Το ειδύλλιο ανάμεσα στην κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν και το Λευκό Οίκο έληξε και τυπικά, ύστερα από τέσσερα χρόνια, στις 21 Νοέμβρη, με την αποχώρηση των τελευταίων 90 αμερικάνων στρατιωτών από την αεροπορική βάση Karshi – Khanabad, αποκαλούμενη Κ – 2, που είχε παραχωρηθεί στον αμερικάνικο στρατό λίγο μετά την 11η Σεπτέμβρη για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Επίσημα η ρήξη στις σχέσεις των δύο πλευρών ξεκίνησε τον περασμένο Ιούλιο, όταν ο πρόεδρος του Ουζμπεκιστάν Ισλάμ Καρίμοφ έδωσε στον αμερικάνικο στρατό προθεσμία έξι μηνών να εγκαταλείψει τη βάση, η οποία, όπως ομολόγησε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Τζο Κάρπεντερ, ανακοινώνοντας την αποχώρηση των τελευταίων αμερικάνων στρατιωτών, ήταν «εξαιρετικά χρήσιμη για τις πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα, οι οποίες τώρα θα γίνουν δυσκολότερες και πιο δαπανηρές». Είπε ακόμη ότι «η θέση της βάσης παρείχε ένα δρόμο μέσω ξηράς προς το βόρειο Αφγανιστάν, τον οποίο δεν μπορούν να προσφέρουν άλλες θέσεις στην κεντρική Ασία».
Το ίδιο διάστημα ξεκίνησε η αναθέρμανση των σχέσεων Ουζμπεκιστάν – Ρωσίας, οι οποίες είχαν ψυχρανθεί εξαιτίας της παραχώρησης της βάσης Κ -2 στον αμερικάνικο στρατό. Η επιστροφή του Ουζμπεκιστάν στην αγκαλιά της Ρωσίας επισφραγίστηκε με μια σημαντική συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας που υπογράφτηκε στο Κρεμλίνο στις 14 Νοέμβρη από τους προέδρους της Ρωσίας και του Ουζμπεκιστάν. Η συμφωνία αυτή προβλέπει την εγκατάσταση ρώσικης στρατιωτικής βάσης στο έδαφος του Ουζμπεκιστάν, επιτρέπει σε κάθε χώρα να χρησιμοποιεί τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις στο έδαφος της άλλης και ορίζει ότι θα προσφέρει στρατιωτική βοήθεια η μία στην άλλη σε περίπτωση που κάποια από τις δύο δεχτεί επίθεση. Οι δηλώσεις του Ουζμπέκου προέδρου Ισλάμ Καρίμοφ μετά την υπογραφή της συμφωνίας είναι χαρακτηριστικές. «Νομίζω – είπε – ότι ορισμένες δυνάμεις θα πρέπει να βγάλουν τα συμπεράσματά τους από τη νέα πραγματικότητα. Αν αυτές στοχεύουν εμάς, στοχεύουν και τη Ρωσία. Η συμμαχία δείχνει με ποιους συνδέονται τα συμφέροντά μας και με ποιους θα κτίσουμε το μέλλον μας».
Η συμφωνία αυτή αποτελεί σημαντική επιτυχία για τη Ρωσία για πολλούς λόγους.
Κατ΄ αρχήν, γιατί επιβεβαιώνει την επιρροή της Ρωσίας στο λεγόμενο «εγγύς εξωτερικό», της δίνει τη δυνατότητα να περιορίσει την επιρροή των ΗΠΑ και των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην Κεντρική Ασία και να βελτιώσει τις σχέσεις της με χώρες της περιοχής που γέρνουν προς τις ΗΠΑ και την Ε.Ε.
Γιατί το Ουζμπεκιστάν είναι η χώρα της Κεντρικής Ασίας με τον μεγαλύτερο πληθυσμό, από τους μεγαλύτερους παραγωγούς βαμβακιού στον κόσμο, με σημαντική βιομηχανική υποδομή και συνορεύει με όλες τις υπόλοιπες πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας. Ετσι, όποια χώρα έχει επιρροή στο Ουζμπεκιστάν, μπορεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να ασκεί επιρροή και στις γειτονικές του χώρες. Επίσης η γειτνίασή του με το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και το Ιράν του δίνει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε οικονομικό και διαμετακομιστικό κέντρο για προϊόντα και υπηρεσίες με προορισμό τη Ρωσία, την Κίνα και άλλες χώρες της Ασίας.
Γιατί, τέλος, η συμφωνία αυτή είναι ένα σημαντικό βήμα παραπέρα από τις συμφωνίες που έχει υπογράψει η Ρωσία με το Τατζικιστάν, το Καζακστάν και το Κιργιστάν, γιατί προβλέπει κοινή άμυνα σε περίπτωση επίθεσης από τρίτη δύναμη.
Προβλήματα όμως αντιμετωπίζουν οι Αμερικάνοι και με την αεροπορική βάση Μανάς που τους έχει επίσης παραχωρηθεί στο Κιργιστάν για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Τον περασμένο μήνα ο πρόεδρος του Κιργιστάν Κουρμάνμπεκ Μπακίγιεφ κατέληξε σε συμφωνία με την Κοντολίζα Ράις που επιτρέπει στις ΗΠΑ να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τη βάση, υπό τον όρο να επανεξεταστούν τα ποσά που καταβλήθηκαν στην κυβέρνηση του Ασκάρ Ακάγιεφ, ο οποίος αναγκάστηκε να παραιτηθεί τον περασμένο Μάρτιο από την «επανάσταση της τουλίπας». Η σημερινή κυβέρνηση θεωρεί ότι τα ποσά αυτά ήταν σαφώς λιγότερα από τα οφειλόμενα και ότι διοχετεύτηκαν στο εξωτερικό μέσω εταιριών καυσίμων που συνδέονταν με τον εκδιωχθέντα πρόεδρο. Γι’ αυτό ζητά από το Πεντάγωνο την επιπλέον καταβολή 80 περίπου εκατομμυρίων δολαρίων. Το Πεντάγωνο αρνείται να ικανοποιήσει το αίτημα και η κυβέρνηση Μπακίγιεφ κατηγορεί το Λευκό Οίκο για υπαναχώρηση από τη συμφωνία και απειλεί ότι θα απαγορεύσει την πρόσβαση του αμερικάνικου στρατού στη βάση Μανάς. Το ζήτημα μέχρι στιγμής παραμένει ανοιχτό.