Λίγες μέρες πριν από τη 5η επέτειο της 11ης Σεπτέμβρη, το διεθνές Think Tank (δεξαμενή σκέψης) «The Senlis Council» έδωσε στη δημοσιότητα μια έκθεση – καταπέλτη για το Λευκό Οίκο, 217 σελίδων, με τον τίτλο «Αφγανιστάν, πέντε χρόνια μετά: Η επιστροφή των Ταλιμπάν», στην οποία εκθέτει και εξηγεί εκτενώς τη σημερινή κατάσταση στο Αφγανιστάν και κάνει προτάσεις εξόδου από την κρίση στις εμπλεκόμενες πλευρές. Η έκθεση βασίστηκε σε έρευνα που έγινε στις επαρχίες Χέλμαντ, Κανταχάρ, Χεράτ και Νανγκαχάρ. Το «The Senlis Council» προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε κυβερνήσεις και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς για την εξωτερική πολιτική και την ασφάλεια και διατηρεί γραφεία στις Βρυξέλες, στο Λονδίνο, στο Παρίσι και στην Καμπούλ, όπου διαθέτει 50 ερευνητές, οι οποίοι παρακολουθούν από κοντά τα τελευταία χρόνια τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν. Οι εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα που παρουσιάζονται στην τελευταία έκθεση του «Senlis Council» ανατρέπουν την εικόνα για την κατάσταση στο Αφγανιστάν που δίνουν οι εμπλεκόμενες κυβερνήσεις, γι’ αυτό και ο εκπρόσωπος του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών έσπευσε, προφανώς θορυβημένος από τη δημοσιότητα που δόθηκε στην έκθεση από τον ξένο τύπο, να δηλώσει ότι η βρετανική κυβέρνηση διαφωνεί με την εικόνα που δίνει η έκθεση και ότι το έργο των νατοϊκών δυνάμεων προχωράει καλά.
Η έκθεση αποτελείται από 5 κεφάλαια, περίληψη των οποίων έχει δώσει το «The Senlis Council» στην ιστοσελίδα του. Τα κεφάλαια αυτά είναι:
1. Η αστάθεια του Αφγανιστάν και η επιστροφή των Ταλιμπάν.
2. Κρίση πείνας: Φοβερή φτώχεια στο Αφγανιστάν.
3. Οι αποτυχημένες αντιναρκωτικές πολιτικές ευθύνονται σοβαρά για την αποτυχία της ανοικοδόμησης του Αφγανιστάν.
4. Η διεθνής κοινότητα είναι μέρος της κυβερνητικής κρίσης στο Αφγανιστάν.
5. Πέντε χρόνια μετά, η υπό αμερικάνικη ηγεσία διεθνής κοινότητα έχει αποτύχει στο Αφγανιστάν.
Παρόλο που και μόνο οι τίτλοι των κεφαλαίων δίνουν μια εικόνα της κατάστασης στο Αφγανιστάν όπως παρουσιάζεται από την έκθεση, θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε μερικά ιδιαίτερα ενδιαφέροντα αποσπάσματα απ’ αυτά.
Κεφάλαιο 1: Η αστάθεια του Αφγανιστάν και η επιστροφή των Ταλιμπάν.
«….Πέντε χρόνια μετά την απομάκρυνση από την εξουσία, οι Ταλιμπάν έχουν ψυχολογικό και ντε φάκτο στρατιωτικό έλεγχο στο μισό σχεδόν Αφγανιστάν. Παρά τις συντονισμένες διεθνείς στρατιωτικές προσπάθειες, οι Ταλιμπάν αναδιοργάνωσαν τις δυνάμεις τους, προσάρμοσαν τις τακτικές τους, στρατολόγησαν και εκπαίδευσαν νέους μαχητές και το σημαντικότερο, κέρδισαν σημαντική υποστήριξη ανάμεσα στον αφγανικό πληθυσμό….
Μετά από πέντε χρόνια, δεν έχει αποκατασταθεί η ειρήνη στο Αφγανιστάν. Αντίθετα, οι Ταλιμπάν έχουν επιστρέψει και η πρώτη γραμμή βρίσκεται τώρα στη μέση του Αφγανιστάν. Επιθέσεις γίνονται σε καθημερινή βάση, μερικές επαρχίες, αρκετά ασφαλείς πριν, είναι τώρα πεδίο επιθέσεων αυτοκτονίας, εκτελέσεων, επιδρομών και απειλών. Οι αμερικάνικες και οι νατοϊκές δυνάμεις εμπλέκονται αδιάκοπα σε πολεμικές επιχειρήσεις και υφίστανται σοβαρές απώλειες, ιδιάιτερα στις νότιες επαρχίες Χέλμαντ και Κανταχάρ…
Ο πόλεμος εναντίον ενός καλά εξοπλισμένου αντάρτικου στρατού απαιτεί μεγάλη μάχιμη δύναμη. Αν συνεχιστεί η ίδια στρατηγική, απαιτείται το ΝΑΤΟ να επεκτείνει τη στρατιωτική του παρουσία και να εντείνει τις επιχειρήσεις του. Αυτό σημαίνει ότι θα εκτεθούν στον κίνδυνο του θανάτου περισσότεροι στρατιώτες χωρίς να βελτιωθεί σημαντικά η κατάσταση της ασφάλειας στη χώρα. Αντίθετα, η στρατηγική των αντικυβερνητικών στοιχείων είναι λιγότερο να πετύχουν μια στρατιωτική νίκη και περισσότερο να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες ώστε να αναγκάσουν τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ να φύγουν από τη χώρα ή, τουλάχιστον, να μειώσουν την υποστήριξή τους στην κεντρική κυβέρνηση. Η σπείρα της βίας πιθανόν να γίνει εξαιρετικά επικίνδυνη για το ΝΑΤΟ καθώς τα αντικυβερνητικά στοιχεία γίνονται όλο και πιο δημοφιλή ανάμεσα στον πληθυσμό. Επιπλέον, ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να διασπάσει τη χώρα σε δύο περιοχές: το βορρά και τη δύση υπό την εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης, με την υποστήριξη των Τατζίκων, Χαζάρων και Ουζμπέκων πολέμαρχων, και τις νότιες και ανατολικές επαρχίες υπό τον έλεγχο των Ταλιμπάν…
Οι αποτυχημένες αντιναρκωτικές πολιτικές της διεθνούς κοινότητας έχουν καταστρέψει τα μέσα συντήρησης πολλών Αφγανών και έχουν επιδεινώσει την ήδη φοβερή κρίση φτώχειας. Οι μιλιταριστικές αντιναρκωτικές στρατηγικές έχουν διαβρώσει την εμπιστοσύνη στην αφγανική κυβέρνηση και στη διεθνή κοινότητα, και οι Ταλιμπάν σαρώνουν, εκμεταλλευόμενοι την απογοήτευση και τη δυσαρέσκεια των αγροτικών κοινοτήτων…
Οι λευκές σημαίες των Ταλιμπάν που κυματίζουν σ’ όλο το νότο επιβεβαιώνουν τον εκτεταμένο έλεγχο των Ταλιμπάν στο μισό Αφγανιστάν, ενώ οι ντόπιοι λένε ότι οι Ταλιμπάν ετοιμάζονται ήδη να εδραιώσουν τις βάσεις τους καθώς πλησιάζει ο χειμώνας. Σε αντίθεση με τις θετικές ανακοινώσεις των διεθνών στρατιωτικών δυνάμεων, μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων και αξιωματικοί της αστυνομίας στη Χέλμαντ και στην Κανταχάρ επιβεβαιώνουν ότι οι Ταλιμπάν έχουν επανατοποθετήσει φυλάκια ελέγχου και περιπολίες στις πόλεις σ’ όλο το νότο και η τοπική αστυνομία είναι ανίκανη να τους σταματήσει, ενώ οι ντόπιοι βλέπουν να κυκλοφορούν ανάμεσά τους γνωστά στελέχη του καθεστώτος των Ταλιμπάν και τα μαύρα τουρμπάνια, τυπικά των οπαδών των Ταλιμπάν, φοριούνται ελεύθερα…».
Κεφάλαιο 2: Κρίση πείνας: Φοβερή φτώχεια στο Αφγανιστάν
«…Επειτα από πέντε χρόνια έντονης διεθνούς ανάμιξης στο Αφγανιστάν, η χώρα παραμένει ρημαγμένη από τη φοβερή φτώχεια και την αυξανόμενη πείνα ανάμεσα στη φτωχολογιά των πόλεων και της υπαίθρου. Παρά τις υποσχέσεις της διεθνούς κοινότητας ότι εγγυάται την παροχή των πόρων και της βοήθειας για την ανοικοδόμηση της χώρας και την αντιμετώπιση των αναγκών του πληθυσμού, ο λαός του Αφγανιστάν πεινάει μέχρι θανάτου. Το Αφγανιστάν παραμένει ανάμεσα στις χώρες με τους μεγαλύτερους δείχτες φτώχειας στον κόσμο και η κατάσταση των γυναικών και των παιδιών είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Ενα στα τέσσερα παιδιά που γεννιούνται στο Αφγανιστάν πεθαίνει προτού κλείσει τα πέντε χρόνια, ενώ ορισμένες επαρχίες κατέχουν τον υψηλότερο δείχτη μητρικής θνησιμότητας στον κόσμο. Η θλιβερή κατάσταση υγείας στο Αφγανιστάν αντικατοπτρίζεται στο ότι βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με το χαμηλότερο μέσο όρο ζωής στον κόσμο και στο ότι πλήττεται από πολυάριθμες ασθένειες, που έχουν εξαλειφθεί σε άλλα μέρη της γης….
Οι επιθετικές μιλιταριστικές επεμβάσεις, όπως η υποχρεωτική καταστροφή φυτειών παπαρούνας, χωρίς να αντικαθίστανται από άλλες βιώσιμες εναλλακτικές καλλιέργειες, επιδεινώνουν τη φοβερή φτώχεια των αγροτικών κοινοτήτων και καταστρέφουν τα μέσα συντήρησης των αφγανών αγροτών και των οικογενειών τους. Η απογοήτευση λόγω της αυξανόμενης φτώχειας επιδεινώνει τις σχέσεις του αφγανικού λαού με την αφγανική κυβέρνηση και τη διεθνή κοινότητα…
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το Αφγανιστάν είναι μαζί με το Τσαντ, το Σουδάν και τη Σομαλία οι φτωχότερες χώρες στον κόσμο. Περισσότερο από το 70% του πληθυσμού υποφέρει από χρόνιο υποσιτισμό και λιγότερο από το ένα τέταρτο έχει πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό. Μόνο το 10% των κατοίκων έχει πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια…
Η έλλειψη μέσων συντήρησης, η φοβερή φτώχεια μαζί με την ξηρασία και τον πόλεμο έχουν προκαλέσει μαζικό εκτοπισμό ανθρώπων από τις εστίες τους, οι περισσότεροι από τους οποίους καταλήγουν σε προσφυγικά στρατόπεδα..
Στις επαρχίες Χέλμαντ και Κανταχάρ υπάρχουν τουλάχιστον 10 ανεπίσημα προσφυγικά στρατόπεδα, καθένα από τα οποία φιλοξενεί περισσότερους από 1.000 ανθρώπους. Κανένα απ’ αυτά δεν έχει πρόσβαση σε ιατρική βοήθεια. Γιατροί που τα επισκέφτηκαν διέγνωσαν πολυάριθμα περιστατικά μαλάριας, δυσεντερίας, διάρροιας, δερματικών ασθενειών, χρόνιου υποσιτισμού και αφυδάτωσης. Στα λίγα νοσοκομεία που βρίσκονται κοντά στις περιοχές αυτές, μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι δύο και τρεις ασθενείς, οι θάλαμοι δεν έχουν ούτε τα στοιχειώδη εφόδια και το αίμα που διαθέτει και χορηγεί η τράπεζα αίματος προέρχεται μόνο από τους συγγενείς των ασθενών…
Η οργή των Αφγανών για την απουσία εκπροσώπων διεθνών οργανώσεων (σ.μ. από τις εξαθλιωμένες περιοχές) μετατρέπεται σε συμπάθεια για τους Ταλιμπάν, για τους οποίους πιστεύουν ότι κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν το λαό, παρόλο που έχουν πολύ λιγότερα χρήματα από τη διεθνή κοινότητα, ενώ για τα διεθνή στρατεύματα πιστεύουν ότι βρίσκονται στη χώρα μόνο για τους δικούς τους σκοπούς. Ακόμη κι αυτοί που δεν θέλουν να απευθυνθούν στους Ταλιμπάν, αναγκάζονται να το κάνουν για να επιβιώσουν και να στηρίξουν τις οικογένειές τους…».
Κεφάλαιο 3: Οι αποτυχημένες αντιναρκωτικές πολιτικές ευθύνονται σοβαρά για την αποτυχία της ανοικοδόμησης του Αφγανιστάν
«…Ακόμη, παρά τα κονδύλια που έχουν δαπανηθεί στις αντιναρκωτικές πολιτικές (σ.μ. η έκθεση επισημαίνει ότι το 82,5% των κονδυλίων έχουν δοθεί για στρατιωτικές δαπάνες και μόλις 7,3% για έργα ανοικοδόμησης), η κρίση του οπίου στο Αφγανιστάν είναι χειρότερη από ποτέ και εδραιώθηκε σ’ όλα τα τμήματα της αφγανικής κοινωνίας. Πέντε χρόνια αντιναρκωτικών πολιτικών δεν έχουν επιφέρει καμιά θετική αλλαγή στο Αφγανιστάν. Το μόνο που έχουν κάνει είναι να υπονομεύσουν την κυβερνητική νομιμότητα, τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ανάπτυξη, ενώ οι αγρότες έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην κυβέρνηση Καρζάι. Τελικά, η απώλεια της εμπιστοσύνης έχει ωφελήσει τους αντάρτες. Πριν από πέντε χρόνια η συνολική έκταση των καλλιεργούμενων εκταρίων παπαρούνας ήταν λιγότερο από το μισό της σημερινής.
Πολλές οικογένειες στο Αφγανιστάν καλλιεργούν παπαρούνα απλώς για να επιβιώσουν. Το ξερίζωμα των φυτειών παπαρούνας από μόνο του δεν έχει αποτέλεσμα και είναι αντιπαραγωγικό, μεταφέροντας την καλλιέργεια της παπαρούνας σε πιο απομονωμένες περιοχές, τροφοδοτώντας τη βία και την ανασφάλεια, όπως φάνηκε πρόσφατα στις νότιες επαρχίες του Αφγανιστάν. Η καλλιέργεια της παπαρούνας μόνο μακροπρόθεσμα μπορεί να περιοριστεί με την εξεύρεση μόνιμης λύσης ανακούφισης από τη φτώχεια, η οποία πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για τις δυνάμεις της διεθνούς κοινότητας πριν από της καταστροφή μιας σοδιάς, που αποτελεί το μόνο εισόδημα για εκατομμύρια Αφγανούς…
Η στρατηγική ξεριζώματος είχε άμεσες και εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στις προσπάθειες ασφάλειας και σταθεροποίησης στη χώρα. Η εφαρμογή των προγραμμάτων ξεριζώματος αποτέλεσε σημείο καμπής για την εξέγερση στη χώρα, προκαλώντας πλατιά υποστήριξη στις ομάδες που ήταν πρόθυμες και μπορούσαν να αντιπαρατεθούν στην κυβερνητική πολιτική και να προστατέψουν το μόνο μέσο επιβίωσης των αγροτών, την παπαρούνα…
Για πολλούς απ’ αυτούς που υποφέρουν από το ξερίζωμα της σοδιάς τους, όλοι οι «ξένοι» είναι αναξιόπιστοι. Πολλοί Αφγανοί που συνεργάστηκαν για το ξερίζωμα δεν έχουν πάρει ακόμη την αποζημίωσή τους και οι οικογένειές τους πεινούν, γιατί τα μόνα μέσα επιβίωσής τους έχουν καταστραφεί. Αυτές οι αντιλήψεις για τις διεθνείς στρατιωτικές δυνάμεις βοήθησαν στο φούντωμα της εξέγερσης και υπονομεύουν την αφγανική κυβέρνηση….»
Κεφάλαιο 4: Η διεθνής κοινότητα είναι μέρος της κυβερνητικής κρίσης στο Αφγανιστάν
«…Σε μερικές επαρχίες του Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν προσφέρουν τώρα κυβερνητικές υπηρεσίες, όπως δικαιοσύνη και οικονομική ασφάλεια. Προσφέρουν υλική ασφάλεια πολεμώντας τις δυνάμεις ξεριζώματος των φυτειών παπαρούνας, που έρχονται για να καταστρέψουν τα μέσα επιβίωσης των αγροτών, και γι’ αυτό είναι πολύ πιο αποτελεσματικοί από τα διεθνή στρατεύματα στην προσπάθεια να κερδίσουν «την καρδιά και το μυαλό» των Αφγανών. Οι Ταλιμπάν τώρα έχουν ψυχολογικό και ντε φάκτο στρατιωτικό έλεγχο στο μισό Αφγανιστάν. Αν η διεθνής κοινότητα δεν πάρει σοβαρά υπόψη της αυτή την πραγματικότητα, αν δεν ενοποιήσει την αφγανική κυβέρνηση με τους τοπικούς θεσμούς, αν δεν βελτιώσει την ασφάλεια και τη νομιμότητα της κυβέρνησης της Καμπούλ, ο έλεγχος των Ταλιμπάν θα επεκταθεί και στο υπόλοιπο Αφγανιστάν…».