το αν και πώς εκδηλώνεται. Καταρχάς, είναι ο ίδιος ο εγκλωβισμός τους στην Ελλάδα που δημιουργεί απελπισία. Οχι μόνο στα νησιά αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπου έχουν μεταφερθεί και πεταχτεί σε υποτυπώδη στρατόπεδα που έχουν όλα τα χαρακτηριστικά των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Περιμένουν μήνες για να πάρουν απάντηση από τις επιτροπές ασύλου. Τα αιτήματα για επανένωση με τις οικογένειές τους που βρίσκονται στην Ευρώπη διεκπεραιώνονται με ρυθμό χελώνας. Οι συνθήκες διαβίωσης στα στρατόπεδα είναι παραπάνω από άθλιες. Οταν σε απομονωμένα στρατόπεδα συσσωρεύεις ανθρώπους από διαφορετικές εθνότητες, σε συνθήκες εξαθλίωσης και με τα όνειρά τους συντετριμμένα, θα πρέπει να περιμένεις συγκρούσεις, συμμοριτισμό, φαινόμενα κάθε είδους εκμετάλλευσης, που ανθίζει δίπλα στην εκμετάλλευση του κράτους και των ΜΚΟ.
Ο Μουζάλας, με το ύφος του πονόψυχου ιεροκήρυκα, «πούλησε» όσο «πούλησε», αλλά πλέον «εξαντλήθηκε». Δεν μπορεί εσύ να τα έχεις κάνει όλα τέλεια και να φταίνε μονίμως κάποιοι άλλοι. Οι «δεξιοί ξενοδόχοι» για τους θανάτους στα νησιά (που όμως άρχισαν να νοικιάζουν δωμάτια, όταν το κράτος ανέβασε τις τιμές) και οι οργανώσεις αλληλεγγύης στο Ελληνικό. Με τον οχετό που βγήκε από το στόμα του στο Ελληνικό δεν ξεμασκαρεύτηκε μόνο, αλλά αποκάλυψε πως νιώθει πλέον «υπ' ατμόν». Μπορεί να κατάφερε να «εκτοπίσει» τον Βουδούρη (που ήθελε να γίνει Μουζάλας στη θέση του Μουζάλα), όμως φωνές εναντίον του ακούγονται και από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αρκετοί αυτοί που θα ήθελαν να τον αντικαταστήσουν, κι αυτό αποδεικνύει ότι το πόστο θεωρείται προνομιούχο (εύκολα μπορείτε να καταλάβετε το λόγο, μολονότι ο ίδιος δηλώνει με νόημα ότι δε διαχειρίζεται κονδύλια και δείχνει τον Χαρίτση).
Το ζήτημα, όμως, δεν είναι ο ανταγωνισμός για μια περίοπτη θέση στο συριζανελίτικο σύστημα εξουσίας, που δεν αφορά ούτε τον ελληνικό λαό ούτε τους πρόσφυγες και μετανάστες. Το ζήτημα είναι η Ευρώπη-φρούριο, που έχει μετατρέψει την Ελλάδα σε μια τεράστια ανοιχτή φυλακή για πρόσφυγες και μετανάστες. Το ζήτημα είναι ο εγκλεισμός χιλιάδων ανθρώπων σε απομονωμένα στρατόπεδα συγκέντρωσης, που εμποδίζει την «ώσμωσή» τους με την ελληνική κοινωνία, ώστε να είναι διαθέσιμοι για κύματα απελάσεων, όταν αυτό κριθεί ώριμο. Κι ενάντια σ' αυτό θα πρέπει να αγωνιστούμε. Είναι πρωτίστως ένα πολιτικό πρόβλημα και όχι ένα ανθρωπιστικό πρόβλημα.