Στις 9 Δεκέμβρη ολοκληρώθηκε η διήμερη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην πρωτεύουσα της Σαουδικής Αραβίας Ριάντ με τη συμμετοχή περίπου 100 εκπροσώπων πολιτικών και ένοπλων ομάδων της αντιπολίτευσης στο καθεστώς Ασαντ, με στόχο να συμφωνήσουν στη συγκρότηση μιας αντιπροσωπίας που θα εκπροσωπεί την αντιπολίτευση στις διαπραγματεύσεις με τη συριακή κυβέρνηση και σε μια κοινή πλατφόρμα για τη μεταβατική περίοδο. Με βάση το πλαίσιο συμφωνίας στο οποίο κατέληξαν οι εκπρόσωποι 20 χωρών (ΗΠΑ, Ρωσία, Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Ιράν και άλλες) τον περασμένο μήνα στη Βιέννη, οι συνομιλίες ανάμεσα στις δύο πλευρές προβλέπεται να αρχίσουν στις αρχές Γενάρη για το σχηματισμό μέσα σε έξι μήνες μεταβατικής κυβέρνησης, η οποία θα προχωρήσει σε «ελεύθερες και δίκαιες» εκλογές και στην εκπόνηση νέου συντάγματος μέσα σε 18 μήνες, αφήνοντας ανοιχτό το φλέγον ζήτημα Ασαντ.
Ανάμεσα σ’ αυτούς που συμμετείχαν από την πολιτική αντιπολίτευση ήταν ο «Συριακός Εθνικός Συνασπισμός», με έδρα την Τουρκία και περιορισμένη πολιτική επιρροή στη Συρία, ο οποίος υποστηρίζεται από τη Δύση, μαστίζεται εξαρχής από εσωτερικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς για τις καρέκλες και υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς την άμεση παραίτηση του Ασαντ. Η «Εθνική Επιτροπή Συντονισμού για Δημοκρατική Αλλαγή», με έδρα τη Συρία, ανεκτή από το καθεστώς Ασαντ, η οποία υποστηρίζει τη συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις με τη συριακή κυβέρνηση χωρίς προϋποθέσεις και την εφαρμογή του πλαισίου της Γενεύης. Και το «Συριακό Λαϊκό Μέτωπο για Αλλαγή και Ελευθερία», το οποίο υιοθετεί τη θέση της Ρωσίας, δηλαδή παραμονή του Ασαντ κατά τη μεταβατική περίοδο και ελεύθερες εκλογές, με συμμετοχή του Ασαντ και του κόμματος Μπάαθ, στις οποίες θα κριθεί η τύχη του.
Ανάμεσα στις ένοπλες ομάδες που συμμετείχαν στη συνάντηση του Ριάντ, εκτός από τον «Ελεύθερο Συριακό Στρατό», ήταν το Jaysh al-Islam και το Ahrar al-Sham, δύο από τις ισχυρότερες ένοπλες ομάδες. Το Ahrar al-Sham είναι στενός σύμμαχος με το Μέτωπο al-Nusra, παρακλάδι της Αλ-Κάιντα, και παράλληλα συνεργάζεται με άλλες ένοπλες ισλαμικές ομάδες. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης του Ριάντ, εκπρόσωπος του Ahrar al-Sham κάλεσε για την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ με όλα τα στηρίγματα και τα σύμβολά του, την παραπομπή τους σε δίκη και τη διάλυση του στρατού και της Ασφάλειας.
Από τη συνάντηση αποκλείστηκαν το Μέτωπο al-Nusra και το ISIS, που έχουν χαρακτηριστεί τρομοκρατικές ομάδες. Αποκλείστηκαν όμως, προφανώς κατ’ απαίτηση της Τουρκίας, και οι οργανώσεις των Κούρδων της Συρίας, το «Κόμμα Δημοκρατικής Ενωσης (PYD)» και η πολιτοφυλακή «Δυνάμεις Λαϊκής Προστασίας (YPG), η ισχυρότερη και πιο αξιόμαχη δύναμη που έχει απελευθερώσει, με την υποστήριξη αμερικάνικων αεροπορικών βομβαρδισμών, το Κομπάνι και άλλες πόλεις και χωριά στη βορειοανατολική Συρία από το Ισλαμικό Κράτος. Η τελευταία αποτελεί επίσης τον κορμό σε μια συμμαχία με μικρότερες ένοπλες ομάδες αράβων και ασσυρίων χριστιανών, τις «Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF)», που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ και πολεμά το ISIS, η οποία επίσης αποκλείστηκε από τη συνάντηση του Ριάντ. Οι οργανώσεις αυτές κάλεσαν διήμερη συνάντηση για το μέλλον της Συρίας στις 8 -9 Δεκέμβρη στη βόρεια επαρχία Χασάκα, ενώ εκπρόσωπος του «Κόμματος Δημοκρατικής Ενωσης (PYD)» δήλωσε: «Δεν μας ενδιαφέρει το αποτέλεσμα της διάσκεψης του Ριάντ και θα ενεργούμε σαν να μην έγινε ποτέ. Κανείς, όποιος κι αν είναι, δεν μπορεί να μας επιβάλλει μια απόφαση στην οποία δεν συμμετείχαμε».
Αποτέλεσμα της σοβαρής διάστασης απόψεων των συμμετεχόντων στη διάσκεψη του Ριάντ και των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων που εκφράζουν ήταν να καταλήξουν σε μια ανακοίνωση αρχών ως βάση για τη συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις με τη συριακή κυβέρνηση καθώς και στη συγκρότηση μιας 34μελούς Γραμματείας που θα επιβλέπει τις διαπραγματεύσεις και θα επιλέξει την ομάδα που θα εκπροσωπεί την αντιπολίτευση στις διαπραγματεύσεις. Η ανακοίνωση αρχών καλεί για ένα πλουραλιστικό και ανοιχτό σε όλους καθεστώς, που δεν θα κάνει διακρίσεις με βάση τη θρησκεία και την εθνική καταγωγή, στο οποίο ο Ασαντ και οι συνεργάτες του δεν θα έχουν κανένα ρόλο κατά τη μεταβατική περίοδο. Μέχρι τώρα, η πλειοψηφία της αντιπολίτευσης έθετε ως όρο πριν από οποιαδήποτε διαπραγμάτευση την παραίτηση του Ασαντ. Τώρα, αποδέχονται να παραμείνει μέχρι το σχηματισμό της μεταβατικής κυβέρνησης. Αποδέχονται επίσης τη διατήρηση του κρατικού μηχανισμού και κάνουν λόγο μόνο για αναδόμηση των δυνάμεων Ασφάλειας.
Η διάσκεψη των Κούρδων της Συρίας που πραγματοποιήθηκε τις ίδιες μέρες στην επαρχία Χασάκα αποφάσισε την ίδρυση του Συριακού Δημοκρατικού Συμβουλίου, ως πολιτική πτέρυγα της συμμαχίας των «Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων», το οποίο καλεί για «μια αποκεντρωμένη, δημοκρατική και πλουραλιστική Συρία, που θα αναγνωρίζει τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των γυναικών». Στο ζήτημα Ασαντ, το Συριακό Δημοκρατικό Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο Ασαντ είναι μέρος και του προβλήματος και της λύσης και ότι μπορεί να μπει τέρμα στον πόλεμο μέσω διαπραγματεύσεων με το καθεστώς, με μια μεταβατική περίοδο, δημοκρατικές εκλογές και ένα νέο σύνταγμα που θα κατοχυρώνει τα δικαιώματα των Κούρδων.
Λίγες μέρες μετά τη διάσκεψη του Ριάντ, στις 15 Δεκέμβρη, η σαουδαραβική μοναρχία ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας «ισλαμικής στρατιωτικής συμμαχίας» 34 μουσουλμανικών και αραβικών κρατών με στόχο να πολεμήσει την «τρομοκρατία». Στη συμμαχία αυτή συμμετέχουν οι περισσότερες χώρες του Αραβικού Συνδέσμου, η Τουρκία και ένας αριθμός μουσουλμανικών χωρών από την Αφρική και την Ασία (όπως η Νιγηρία, το Σουδάν, η Μαυριτανία, το Τσαντ, η Σομαλία, το Μάλι, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, η Μαλαισία κ. ά). Επικεφαλής της συμμαχίας θα είναι η Σαουδική Αραβία και το κέντρο συντονισμού των επιχειρήσεων θα βρίσκεται στο Ριάντ. Από τη συμμαχία αποκλείστηκαν το Ιράν, η Συρία και το Ιράκ. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια συμμαχία σουνιτικών μουσουλμανικών χωρών. Σύμφωνα με δηλώσεις του 30χρονου γιου του σαουδάραβα βασιλιά Σαλμάν και υπουργού Αμυνας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, η συμμαχία θα πολεμήσει όχι μόνο το Ισλαμικό Κράτος αλλά κάθε «τρομοκρατική» ομάδα και οργάνωση που αποτελεί απειλή για τα κράτη μέλη της συμμαχίας, σε συνεργασία με τους άλλους εταίρους. Με τη διαφορά ότι ούτε για τη δομή και τον τρόπο λειτουργίας ούτε για το ρόλο ακριβώς που θα κληθεί να παίξει η συμμαχία αυτή δόθηκαν στοιχεία. Γι αυτό και τα κίνητρα πίσω από την κίνηση αυτή της σαουδαραβικής μοναρχίας είναι, όπως φαίνεται, πρωτίστως πολιτικά σ’ αυτή τη φάση. Με την κίνηση αυτή επιχειρεί να αποσείσει τις κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον της ότι χρηματοδοτεί και υποστηρίζει διάφορες ακραίες ισλαμικές οργανώσεις, να εδραιώσει το ρόλο της ως ηγετική δύναμη στη Μέση Ανατολή, να ενισχύσει τη θέση της στον ανταγωνισμό της με το ιρανικό καθεστώς και να απομονώσει το Ιράν. Ταυτόχρονα, είναι βέβαιο ότι, αν χρειαστεί και έχει τη δυνατότητα, θα χρησιμοποιήσει στρατεύματα από χώρες της συμμαχίας αυτής, όπως για παράδειγμα στην Υεμένη όπου εδώ και 9 μήνες μια μίνι αραβική συμμαχία υπό τη Σαουδική Αραβία έχει παγιδευτεί πολεμώντας τους αντάρτες Χούτι και τους συμμάχους τους.
Στο σκηνικό αυτό πρέπει να προστεθεί η πίεση που συνεχίζει να ασκεί η Ρωσία σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, με αποδέκτη όχι μόνο την κυβέρνηση Ερντογάν αλλά και τους εταίρους της, το Λευκό Οίκο και τις μοναρχίες του Κόλπου, οι οποίες στηρίζουν τις ένοπλες ισλαμικές ομάδες και επιμένουν στην άμεση απομάκρυνση Ασαντ. Η στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία, μετά τη Γαλλία, της Βρετανίας με αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον του ISIS και της Γερμανίας με 1.200 στρατιώτες, αναγνωριστικά αεροσκάφη και μια φρεγάτα σε ρόλο υποστήριξης. Οι δηλητηριώδεις αναφορές ή οι ανοιχτές πλέον επιθέσεις από διάφορες δυτικές πηγές εναντίον της κυβέρνησης Ερντογάν για συνεργασία στο λαθρεμπόριο πετρελαίου με το Ισλαμικό Κράτος, με πιο πρόσφατη την καταγγελία του ιρακινού πρωθυπουργού Χαϊντέρ αλ-Αμπάντι κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στη Βαγδάτη του γερμανού υπουργού Εξωτερικών στις 7 Δεκέμβρη. Η ανοιχτή επίθεση εναντίον της Σαουδικής Αραβίας από τη γερμανική κυβέρνηση διά στόματος του αντικαγκελάριου Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο οποίος κάλεσε τη σαουδαραβική μοναρχία να σταματήσει τη χρηματοδότηση των ακραίων ισλαμιστών. «Τζαμιά Ουαχάμπι –δήλωσε- σ’ όλο τον κόσμο χρηματοδοτούνται από τη Σαουδική Αραβία. Στη Γερμανία, πολλοί επικίνδυνοι ισλαμιστές προέρχονται απ’ αυτές τις κοινότητες. Ο ριζοσπαστικός φονταμενταλισμός, ο οποίος διαδίδεται από τα σαλαφιστικά τζαμιά δεν είναι λιγότερο επικίνδυνος από τον ακροδεξιό εξτρεμισμό». Και ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των γερμανών σοσιαλδημοκρατών Τόμας Οπερμαν προχώρησε ακόμη παραπέρα κατηγορώντας τη Σαουδική Αραβία ότι ο Ουαχαμπισμός πρόσφερε ιδεολογία στους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και συνέβαλε στη ριζοσπαστικοποίηση μετριοπαθών. Είχε προηγηθεί η διαρροή στο περιοδικό « Spiegel» μιας έκθεσης της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφάλειας της Γερμανίας (BND), η οποία, μεταξύ άλλων, προειδοποιεί για τον παρεμβατικό και αποσταθεροποιητικό ρόλο της εξωτερικής πολιτικής της σαουδαραβικής μοναρχίας στη Μέση Ανατολή μετά την άνοδο στο θρόνο τον περασμένο Γενάρη του βασιλιά Σαλμάν, ο οποίος μαζί με το γιο του, τον πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, τον οποίο έχει διορίσει υπουργό Αμυνας, φιλοδοξούν να γίνουν «οι κυρίαρχοι ηγεμόνες του αραβικού κόσμου». Παρόλο που η γερμανική κυβέρνηση πήρε αποστάσεις από την έκθεση χαρακτηρίζοντας τη Σαουδική Αραβία ως ένα πολύ σοβαρό παράγοντα για την επίλυση των προβλημάτων στη Μέση Ανατολή, οι δηλώσεις των προαναφερόμενων κορυφαίων γερμανών αξιωματούχων συμπλέουν με την έκθεση.
Το επόμενο επεισόδιο σε διπλωματικό επίπεδο είναι η συνάντηση της Νέας Υόρκης στις 18 Δεκέμβρη για να καθοριστούν τα επόμενα βήματα στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Είχε προηγηθεί η επίσκεψη του αμερικάνου υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι στη Μόσχα στις 14 Δεκέμβρη, ο οποίος σε συνέντευξή του μέσα στο Κρεμλίνο δήλωσε ότι «οι ΗΠΑ και οι εταίροι τους δεν επιδιώκουν την αποκαλούμενη αλλαγή του καθεστώτος όπως αυτή είναι γνωστή στη Συρία», προσθέτοντας αμέσως μετά ότι ο Μπασάρ Ασαντ «δεν έχει καμιά πιθανότητα να παραμείνει ηγέτης της χώρας στο μέλλον». Με άλλα λόγια, παραμένει στη θέση του κατά τη μεταβατική περίοδο. Τα υπόλοιπα θα εξαρτηθούν φυσικά από το συσχετισμό δυνάμεων που θα διαμορφωθεί στην πορεία. Το βέβαιο είναι ότι η επίτευξη κάποιας πολιτικής λύσης έχει πολύ δρόμο ακόμη, καθώς η κατάσταση γίνεται όλο και πιο πολύπλοκη και απρόβλεπτη στη Συρία, όπου οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που εμπλέκονται ενεργούν η καθεμιά για την πάρτη της (η Γερμανία και η Γαλλία φαίνεται να κρατούν κάποιες αποστάσεις από τις ΗΠΑ και να προσεγγίζουν περισσότερο σε κάποιες θέσεις τη Ρωσία), ενώ οι περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία, προσπαθούν να διατηρήσουν ή να ενισχύουν την επιρροή τους.