Στα χρόνια του Μνημόνιου, το χρονίζον ζήτημα των γερμανικών επανορθώσεων για τα εγκλήματα και τις καταστροφές που προκάλεσαν στη χώρα και το λαό μας οι ναζί απέκτησε ξεχωριστή επικαιρότητα, λόγω του ιδιαίτερου ρόλου που παίζει η Γερμανία στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Ετσι, οι κυβερνήσεις βρήκαν ένα θέμα που προσφέρεται για εσωτερική κατανάλωση.
Η προηγούμενη συγκυβέρνηση συγκρότησε Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή, για να μην μπορεί κανείς να την κατηγορήσει ότι παραιτήθηκε από την απαίτηση για γερμανικές επανορθώσεις. Ε, δεν μπορούσε να μην κάνει το ίδιο και η νέα συγκυβέρνηση, η οποία μάλιστα έχει τοποθετήσει ως πρόεδρο της Βουλής μια βουλευτίνα της με τις δικές της ξεχωριστές φιλοδοξίες. Δόθηκε, λοιπόν, το σχετικό σόου, με τη συμμετοχή και του ίδιου του Τσίπρα, που δεν ήθελε ν’ αφήσει στην Κωνσταντοπούλου να του πάρει τη δόξα. Ασε που ο χρόνος που επιλέχτηκε πρόσφερε την ευκαιρία να γίνει ένας αντιπερισπασμός στη συμφωνία για την επιστροφή της τρόικας προκειμένου να ολοκληρώσει την αξιολόγηση και να συμφωνήσει με τη συγκυβέρνηση των τσιπροκαμμένων τα πρώτα νέα μνημονιακά μέτρα.
Ο αστικός Τύπος έκανε σημαία του τη δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλου, ότι είναι έτοιμος να υπογράψει την αναγκαστική απόφαση του Αρείου Πάγου για την αποζημίωση των συγγενών των θυμάτων του Διστόμου ακόμη και με κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού κράτους στην Ελλάδα (π.χ. το κτίριο του Ινστιτούτου Γκαίτε). Εθαψαν, όμως, την «ουρά» που είχε η τοποθέτηση του Παρασκευόπουλου. Ο υπουργός Δικαιοσύνης «διευκρίνισε», ότι το θέμα είναι νομικά περίπλοκο και συνδέεται με τη διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη, από την έκβαση της οποίας θα εξαρτηθεί η εκτέλεση της απόφασης.
Επειδή στα ΜΜΕ κυριάρχησε η μισή είδηση («έτοιμος να υπογράψει για τις κατασχέσεις γερμανικών περιουσιακών στοιχείων ο Παρασκευόπουλος») και οι Γερμανοί τα καταγράφουν αυτά, βγήκε την άλλη μέρα στον Real FM ο «ειδικών αποστολών» Φλαμπουράρης για να το «μαζέψει». Εξήγησε ότι εκείνο που επιδιώκει η κυβέρνηση είναι ν’ αρχίσει μια συζήτηση με τους Γερμανούς, η οποία μπορεί να τραβήξει σε μάκρος. Ο ίδιος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «δε θα πέσουμε σε τοίχο» και γι’ αυτό δε θα χρειαστεί να ενεργοποιηθεί η απόφαση του Αρείου Πάγου με προσυπογραφή του υπουργού Δικαιοσύνης.
Η γερμανική κυβέρνηση δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω. Την ώρα που οι φασισταράδες χριστιανοκοινωνιστές της Γερμανίας ανέβαιναν στα κάγκελα και σήκωναν τους εθνικιστικούς τόνους (αυτοί παίζουν πάντα αυτόν τον ρόλο), ο εκπρόσωπος της καγκελαρίας Στέφεν Ζάιμπερτ επαναλάμβανε ήρεμα και χωρίς ιδιαίτερους χρωματισμούς την πάγια γερμανική θέση: «Το ζήτημα των επανορθώσεων και αποζημιώσεων έκλεισε νομικά και πολιτικά». «Στο κεφάλαιο των επανορθώσεων συγκαταλέγεται και το ζήτημα του κατοχικού δανείου», συμπλήρωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών.
Το σημαντικότερο είναι αυτό που συμπλήρωσε ο Ζάιμπερτ: δεν υπήρξαν κανενός είδους συνομιλίες με την ελληνική κυβέρνηση για ζητήματα επανορθώσεων. Δεν αποτέλεσαν θέμα συζήτησης είτε μεταξύ της καγκελαρίου Μέρκελ και του πρωθυπουργού Τσίπρα είτε μεταξύ των υπουργών Οικονομικών Σόιμπλε και Βαρουφάκη.
Το θέμα δεν έχει τεθεί από την ελληνική κυβέρνηση στη γερμανική, ούτε πρόκειται να τεθεί, για να μην εξοργίσει τους γερμανούς ιμπεριαλιστές. Πρόσφατα, επισκέφτηκε τη Γερμανία ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς και είχε συνάντηση με τον ομόλογό του (σοσιαλδημοκράτη) Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγιερ. Στη συνέντευξη Τύπου ο Κοτζιάς είπε κάτι, με στόχο την εσωτερική κατανάλωση στην Ελλάδα, αλλά προσέχοντας τα λόγια του, για να μην παρεξηγηθεί από τους Γερμανούς: «Φυσικά θα μιλήσουμε και για το ζήτημα των επανορθώσεων. Είμαι αν θέλετε ο ταχυδρόμος από πλευράς Ελληνικού Κοινοβουλίου. Ξέρω ότι το θέμα αυτό τυγχάνει μεγάλης προσοχής στον Τύπο. Για εμάς είναι διαφορετική η ιεράρχηση των θεμάτων (σ.σ.: η κυβέρνηση έχει άλλες προτεραιότητες και όχι τις επανορθώσεις), αλλά παρ’ όλα αυτά θα το αναφέρω». Το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών διαβεβαίωσε ότι μεταξύ των δύο υπουργών δεν έγινε καμιά συζήτηση περί πολεμικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων. Ο δε Κοτζιάς, μιλώντας στους έλληνες δημοσιογράφους, που του θύμισαν ότι νομικά το θέμα των επανορθώσεων έκλεισε με την προσυπογραφή από την Ελλάδα (ως μέλους της ΔΑΣΕ) της Συνθήκης 2+4, αναρωτήθηκε: «Και τι έπρεπε να κάνουμε, να σταματήσουμε την επανένωση της Γερμανίας;»!








