Το γνωστό σκουπιδοτράγουδο «βας, βας, βας, ο Παρασκευάς» θύμιζε ο Γιωργάκης με την ομιλία του στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, καθώς μιλούσε συνεχώς σε πρώτο πρόσωπο και επαναλάμβανε το «εγώ» σχεδόν σε κάθε φράση του («εγώ, εγώ, εγώ, ο Γιώργος»). Αυτός είναι ο εγγυητής των πάντων, αυτός θα είναι ο πρωθυπουργός, αυτός, αυτός, αυτός…
Ερρίφθη ο κύβος, καθώς φαίνεται, και ο υπό τον Γιωργάκη πολιτικός πυρήνας αποφάσισε να πάει σε εκλογές όπως το 2004. Τότε το σύνθημα ήταν «Γιώργο, άλλαξέ τα όλα» και δεν στάθηκε ικανό να κόψει τη φόρα της ΝΔ. Τώρα και αφού ο Γιωργάκης απέτυχε να αλλάξει οτιδήποτε, επιλέγουν να πάνε σε εκλογές παίζοντας στο δίπολο Παπανδρέου-Καραμανλής. Παίζοντας, δηλαδή, σ’ έναν αγώνα χαμένο από τα αποδυτήρια. Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε γιατί. Αρκεί και μόνο μια απλή ανάγνωση των γκάλοπ. Ακόμα και όταν το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να πλησιάζει τη ΝΔ σε απόσταση λίγο πάνω από τη μονάδα, η διαφορά μεταξύ Καραμανλή-Γιωργάκη είναι αβυσσαλέα (πάντοτε σε διψήφιο νούμερο).
Δεν έχουν, όμως, και άλλη επιλογή. Είναι ο μόνος τρόπος για να ενισχυθεί το αρχηγικό προφίλ του Γιωργάκη και να δείξει ότι είναι κυρίαρχος στο κόμμα του. Η επιλογή αυτή βολεύει και τον Βενιζέλο (τη μόνη αξιόπιστη εσωκομματική αντιπολίτευση), που θα μπορεί άνετα να τα «χώσει» στον Γιωργάκη μετά την ήττα, χωρίς ο ίδιος να έχει χρεωθεί καμιά πολιτική ευθύνη.
Για τη ΝΔ δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα. Αυτό που τόσον καιρό οικοδομούν ο Ρουσόπουλος με τον Λούλη είναι το «δυνατό χαρτί ο Καραμανλής». Θεωρούν ότι αρκεί και μόνο η ρητορική του δεινότητα, σε συνδυασμό με τη μικρή σχετικά προσωπική του φθορά, για να νικήσει ένα ΠΑΣΟΚ που θα πάει με «βαρύ χαρτί» τον άχρωμο, άοσμο και με δυσκολία στην εκφορά των Ελληνικών Γιωργάκη. Εκείνο που δεν σημειώνεται, όμως, από τους πολιτικούς αναλυτές των αστικών ΜΜΕ είναι πως μια τέτοια προσωποπαγής μορφή πολιτικής αντιπαράθεσης βοηθάει κυρίως το σύστημα. Γιατί η συζήτηση δεν γίνεται με αντιπαράθεση πολιτικών (που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάποιου είδους υποχώρηση έναντι εργατικών και λαϊκών αιτημάτων), αλλά με αντιπαράθεση προσώπων τα οποία θα κριθούν με βάση την ικανότητά τους να διαχειριστούν την ίδια πολιτική. Ετσι, το εκλογικό σώμα αποπολιτικοποιείται και τα ταξικά του χαρακτηριστικά διαλύονται μέσα σε διλήμματα επιλογής προσώπου, τυλιγμένα με νέφη ηθικολογίας.