Ενας μπάτσος, ΜΑΤάς με τα όλα του, καταθέτει στη δίκη για την υπόθεση της 17Ν. Αντικείμενο η επίθεση με εκρηκτικά σε μια κλούβα των ΜΑΤ, από την οποία σκοτώθηκε ένας ΜΑΤάς και τραυματίστηκαν μερικοί άλλοι. Δασκαλεμένος από το δικηγόρο του, αλλά με τη νοοτροπία του μπάτσου να τον διαποτίζει ως το μεδούλι του, ξεκινά με δακρύβρεχτες περιγραφές για τους «μεροκαματιάρηδες» που πήγαν να τους σκοτώσουν οι «δολοφόνοι», πάνω στο άνθος της ηλικίας τους.
Μέχρι που η συζήτηση φτάνει στα αίτια της επίθεσης. Ηταν πράξη εκδίκησης για την εν ψυχρώ δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά από τον ΜΑΤά Μελίστα έξω από το Πολυτεχνείο, στη διάρκεια μιας μικροσυμπλοκής με διαδηλωτές. Θα μπορούσε να απαντήσει με την πονηριά ενός πολιτικού: Μη φορτώνετε τις ευθύνες ενός σε όλους, λυπάμαι για το θάνατο ενός εφήβου και τα παρόμοια. Απάντησε σαν μπάτσος, με την αλαζονεία του δολοφόνου και το αίσθημα του ακαταδίωκτου: «Μην ξεχνάτε ότι ο Καλτεζάς φορούσε φουλάρι».
Το φουλάρι. Σήμα κατατεθέν αυτών που τους αξίζει να πεθάνουν. Μια σφαίρα στο κεφάλι, σε ανταπόδοση μιας πέτρας. Στη θέση του φουλαριού θα μπορούσε να είναι το σκουλαρίκι, τα μακριά μαλλιά, τα μαύρα ρούχα, οτιδήποτε τέλος πάντων στο μυαλό ενός μπάτσου οριοθετεί αυτούς που «τους αξίζει μια σφαίρα στο δόξα πατρί».
Ηταν μια ανατριχιαστική στιγμή στην πολύκροτη δίκη, που ελάχιστα φωτίζεται πια από τα φώτα της δημοσιότητας. Μια στιγμή, μια ατάκα ενός «θύματος» που αξίζει όσο όλα τα κροκοδείλια δάκρυα που χύνουν οι τύποι του «Ως εδώ» και τα παπαγαλάκια της «αντιτρομοκρατίας» στα ΜΜΕ. Που ξεσκίζει όλη την υποκρισία με την οποία η αστική κοινωνία αντιμετωπίζει την πολιτική βία. Ας σημειωθεί ότι ανάλογη σπέκουλα δοκίμασε προ ημερών να κάνει και ο συνήγορος των Αμερικανοβρετανών για έναν παραλίγο εκτελεσμένο από τη 17Ν: «Ενας απλός λοχίας ήταν». Για να εισπράξει την εύστοχη απάντηση: «Κι εκείνη που τιμωρήθηκε ως υπεύθυνη για τα βασανιστήρια στο Αμπού Γκράιμπ λοχίας ήταν».
Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να καταφύγουμε στη φτηνιάρικη ηθικολογία περί «απόλυτης αξίας της ανθρώπινης ζωής». Την αφήνουμε για τους υποκριτές. Τους ιμπεριαλιστές και το πάσης φύσεως προσωπικό τους (πολιτικό, στρατιωτικό, δημοσιογραφικό, πνευματικό κ.λπ.). Εκείνους που ματοκυλούν την ανθρωπότητα και ξεσηκώνουν τεράστιες προπαγανδιστικές καμπάνιες, όταν εισπράττουν απαντητικά πλήγματα, τα οποία σε ένταση και σε ποσότητα δε φτάνουν ούτε ένα ελάχιστο ποσοστό από τα δικά τους εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Για μας η πολιτική βία ήταν είναι και θα είναι πάντα παρούσα στις ανταγωνιστικές κοινωνίες. Η πολιτική βία είναι αναπόσπαστο στοιχείο του ανειρήνευτου ταξικού πολέμου. Αυτή η βία δεν είναι ουδέτερη και απεχθής σε κάθε περίπτωση, ειδικά όταν αφαιρεί ανθρώπινες ζωές. Εχει ταξικό πρόσημο. Πρόσημο που διερευνάται και ανευρίσκεται θέτοντας το ερώτημα: Ποιος, ποιον και γιατί. Γι’ αυτό και πονάμε όταν βλέπουμε να σκοτώνονται ταξικά μας αδέρφια, παιδιά της δουλειάς και των σπουδών, ενώ δεν αισθανόμαστε κανένα πόνο για τα μέλη της άρχουσας τάξης και το προσωπικό της. Μπορεί να διαφωνήσουμε πολιτικά (από άποψη τακτικής) με τη μια ή την άλλη ενέργεια λαϊκής αντιβίας, ποτέ όμως δεν θα αμφισβητήσουμε τη δικαιότητά της και τη νομιμότητά της από κοινωνική άποψη.