Δεν ήταν λίγος ο κόσμος που συμμετείχε στις απεργιακές συγκεντρώσεις της περασμένης Τετάρτης στην Αθήνα. Μπορεί να μην ήταν όσος στις κορυφαίες απεργιακές συγκεντρώσεις της τελευταίας τριετίας, ξεπερνούσε όμως τις 50.000.
Ο όγκος των συγκεντρώσεων δημιουργούσε μια ευκρινέστατη αντίθεση με το κλίμα. Με νεκρική πομπή έμοιαζε η απεργιακή πορεία. Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και νέοι πορεύτηκαν στην καθιερωμένη διαδρομή χωρίς παλμό, χωρίς ψυχή, χωρίς διάθεση. Σα να συνόδευαν ξόδι, αλλά χωρίς την οργή που συνοδεύει το ξόδι μαρτύρων του αγώνα. Ηταν κάτι σαν λιτάνευση κάρας αγίου, που γίνεται κάθε χρόνο γιατί πρέπει να γίνει και όχι γιατί προκαλεί συγκινήσεις.
Δε θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά. Οταν πολύ πρόσφατα έχεις χάσει αμαχητί δυο σημαντικούς απεργιακούς αγώνες (Μετρό και ναυτεργάτες), όταν η επίσημη ανεργία πλησιάζει το 30%, όταν στους χώρους δουλειάς κυβερνά το κνούτο του καπιταλιστή (και όχι ό,τι απέμεινε από το εργατικό δίκαιο), πώς μπορεί ο εργαζόμενος να έχει ελπίδα, να βλέπει προοπτική;
Η μεγάλη πλειοψηφία συμμετέχει γιατί πρέπει να συμμετέχει, γιατί δε θέλει να φέρει το στίγμα του απεργοσπάστη. Δεν ελπίζει, όμως. Κατά βάθος ξέρει, ότι μ’ αυτές τις συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν υπάρχει προοπτική, γιατί είναι συμβιβασμένες, υποταγμένες, πουλημένες (ο καθένας δίνει το δικό του χαρακτηρισμό). Και φωλιάζει η απογοήτευση, η οποία γίνεται πιο βαθιά όταν ο εργαζόμενος ακούει τους κήρυκες του Περισσού και του ΣΥΡΙΖΑ (και κάτι «εξωαριστερούς» της συμφοράς) να του μιλούν για «νέο ξεκίνημα», για «αντεπίθεση», για «κλιμάκωση». Αισθάνεται ότι τον κοροϊδεύουν, και δικαίως. Στο τέλος θα του ζητήσουν αυτουνού το λογαριασμό, φορτώνοντάς του την ευθύνη διότι «δεν τραβάει».
Αυτή τη στιγμή είναι πιο φανερό από κάθε άλλη φορά, ότι χρειαζόμαστε ένα καινούργιο εργατικό κίνημα. Ενα κίνημα πραγματικά ταξικό, με διάθεση συγκρουσιακή και με την ικανότητα να επιτίθεται και να υποχωρεί ανάλογα με τις περιστάσεις, μελετώντας τον αντίπαλο, μελετώντας το συσχετισμό δύναμης. Ενα κίνημα που θ’ αγωνίζεται για να κερδίσει και όχι για να διαμαρτυρηθεί. Που θα στηρίζεται σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες βάσης, έξω από τις κατεστημένες γραφειοκρατικές δομές του αστικού συνδικαλισμού. Που θα δουλεύει επίμονα και υπομονετικά, αλλά ταυτόχρονα έξυπνα και ευρηματικά, προστατεύοντας τα στελέχη του και τις διαδικασίες του από τα μάτια του ταξικού εχθρού και των ρουφιάνων του.
Αυτό το κίνημα δε θα ξεπηδήσει πανέτοιμο, όπως η Αθηνά από το κεφάλι του Δία, αλλά θα οικοδομηθεί βήμα βήμα, μέρα τη μέρα, επιχείρηση την επιχείρηση, εργάτη τον εργάτη. Αυτό είναι το συνδικαλιστικό καθήκον όσων οραματίζονται την κοινωνική απελευθέρωση και πρέπει να το προωθήσουν μαζί με το μέγα καθήκον της πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης.