Ελάχιστες μέρες πριν από τη διεθνή σύνοδο για τον πόλεμο στη Συρία, που συγκαλείται στις 22 του Γενάρη στην Ελβετία, οι προβλέψεις για την έκβασή της παραμένουν δυσοίωνες, καθώς οι παράγοντες που την καθορίζουν δεν έχουν ουσιαστικά διαφοροποιηθεί.
Από την πλευρά των ανταρτών δε συμμετέχει καμιά ομάδα, ενώ η μόνη δύναμη από την αντιπολίτευση που πιθανόν να πάρει μέρος στη σύνοδο είναι ο Συριακός Εθνικός Συνασπισμός, στον οποίο έχουν ασκηθεί τεράστιες πιέσεις από την πλευρά του Λευκού Οίκου και των δυτικών εταίρων για να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή του.
Σε αλλεπάλληλες δηλώσεις τους ο αμερικάνος υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι, ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και άλλοι δυτικοί αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι η σύνοδος της 22ης του Γενάρη είναι η μόνη εναλλακτική λύση για τον τερματισμό του πολέμου στη Συρία, ενώ, όπως αποκάλυψε ο βρετανικός «Independent» (13/01/ 14), ΗΠΑ και Βρετανία έχουν απειλήσει την ηγεσία του Συνασπισμού ότι θα αποσύρουν την υποστήριξή τους σε περίπτωση μη συμμετοχής του στη σύνοδο, η οποία από τη Γενεύ-η μεταφέρεται στο Μοντρέ.
Η οριστική απόφαση του Συριακού Συνασπισμού έχει μετατεθεί για τις 17 του Γενάρη λόγω του ανταγωνισμού και των μεγάλων διαφωνιών στις γραμμές του σχετικά με το ζήτημα της συμμετοχής ή όχι στη σύνοδο, τη στιγμή που ο Ασαντ δηλώνει ότι δεν θα παραδώσει την εξουσία και η αντιπολίτευση δεν είναι σε θέση να τον αναγκάσει σε υποχωρήσεις. Ουσιαστικά ο Συριακός Συνασπισμός βρίσκεται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Από τη μια οι πιέσεις και οι εκβιασμοί των δυτικών πατρώνων του, από τους οποίους αντλεί την όποια νομιμότητά του καθώς η επιρροή στο εσωτερικό της Συρίας είναι ελάχιστη, και από την άλλη ο κίνδυνος να απομονωθεί ακόμη περισσότερο και να χάσει κι αυτή την ελάχιστη επιρροή συμμετέχοντας σε μια σύνοδο που δεν θα καταλήξει σε κάποιο απτό αποτέλεσμα. Σε μια προσπάθεια να μετριαστούν οι ανησυχίες του Συνασπισμού, συναντήθηκαν στις 13 Γενάρη στο Παρίσι ο αμερικάνος υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι και μια ομάδα αμερικάνων αξιωματούχων με τον Αχμάντ Τζάρμπα, πρόεδρο του Συνασπισμού , και με άλλους παράγοντες της αντιπολίτευσης, τους οποίους ενημέρωσαν ότι θα ληφθούν «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης» πριν από τη σύνοδο, όπως το άνοιγμα διαδρόμων ανθρωπιστικής βοήθειας προς τις πολιορκημένες περιοχές και μερική κατάπαυση του πυρός τοπικά, ξεκινώντας από το Χαλέπι. Συν τοις άλλοις, ο Κέρι υπαινίχθηκε ότι μπορεί να ξαναρχίσει σύντομα η αποστολή μη-φονικού εξοπλισμού προς το Συνασπισμό, η οποία διακόπηκε πρόσφατα μετά την κατάληψη αποθηκών όπλων του Ελεύθερου Συριακού Στρατού στη βόρεια Συρία από ισλαμιστές αντάρτες.
Από την άλλη, το καθεστώς Ασαντ τρίβει τα χέρια του. Η ένοπλη σύγκρουση που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στους αντικαθεστωτικούς αντάρτες αποδυναμώνει την αντίσταση ενάντια στο καθεστώς Ασαντ και ταυτόχρονα, με δεδομένη την αποδιοργάνωση και την πολυδιάσπαση της πολιτικής αντιπολίτευσης, επιτρέπει στον Ασαντ να προβάλλεται ως η μόνη αξιόπιστη κοσμική εναλλακτική λύση στον «ισλαμικό εξτρεμισμό», ενώ οι στρατιωτικές επιτυχίες του κυβερνητικού στρατού στη διάρκεια του 2013 ενισχύουν τη θέση του καθεστώτος στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Στο μεταξύ, η ένοπλη αναμέτρηση που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στους αντάρτες του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIL) και άλλες ομάδες ανταρτών συνεχίζεται, περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Οι συγκρούσεις ξεκίνησαν στις 3 Γενάρη από τις βόρειες επαρχίες Χαλέπι και Ιντλίμπ και επεκτάθηκαν στη βορειοανατολική επαρχία Ράκα και στην κεντρική επαρχία Χάμα. Το ISIL κατηγορείται από τους αντιπάλους του ότι με την αυστηρή εφαρμογή της Σαρία στις περιοχές που ελέγχει, με τις απαγωγές, συλλήψεις, φυλακίσεις και εκτελέσεις διαφωνού-ντων, δημοσιογράφων, μελών ανθρωπιστικών οργανώσεων, ανταρτών και διοικητών άλλων αντάρτικων ομάδων έχει προκαλέσει μεγάλη δυσαρέσκεια στους πολίτες και έντονες αντιθέσεις με άλλες αντάρτικες ομάδες. Ωστόσο, ακόμη κι αν ισχύουν όλα αυτά, δεν είναι η μοναδική αιτία του πολέμου που έχει ξεσπάσει. Πίσω από τον πόλεμο αυτό βρίσκονται επίσης ο ανταγωνισμός και τα συγκρουόμενα συμφέροντα τοπικών πολέμαρχων για τον έλεγχο των απελευθερωμένων περιοχών, των συνοριακών περασμάτων και των δρόμων ανεφοδιασμού, των συριακών κοιτασμάτων πετρελαίου και του λαθρεμπορίου. Και προφανώς ο αμερικάνικος δάκτυλος, που ενδιαφέρεται να αποδυναμώσει, να απομονώσει και να περιθωριοποιήσει τις πιο ακραίες ισλαμικές ομάδες, τακτική που είχε εφαρμόσει στο Ιράκ χρησιμοποιώντας σουνιτικές μιλίτσιες (Επαγρυπνούντα Συμβούλια) εναντίον της Αλ – Κάιντα. Δεν είναι τυχαίο ότι στον πόλεμο κατά του ISIL, μεταξύ άλλων, συμμετέχουν τα απομεινάρια του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, που υποστηρίζεται από τους Αμερικάνους και τους δυτικούς και άραβες εταίρους τους, ομάδες που είχαν αποχωρήσει από τον Ε-λεύθερο Συριακό Στρατό και συγκρότησαν πρόσφατα το «Syrian Revolutionaries Front» και την οργάνωση «Jaish al-Muhajireen», αλλά και ομάδες, όπως η «Ahrar al-Sham» και η «Suqour al-Sham», που συμμετέχουν στο σαλαφιστικό «Ισλαμικό Μέτωπο», η συγκρότηση του οποίου από εφτά ένοπλους σχηματισμούς ανακοινώθηκε στις 22 Νοέμβρη και υποστηρίζεται από τη Σαουδική Αραβία. Αντίθετα, το Μέτωπο αλ-Νούσρα, από τους πιο ισχυρούς και αποτελεσματικούς αντάρτικους σχηματισμούς, κοντά ιδεολογικά στo ISIL, αλλά με διαφορετική τακτική, έχοντας σχέσεις και συνεργασία με όλες τις αντάρτικες ομάδες, τις πρώτες μέρες κράτησε στάση σιωπής προσπαθώντας να μεσολαβήσει για τον τερματισμό των συγκρούσεων. Τελικά στις 7 Γενάρη, ο αρχηγός του Αμπού Μοχάμεντ αλ-Τζολάνι με ανακοίνωσή του κάλεσε σε κατάπαυση του πυρός και σε συγκρότηση ενός ισλαμικού δικαστηρίου για την επίλυση των διαφορών, μίλησε για «λαθεμένες πολιτικές» του ΙSIL και επισήμανε ότι οι συγκρούσεις θα δώσουν την ευκαιρία στον Ασαντ να ανακτήσει τις απελευθερωμένες περιοχές.
Τις πρώτες μέρες των συγκρούσεων οι δυνάμεις του ISIL αποχώρησαν από αρκετές θέσεις που κατείχαν. Ομως σύντομα ανασυγκροτήθηκαν και πέρασαν στην αντεπίθεση ανακαταλαμβάνοντας σημαντικά τμήματα της βόρειας Συρίας από τα οποία τους είχαν απωθήσει οι αντίπαλοί τους. Μεταξύ άλλων, ανακατέλαβαν την πόλη της Ράκα, τη μόνη πρωτεύουσα επαρχίας που ελέγχεται πλήρως από τους αντάρτες, σχεδόν ολόκληρη την επαρχία Ράκα καθώς και τμήματα της πόλης και της επαρχίας Χαλέπι. Οι εξελίξεις αυτές διέψευσαν τις ελπίδες των αντιπάλων τους ότι θα μπορούσαν γρήγορα να υποτάξουν και να περιθωριοποιήσουν το ISlL και ταυτόχρονα προοιωνίζουν ότι δεν θα μπει σύντομα τέλος σ’ αυτόν τον πόλεμο, που έχει προκαλέσει μέχρι στιγμής το θάνατο άνω των 700 ανταρτών.
Τις συγκρούσεις μεταξύ των ανταρτών εκμεταλλεύεται ο κυβερνητικός στρατός, που προωθείται και ανακαταλαμβάνει περιοχές στο ανατολικό Χαλέπι, απειλώντας να αποκόψει τους δρόμους ανεφοδιασμού των ανταρτών από την Τουρκία.
Στις συνθήκες αυτές, ακόμη κι αν η σύνοδος του Μοντρέ καταλήξει σε κάποια συμφωνία, όπως για παράδειγμα σε τοπική κατάπαυση του πυρός, δεν πρόκειται να εφαρμοστεί. Γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των ανταρτών είναι αντίθετοι στη σύνοδο του Μοντρέ και δεν αναγνωρίζουν ως εκπρόσωπό τους το Συριακό Εθνικό Συνασπισμό και συνεπώς την όποια συμφωνία υπογράψει. Πολύ περισσότερο τώρα που είναι αντιμέτωποι όχι μόνο με τον κυβερνητικό στρατό αλλά και μεταξύ τους.