Η οριακή νίκη του πρώην οικολόγου Αλεξάντερ Βαν Ντερ Μπέλεν που κατέβηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας απέναντι στον υποψήφιο των ναζιστών Νόρμπερτ Χόφερ, με διαφορά μόλις 0.6% (χάρη σε τριάντα μία χιλιάδες ψήφους μέσω επιστολών) αποτύπωσε για μία ακόμα φορά τον κοινωνικό εκφασισμό που κερδίζει έδαφος στην Αυστρία. Μπορεί ο Χόφερ να δηλώνει ότι δεν είναι ναζί (ακόμα και… κεντροδεξιός δήλωσε δυο μέρες πριν το δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών), όμως το κόμμα που εκπροσωπεί, το «Κόμμα των Ελευθέρων» (FPÖ), έχει καθαρά ναζιστική ιστορία. Ιδρύθηκε το 1956 από πρώην ναζιστές, οι οποίοι, βλέποντας την επιρροή τους να αυξάνεται, έκαναν τον ελιγμό να προβάλουν ως υποψήφιο τον «μετριοπαθή» Χόφερ και όχι τον «σκληροπυρηνικό» αρχηγό του κόμματος. Αλλωστε, η καρέκλα του προέδρου είναι καθαρά διακοσμητική κι αυτοί στοχεύουν στις βουλευτικές εκλογές που θα γίνουν το Σεπτέμβρη του 2018.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι φασίστες κερδίζουν έδαφος στην αυστριακή κοινωνία. Στις βουλευτικές εκλογές του 1999, το FPÖ, καθοδηγούμενο από τον διάσημο τότε Γεργκ Χάιντερ, που δήλωνε θαυμαστής του Χίτλερ, είχε κερδίσει τη δεύτερη θέση με ένα εντυπωσιακό 26.9%, το οποίο το έφερε σε κυβέρνηση συνασπισμού με το Λαϊκό Κόμμα (παραδοσιακή δεξιά της Αυστρίας). Η κυβέρνηση αυτή δεν άντεξε πολύ. Στις βουλευτικές εκλογές του 2002, το FPÖ έπεσε κατακόρυφα (μόλις στο 10%). Το γεγονός ότι ο τότε ηγέτης του FPÖ δήλωνε θαυμαστής του Χίτλερ δεν είχε αποθαρρύνει το ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος να τον ψηφίσει, σε μία εποχή που το προσφυγικό πρόβλημα δεν είχε τη σημερινή του διάσταση, που υποτίθεται ότι δικαιολογεί τη στροφή των ψηφοφόρων προς τη ναζιστική ακροδεξιά. Το «Κόμμα των Ελευθέρων» παρέμεινε στην κυβέρνηση και μετά τις εκλογές του 2002 (αν και καταρρακωμένο εκλογικά), για να αποχωρήσει το 2005, με τον Χάιντερ να ιδρύει άλλο κόμμα (Συμμαχία για το Μέλλον της Αυστρίας – ΒΖÖ) που αντικατέστησε το FPÖ στον κυβερνητικό συνασπισμό. Στις εκλογές του 2008, τα δύο φασιστικά κόμματα (FPÖ και ΒΖÖ) κατέβηκαν ξεχωριστά και απέσπασαν συνολικά το 28.2% των ψήφων, δηλαδή ξεπέρασαν το ρεκόρ του 1999.
Η πρόσφατη πολιτική ιστορία της Αυστρίας, λοιπόν, δε δικαιολογεί το χαρακτηρισμό «έκπληξη« για το 50% που πήρε ο Χόφερ, ένας αστός πολιτικός που περισσότερο φέρνει σε γιάπη παρά σε νεοναζί. Ο εκφασισμός πλατιών στρωμάτων του πληθυσμού έχει μακρά ιστορία στην Αυστρία. Οταν μάλιστα οι ναζί εκπροσωπούνται από μοντέρνους γιάπηδες, τότε παρέχουν το άλλοθι που ζητούν αρκετοί για να τους ψηφίσουν. Το ίδιο δε γίνεται και στην Ελλάδα; Μπορεί τα εγχώρια ναζισταριά να μην έχουν τη φινέτσα ενός Χάιντερ ή ενός Χόφερ, όμως φροντίζουν να φωνάζουν σε όλους τους τόνους ότι δεν είναι ναζί αλλά… έλληνες εθνικιστές.
Εκτός από το μεταναστευτικό, που αποτέλεσε σίγουρα μία από τις βασικές αιτίες που πυροδότησαν την αύξηση του κοινωνικού εκφασισμού στην Αυστρία, η οικονομική κρίση θα πρέπει να θεωρείται ως μία ακόμα εξίσου σημαντική αιτία. Η τελευταία είχε ως συνέπεια τον τριπλασιασμό της ανεργίας στη χώρα την τελευταία τριετία. Αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση των μεταναστών και την παντελή απουσία ενός συγκροτημένου ταξικού ρεύματος, ήταν φυσικό να οδηγήσει στην αύξηση της επιρροής των ναζιστών σε μία κοινωνία που δεν φημίζεται για τις… ταξικές της αντιστάσεις.
Οπως και παλαιότερα έτσι και σήμερα, οι ναζί είναι ενταγμένοι στο υπάρχον πολιτικό σύστημα. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι την αντιμεταναστευτική πολιτική την εφαρμόζει η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση (με καγκελάριο τον διάσημο Φάιμαν μέχρι πρόσφατα που παραιτήθηκε και τώρα τον Κρίστιαν Κερν), που πρόσφατα επέβαλε αυστηρούς ελέγχους στα σύνορα της Αυστρίας και εξήγγειλε την απέλαση 50 χιλιάδων αιτούντων άσυλο μέσα στην ερχόμενη τριετία προκειμένου να καταστείλει το μεταναστευτικό ρεύμα.